Η είδηση από τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν την Κυριακή στην Κωνσταντινούπολη ήταν η ίδια η πραγματοποίησή της μέσα στο τεταμένο διεθνές περιβάλλον. Κι αυτό διότι σύμφωνα με τον καθηγητή Διεθνούς Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Χριστόδουλο Γιαλλουρίδη, και οι δύο πλευρές την επιδίωξαν για να χτίσουν πάνω στη συμβολική της αξία και όχι για να αποκομίσουν οφέλη από το περιεχόμενό της.

Ads

«Το συγκρουσιακό πλαίσιο ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία συνεχίζει φυσικά να υφίσταται αλλά ήθελαν να δείξουν ότι μπορούν να το βάλουν σε δεύτερο πλάνο, ώστε να βρεθεί χώρος για συνεργασία στην κατεύθυνση της ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή», σημειώνει ο καθηγητής στο tvxs.gr.

Οι επιδιώξεις των δύο ηγετών

«Ήταν μια συνάντηση που έγινε πρέπει να σας πω σε καλό κλίμα. Νομίζω ότι συμφωνήσαμε ότι αντιμετωπίζουμε τόσες προκλήσεις ως ανθρωπότητα, αλλά και ως δύο χώρες σύμμαχοι αυτή την εποχή στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, που είναι πιο σημαντικό να εστιάζουμε σε αυτά που μας ενώνουν και λιγότερο σε αυτά που μας χωρίζουν», δήλωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά τη συνάντηση.

Ads

Ο κ. Γιαλλουρίδης σχολιάζει: «Στόχος και των δύο ηγετών ήταν να σπάσει ο πάγος. Η Ελλάδα ήθελε να περάσει την εικόνα της χώρας που συνομιλεί με τους γείτονές της σε μια κρίσιμη περίοδο για την ευρύτερη περιοχή».

Από την μεριά του ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δήλωσε μετά το τέλος της συνάντησης ότι οι δύο χώρες φέρουν μια ιδιαίτερη ευθύνη για την αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη, η οποία άλλαξε με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ενώ η αυξημένη συνεργασία τους θα έχει και περιφερειακά οφέλη.

«Η Τουρκία ήθελε να δείξει πως δεν είναι μια διεκδικητική δύναμη αλλά παράγοντας σταθερότητας και ασφάλειας για την ευρύτερη περιοχή. Η συνάντηση αυτή εντάσσεται στην “επίθεση ειρήνης” που προσπαθεί να υλοποιήσει ο Ερντογάν στο διεθνές περιβάλλον, όπως αυτό διαμορφώνεται από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Μόνο που αυτή η εικόνα έρχεται σε αντίθεση με το γεγονός ότι κατέχει παράνομα τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας και γενικά είναι δύναμη αναθεωρητική», υποστηρίζει ο κ. Γιαλλουρίδης, ο ίδιος γεννημένος στην Κύπρο. 

Ο καθηγητής εντοπίζει όμως και μια άλλη κοινή επιδίωξη των Μητσοτάκη και Ερντογάν: «Η συνάντηση αυτή έγινε στο πλαίσιο της αναβίωσης του ΝΑΤΟ, ενός θεσμού που βρισκόταν σε λήθαργο».

Η αναθέρμανση στις σχέσεις με το Ισραήλ

Η συνάντηση του Τούρκου Προέδρου με τον Ισραηλινό ομόλογό του Ισαάκ Χέρτζογκ την περασμένη Τετάρτη αποτέλεσε επίσης είδηση, μετά από μια δεκαετία ψυχρών διμερών σχέσεων. Μάλιστα Ερντογάν και Χέρτζοκ φαίνεται να συμφώνησαν να εξετάσουν την πιθανότητα συνεργασίας τους στον τομέα της ενέργειας, με το Ισραήλ να έχει το ίδιο κοιτάσματα φυσικού αερίου.

«Η Τουρκία, πάλι στο πλαίσιο της “επίθεσης ειρήνης” κατάφερε σε ένα βαθμό να αποκαταστήσει τη σχέση της με το Ισραήλ. Οι Ισραηλινοί δεν εμπιστεύονται τον Ερντογάν αλλά δεν μπορούν να βρίσκονται σε συνεχή ρήξη με την Άγκυρα εξαιτίας της επιρροής που έχει η τελευταία στη Μέση Ανατολή», παρατηρεί ο καθηγητής Γιαλλουρίδης.

Υπενθυμίζεται ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τα τελευταία χρόνια είναι θερμός υπέρμαχος του παλαιστινιακού ζητήματος και στη συνάντηση επανέλαβε την προσήλωση της Τουρκίας «σε μια λύση δύο κρατών, στο καθεστώς της Ιερουσαλήμ και τη βελτίωση της κατάστασης των Παλαιστινίων σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο».

Η ανοχή της Δύσης

Παράλληλα όμως με τις συναντήσεις με τον Έλληνα Πρωθυπουργό και τον Ισραηλινό Πρόεδρο που αποτελούν κινήσεις καλής θέλησης προς τη Δύση, ο Τούρκος Πρόεδρος συνεχίζει να έχει δίαυλο επικοινωνίας με το Κρεμλίνο και ως γνωστόν δεν συμμετέχει στις κυρώσεις προς την Ρωσία, παρά το γεγονός ότι είναι μέλος του ΝΑΤΟ.

«Οι κινήσεις της Τουρκίας γίνονται με την ανοχή της Δύσης. Η Τουρκία ήταν πάντα το χαϊδεμένο της παιδί. Εκτός από την γεωστρατηγική της θέση, χάρη στην οποία ελέγχει τα στενά του Βοσπόρου και βρίσκεται κοντά τόσο στην Ρωσία αλλά και τη Μέση Ανατολή, μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Επιπλέον, είναι μια πολυπληθής χώρα με παραγωγικές δομές», σημειώνει ο καθηγητή Διεθνούς Πολιτικής στο Πάντειο.

«Είναι ακατανόητο γιατί στείλαμε πολεμικό υλικό»

Ρωτήσαμε τον καθηγητή εάν η Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να κρατήσει μια παρόμοια, πιο ουδέτερη στάση σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία. «Είναι ακατανόητο γιατί στείλαμε πολεμικό υλικό στην Ουκρανία. Προφανώς η Ρωσία έχει κάνει εισβολή αλλά δεν μπορούμε εμείς μόνοι μας να σώσουμε την Ουκρανία. Στον αντίποδα δε μας συμφέρει να έχουμε απέναντί μας την Ρωσία, η οποία όλα τα χρόνια στο Κυπριακό ήταν με το μέρος μας», απαντά εκείνος.

«Είχα προτείνει να προσπαθήσουμε ως χώρα να φιλοξενηθούν συνομιλίες μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας στους Δελφούς, έναν τόπο παγκοσμίως αναγνωρισμένο ως τόπο διευθέτησης διαφορών. Η Ελλάδα δεν επιδίωξε έναν τέτοιο ρόλο και τελικά συνομιλίες έγιναν στην Αττάλεια της Τουρκίας», καταλήγει.ο κ. Γιαλλουρίδης.