Νέο γύρο στον εμφύλιο που μαίνεται στους κόλπους της Δικαιοσύνης πυροδοτουν δύο παράλληλες ανακοινώσεις – η μία από τους προέδρους των τριών Ανωτάτων Δικαστηρίων και η άλλη από την Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων.

Ads

Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης παραμένει το μισθολογικό ζήτημα των δικαστών μετά τη χθεσινή συνάντηση των προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα, ενώ δεν λείπουν οι αιχμές και για τις πολιτικές κόντρες περί τη Δικαιοσύνη.

Στην κοινή τους δήλωση οι πρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Αρείου Πάγου και του Ελεγκτικού Συνεδρίου αναφέρουν:

«Πρώτιστο καθήκον των επικεφαλής των Ανωτάτων Δικαστηρίων είναι η διαφύλαξη του κύρους και της ανεξαρτησίας των Δικαστικών Λειτουργών, συνάρτηση της οποίας, ως θεσμικό και όχι ως οικονομικό ζήτημα, αποτελεί και το ύψος του μισθολογίου τους, ώστε να εξασφαλίζεται η αξιοπρεπής διαβίωσή τους, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα (άρθρ. 88).

Ads

Συνεπώς, δικαιούνται και υποχρεούνται να εκδηλώνουν ενδιαφέρον και για το εν λόγω θέμα, το οποίο, μαζί με άλλα θεσμικά θέματα που χρήζουν άμεσης επίλυσης για την βελτίωση της ποιότητας και της ταχύτητας στην απονομή της Δικαιοσύνης (αύξηση οργανικών θέσεων, μηχανοργάνωση Δικαστηρίων, συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις) καθώς και θέματα Δικαιοσύνης, που σχετίζονται με την υπό σχεδιασμό αναθεώρηση του Συντάγματος, συζητήθηκαν στην χθεσινή συνάντηση με τον Πρωθυπουργό, μετά από αίτημα των Προέδρων, επ΄ ευκαιρία της έναρξης του νέου δικαστικού έτους και επ΄ ευκαιρία της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης.

Παρόμοια συνάντηση είχε πραγματοποιηθεί και επί Πρωθυπουργίας κ. Σαμαρά, με τους τότε Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων. Η προσπάθεια ορισμένων Πολιτικών Κομμάτων να εμπλέξουν τα θεσμικά όργανα της Δικαιοσύνης σε κομματικά παιχνίδια είναι απαράδεκτη και πρέπει, επιτέλους, να σταματήσει. Οι Πρόεδροι των Ανωτάτων Δικαστηρίων και γενικότερα όλοι οι Δικαστικοί Λειτουργοί δεν χρειάζονται υποδείξεις από κανέναν για να εφαρμόσουν το Σύνταγμα και τους Νόμους, χωρίς, βεβαίως να βρίσκονται απομονωμένοι από την κοινωνία και τα προβλήματά της. Ως εκ τούτου, η επικοινωνιακή διαχείριση της συνάντησης από ορισμένες πλευρές υπήρξε ατυχής και άστοχη».

Από την πλευρά της, η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων επισημαίνει:

«Μετά τη χθεσινή συνάντηση του Πρωθυπουργού με τους Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων της Χώρας, η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων εκφράζει την πεποίθησή της, ότι ο Πρωθυπουργός θα κάνει δεκτό το αίτημα των Δικαστικών Ενώσεων, για πραγματοποίηση συνάντησης, το οποίο και έχει υποβληθεί από τον Απρίλιο του 2016. Οι δικαστικές ενώσεις είναι κατά το Σύνταγμα οι μόνες αρμόδιες να εκφράζουν αυθεντικά τη βούληση και τις θέσεις των συναδέλφων τους.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων επισημαίνει, ότι σύμφωνα με αμετάκλητες αποφάσεις του Ειδικού Δικαστηρίου του άρθρου 88 του Συντάγματος, το οποίο αποτελείται κατά πλειοψηφία 2/3 από μη δικαστές, έχουν κριθεί τόσο τα ουσιαστικά όσο και τα τυπικά θέματα διάρθρωσης του δικαστικού μισθολογίου. Συνεπώς κάθε προσπάθεια δήθεν “εξορθολογισμού” του, η οποία θα έρχεται σε αντίθεση προς τις ανωτέρω αποφάσεις, θα επιφέρει ρήγμα στο ισότιμο και ισόκυρο των εξουσιών και τελικά θα πλήξει βάναυσα την λειτουργία του κράτους δικαίου.

Τονίζουμε ότι έννοιες όπως “προσωπική διαφορά”, “μισθολογικό κλιμάκιο”, “ειδικό επίδομα θέσης ευθύνης” στην κορυφή της πυραμίδας της Δικαιοσύνης, που δεν υπήρξαν ποτέ αιτήματα των Δικαστικών Ενώσεων, θα δημιουργήσουν ανεπίτρεπτα Δικαστές δύο κατηγοριών. Οι έννοιες αυτές είναι εντελώς ξένες προς τη φύση του Δικαστικού Λειτουργήματος, τη συνταγματικά κατοχυρωμένη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία του δικαστικού λειτουργού και έρχονται σε ευθεία αντίθεση προς βασικές συνταγματικές αρχές. Κάθε Δικαστής ανεξάρτητα από το βαθμό που κατέχει χειρίζεται “πολύ κρίσιμα ζητήματα” που αφορούν τη συνταγματική νομιμότητα, την ελευθερία, την τιμή και την περιουσία των πολιτών».