Θύελλα αντιδράσεων προκαλεί το νομοσχέδιο της κυβέρνησης περί ασύλου με τους φορείς και τις οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στο προσφυγικό να καταγγέλλουν αφενός fast track δημόσια διαβούλευση, αφετέρου την υιοθέτηση ενός πλαισίου στη βάση της αποτροπής που καταστρατηγεί όχι μόνο τις διεθνείς συμβάσεις Δικαίου αλλά και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Περιορισμός στην πρόσβαση στο άσυλο, επιτάχυνση των απελάσεων, κλειστά κέντρα κρατήσης – φυλακές για μετανάστες και πρόσφυγες και εμπόδια στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας και την υγεία για τους αιτούντες άσυλο είναι μερικές μόνο από τις ρυθμίσεις που χτίζουν ένα εκρηκτικό κλίμα, στο ούτως ή άλλως δυστοπικό τοπίο των προσφυγικών καταυλισμών τόσο στη νησιωτική όσο και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Πρόκειται στα αλήθεια για ένα νομοσχέδιο για «αόρατους» ανθρώπους χωρίς δικαιώματα.

Ads

Η κυβέρνηση διαμηνύει ότι είναι αποφασισμένη «να απαλείψει τα στοιχεία της ιδεοληπτικής νομοθέτησης, που οδήγησαν σε ένα προβληματικό σύστημα» και εμμένοντας ιδεοληπτικά στο δόγμα «νόμος κι τάξη», υπόσχεται ότι «θα επαναφέρει το αίσθημα ασφάλειας στην ελληνική κοινωνία, αλλά και το αίσθημα ύπαρξης κράτους στους υπηκόους τρίτων χωρών». Όπως επίσης σημειώνει εμφατικά σε ενημερωτικό της σημείωμα «το σύστημα που άφησε η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί ως πόλος έλξης υπηκόων τρίτων χωρών, αφήνει ουσιαστικά απροστάτευτους τους αιτούντες που είχε υποχρέωση να προστατέψει και καλύπτει όσους δεν έχουν καμία σχέση με την έννοια της διεθνούς προστασίας». Δηλαδή η ΝΔ όχι μόνο πιστεύει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «έκλεισε το μάτι» στους πρόσφυγες για να έρθουν στη χώρα μας, αλλά και ότι οι πρόσφυγες κάνουν ουρά για για μια θέση στη Μόρια, που πώς να μην αποτελεί «πόλο έλξης» όταν εκεί διαβιούν σε άθλιες συνθήκες πάνω από 13.000 άνθρωποι τη στιγμή μάλιστα που έχει τη δυνατότητα να φιλοξενήσει 3.000 .

Ο «πόλος έλξης» της Μόριας

«Είναι απαράδεκτο να τίθεται ως άξονας μιας νομοθετικής ρύθμισης μιας χώρας, ο στόχος του να εκδιώχνονται οι άνθρωποι, είτε αυτό σημαίνει να μην έρχονται, είτε αυτό σημαίνει να επιστρέφονται. Το γεωγραφικό δικαίωμα στο άσυλο, δηλαδή το να μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος σε μια χώρα για να ζητήσει άσυλο, είναι θεμελιώδες και προβλέπεται από όλες τις συμβάσεις και δεν μπορεί η βάση οποιουδήποτε νομικού πλαισίου να είναι το να τεθούν εμπόδια σε αυτό», σχολιάζει στο tvxs.gr η Ειρήνη Γαΐτάνου, υπεύθυνη Εκστρατειών του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας.

Ads

«Η Ελλάδα είναι απλά ένα πέρασμα. Οι πρόσφυγες δεν θέλουν να μείνουν εδώ», λέει η Νατάσα Στραχίνη, συντονίστρια της νομικής ομάδας της ΜΚΟ «Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο» (RSA). «Εγώ περιγράφω το προσφυγικό ως μια χύτρα στην οποία βράζεις νερό. Όταν αυτό το νερό βράσει, θα βρει τρόπο να φύγει», σημειώνει στο tvxs.gr. «Τόσο σε επίπεδο ελληνικής όσο και γενικά σε επίπεδο ευρωπαϊκής πολιτικής τα μέτρα που λαμβάνονται έχουν αποτρεπτικό χαρακτήρα. Αντί δηλαδή να εφαρμόσουν την προστασία των προσφύγων, όπως οφείλουν βάσει των Διεθνών Συνθηκών, διαμορφώνουν συνθήκες για να αποτρέψουν ανθρώπους. Ξεχνάνε όμως ότι οι πρόσφυγες δεν έχουν άλλη επιλογή. Θα πάρουν οποιοδήποτε ρίσκο προκειμένου να σώσουν τη ζωή τη δική τους και των παιδιών τους», υπογραμμίζει.

Γρήγορα και χωρίς αντιδράσεις

Τόσο η Διεθνής Αμνηστία όσο και η «Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο» καταγγέλλουν όχι μόνο τις στρεβλώσεις του νομοσχεδίου, αλλά και τη διαδικασία με την οποία τέθηκε αυτό σε δημόσια διαβούλευση. «Το νομοσχέδιο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση την προηγούμενη Τετάρτη κι ενώ το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη είχε δεσμευτεί όλο το προηγούμενο διάστημα ότι θα λάβει υπόψη του όλους τους φορείς που είναι ενεργοί στο πεδίο του προσφυγικού, έδωσε περιθώριο διαβούλευσης μόλις πέντε ημερών. Πρόκειται για μια πάρα πολύ γρήγορη και προβληματική διαδικασία, για ένα τεράστιο υπερνομοσχέδιο που καλύπτει όλο το φάσμα του ασύλου και των σχετικών διαδικασιών, που καθιστά πρακτικά αδύνατο το να γίνουν ουσιαστικές συνεισφορές από τους εμπλεκόμενους φορείς», λέει η Ειρήνη Γαϊτάνου. Από την άλλη η Νατάσα Στραχίνη σημειώνει πως ο σύντομος χαρακτήρας της διαβούλευσης επί του νομοσχεδίου, δείχνει τελικά πως πρόθεση της κυβέρνησης είναι να το περάσει χωρίς καν να προλάβουν να υπάρξουν αντιδράσεις. Η παρουσίαση ενός εκτεταμένου Σχεδίου Νόμου, χωρίς προηγούμενη αξιολόγηση του υπάρχοντος πλαισίου και των συνεπειών των πολλαπλών τροποποιήσεων που επήλθαν στο διάστημα των περασμένων 3,5 χρόνων, προμηνύει, εκ νέου, μία βεβιασμένη υιοθέτηση επαχθών μέτρων, τα οποία θα προσβάλουν τα δικαιώματα των αιτούντων και δικαιούχων διεθνή προστασία και θα επιβαρύνουν σημαντικά το έργο των διοικητικών αρχών, σημειώνει η «Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο».

Τα μελανά σημεία

Το νομοσχέδιο αριθμεί συνολικά 121 άρθρα και αναπροσαρμόζει το σύνολο των διατάξεων που διέπει το καθεστώς διεθνούς προστασίας στη χώρα μας.

Πρώτα από όλα ορίζει ταχύρρυθμη διαδικασία ασύλου στα σύνορα με κατά προτεραιότητα εξέταση αιτημάτων, ανάλογα με το αν η χώρα προέλευσης χαρακτηρίζεται «ασφαλής». Προβλέπει επίσης, ότι όσοι κατά την υποδοχή δεν συμμορφώνονται στις αποφάσεις μεταφοράς τους σε άλλες δομές, συνεπάγεται ότι δεν επιθυμούν την προστασία και παραπέμπονται σε διαδικασίες επιστροφής. Στόχος είναι κάθε αίτημα ασύλου να εξετάζεται μέσα σε 15 ημέρες και, αν είναι απορριπτική η απόφαση, οι αιτούντες να απελαύνονται, ενώ αν είναι θετική να μεταφέρονται σε camps της ενδοχώρας. Αυτό γιατί το δικαίωμα παραμονής στη χώρα μας όσων ζητούν άσυλο περιορίζεται μέχρι την απόφαση του πρώτου βαθμού για το άσυλο. Σε περίπτωση που καταφθάσουν στη χώρα μαζικά πρόσφυγες, όπως συμβαίνει με τις βάρκες στα νησιά του ΒΑ Αιγαίου, προβλέπεται η δυνατότητα υποχρεωτικής ολοκλήρωσης της διαδικασίας ασύλου, συμπεριλαμβανομένης της δευτεροβάθμιας προσφυγής, μέσα σε 5 ημέρες. Χαρακτηριστικό είναι ότι για να προσφύγει κάποιος σε δεύτερο βαθμό πρέπει να καταθέσει αυτοπροσώπως τη σχετική αίτηση, ενώ πρέπει να καταθέσει και αιτιολογημένο δικόγραφο.

«Υπάρχει μια σειρά ζητημάτων που προκαλούν σοβαρά ερωτήματα από τη σκοπιά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το πρώτο είναι η ίδια η πρόσβαση των αιτούντων στο άσυλο και η δυνατότητά τους να καταθέσουν ένα αποτελεσματικό αίτημα. Αυτό ναρκοθετείται από τις διατάξεις οι οποίες αφορούν την ανάγκη συμμόρφωσης του αιτούντα στις αποφάσεις μετακινήσεις του – το οποίο αντιμετωπίζει τους ανθρώπους σαν έρμαια αποφάσεων που δεν μπορούν να πάρουν οι ίδιοι για τις ζωές τους. Το δε γεγονός ότι αν δεν συμμορφωθούν σημαίνει αυτόματη παραίτηση από το δικαίωμα του ασύλου, είναι μία τιμωρητική διάταξη», σχολιάζει η Ειρήνη Γαΐτάνου.

Η Νατάσα Στραχίνη στέκεται στη διαδικασία των προσφυγών στις δευτεροβάθμιες επιτροπές ασύλου. «Αυτοί οι άνθρωποι που όχι μόνο δεν γνωρίζουν τη γλώσσα καλούνται από το νόμο να συντάξουν και δικόγραφο. Αυτή τη στιγμή οι δικηγόροι του δημοσίου μητρώου που υποχρεούνται να παράσχουν νομική υποστήριξη είναι εξαιρετικά λίγοι. Μάλιστα στα νησιά υπάρχει μόνο ένας δικηγόρος, ενώ σε άλλα δεν υπάρχει καν και το πολύ μεγάλο κενό νομικής υποστήριξης καλύπτεται μέσω ΜΚΟ», εξηγεί και αναρωτιέται πως θα καλυφθεί αυτό το κενό.

Ένα ακόμα μελανό σημείο του νομοσχεδίου είναι το ότι εξαιρεί τις ευάλωτες ομάδες από τη διαδικασία της εξέτασης στα σύνορα, με την Διεθνή Αμνηστία να σημειώνει ότι το μετατραυματικό στρες απαλείφεται από τους λόγους που καθιστούν κάποιον ευάλωτο. Η οργάνωση στέκεται επίσης και στο γεγονός ότι οι δευτεροβάθμιες επιτροπές εξέτασης ασύλου θα αποτελούνται πλέον μόνο από δικαστές, καθώς καταργείται η συμμετοχή ειδικού εμπειρογνώμονα που μέχρι σήμερα οριζόταν από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. «Σε κάθε περίπτωση αν και δεν υπάρχει τυπική κατάργηση του δεύτερου βαθμού ασύλου, μιλάμε για σοβαρό περιορισμό», εκτιμά η κ. Γαϊτάνου. «Κατά τη γνώμη μου το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη προσπαθεί να διαφύγει της αναγκαίας του υπευθυνότητας απέναντι στους ανθρώπους να μπορούν να προσφύγουν απέναντι στην απόφαση. Προσπαθεί να βρει παραθυράκια για να υπάρχουν περιπτώσεις όπου αυτή η πρόσβαση σε αυτή τη διαδικασία θα είναι εξαιρετικά πιο δύσκολη», συμπληρώνει.

Το επίμαχο νομοσχέδιο κρύβει επίσης κινδύνους περαιτέρω γενίκευσης της διοικητικής κράτησης, κατά παράβαση της υποχρέωσης αποφυγής μέτρων στέρησης της ελευθερίας των αιτούντων, η οποία κράτηση μάλιστα θα είναι στην «διακριτική ευχέρεια» της ΕΛ.ΑΣ. Σύμφωνα με την κυβέρνηση το μέτρο της κράτησης εξυπηρετεί δύο σκοπούς, τον ευχερή εντοπισμό τους αλλά και την αποφυγή αιτημάτων επί αιτημάτων προκειμένου να παραταθεί ο χρόνος παραμονής στην Ελλάδα. Μάλιστα, η διάρκεια κράτησης επανέρχεται στο ανώτατο όριο των 18 μηνών και το ξεπερνά, καθώς ο χρόνος αρχίζει να μετρά ξανά από την υποβολή του αιτήματος ασύλου, χωρίς να προσμετράται ο χρόνος πιθανής προηγούμενης κράτησης.

Όπως υπενθυμίζει όμως η Νατάσα Στραχίνη, κάτι ανάλογο προβλεπόταν κι από την προηγούμενη νομοθεσία, τα camps όμως είχαν γεμίσει ήδη από τις 2 πρώτες ημέρες εφαρμογής της. Σχολιάζοντας το ενδεχόμενο νέων «Αμυγδαλέζων» η κ. Στραχίνη τονίζει ότι ήδη στους προσφυγικούς καταυλισμούς δεν παρέχονται οι αρμόζουσες υπηρεσίες υποδοχής και ότι αυτές θα επιδεινωθούν αν αυξηθεί ο αριθμός των ανθρώπων που διαβιούν σε αυτούς και μάλιστα σε συνθήκες εγκλεισμού. «Έχουμε ήδη θρηνήσει θύματα μέσα στα camps υπό τις παρούσες συνθήκες. Θεωρώ ότι θα θέσει σε σοβαρό κίνδυνο τη ζωή πολλών ανθρώπων μια τέτοια εξέλιξη», προειδοποιεί.

Τέλος, η Διεθνής Αμνηστία καταγγέλλει ότι καταστρατηγούνται επίσης και τα κοινωνικά , οικονομικά και πολιτιστικά δικαιώματα των αιτούντων που άπτονται της κοινωνικής ένταξης αυτών των ανθρώπων στην ελληνική κοινωνία. «Καταρχήν με τον σοβαρό περιορισμό του δικαιώματος στην απασχόληση, όπου απαιτείται να περάσει ένα εξάμηνο τουλάχιστον ή και παραπάνω για τον αιτούντα ώστε να μπορέσει να πάρει άδεια εργασίας και αντίστοιχα με τους περιορισμούς του δικαιώματος στην υγεία, με όλα αυτά που έχουμε δει το προηγούμενο διάστημα με τον ΑΜΚΑ, αλλά και την Κάρτα Υγειονομικής Περίθαλψης Αλλοδαπού (ΚΥΠΑ)», σημειώνει η Ειρήνη Γαϊτάνου.

Αόρατοι άνθρωποι χωρίς δικαιώματα

«Όλο το νομοσχέδιο διαπνέεται από μία αντίληψη που επιδιώκει διαρκώς να αποδείξει την καλή πίστη του αιτούντα, βάζει διαρκή εμπόδια στην πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου και οδηγεί αναπόφευκτα σε ένα πάρα πολύ μεγάλο πλήθος ανθρώπων χωρίς χαρτιά και χωρίς δικαιώματα», εκτιμά η υπεύθυνη Εκστρατειών του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, μιλώντας στο tvxs.gr. «Έτσι όπως είναι σήμερα η διαδικασία παρά τις καθυστερήσεις και τα λειτουργικά προβλήματα είναι με έναν τρόπο ορατοί. Το νέο νομοσχέδιο θα οδηγήσει σε μια κατάσταση ενός πλήθους αόρατων ανθρώπων που θα βρίσκονται σε μία γκρίζα ζώνη χωρίς δικαιώματα», τονίζει.

«Μιλάμε για μια λογική περιθωριοποίησης και γκετοποίησης των ανθρώπων. Παρκάρονται κάπου, μακριά από τις πόλεις και την πραγματική ζωή, χωρίς δικαιώματα και χαρτιά, περιμένοντας τη μοίρα τους η οποία μάλιστα προδιαγράφεται και εξαιρετικά κακή. Αυτό για τους ίδιους τους ανθρώπους είναι απαράδεκτο, αλλά και συνολικά για την κοινωνία. Νομίζω ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι έναν εντελώς αντίθετο υπόδειγμα, που θα προτάσσει την αλληλεγγύη και τη δυνατότητα να ζήσουν όλοι και όλες μαζί, πράγμα που σημαίνει μια κεντρική πολιτική που θα δίνει έμφαση στην κοινωνική ένταξη των ανθρώπων», λέει η Ειρήνη Γαϊτάνου.

Στο μεταξύ, η Νατάσα Στραχίνη κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι τέτοιες πολιτικές πρακτικές διαχέονται και στην κοινωνία, κανονικοποιώντας την ξενοφοβία. Σχολιάζοντας την μετατροπή του προσφυγικού σε «μεταναστευτικό» ζήτημα, εκτιμά ότι τα πράγματα δεν ήταν μεν πολύ καλύτερα με την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά τώρα είναι σίγουρα ακόμα πιο διάχυτο στον δημόσιο λόγο ένα ξενοφοβικό κύμα. Ζώντας η ίδια στη Χιο, λέει ότι οι τοπικές κοινωνίες στα νησιά βρίσκονται σε αναβρασμό εδώ και πολύ καιρό. «Μετά την εφαρμογή της συμφωνίας με την Τουρκία και τον εγκλωβισμό όλων αυτών των ανθρώπων σε απάνθρωπες συνθήκες στα νησιά, η ξενοφοβία έχει ανέβει σε πολύ ανησυχητικά επίπεδα. Υπάρχουν άνθρωποι που διατηρούν ακόμη την λογική, την ψυχραιμία και την ανθρωπιά τους, ωστόσο ο δημόσιος λόγος είναι σε πολύ μεγάλο ξενοφοβικός έως και ρατσιστικός σε πολλές περιπτώσεις», σημειώνει.

«Όσο και αν η ελληνική κοινωνία έχει συσσωρεύσει την πίεση των τελευταίων χρόνων, η οποία προκύπτει από τις ήδη προβληματικές πολιτικές που ακολουθούνται, σε κάθε περίπτωση, το 2015, όταν ο κόσμος έδειξε τρομακτικές δυνατότητες αλληλεγγύης απέναντι στους ανθρώπους αυτούς, δεν είναι μακριά», συμπληρώνει ωστόσο η κ. Γαϊτάνου. «Και νομίζουμε ότι αυτό είναι αυτό που θα πρέπει να ξαναθυμηθούμε», τονίζει.

Η λύση;

Όπως λέει η Ειρήνη Γαϊτάνου από την Διεθνή Αμνηστία το να στέλνει όχι μόνο η ελληνική αλλά και η ευρωπαϊκή πολιτική ένα διαρκές μήνυμα στους κατατρεγμένους ανθρώπους να μην έρχονται στην Ευρώπη, παρέχοντας στην πραγματικότητα άθλιες συνθήκες ως αντικίνητρο, είναι μια απαράδεκτη κατάσταση που παραβιάζει μια σειρά ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους.

«Είναι μια μεγάλη αποτυχία τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την οποία κρίσιμο σημείο υπήρξε η συμφωνία που υπογράφτηκε μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας το 2016. Αυτό που χρειάζεται είναι αλλαγή πολιτικής με την εγκαθίδρυση ενός υποχρεωτικού μηχανισμού καταμερισμού της ευθύνης για το προσφυγικό μεταξύ όλων των κρατών της ΕΕ και άρα την αναθεώρηση της Συνθήκης του Δουβλίνου που μεταφέρει την ευθύνη στις χώρες πρώτες υποδοχής στα σύνορα της Ευρώπης», λέει. «Αλλά αυτό δεν απαλλάσσει με κανέναν τρόπο τις ελληνικές κυβερνήσεις όλων των τελευταίων χρόνων από τις ευθύνες τους, για το γεγονός ότι στο έδαφος τους παραβιάζονται διεθνείς συνθήκες και καταστρατηγούνται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα», καταλήγει.