Την πλήρη αντίθεση της στην απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην αλλαγή του νόμου πλαισίου που αφορά την τριτοβάθμια εκπαίδευση, εκφράζει σε δημόσια παρέμβασή της η  Άννα Διαμαντοπούλου. Η πρώην υπουργός παιδείας τονίζει ότι οι κυβερνητικές προτάσεις αποτελεούν συμβιβασμό με τις συντεχνίες και παρωχημένες κομματικές δυνάμεις που διαχρονικά ευθύνονται για παθογένειες των ΑΕΙ. Την ίδια ώρα, ο πρώην υφυπουργός Παιδείας και ένας από τους «αρχιτέκτονες» του σχετικού νόμου, Γ. Πανάρετος, σχολιάζοντας τις αναμενόμενες τροποποιήσεις στον νόμο, κάνει λόγο για «ενταφιασμό της προσπάθειας που ξεκίνησε το 2009» στην ανασυγκρότηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τον νόμο 4009 και σημειώνει ότι η ΔΗΜΑΡ, που είχε καταψηφίσει τον νόμο, επέβαλε πλήρως τις απόψεις της, που συμπίπτουν με αυτές του ΣΥΡΙΖΑ.

Ads

«Οι κυβερνητικές προτάσεις αποτελούν συμβιβασμό με τις συντεχνίες και παρωχημένες (δήθεν προοδευτικές) κομματικές δυνάμεις που διαχρονικά ευθύνονται για παθογένειες των ΑΕΙ. Η κοινή λογική, που επιτάσσει ένας νόμος πρώτα να εφαρμόζεται και στη συνέχεια, αν και όπου χρειάζεται, να βελτιώνεται, έχει απλά τεθεί στο περιθώριο» αναφέρει σε δημόσια παρέμβασή της, η πρώην υπ. Παιδείας, Άννα Διαμαντοπούλου. 

Οι απόψεις που εκφράζει η κ. Διαμαντοπούλου τη φέρνουν σε μετωπική σύγκρουση όχι μόνο με την κυβέρνηση αλλά και με το κόμμα της και περισσότερο με τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, Ευ. Βενιζέλου. 
 

Υπενθυμίζεται ότι η τοποθέτηση του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ. Θεόδωρου Παπαθεοδώρου ως υφυπουργού Παιδείας στην κυβέρνηση Σαμαρά οδήγησε στην αποστασιοποίηση Διαμαντοπούλου από τη νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και η συμφωνία της Ιπποκράτους στο νομοσχέδιο Αρβανιτόπουλου αναμένεται να οδηγήσει σε πλήρη ρήξη των σχέσεων.

Ads

Την διαφωνία του αναμένεται να εκφράσει και ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Παπανδρέου, που σύμφωνα με πληροφορίες του Real.gr αναμένεται να ζητήσει το λόγο και να τοποθετηθεί επί του θέματος στην Ολομέλεια της Βουλής μεθαύριο Τετάρτη.

Ο Ευ. Βενιζέλος, την ίδια ώρα, οργανώνει σύσκεψη στην Ιπποκράτους για το θέμα, καθώς εντός της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ υπάρχουν και άλλοι βουλευτές που ανεξαρτήτως τι τελικά θα πράξουν, απειλούν με μη υπερψήφιση του νομοσχεδίου ενώ άλλοι κινδυνεύουν να φανούν αναντίστοιχοι με την έως τώρα θέση τους. Το μεγαλύτερο πρόβλημα έχει η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος Εύη Χριστοφιλοπούλου που συμμετείχε ενεργά ως υφυπουργός Παιδείας στη διαμόρφωση του νόμου, τον οποίο είχε υπερασπιστεί ιδιαιτέρως και η νυν εκπρόσωπος Τύπου Φώφη Γεννηματά, τότε αναπληρωτής υπουργός Παιδείας. 

Για «ενταφιασμό της προσπάθειας που ξεκίνησε το 2009» κάνει λόγο ο Γ. Πανάρετος, σχολιάζοντας τις αναμενόμενες τροποποιήσεις στον νόμο για τα ΑΕΙ.

Όσον αφορά τη ΝΔ, ο κ. Πανάρετος διαπιστώνει ότι «με τις προτεινόμενες αλλαγές, παρότι υιοθετεί την πλήρη ανατροπή των όσων ψήφισε πριν από ένα χρόνο, ικανοποιεί το εκλογικό της ακροατήριο, αφού ουσιαστικά με τις προτεινόμενες αλλαγές επανερχόμαστε στον «νόμο Γιαννάκου» που είχε ψηφίσει η ΝΔ την προηγούμενη φορά που ήταν μονοκομματική κυβέρνηση», ενώ «είχε εν τω μεταξύ καταφέρει, χωρίς να είναι στην κυβέρνηση, να δει να θεσμοθετούνται και τις δύο ρυθμίσεις που δεν κατάφερε να «περάσει» την προηγούμενη φορά που ήταν κυβέρνηση: την κατάργηση του ασύλου και τον περιορισμό της συμμετοχής των φοιτητών».

Το ΠΑΣΟΚ, κατά τον πρώην υφυπουργό, «παρουσιάζει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον», καθώς ενώ «πέτυχε, χωρίς μεγάλο πολιτικό κόστος (αντίθετα, με πολιτικό όφελος θα έλεγα) να ψηφιστεί με ευρεία πλειοψηφία στην Βουλή (πάνω από 2/3 πράγμα πρωτοφανές) μια από τις μεγαλύτερες αλλαγές στη δομή του κράτους και στον δυσκολότερο ίσως τομέα, αυτόν των πανεπιστημίων» σήμερα «αποδέχεται την πλήρη κατεδάφιση του νομοθετήματος αυτού -πριν καν εφαρμοστεί- για λόγους που δεν είναι εύκολα εξηγήσιμοι». Σημειώνει δε, ότι η ΔΗΜΑΡ, που είχε καταψηφίσει τον νόμο, επέβαλε πλήρως τις απόψεις της, που συμπίπτουν με αυτές του ΣΥΡΙΖΑ.

 

Ολόκληρη η δήλωση της Άννας Διαμαντοπούλου

Την ώρα που οι πολίτες έχουν περιέλθει σε απόγνωση για το παρόν και το μέλλον τους και η Χώρα δίνει ξανά μια μάχη επιβίωσης μετά την εξάμηνη προεκλογική αδράνεια, η Κυβέρνηση φέρεται να προωθεί κατά προτεραιότητα και χωρίς συζήτηση, αλλαγές στην μεταρρύθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης. Τα όσα διακινούνται με μορφή τροπολογιών και δεν διαψεύδονται για το νόμο 4009/2011 προκαλούν ανησυχία που επιτείνεται από την επιλογή του αιφνιδιασμού με την «κατεπείγουσα» διαδικασία των δύο ημερών. 

Οι κυβερνητικές προτάσεις αποτελούν συμβιβασμό με τις συντεχνίες και παρωχημένες (δήθεν προοδευτικές) κομματικές δυνάμεις που διαχρονικά ευθύνονται για παθογένειες των ΑΕΙ. Η κοινή λογική, που επιτάσσει ένας νόμος πρώτα να εφαρμόζεται και στη συνέχεια, αν και όπου χρειάζεται, να βελτιώνεται, έχει απλά τεθεί στο περιθώριο.

Με το πρώτο σχέδιο Νόμου που ετοιμάζεται για τη νέα Βουλή, αντί νέων μεταρρυθμίσεων αρχίζει το ξήλωμα μιας από τις ελάχιστες μεταρρυθμίσεις που δεν επιβλήθηκε από το μνημόνιο ούτε από την τρόικα. 

Μιας μεταρρύθμισης που αποτύπωσε, με εντυπωσιακή πλειοψηφία στη Βουλή, τη θέληση του ελληνικού λαού για δημόσια Πανεπιστήμια και ΤΕΙ με αξιοκρατία, εξωστρέφεια, σύνδεση με την παραγωγή, διεθνή αναγνώριση και ουσιαστική προσφορά στην ελληνική νεολαία, θέτοντας στο περιθώριο κατεστημένες καταστάσεις.

Η προβαλλόμενη ως συμφωνία των τριών αρχηγών στην αλλαγή ενός νόμου, επειδή αρνούνται να τον εφαρμόσουν βίαιες μειοψηφίες και δημόσιοι λειτουργοί που υπηρετούν δικές τους σκοπιμότητες, είναι ύβρις για τη Δημοκρατία. 

Πως μπορεί να ανακτηθεί αξιοπιστία της χώρας και του πολιτικού μας συστήματος, πως θα προωθηθούν άλλες δύσκολες μεταρρυθμίσεις, ξεχνώντας μια πλειοψηφία των 4/5 της Βουλής, δημιουργώντας συνειδησιακό πρόβλημα στους βουλευτές, απαξιώνοντας την κοινοβουλευτική διαδικασία; 

Πρόκειται για επιβεβαίωση καταδικασμένων λογικών και πρακτικών συνολικά του πολιτικού συστήματος που οδήγησε τη Χώρα μας στο σημερινό αδιέξοδο.

Η επιτυχία μιας ευρύτατης συναίνεσης για την Παιδεία στη Βουλή, δημιούργησε αίσθημα αισιοδοξίας και ανάτασης. Η τύχη αυτής της μεταρρύθμισης θεωρώ ότι θα λειτουργήσει ως βαρόμετρο όχι μόνο για το μέλλον της Κυβέρνησης αλλά και της Χώρας. 

Σε κάθε περίπτωση όμως υπάρχουν υγιείς δυνάμεις, σε όλους τους τομείς της κοινωνίας μας , αυτή τη κρίσιμη ιστορικά στιγμή που θα ανοίξουν τους δρόμους που χρειάζεται η χώρα.