“Οσο ισχυρότερη είναι η Ελλάδα, τόσο ασφαλέστερη θα είναι η ευρύτερη περιοχή”: Αυτή η φράση του αμερικανού πρεσβευτή Τζέφρι Πάιατ μπορεί και να κρύβει το “κλειδί” των υψηλών προσδοκιών που ακολουθούν τον Αλέξη Τσίπρα στην Ουάσιγκτον και στο ραντεβού του με τον Ντόναλντ Τραμπ την Τρίτη στον Λευκό Οίκο.

Ads

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Τζέφρι Πάιατ επιλέγει να αναδείξει την νέα προοπτική των ελληνοαμερικανικών σχέσεων τους τελευταίους μήνες. Το γεγονός, ωστόσο, ότι αυτή η τελευταία αναφορά του ήρθε επί αμερικανού εδάφους – στην ομιλία στο AUSA Convention Center στην Ουάσιγκτον -, λίγες ημέρες πριν από την επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού, ταυτόχρονα με την ετήσια σύνοδο του ΔΝΤ, και εν μέσω της κορύφωσης του “πολέμου της βίζας” μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένων Πολιτειών, προφανώς δεν αποτελεί τυχαίο γεγονός.

Τα μηνύματα όχι μόνον από την αμερικανική πρεσβεία, αλλά και από άλλους διπλωματικούς διαύλους δείχνουν, στην πραγματικότητα, το κομβικό – και, υπό προϋποθέσεις, ευνοϊκό για την Ελλάδα – σημείο στο οποίο βρίσκονται οι γεωπολιτικές εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή.

Οι “χρήσιμοι σύμμαχοι”

Τα ενεργειακά συμφέροντα και οι σχεδιασμοί των ΗΠΑ απαιτούν ασφαλείς θύλακες στην ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία του Ερντογάν εξελίσσεται σε ασταθή, απρόβλεπτο και μη αξιόπιστο σύμμαχο, και η Ελλάδα βρίσκεται στην πιο κρίσιμη καμπή για την παγίωση της πολιτικής και οικονομικής της σταθερότητας.

Ads

Η Ελλάδα είναι, εν ολίγοις, “ο χρήσιμος σύμμαχος για την Αμερική σε μια Μεσόγειο εν τρικυμία”, όπως λέει χαρακτηριστικά διπλωματική πηγή.
Το θετικό στοιχείο είναι πως εξίσου χρήσιμη θα μπορούσε να αποδειχθεί για την Αθήνα σ’ αυτή τη συγκυρία μια ενισχυμένη συμμαχία με τις ΗΠΑ, εάν αυτή της διασφάλιζε δύο “σήματα”: Ενα σήμα εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία σε αγορές και επενδυτές κι ένα σήμα προς το ΔΝΤ προκειμένου να μην βάλει την… συνήθη τρικλοποδιά στην τελική ευθεία της προσπάθειας εξόδου από το Μνημόνιο.

Αυτοί είναι οι βασικοί άξονες του new deal μεταξύ Αθήνας και Ουάσιγκτον που θα επιζητήσει ο Αλέξης Τσίπρας στον Λευκό Οίκο και μέχρι στιγμής οι οιωνοί δεν είναι αρνητικοί. Τίποτα βεβαίως δεν θεωρείται εγγυημένο και ουδείς παραβλέπει το, επίσης πολιτικά ασταθές, προφίλ του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.

Ομως, οι στρατηγικοί σχεδιασμοί των ΗΠΑ για την ανατολική Μεσόγειο βασίζονται στην realpolitik και σ’ αυτόν τον άξονα κινείται και η ελληνική κυβέρνηση. Στην διαπραγματευτική ατζέντα βρίσκονται κρίσιμα ζητήματα – από τη βάση της Σούδας και τα εξοπλιστικά προγράμματα έως τα αμερικανικά ενεργειακά projects στην περιοχή, με πρωταγωνίστρια την Exxon Mobil. Και πάνω σ’ αυτή την ατζέντα διπλωματικές πηγές βλέπουν διαύλους που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια νέα “εποχή ωριμότητας” τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.

Το πόσο ισχυρή βεβαίως, και πόσο άμεση μπορεί να είναι η δυναμική των διαύλων αυτών θα το γνωρίζει ο έλληνας πρωθυπουργός μετά την συνάντηση της Τρίτης στον Λευκό Οίκο. Οπως και το πόσο ρεαλιστικές και μη μαξιμαλιστικές θα είναι οι απαιτήσεις της αμερικανικής πλευράς γι αυτή την πιο “ώριμη” συμμαχία.

Το μήνυμα Λαγκάρντ

Στο κυβερνητικό επιτελείο στην Αθήνα, ωστόσο, ήδη εκλαμβάνονται ως ενθαρρυντικοί οιωνοί δύο στοιχεία: Τόσο η νέα παρέμβαση Πάιατ, όσο – και κυρίως – το χθεσινό μήνυμα “κατευνασμού” από την Κριστίν Λαγκάρντ, σύμφωνα με το οποίο οι απαισιόδοξες προβλέψεις του ΔΝΤ για το πλεόνασμα του 2018 δεν συνεπάγονται και απαιτήσεις προς την Αθήνα για τη λήψη νέων μέτρων.

Το κατά πόσο το μήνυμα αυτό αποτελεί τον προπομπό ενός “σιωπηλού συμβιβασμού” μεταξύ ΔΝΤ και ευρωπαίων για την ελληνική έξοδο από τα Μνημόνια ή κρύβει νέες παγίδες θα φανεί επίσης στην Ουάσιγκτον, στις παράλληλες επαφές του πρωθυπουργού και του οικονομικού επιτελείου με την επικεφαλής του Ταμείου.