Οδικό χάρτη αναπτυξιακού ρεαλισμού δείχνει για τη μεταμνημονιακή περίοδο ο Αλέξης Τσίπρας, θέτοντας ως παράλληλες προτεραιότητες τη λύση για το χρέος και την τόνωση της οικονομίας δια της στήριξης της εργασίας.

Ads

Ο πρωθυπουργός, με την ομιλία του στο υπουργικό συμβούλιο, χάραξε καθαρά τον άξονα πάνω στον οποίο θα κινηθεί η κυβέρνηση στην τελική φάση της διαπραγμάτευσης για την έξοδο από το Μνημόνιο – έναν άξονα, που στηρίζεται στην αμφίδρομη τήρηση των δεσμεύσεων αμφότερων των πλευρών.

Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Αλέξης Τσίπρας κάλεσε ευθέως του δανειστές να τηρήσουν τις ειλημμένες αποφάσεις του Eurogroup και διαβεβαίωσε, εξίσου καθαρά, ότι και η Ελλάδα θα τηρήσει τις δικές της δεσμεύσεις. ‘Ητοι, έκοψε τη συζήτηση – σ’ αυτήν τη φάση τουλάχιστον – για επαναδιαπραγμάτευση των περικοπών στις συντάξεις, έδειξε ως κοινωνικό και πολιτικό αντίβαρο των ψηφισμένων μειώσεων τα θετικά αντίμετρα, και κατέστησε σαφές ότι το μεταμνημονιακό σχέδιο ανάπτυξης της χώρας βασίζεται στην ενίσχυση της απασχόλησης και την αποκατάσταση της «κανονικότητας» στην αγορά εργασίας.

Το χρέος

Στο θέμα του χρέους, το οποίο μετά το κλείσιμο του staff level agreement για την τέταρτη αξιολόγηση αποτελεί και το βασικό κεφάλαιο που ανοίγει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, ο πρωθυπουργός είπε πως οι συζητήσεις με τους δανειστές βρίσκονται σε εξέλιξη και αναμένεται να αποδώσουν αποτελέσματα στο Eurogroup του Ιουνίου.

Ads

«Όμως», τόνισε, «οι αποφάσεις αυτές δεν γράφονται σε λευκό χαρτί. Υπάρχει το πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί τον περασμένο Ιούνιο». H δήλωση αυτή του Αλέξη Τσίπρα αποτελεί προφανές μήνυμα προς το Βερολίνο ότι η απόφαση για την ελάφρυνση του χρέους είναι ήδη ειλημμένη, καταγεγραμμένη στην απόφαση του περσινού Eurogroup με την οποία έκλεισε η δεύτερη αξιολόγηση, και εκκρεμεί μόνον η συμφωνία επί του μηχανισμού με τον οποίο θα εφαρμοστεί. Συνιστά επίσης και υπενθύμιση ότι η απόφαση για λύση στο χρέος είναι ευρωπαϊκή και ανεξάρτητη με το εάν θα μείνει ή θα φύγει το ΔΝΤ – μια υπενθύμιση, που απευθύνεται και σε όσους εντός συνόρων υποστηρίζουν πως μια ενδεχόμενη αποχώρηση του Ταμείου θα πλήξει τη διαπραγμάτευση για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους.

Οι μειώσεις στις συντάξεις

Αντίστοιχης φύσης «υπενθύμιση» αποτελεί και το μήνυμα του πρωθυπουργού πως το πλαίσιο της μεταμνημονιακής περιόδου «προφανώς προβλέπει τους συμφωνημένους ήδη στόχους της επόμενης τετραετίας, τόσο στο επίπεδο των πλεονασμάτων όσο και σε αυτό της ανάπτυξης». Προβλέπει, δηλαδή, την περικοπή των συντάξεων από 1ης Ιανουαρίου του 2019 και του αφορολόγητου από το 2020, και την παράλληλη εφαρμογή των θετικών αντίμετρων.

Εν ολίγοις, ο πρωθυπουργός κατέστησε σαφές – όπως έχει τονιστεί επανειλημμένα εσχάτως από αρκετά κορυφαία στελέχη – πως η συζήτηση για ακύρωση των ψηφισμένων περικοπών στις συντάξεις πρέπει να σταματήσει. Το εάν μπορεί, και υπό ποιες προϋποθέσεις, να ξανανοίξει σε μεταγενέστερο χρόνο και οπωσδήποτε μετά την έξοδο από το Μνημόνιο, αποτελεί συνάρτηση ειδικών δημοσιονομικών και πολιτικών παραμέτρων που, όπως επίσης τονίζεται από κυβερνητικές πηγές «δεν είναι της παρούσης».

Η αύξηση του κατώτατου μισθού

Με αυτό το δεδομένο, ο Αλέξης Τσίπρας διαμήνυσε σήμερα πως η οικονομική και κοινωνική ανάταξη μετά το Μνημόνιο θα επιχειρηθεί, σε πρώτο χρόνο τουλάχιστον, σε τρία επίπεδα: Στη στοχευμένη ενίσχυση των κοινωνικών δαπανών υπέρ των ασθενέστερων, στη μείωση των φορολογικών βαρών και, κυρίως, στη στήριξη της εργασίας. Εκεί, ο κυβερνητικός σχεδιασμός βασίζεται σε τρία συγκεκριμένα βήματα – στην αύξηση του κατώτατου μισθού, την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και το τριετές σχέδιο για την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας.

Τα βήματα αυτά, όπως είπε ο πρωθυπουργός, «έρχονται να συμπληρώσουν μία αναπτυξιακή στρατηγική, η οποία στοχεύει όχι απλά στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά και καλύτερων θέσεων εργασίας». Και δείχνοντας ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού αποτελεί αιχμή του μεταμνημονιακού αναπτυξιακού προγράμματος της κυβέρνησης, τόνισε: «Πέρα από την ανάγκη να τελειώνουμε με το ανήθικο καθεστώς της υποαμειβόμενης εργασίας, η αύξηση των μισθών είναι βασικό στοιχείο ώστε να αυξηθεί η ιδιωτική κατανάλωση και να διευρυνθεί ο κύκλος της οικονομικής δραστηριότητας».