Η ελληνοτουρκική όξυνση, το γεωπολιτικό πόκερ του Ερντογάν μεταξύ Eastmed και Λιβύης, και η αμφισημία της Ουάσιγκτον διαμορφώνουν το θερμό διπλωματικό και πολιτικό κάδρο του Ιανουαρίου, με τον πρώτο μήνα της χρονιάς να θέτει ήδη την κυβέρνηση και τα πολιτικά κόμματα αντιμέτωπα με μεγάλες προκλήσεις.

Ads

Στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών το κλίμα που εκπέμπεται από τα στρατόπεδα τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης είναι εκείνο των συναινέσεων και του εθνικού μετώπου, παρά τα σημεία κριτικής και διαφοροποιήσεων. Ωστόσο, όλα θα κριθούν – και κυρίως οι πιο δύσκολες αποφάσεις για όλο το πολιτικό σύστημα – από τον βαθμό στον οποίο θα επιχειρήσει να κλιμακώσει περαιτέρω την ένταση ο τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν και από τις, έγκαιρες ή μη, απαντήσεις της ελληνικής κυβέρνησης.

Τα πρώτα, και ενδεικτικά, μηνύματα από την Αγκυρα εστάλησαν χθες, με την υπερψήφιση από την τουρκική Βουλή του νομοσχεδίου για την αποστολή τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Λιβύη. Ηταν η απάντηση του Ερντογάν στην συμφωνία για τον αγωγό Eastmed που υπογράφηκε σχεδόν ταυτόχρονα στην Αθήνα ανάμεσα στους πρωθυπουργούς της Ελλάδας, του Ισραήλ και τον πρόεδρο της Κύπρου, ενώ εξίσου αποκαλυπτικό των προθέσεων είναι το μήνυμα που έστειλε αμέσως μετά ο τούρκος αντιπρόεδρος Φουάτ Οκτάϊ: «Ελπίζω», είπε, «εκείνοι που διατηρούν την επιθετική τους στάση στη Λιβύη να λάβουν το απαραίτητο μήνυμα με την έγκριση αυτού του νόμου» και πρόσθεσε ότι κάθε βήμα της τουρκικής κυβέρνησης στην ανατολική Μεσόγειο είναι μέρος μιας λεπτομερούς στρατηγικής και σχεδίου.

Την δική του σημασία έχει και το γεγονός ότι ο Ταγίπ Ερντογάν, μετά την ψήφιση του επίμαχου νομοσχεδίου είχε τηλεφωνική επικοινωνία και με τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίον θα συναντήσει την Τρίτη 7 Ιανουαρίου στον Λευκό Οίκο ο έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.

Ads

Η συνάντηση Μητσοτάκη – Τραμπ αποτελεί κομβικό σημείο για τις περαιτέρω εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά για δύο λόγους: Αφενός γιατί πάγιος στόχος της Ελλάδας και της Κύπρου τα τελευταία χρόνια υπήρξε η πλήρης συμμετοχή και των ΗΠΑ (συνεργασία 3+1) στο project του Eastmed και αφετέρου διότι από το ραντεβού του Λευκού Οίκου αναμένεται και σαφές στίγμα για την ανοχή ή μη που θα επιδείξει ο αμερικανός πρόεδρος στα σχέδια Ερντογάν, με δεδομένο και το ότι υπάρχει απόσταση ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και στην σκληρή γραμμή που έχει υιοθετήσει το Στέητ Ντηπάρμεντ έναντι της τουρκολιβυκής συμφωνίας.

Με αυτά τα δεδομένα έχει ιδιαίτερη αξία η χθεσινή επισήμανση από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με τον ΣΥΡΙΖΑ να τονίζει  ότι στην συνάντηση της Τρίτης ο πρωθυπουργός «πρέπει να εξασφαλισθεί ξεκάθαρη στήριξη στον αγωγό EastMed και το πλαίσιο συνεργασίας 3+1».

«Οι ενστάσεις που εξέφρασε πρόσφατα ο Πρόεδρος Τραμπ», σημειώνει ο ΣΥΡΙΖΑ, « στην υιοθέτηση του Νομοσχεδίου “Eastern Mediterranean Partnership” που αφορά μεταξύ άλλων τη στήριξη του σχήματος 3+1, αποτελούν ανησυχητικό οιωνό», ενώ προσθέτει ότι «η κύρωση του νομοσχεδίου για την αναβάθμιση της στρατιωτικής συνεργασίας ΗΠΑ – Ελλάδας σε τέσσερις εγκαταστάσεις, το οποίο κατατέθηκε στις 24/12/2019, δεν μπορεί παρά να εξαρτάται από τον βαθμό σύγκλισης των συμφερόντων μας με τις ΗΠΑ». Πρόκειται για μια επισήμανση που υποδεικνύει καθαρά σκληρή διαπραγματευτική στάση σε ό,τι αφορά την συμφωνία για την αναβάθμιση των αμερικανικών βάσεων και την σύνδεσή τους με μια εξίσου καθαρή στάση των ΗΠΑ υπέρ της Ελλάδας απέναντι στην διεθνή παραβατικότητα της Τουρκίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ τονίζει επίσης πως «η κυβέρνηση πρέπει να επιδιώξει την ενεργή συμμετοχή της Ιταλίας στο έργο του Eastmed, χωρίς την οποία δεν μπορεί να έχει μέλλον» και επιμένει στην πίεση προς την ΕΕ για την επέκταση των κυρώσεων κατά της Αγκυρας και «σε βάρος ατόμων και εταιριών που προβαίνουν σε παράνομες ενέργειες εντός της περιοχής της παράνομης Συμφωνίας Τουρκίας – Λιβύης».

Από την υλοποίηση ή μη όλων αυτών θα κριθεί εν τέλει και το πόσο συμπαγείς και ισχυρές συμμαχίες θα βρει ο Ερντογάν απέναντί του στο, δεδομένο πλέον, σχέδιο της αποστολής ερευνητικών τουρκικών πλοίων νότια της Κρήτης.