Ο ισορροπιστής Ντράγκι, ο (συνήθης) εμπρηστής Σόιμπλε και το απρόβλεπτο ΔΝΤ αναδεικνύονται στους τρεις βασικούς παίκτες της λύσης για το χρέος – μιας λύσης, στην οποία η ελληνική κυβέρνηση έχει δώσει χαρακτήρα εθνικού στοιχήματος και δείχνει πλέον «καταδικασμένη» να την κερδίσει.

Ads

Στο πλαίσιο αυτό, ο άξονας διεκδίκησης του εθνικού στόχου ετέθη ήδη από χθες, όπως αναμενόταν, από τον Αλέξη Τσίπρα στο περιθώριο της συνόδου κορυφής των Βρυξελλών – «οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται» ήταν το χαρακτηριστικό μήνυμα του έλληνα πρωθυπουργού στη συνάντησή του με τον πρόεδρο του Ευρωκοινοβουλίου – Μάρτιν Σουλτς – και το παιχνίδι άνοιξε με τις πρώτες αναγνωριστικές βολές:

Ο «σύμμαχος» Σουλτς τάχθηκε υπέρ μιας «στρατηγικής που θα ρυθμίζει το χρέος έως το τέλος του 2016», ο Σόιμπλε ξαναέβαλε φρένο επαναλαμβάνοντας ότι «το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι το χρέος αλλά η ανταγωνιστικότητα», και ελληνικές κυβερνητικές πηγές απάντησαν αιχμηρά το Βερολίνο με την επισήμανση ότι «ουδείς επιθυμεί να γίνει μέρος της γερμανικής προεκλογικής εκστρατείας».

Ντράγκι: Η ΕΚΤ δεν δεσμεύεται από το ΔΝΤ

Παραπλεύρως, δε, το δικό του, προσεκτικό μεν, στοχευμένο δε, μήνυμα έστειλε και ο πρόεδρος της ΕΚΤ. Ο Μάριο Ντράγκι επαναβεβαίωσε, ουσιαστικά, ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να ενταχθεί στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ εάν το χρέος της δεν γίνει βιώσιμο και δήλωσε ότι ακόμη είναι «πρώιμο» να γίνεται συζήτηση για την αγορά ελληνικών ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ταυτοχρόνως, όμως, φρόντισε να αφήσει ανοιχτό το παράθυρο μιας πιθανής συμβιβαστικής λύσης προσθέτοντας ότι η ΕΚΤ θα κινηθεί «ανεξάρτητα» στη δική της ανάλυση περί της βιωσιμότητα του χρέους.

Ads

Στην πράξη, ο Μάριο Ντράγκι είπε πως η ΕΚΤ δεν δεσμεύεται από την ανάλυση βιωσιμότητας του ΔΝΤ και άφησε ανοιχτές προσδοκίες ότι – υπό προϋποθέσεις – θα μπορούσε η ίδια, στη δική της ανάλυση, να κρίνει βιώσιμο το χρέος και να προχωρήσει εν συνεχεία στην ένταξη της Ελλάδας στην ποσοτική χαλάρωση.

Ο ESM και το σενάριο συμβιβαστικής λύσης

Τούτο, σύμφωνα με πληροφορίες από τις Βρυξέλλες και τη Φραγκφούρτη, θα μπορούσε να συμβεί εάν, μετά το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, υπάρξει συμφωνία επί των τριών αξόνων βραχυπρόθεσμης ανακούφισης του ελληνικού χρέους που επεξεργάζεται ήδη ο ESM μαζί με έναν παράλληλο καθαρό «οδικό χάρτη» για τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης που θα τεθούν σε ισχύ μετά το 2018.

Τα τρία βήματα που βρίσκονται στο τραπέζι του ESM προβλέπουν, στο γενικό τους πλαίσιο, εξομάλυνση του προφίλ αποπληρωμών με αύξηση της μέσης διάρκειας ωρίμανσης των δανείων από τα 28 στα 32,5 χρόνια, μέτρα μείωσης του επιτοκιακού κινδύνου, καθώς και αναστολή της όποιας αύξησης των επιτοκίων για ένα τμήμα των δανείων μέσα στο 2017.

Μια συμφωνία επ’ αυτών σε επίπεδο ευρωζώνης, και μια παράλληλη καθαρότερη δέσμευση για το συνολικό πακέτο ελάφρυνσης, θα μπορούσαν να επιτρέψουν στην ΕΚΤ να παρακάμψει το αδιέξοδο μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ – ακόμη κι εάν το Ταμείο μείνει εντελώς εκτός ελληνικού προγράμματος -, να χαρακτηρίσει η ίδια «βιώσιμο» το χρέος και να αποδεχθεί τα ελληνικά ομόλογα στην ποσοτική χαλάρωση.

Το ραντεβού Τσίπρα – Μέρκελ

Παραμένει όμως αμφίβολο εάν ακόμη κι αυτός ο ήπιος συμβιβασμός θα γίνει αποδεκτός από το Βερολίνο, εξ ου και αποκτά ιδιαίτερη σημασία η συνάντηση που είχε σήμερα το πρωί στις Βρυξέλλες ο Αλέξης Τσίπρας με την Γερμανίδα καγκελάριο.

Ο ρόλος του ΔΝΤ

Αμφίβολη και άγνωστη παράμετρος παραμένει, την ίδια ώρα, και η στάση που θα κρατήσει το ΔΝΤ στην πορεία της δεύτερης αξιολόγησης η οποία ξεκινά και επισήμως σήμερα στην Αθήνα. Στην πρώτη θέση της ατζέντας βρίσκεται το Υπερταμείο ιδιωτικοποιήσεων και τα ενεργειακά θέματα, ενώ το κρίσιμο ζήτημα των εργασιακών θα ακολουθήσει την επόμενη εβδομάδα. Ομως, η ανησυχία του ελληνικού επιτελείου είναι οι ενδεχόμενοι «λαγοί» που μπορεί να βγάλει ξανά το ΔΝΤ τορπιλίζοντας και καθυστερώντας τη διαδικασία. Κυβερνητικά στελέχη, δε, υπενθυμίζουν τις ανοιχτές υποθήκες… σύγκρουσης που άφησαν πίσω τους τον Σεπτέμβρη ο Πολ Τόμσεν και η Ντέλια Βελκουλέσκου θέτοντας ζήτημα περαιτέρω μείωσης των υφιστάμενων συντάξεων και του – ήδη ψαλιδισμένου – αφορολόγητου ορίου.

Εάν τα θέματα αυτά ξαναμπούν στο τραπέζι, η αξιολόγηση θα περάσει και πάλι στον αστερισμό των αέναων διαπραγματεύσεων και καθυστερήσεων. Και θα μοιάζει ανέφικτος όχι μόνον ο στόχος της κυβέρνησης για ολοκλήρωσή της έως τις αρχές Δεκέμβρη αλλά και το πιο χαλαρό χρονοδιάγραμμα που υποδεικνύουν κοινοτικές πηγές – ένα χρονοδιάγραμμα που βάζει ως απώτατο όριο για να κλείσουν οι συμφωνίες σε αξιολόγηση και χρέος το τέλος Ιανουαρίου ή, το πολύ, τις αρχές Φεβρουαρίου. Από εκεί και πέρα, όπως λένε χαρακτηριστικά, «όλοι και όλα στην Ευρώπη θα γίνουν ντε φάκτο όμηροι των γαλλικών και γερμανικών εκλογών»…