«Ψευτοδίλημμα» χαρακτήρισε η ανεξάρτητη βουλευτής και πρώην υπουργός Λούκα Κατσέλη το επιχείρημα που έθεσε η κυβέρνηση περί «ψήφισης ή χρεοκοπίας» για το νέο οικονομικό πρόγραμμα και εξήγησε τους λόγους για τους οποίους είπε «όχι» σε αυτό, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στην ΕΣΗΕΑ με θέμα «Νέο Μνημόνιο: Τα όχι, τα γιατί, τα πρέπει».

Ads

 
«Το “όχι” που πρότεινα εγώ αποτρέπει την χρεοκοπία και όχι το “ναι”», σημεώσε, εξηγώντας τους τέσσερις βασικούς λόγους που την οδήγησαν στην καταψήφιση στο νέο Μνημόνιο. Συγκεκριμένα, επισήμανε ότι δεν υπήρχε καμία νομική διαβεβαίωση ότι δεν περιορίζεται η εθνική κυριαρχία, πως τα μέτρα ενισχύουν την ύφεση, ότι καταπατούνται οι συλλογικές συμβάσεις και ότι τα μέτρα είναι κοινωνικά δυσβάσταχτα.
 
Ειδικότερα, για την απουσία νομικών διαβεβαιώσεων, χαρακτήρισε εξαιρετικά επίφοβες διατάξεις όπως αυτή για παραίτησης από ασυλία του ελληνικού δημοσίου και της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), κάτι που, όπως είπε, παραπέμπει σε δυνατότητα κατάσχεσης όχι μόνο της ιδιωτικής περιουσίας του δημοσίου αλλά και περιουσιακών στοιχείων της ΤτΕ.
 
Αναφορικά με τις οικονομικές επιπτώσεις των μέτρων, τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι με το νέο μνημόνιο το χρέος όχι μόνο δεν γίνεται βιώσιμο αλλά διογκώνεται και πως η εξυπηρέτησή του θα είναι προβληματική ακόμα και μετά την υιοθέτηση του PSI.
 
Σχετικά με τα εργασιακά, τόνισε ότι περιλαμβάνονται μέτρα που καταλύουν το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο και αποδομούν ολόκληρο το σύστημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
 
Τέλος, σημείωσε ότι το νέο μνημόνιο στερείται οικονομικής και πολιτικής λογικής και πως η πιο επικίνδυνη έκφανση των κοινωνικών αντιδράσεων και της «εξέγερσης» είναι η πλήρης απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος και των δημοκρατικών θεσμών.
 
Η κ. Κατσέλη χαρακτήρισε τα διλήμματα που τέθηκαν περί αποδοχής του νέου μνημονίου ή εξόδου από το Ευρώ και χρεοκοπία ως «αποφάσεις που εκβιάζονται κάτω από καθεστώς πρόκλησης τρόμου και πανικού που είναι επικίνδυνα για τη δημοκρατία και δεν προάγουν το εθνικό συμφέρον».
 
Επιπλέον, άσκησε έντονη κριτική και για τον τρόπο με τον οποίο ήρθε προς ψήφιση η νέα δανειακή σύμβαση, κάνοντας λόγο για ανεπαρκή ενημέρωση και συζήτηση σε κοινοβουλευτικό επίπεδο.
 
Εκτίμησε επίσης ότι αν προέκυπτε καταψήφιση την Κυριακή, οι εταίροι μας θα κάθονταν ξανά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων να αναζητήσουν εναλλακτικούς τρόπους ολοκλήρωσης του PSI και δημοσιονομικής προσαρμογής για τα επόμενα χρόνια.
 
Συγκεκριμένα, πρότεινε η κυβέρνηση να θέσει «κόκκινες γραμμές» και να διαπραγματευτεί, μεταξύ άλλων, για σημαντικές αλλαγές στις διατάξεις για τα εργασιακά, δεσμεύσεις για ρευστότητα καθώς επίσης και να προχωρήσει σε εκστρατεία, τόσο στα θεσμικά ευρωπαϊκά όργανα και κόμματα, αλλά και διεθνώς, «απέναντι σε μέτρα και πολιτικές που ναρκοθετούν τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και καθιστούν μη βιώσιμη την εξυπηρέτηση του χρέους».
 
Επ’ αυτού επεσήμανε τις πρωτοβουλίες που είχε αναλάβει ο κ. Παπανδρέου στην πρωθυπουργική του θητεία, παραπέμποντας και στη συμβολή του για τη δημιουργία του μηχανισμού στήριξης αλλά και τις πιέσεις για τα ευρωομόλογα.
 
Για το ΠΑΣΟΚ και τα επόμενα βήματά της
 
Σχετικά με τα εσωκομματικά ζητήματα του ΠΑΣΟΚ, είπε ότι μόνο με ανοιχτό διάλογο μπορούν να αναδειχτούν νέες προτάσεις και να νομιμοποιηθεί ανάδειξη νέων οργάνων και προέδρου και πως «όσοι αποφασίσουν διαφορετικά θα σηκώσουν στους ώμους τους μια βαριά ευθύνη, γιατί διασπώντας ένα κίνημα προσβάλουν την ιστορία του και ακυρώνουν τις προοπτικές τους».
 
Ερωτηθείσα για το εάν θα σχηματίσει ανεξάρτητη κοινοβουλευτική ομάδα σε περίπτωση διαγραφής της από το ΠΑΣΟΚ, τόνισε ότι τα επόμενα βήματά της θα εξαρτηθούν από τις αποφάσεις που θα ληφθούν και τις εξελίξεις που θα δρομολογηθούν, ενώ για το εάν θα είναι υποψήφια για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ σε περίπτωση που δεν διαγραφεί από το κόμμα, σημείωσε ότι οι απόψεις που εκφράζει η ίδια αλλά και αρκετοί μέσα στο κόμμα, πρέπει να εκπροσωπηθούν γνήσια στην ανάδειξη των οργάνων.
 
Κληθείσα να σχολιάσει αναφορά που έκανε ο υπουργός Υγείας Ανδ. Λοβέρδος σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε νωρίτερα σχετικά με διαχωρισμό των βουλευτών σε «λαϊκιστές» και «ορθολογιστές» κατά την ψηφοφορία της Κυριακής, η κ. Κατσέλη μίλησε για «ψευτοδίλημμα», το οποίο «υποβαθμίζει τον πολιτικό διάλογο και αποφεύγει την ουσία της συζήτησης».
 
Η κ. Κατσέλη είπε ότι δεν νιώθει προδομένη από τον πρόεδρο του κόμματος, προσθέτοντας ότι στενοχωριέται γιατί δεν θέλει το ΠΑΣΟΚ «σιγά- σιγά να γίνει ένα νεοφιλελεύθερο κόμμα».
 
Σχολιάζοντας κατηγορίες που εκφράστηκαν στο πρόσωπό της, στην ΚΟ του κόμματος, περί ολιγωρίας κατά την υπουργική της θητεία και τη συμμετοχής της στη διαμόρφωση του προεκλογικού προγράμματος του «λεφτά υπάρχουν», εξήγησε ότι το ΠΑΣΟΚ εννοούσε τότε ότι τα χρήματα θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν με σειρά πολιτικών όπως η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και είσπραξη ανείσπρακτων οφειλών. Επιπλέον, είπε ότι το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ δεν πρόλαβε να εφαρμοστεί διότι η χώρα έπεσε στο «τσουνάμι» της κρίσης και αναφέρθηκε στις νομοθετικές πρωτοβουλίες που προώθησε ως υπουργός Οικονομίας.
 
Για τις εκλογές
 
Σχετικά με το ζήτημα των εκλογών υπογράμμισε ότι αυτές αποτελούν πάντα λύση «γιατί νομιμοποιείται η κυβέρνηση από την εκλογική βάση» και συμπλήρωσε ότι πρέπει να γίνουν το γρηγορότερο δυνατό, μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών της συμφωνίας με τους εταίρους. Ακόμη, η κ. Κατσέλη ανέφερε ότι δεν πιστεύει σε κυβερνήσεις τεχνοκρατών ούτε στην «παραπολιτική», αλλά μόνο στην «Πολιτική».