Στις Κυκλάδες βιώνουμε εδώ και χρόνια την επέλαση του υπερτουρισμού με σημαντικές διαφοροποιήσεις από νησί σε νησί. Από τη μια πλευρά, δημιουργούνται εισοδήματα και απασχόληση, έχει συγκρατηθεί ή και αυξηθεί ο πληθυσμός, ενώ από την άλλη ο υπερτουρισμός έχει μη αναστρέψιμες καταστροφικές συνέπειες σε πολλά επίπεδα.

Ads

Τα δεδομένα για τον υπερτουρισμό είναι γνωστά και έχουν απασχολήσει, εκτός από τους επιστήμονες πολλά ΜΜΕ, έντυπα και τηλεοπτικά. Πέρα από τα νησιά, στις τουριστικές πόλεις της ηπειρωτικής χώρας, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη όπως και στις παράκτιες περιοχές, ο υπερτουρισμός διώχνει τους μόνιμους κατοίκους, συμβάλει στην κρίση στέγης, αλλάζει τις χρήσεις κτιρίων και περιοχών και δημιουργεί καταπιεστικές συνθήκες εργασίας σε όσους/όσες εργάζονται σ’ αυτόν με χαμηλούς μισθούς και εξαντλητικά ωράρια.

Η κυριαρχία του υπερτουρισμού δεν αφήνει πλέον αδιάφορους τους πολίτες. Οι ενσώματες διαμαρτυρίες των κατοίκων του Μεταξουργείου και των Εξαρχείων ενάντια στην τουριστικοποίηση των γειτονιών τους, συνομίλησαν με τις διαμαρτυρίες των νησιωτών στην Πάρο και στη Νάξο για τις παράνομες καταλήψεις των ακτών, με τις ηλεκτρονικές διαμαρτυρίες στην Αμοργό και στην Αστυπάλαια, αλλά και με τις αντίστοιχες διαμαρτυρίες στα Κανάρια Νησιά, στην Λισαβώνα, στην Βαρκελώνη, στη Βενετία και στην Μαγιόρκα.

Αντιδρούν όμως και οι ίδιοι οι επισκέπτες από την πολυκοσμία και την πτώση της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών, που τείνουν να απαξιώσουν τον προορισμό στον οποίο κυριαρχεί ο υπερτουρισμός και να τον καταστήσουν θύμα του. Αυτό ήδη συμβαίνει στα νησιά, όπως αναφέρει ένα πρόσφατο άρθρο στην Καθημερινή, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Γιατί δεν πάω διακοπές στις Κυκλάδες».

Ads
Πηγή φωτο Pexels

 

«…Γιατί αν δεν έχεις δικό σου σπίτι ή δεν σε φιλοξενούν, πρέπει μάλλον να έχεις την άνεση «φορτωμένου» Αμερικανού τουρίστα. (….) Γιατί για να φας, να πιεις, να κάνεις μπάνιο, θες γερό μπάτζετ. Γιατί μπλέκεις συχνάκις σε πυκνή κίνηση Κηφισίας. Γιατί δύσκολα βρίσκεις να παρκάρεις. Γιατί ακόμα και σε μικρότερα νησιά, όπου κάποτε ήσουν δακτυλοδεικτούμενος αν έφερνες αυτοκίνητο, πλέον όλοι κάνουν απόβαση με τα αμάξια τους. (….) Γιατί πασχίζεις να βρεις μια σπιθαμή ελεύθερης αμμουδιάς. Γιατί ακόμα και στις πιο μικρές Κυκλάδες γίνεται το αδιαχώρητο. Γιατί δεν αντέχεται η ταλαιπωρία που παράγει η πολυκοσμία. Γιατί δεν αντέχεται η αλλοίωση που επιφέρει η μαζικότητα». 

Άγγελος Ρέντουλας «Γιατί δεν πάω διακοπές στις Κυκλάδες», Καθημερινή, 23/5/24

Οι κάτοικοι που αντιδρούν ενδιαφέρονται για την καθημερινή τους ζωή και για τον τόπο τους και ασκούν κριτική «από τα μέσα», εντοπίζοντας τις αιτίες των προβλημάτων. Το απόσπασμα από την εφημερίδα ενδιαφέρεται για την απόλαυση του επισκέπτη και βλέπει «απ’έξω» μόνο τα προβλήματα συμφόρησης. Παραμένει στα επιφαινόμενα και δεν αναζητά τις βαθύτερες αιτίες που αναπαράγουν τα προβλήματα, με μια ιδεαλιστική ή και ελιτίστικη προσέγγιση των περιοχών «που χάνονται», την οποία συναντάμε συχνά σε συζητήσεις για το «τι πρέπει να γίνει».

Στο κείμενο που ακολουθεί θα προσπαθήσω να περιγράψω δυο από τις βαθύτερες αιτίες των καταστροφών στις Κυκλάδες, την διαχρονική υφαρπαγή της γης, προϋπόθεση για την κατασκευή των τουριστικών υποδομών, και του νερού, που το θεωρούσαν δεδομένο, αλλά η σπάταλη χρήση του και η κλιματική κρίση, υπογραμμίζουν την έλλειψή του.  Τα προβλήματα δεν περιορίζονται μόνο στη γη και στο νερό, αλλά χωρίς την υφαρπαγή τους δεν θα υπήρχαν οι σημερινές συνέπειες. Τέλος, εντοπίζω τις εγγενείς δυσκολίες εφαρμογής λύσεων με αναφορές στις κυβερνητικές ρυθμίσεις ή την έλλειψή τους και στις τοπικές συναινέσεις.

Οι «δημιουργικές» καταστροφές ή από το ψαροχώρι στο tourist resort

Η παραγνώριση των καταστροφικών επιπτώσεων από τους άμεσα εμπλεκόμενους, τους επιχειρηματίες, την τοπική αυτοδιοίκηση, την κεντρική εξουσία αλλά και η σιωπηρή ανοχή μεγάλου τμήματος των τοπικών κοινωνιών, εξηγείται από το γεγονός ότι οι καταστροφές από τον υπερτουρισμό παράγουν για ορισμένους σημαντικό πλούτο, μέσω μιας διαδικασίας την οποία ο Αυστριακός οικονομολόγος του 19ου αιώνα Joseph Schumpeter, ονόμασε «δημιουργική καταστροφή». Συμπληρώνοντας τις αντίστοιχες παρατηρήσεις του Μαρξ, ο Schumpeter ορίζει ως «δημιουργική καταστροφή» στον καπιταλισμό, την απαξίωση και στη συνέχεια καταστροφή μιας προϋπάρχουσας οικονομικής και κοινωνικής δομής που παράγει πλούτο και την αντικατάστασή της με μια νέα που παράγει περισσότερο, κοινωνικά και γεωγραφικά άνισο. Η «δημιουργική» καταστροφή είναι δυναμική διαδικασία, εγγενής στον καπιταλισμό, και υλοποιείται με πολλούς τρόπους, πχ με τεχνολογικές καινοτομίες, με νέα υλικά, με αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, με γεωγραφικές μετακινήσεις κεφαλαίων, κ.α. Στις Κυκλάδες υλοποιήθηκε με τη σταδιακή απαξίωση των παλιών τρόπων παραγωγής (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία), των παλιών μεθόδων εξόρυξης των σπάνιων ορυκτών και με την σταδιακή αντικατάστασή τους από τον τουρισμό, αρχικά οικογενειακού χαρακτήρα και σήμερα από τον υπερτουρισμό και το real estate.

Ο παλιός τρόπος παραγωγής παρήγαγε και τις κοινωνικές σχέσεις που έχουν αποτυπωθεί στα χειροποίητα τοπία των Κυκλάδων, που σήμερα καταστρέφονται. Στην ορεινή Νάξο, αλλά με παραλλαγές και σε άλλα νησιά, έλεγαν: «Χωράφι όσο θωρείς, αμπέλι όσο μπορείς, σπίτι όσο χωρείς». Αυτό που σήμερα ονομάζουμε τοπίο, για τους νησιώτες ήταν οι χώροι και οι τρόποι της καθημερινής λιτής τους ζωής με ανέχεια, φτώχεια, αρρώστιες και πολύ μόχθο. Ο καπιταλισμός μέσω του τουρισμού τα κατέστρεψε «δημιουργικά», έφερε νερό και ηλεκτρικό, τα σπίτια απέκτησαν μπάνια, έφτιαξε δρόμους για να πας στα χωριά σε λίγα λεπτά εκεί που ήθελες μισή μέρα με τα ζώα, τώρα υπάρχουν γιατροί και οδοντίατροι, τα πλοία έρχονται τακτικά και το κυριότερο, άνοιξε δουλειές για να κρατήσει τους ντόπιους στο νησί τους. Ήταν μια αργόσυρτη διαδικασία που άρχισε από τη δεκαετία του 1960 σε λίγα νησιά και από τις δεκαετίες 1980-90 κυριάρχησε στα περισσότερα, δείχνοντας και τους κινδύνους, τους οποίους ντόπιοι και πολιτεία παραγνώρισαν – άλλοι από άγνοια, άλλοι σκόπιμα – γιατί κυριάρχησε η αντίληψη «ο τουρισμός είναι η ατμομηχανή της οικονομίας».

Σήμερα ο υπερτουρισμός έχει αλλάξει την κλίμακα και το εύρος των αρνητικών επιπτώσεων για τις οποίες αντιδρούν οι κάτοικοι και οι επισκέπτες, όπως ο αρθρογράφος της «Κ». Εκτός από την κλίμακα, έχει επέλθει και σημαντική αλλαγή στους φορείς του υπερτουρισμού, δεν είναι πλέον τοπικοί ούτε καν εθνικοί, αλλά διεθνείς και γι’ αυτό ανεξέλεγκτοι. Ακόμα χειρότερο: οι tour operators επιδιώκουν τους μεγάλους αριθμούς που προξενούν συμφόρηση γιατί από εκεί κερδίζουν, καθορίζοντας έτσι τις τύχες των τουριστικών προορισμών.

Η άλλη όψη της συμφόρησης και της πολυκοσμίας, είναι η δημοκρατική κατάκτηση της μαζικής μετακίνησης για διακοπές, φυσικά άνιση μεταξύ κοινωνικών τάξεων και περιοχών. Όσοι/σες δυσφορούν από την πολυκοσμία παραβλέπουν το γεγονός ότι συμβάλουν σ’ αυτή, δυσανασχετούν γιατί άλλοι/ες παίρνουν την άδεια τους την ίδια εποχή, γιατί έχουν κι’ αυτοί δικαίωμα στην απόλαυση του Αιγαίου, κάτι που συνεχώς περιορίζεται σε πλούσιους επισκέπτες ή στους προνομιούχους που έχουν ιδιοκτησίες και βλέπουν σήμερα να απαξιώνονται από «την αλλοίωση που επιφέρει η μαζικότητα». Μπορούσε να αποφευχθεί αυτή η εξέλιξη; Πιθανώς, αλλά προσέκρουσε σε τρία παγόβουνα: στην απληστία της τοπικής και διεθνούς αγοράς που αναζητά τους ευκολότερους τρόπους πλουτισμού, στην απροθυμία/αναποτελεσματικότητα κυβερνήσεων και τοπικών δήμων να ρυθμίσουν τις εξελίξεις και στις τοπικές κοινωνικές συναινέσεις.

Όλα άρχισαν από την υφαρπαγή της γης, σήμερα και του νερού

Η γη και το νερό είναι κοινά αγαθά, γιατί στην αρχική τους κατάσταση δεν αποτελούν μια σχέση ιδιοκτησίας μεταξύ ατόμων και ενός πράγματος, αλλά μια κοινωνική σχέση που ρυθμίζεται από την εκάστοτε εξουσία. Η ιστορική έρευνα στις Κυκλάδες έχει τεκμηριώσει περιπτώσεις εθιμικών τοπικών ρυθμίσεων για την κοινή χρήση των χορτολιβαδικών εκτάσεων και κυρίως για την κοινή χρήση του νερού από πηγές και πηγάδια.  Η συλλογή του βρόχινου νερού από τις επίπεδες στέγες σε στέρνες, για πότισμα και για οικιακή χρήση, ήταν το απαραίτητο συμπλήρωμα κάθε νοικοκυριού, κάτι που τώρα αγνοείται από όλες τις σύγχρονες κατασκευές.

Σήμερα η γη και το νερό από κοινά αγαθά έχουν μετατραπεί σε «πλασματικά» εμπορεύματα και αποκτούν χρηματική αξία κάτω από ειδικές συνθήκες. Αποτελούν όμως και τους δυο περισσότερο εκτεθειμένους κοινούς πόρους στην κλιματική αλλαγή που βρίσκεται ήδη εδώ. Η παραγωγική γη στην παράκτια Μεσόγειο, όση έχει απομείνει από τις τουριστικές χρήσεις, το real estate και τις υποδομές, ερημοποιείται με ταχύτατους ρυθμούς, ενώ οι βροχές λιγοστεύουν ή μετατρέπονται σε πλημμυρικά φαινόμενα. Δύο χρόνια χωρίς βροχές στις Κυκλάδες ήταν αρκετά για να δημιουργήσουν την σημερινή κρίση: η ζήτηση νερού από τα εκατομμύρια επισκέπτες δεν μπορεί να καλυφθεί από τους υπάρχοντες ταμιευτήρες και τα νησιά οδηγούνται σε γεωτρήσεις και στην υψηλού κόστους αφαλάτωση, δυο επιλογές οικολογικά προβληματικές έως απαράδεκτες.

Πηγή φωτο Unsplash

Στη χώρα μας, παράνομες πράξεις ιδιωτών και δήμων αλλά και θεσμικές εκτροπές σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, επιτρέπουν την υφαρπαγή αυτών των δυο βασικών κοινών αγαθών. Τονίζω το υφαρπαγή γιατί εικονογραφεί την επιτήδεια πράξη υπεξαίρεσης η οποία πραγματοποιείται με βία και δόλο και συχνά καλύπτεται θεσμικά. Ενδεικτικά αναφέρω κάποιες πρόσφατες ρυθμίσεις της ΝΔ, όπως το «παιγνίδι» με την εκτός σχεδίου δόμηση, η κατάργηση της απόστασης των 30 μέτρων για δόμηση σε αιγιαλούς, η ασυδοσία που επιτρέπεται στις επενδύσεις στρατηγικού, λεγόμενου, ενδιαφέροντος, η απαγόρευση για πισίνες αλλά η έμμεση έγκρισή τους ως «υδάτινες επιφάνειες» και πολλά άλλα.

Όμως η γη και το νερό δεν έχουν μόνο υλική υπόσταση, θέση και έκταση. Παράγουν επίσης άυλες σχέσεις με άλλα τμήματα γης, με άλλους υδροφορείς, μεταξύ συγκεκριμένων ατόμων και ομάδων. Για παράδειγμα, η αλλαγή της χρήσης από αγροτική σε τουριστική καθορίζει όχι μόνο ένα συγκεκριμένο αγροτεμάχιο αλλά και όσα συνορεύουν με αυτό ή έχουν ευρύτερη σχέση, πχ. μέσω της θέας. Η διάνοιξη μιας νέας γεώτρησης επηρεάζει τις πηγές στο κατάντι και μπορεί να τις στερέψει ή να διασπείρει την υφαλμύρωση του εδάφους σε γειτονικούς αγρούς, όπως έχει γίνει στο Λιβάδι της Νάξου.

Η γη και το νερό υφίστανται επίσης ως αναπαραστάσεις, ως φαντασίες, ως μνήμες και ως συμβολισμοί. Τα στοιχεία αυτά καθορίζουν τους άνυδρους νησιωτικούς τόπους και δεν αφορούν μόνο αρχαιολογικούς τόπους και ιστορικά μνημεία, αλλά το σύνολο του Αιγιακού τοπίου. Η «δημιουργική» καταστροφή του από τον υπερτουρισμό ή τις ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά, δημιουργεί μονοπωλιακές προσόδους για τους επενδυτές, αλλά για τους υπόλοιπους λειτουργεί ως απομείωση του συμβολικού κεφαλαίου που είναι ενσωματωμένο στο τοπίο.

Τέλος, η γη και το νερό υφίστανται ως αναπόσπαστα τμήματα των οικοσυστημάτων, ως βασικές οικολογικές παράμετροι. Οι ανθρώπινες κοινότητες αντλούν από τα οικοσυστήματα υπηρεσίες όπως τροφή για τους ίδιους και τα ζώα, φάρμακα, ξύλα, καθαρό αέρα και κυρίως νερό. Οι επεμβάσεις για την υλοποίηση αυτών των «υπηρεσιών» επηρεάζουν και τα ίδια τα οικοσυστήματα, πόσο μάλλον η βίαιη μετατροπή της γης και του νερού απο φορείς οικοσυστημάτων σε τουριστικά οικόπεδα ή χώρους parking και σε νερά για πισίνες, ντούς ή υδροβόρα καλλωπιστικά φυτά. Στα μεγαλύτερα νησιά, όπως η Νάξος, η Πάρος και η Άνδρος αλλά και στη Σύρο με τα πολλά θερμοκήπια, η παροχή νερού για τη γεωργία και κτηνοτροφία – όση έχει απομείνει – περιορίζεται και αυξάνει το κόστος ή καλύπτεται από παράνομες ιδιωτικές γεωτρήσεις. Στην πατρίδα μου τη Νάξο, έχουν προχωρήσει μέχρι τα 600 μέτρα, δηλ. αντλούν νερό από τα αρχαϊκά αποθέματα που έχουν δημιουργηθεί πριν χιλιάδες χρόνια, από υδροφόρους ορίζοντες κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας οι οποίοι δεν μπορούν πλέον  να εμπλουτιστούν.

Η ανάλυση που προηγήθηκε βοηθά να καταλάβουμε τις πολλαπλές σημασίες που έχει και τις πολλαπλές κλίμακες στις οποίες υλοποιείται η υφαρπαγή της γης και του νερού. Η τελευταία δεν αφορά σήμερα μόνο την απόκτηση εκτάσεων και την οικειοποίηση νερού αλλά κυρίως τη δημιουργία δυναμικών οι οποίες α) λόγω του μικρού μεγέθους των νησιών και των τοπικών γεωμορφολογικών και κλιματικών συνθηκών, καθιστούν την αδόμητη γη και το νερό σε πόρους υπο εξαφάνιση, και β) αλλάζουν δραματικά τις άυλες σχέσεις με άλλους τόπους, διαρρηγνύουν μνήμες και συμβολισμούς και αλλάζουν τις σχέσεις εδάφους/νερού με την βιοποικιλότητα. Έτσι, η υφαρπαγή αλλάζει και τα σχετικά με τη γη και το νερό δικαιώματα για όσους/όσες δεν ασχολούνται με τον τουρισμό, αυξάνει τα ενοίκια και το κόστος του νερού, δημιουργώντας νέες ανισότητες, αποκλεισμούς και χωροκοινωνικές και περιβαλλοντικές αδικίες.

Πώς γίνεται η υφαρπαγή

Η υφαρπαγή ιδιωτικής γης από ιδιώτη ή μέσω άδικων απαλλοτριώσεων εμπίπτει στο αστικό δίκαιο. Στην Ελλάδα ο σημαντικότερος στόχος υφαρπαγής είναι η δημόσια και κοινοτική γη: α) όταν υπάρχει αυθαίρετη και παράνομη κατοχή ή χρήση δημόσιων εκτάσεων, πχ. στις ακτές από ομπρέλες και beach bar, στους δρόμους και πλατείες από τραπεζοκαθίσματα, κ.ά. β) όταν πραγματοποιούνται συναλλαγές δημόσιας/κοινοτικής γης (πώληση, παραχώρηση, μίσθωση) με όρους και αντίτιμο που δημιουργεί απώλειες για το δημόσιο ή τους δήμους, γ) όταν ιδιωτικοποιούνται δημόσια/δημοτική γη, κτίρια, υποδομές αλλά και υπηρεσίες που κατέχουν δημόσια/δημοτική γη, π.χ. μετατροπή των παραδοσιακών λιμανιών σε μαρίνες για ιδιωτικά σκάφη, και δ) όταν αλλάζουν ή δημιουργούνται θεσμοί και νομοθεσία που ευνοούν τα παραπάνω πχ. αποχαρακτηρισμός προστατευμένων περιοχών, αλλαγή αγροτικής σε τουριστική χρήση, αλλαγές στην πολεοδομική νομοθεσία ή στους όρους δόμησης όπως τα «υπόσκαφα» στα νησιά, κ.ά.

Τα χαρακτηριστικά της ιδιοκτησίας γης στις Κυκλάδες προσομοιάζουν με αυτά της υπόλοιπης Ελλάδας ως προς το μικρό μέσο μέγεθος και ως προς τη σημαντική παρουσία εκκλησιαστικών και μοναστηριακών εκτάσεων. Διαφέρουν όμως από την υπόλοιπη χώρα με μια ιστορική ιδιαιτερότητα. Η προσάρτηση των νησιών στην ελεύθερη Ελλάδα βρήκε διαφορετικό καθεστώς ιδιοκτησίας γιατί οι Οθωμανοί, λόγω της αποκλειστικής παρουσίας χριστιανών στα νησιά, ορθόδοξων και καθολικών, είχαν αποδεχτεί την ιδιωτική ιδιοκτησία, όπως αυτή αναφερόταν σε νοταριακά έγραφα, κάτι που δεν ίσχυε στην υπόλοιπη Ελλάδα. Το τεκμήριο κυριότητας του δημοσίου κατοχυρώθηκε εν μέρει μεταπολεμικά μέσω της νομοθεσίας για τα δάση, τις δασικές και τις χορτολιβαδικές εκτάσεις, τον αιγιαλό και τις παραλίες. Οι παραπάνω εκτάσεις χαρακτηρίζονται ότι ανήκουν στη δημόσια κτήση και ορίζονται με τους δασικούς χάρτες, εκτός αν ιδιώτης αποδείξει την νόμιμη κυριότητα. Η ανάρτησή τους για τις Κυκλάδες το 2021, δημιούργησε μεγάλες εντάσεις γιατί τα μικρά νησιά, όπως τα Κουφονήσια, περιγράφονται ως 80% δασικά, μεγάλα όπως η Νάξος κατά 53,8%, η Πάρος κατά 23,9%, μικρότερα όπως η Σίφνος κατά 49,6%, ενώ τα κορεσμένα από τον υπερτουρισμό Μύκονος και Σαντορίνη με 0% δασικές εκτάσεις αλλά αρκετές χορτολιβαδικές.

Μα υπάρχουν δάση στις Κυκλάδες; Οι σχοίνοι, οι ασπάλαθοι, οι κέδροι και τα ρείκια χαρακτηρίζονται θεσμικά ως δάση ενώ τα φρύγανα ως χορτολιβαδικές εκτάσεις. Η θεσμική κατοχύρωση της δημόσιας κτήσης στα δάση, στις δασικές και στις χορτολιβαδικές εκτάσεις περιγράφεται και στο άρθρο 24 του Συντάγματος, το οποίο, μαζί με το άρθρο 16 για το δημόσιο χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης, αποτελεί για τα δεξιά κόμματα διαχρονικό επίδικο στις συνταγματικές αναθεωρήσεις. Για τους παραπάνω λόγους, η προσεκτική ανάγνωση των επικυρωμένων χαρτών, εντοπίζει πολλές περιοχές ως «αμφισβητούμενες» ως προς την κυριότητα του δημοσίου. Εξάλλου και η ισχύουσα νομοθεσία έχει πολλές εξαιρέσεις για δόμηση σε δασικές περιοχές, ανοίγοντας έτσι επιπλέον παράθυρα για υφαρπαγές δημοσίων εκτάσεων.

Όμως το σοβαρότερο πρόβλημα για τα νησιά είναι το, σκόπιμο κατά τη γνώμη μου, θεσμικό κενό χωροταξικού και περιβαλλοντικού σχεδιασμού, με την ανυπαρξία ειδικού χωροταξικού για τον τουρισμό και ειδικού Περιφερειακού Πλαισίου για τον τουρισμό από την Περ. Νοτίου Αιγαίου. Στην ίδια κατεύθυνση σκόπιμης ασάφειας ή σκόπιμων παραλήψεων ανήκει η νομοθεσία για την εκτός σχεδίου δόμηση, η αναγνώριση ως δημοτικών των παράνομων χωματόδρομων που έχουν ανοίξει ιδιώτες, τα ειδικά πολεοδομικά σχέδια, η δόμηση σε περιοχές NATURA, η έλλειψη προστασίας της βιοποικιλότητας και του τοπίου σημαντικών για τους κυκλαδίτικους φρυγανότοπους, η ανεπάρκεια της νομοθεσίας για τη διαχείριση υδάτινων αποθεμάτων, η αδειοδότηση «υδάτινων επιφανειών» που γίνονται πισίνες αντί για υποχρεωτική κατασκευή υπόγειας στέρνας – ο κατάλογος είναι μακρύς.

Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης η νεοφιλελεύθερης έμπνευσης νομοθεσία για τις τουριστικές επενδύσεις και η ιδιωτικοποίηση του σχεδιασμού, όπως αυτή υλοποιείται από τις επιδοτούμενες επενδύσεις στρατηγικού ενδιαφέροντος ως ΕΣΧΑΣΕ, όπου ο επενδυτής κάνει τον σχεδιασμό ερήμην κάθε υπερκείμενου σχεδίου ή μέσω δωρεών από ιδιώτες, όπως συμβαίνει στη Β. Εύβοια και στο Δάσος της Δαδιάς. Τέλος, αλλά όχι τελευταίο, υπογραμμίζω την επίσης σκόπιμη υποστελέχωση των υπηρεσιών ελέγχου των παραπάνω, η οποία καθιστά αδύνατο τον εντοπισμό των παρανομιών, αφήνοντας τους έντιμους υπαλλήλους στο έλεος μπράβων, όπως έγινε με τον αρχαιολόγο κ. Ψαρό στη Μύκονο. Αν η πολιτεία θέλει να βοηθήσει τα νησιά ας αρχίσει βελτιώνοντας κάτι από τα παραπάνω.

Τοπικές συναινέσεις

Δεν πρέπει όμως να κατηγορούμε μόνο την κεντρική εξουσία για την έλλειψη ικανού θεσμικού πλαισίου και τους αρπακτικούς ξένους επενδυτές γι’ αυτά που συμβαίνουν στις Κυκλάδες. Ίση σημασία έχουν και οι ενέργειες ή παραλήψεις των δημοτικών αρχών και των ντόπιων, επιχειρηματιών και πολιτών. Όπως σημείωσα στην αρχή, η αποδοχή της «δημιουργικής καταστροφής» στηρίζεται στη διάχυση των προσόδων από τον τουρισμό σε πλατιές (τοπικές) κοινωνικές κατηγορίες τις οποίες συνδέει η κατοχή γης, η αξιοποίησή της για τουριστική χρήση και η απασχόληση που δημιουργεί. Εδραιώθηκε έτσι ένα καθεστώς κοινωνικής αναπαραγωγής και συναίνεσης, αρχικά με μικρο-υφαρπαγές οικογενειακού χαρακτήρα και αργότερα σε μεγαλύτερη κλίμακα με επιχειρηματικές υφαρπαγές, στο οποίο εμπλέκεται σημαντικό τμήμα της τοπικής κοινωνίας.

Θυμίζω ότι υφαρπαγή δεν συμβαίνει μόνο με την υπεξαίρεση κοινής γης και νερού. Έχει μεγάλη σημασία, μέσω της νομοθεσίας δόμησης στα 4 στρέμματα, η εκούσια αλλαγή αγροτικής ή αδόμητης γης σε τουριστικές χρήσεις και η προσέγγιση του νερού ως δεδομένη υποχρέωση του δήμου. Η μακροχρόνια προβολή του τουρισμού ως μοναδικής οικονομικής επιλογής έχει απαξιώσει τις άυλες και συμβολικές αξίες χρήσης της αδόμητης γης του Αιγιακού τοπίου και τις έχει αντικαταστήσει με τις ανταλλακτικές αξίες του real estate. Από τον αρχικό ιδιοκτήτη που θα μετατρέψει το χωράφι σε τουριστικό ή θα το πωλήσει σε ξένους «επενδυτές» μέχρι τους μηχανικούς, τους εργαζόμενους στις οικοδομές, τους ξενοδόχους και τους εστιάτορες, τους ταξιτζήδες και τους ενοικιαστές αυτοκινήτων, τα πρακτορεία ταξιδιών, τα στελέχη των αγροτικών συνεταιρισμών, τα εμπορικά καταστήματα και τους εργαζόμενους στους δεκάδες κλάδους εξαρτημένους από τον τουρισμό. Μια ακτινογραφία της σύνθεσης των δημοτικών συμβουλίων των νησιών και των επαγγελμάτων που εκπροσωπούνται σε αυτά, αποκαλύπτει τις διασυνδέσεις που στηρίζουν τις τοπικές κοινωνικές συναινέσεις. Υπάρχουν φυσικά και πολλές συγκρούσεις συμφερόντων και η είσοδος ξένων κεφαλαιούχων στον τοπικό ανταγωνισμό τις έχει διευρύνει, με αποτέλεσμα κάποιες συναινέσεις να διαρραγούν. Ωστόσο μέχρι σήμερα κυριαρχεί ο κοινός στόχος, η σιωπηρή συναίνεση για τον υπερτουρισμό, με κάποιες μικρές βελτιωτικές παρεμβάσεις.

Πηγή φωτο Unsplash

 

Οι Κυκλάδες σε συνθήκες σύγκρουσης

Τι μπορεί να γίνει λοιπόν; Η ανάλυση που προηγήθηκε δεν με βοηθά για να αισθάνομαι αισιόδοξος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν κάποιες μεμονωμένες θετικές εξελίξεις. Ο υπερτουρισμός δεν μπορεί πλέον να ελεγχθεί, κεντρικά ή τοπικά ενώ η κεντρική εξουσία έχει πεισθεί ότι ο τουρισμός, σε όλες τις εκδοχές του, είναι η «βαριά βιομηχανία» της ελληνικής οικονομίας. Με «δημοκρατικές» διαδικασίες στη Βουλή ψηφίζει νόμους που συμβάλλουν στη συνέχεια των «δημιουργικών» καταστροφών στα νησιά, δέχεται δεκάδες φωτογραφικές τροπολογίες για την εξυπηρέτηση μικρο-συμφερόντων και ολιγωρεί απέναντι σε καταγγελίες υφαρπαγών. Αυτή η διαπίστωση δεν αφορά μόνο τη νεοφιλελεύθερη ΝΔ αλλά και τις κεντροαριστερές δυνάμεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Σε εθνικό επίπεδο τα λόμπι του ΣΕΤΕ και των ακτοπλοϊκών εταιρειών που μεταφέρουν τα εκατομμύρια των επισκεπτών (τώρα έχουν και ιδιόκτητα ξενοδοχεία), είναι πολύ ισχυρά με αποτέλεσμα να μην υπάρχει από αυτούς τους πολιτικούς χώρους αποδέκτης προτάσεων για ουσιαστικές αλλαγές στις χωρικές και περιβαλλοντικές ρυθμίσεις ή στην απουσία τους. Επίσης δεν βλέπω πως μπορούν να αλλάξουν οι τοπικές συναινέσεις όταν οι ντόπιοι, έχοντας παραμείνει ανενημέρωτοι για τους κινδύνους, ανακάλυψαν μόνοι τους τον τουρισμό ως μοναδική διέξοδο οικονομικής και κοινωνικής ανέλιξης και τώρα βρίσκονται αντιμέτωποι με καταστάσεις που δεν μπορούν να ελεγχθούν τοπικά. Οι διεθνείς tour operators, τα διεθνή χαρτοφυλάκια επενδύσεων και η μεγάλη παρουσία εταιρειών  από μη-νησιώτες επιχειρηματίες κυριαρχούν στην τοπική αγορά και επιδιώκουν μεγάλους αριθμούς επισκεπτών, αδιαφορώντας για τις τοπικές αρνητικές επιπτώσεις. Οι τελευταίες ήδη επηρεάζουν κάποιους προορισμούς. Η Μύκονος και η Σαντορίνη, ναυαρχίδες του υπερτουρισμού, συνεχίζουν και φέτος την περσινή αρνητική πορεία σε αφίξεις, -20% και -13% αντίστοιχα, σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΤΕ.

Σε κεντρικό επίπεδο, οι μόνοι ουσιαστικά που αντιδρούν και έχουν εναλλακτικές προτάσεις είναι οι μεγάλες περιβαλλοντικές οργανώσεις, οι ΜΚΟ όπως το WWF, τα πανεπιστήμια και οι επιστημονικοί σύλλογοι όπως ο Σύλλογος Πολεοδόμων και Χωροτακτών και το ΓΕΩΤΕΕ, οι Οικολόγοι και κάποια ΜΜΕ με σημαντικά ρεπορτάζ που αναδεικνύουν τα αδιέξοδα. Ο ρόλος των τελευταίων είναι σημαντικός γιατί φωτίζουν τις παρανομίες και την απληστία, αναγκάζοντας εκ των υστέρων την κεντρική και τις τοπικές εξουσίες σε μικρο-διορθώσεις όπως έγινε την παραμονή των ευρωεκλογών με το κλείσιμο 2-3 παράνομων beach bar στη Ρόδο.

Επίσης υπάρχουν και λίγοι δήμοι που προσπαθούν να τιθασεύσουν τις υφαρπαγές, όχι πάντα με επιτυχία, γιατί οι τοπικές συναινέσεις έχουν παγιωθεί. Η ελπίδα προέρχεται από τους πολίτες και τις οργανώσεις τους, που αντιδρούν τοπικά βλέποντας τα μακροπρόθεσμα αδιέξοδα του υπερτουρισμού, υποστηριζόμενοι από κεντρικούς φορείς και από ορισμένες αποφάσεις ποινικών δικαστηρίων και του ΣτΕ οι οποίες όμως δεν εφαρμόζονται από την εξουσία, τοπική και κεντρική. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ίου, όπου 35% του νησιού στη νότια πλευρά ελέγχεται από τέσσερεις ξένες εταιρείες, οι οποίες κατασκευάζουν τουριστικές εγκαταστάσεις, οι περισσότερες παράνομες, με καταστροφικές συνέπειες. Έχουν υπάρξει καταδικαστικές αποφάσεις από δικαστήρια και το ΣτΕ, αλλά οι εργασίες συνεχίζονται.

Οι εύστοχες και καλά οργανωμένες κινητοποιήσεις το περσυνό καλοκαίρι για την υπεράσπιση των παραλιών στην Πάρο, στη Νάξο και στη Ρόδο, εξαπλώθηκαν σε όλη την Ελλάδα και έφεραν κάποια θεσμικά αποτελέσματα, τα οποία θα ελεγχθούν φέτος ως προς την αποτελεσματικότητα τους. Παλιότερα κινήματα πολιτών ενάντια στις ανεμογεννήτριες στη Τήνο και σε ακατοίκητα νησιά, το κίνημα για την προστασία του περιβάλλοντος από τη ρύπανση από το ναυπηγείο στην Ερμούπολη, κ.α., είναι ενδείξεις ότι οι πολίτες αντιδρούν. Ακόμη δεν έχει τεθεί το θέμα του ελέγχου του υπερτουρισμού, όπως στη Λισαβώνα, στη Βαρκελώνη, στα Κανάρια Νησιά και στη Βενετία -μεταξύ πολλών άλλων – κάτι που ελπίζω να γίνει σε επόμενη φάση.

Στα κυκλαδονήσια αντιμετωπίζουμε μια μόνιμη κοινωνική, πολιτική και πολιτισμική σύγκρουση: μεταξύ αυτών που προσπαθούν να εφαρμόσουν σχέδια και προτάσεις ανάσχεσης των υφαρπαγών γης και νερού και προώθησης ήπιων μορφών τουριστικής ανάπτυξης που είναι λίγοι και λίγες, και εκείνων που συγκροτούν την πλειοψηφία, ντόπιων και ξένων επιχειρηματιών του υπερτουρισμού, οι οποίοι συνεχίζουν τις «δημιουργικές καταστροφές» υποστηριζόμενοι από τις νεοφιλελεύθερες κρατικές ρυθμίσεις και τις τοπικές συναινέσεις. Η κλιματική κρίση, «αυτό που τα αλλάζει όλα» κατά την Ναόμι Κλάιν, προστίθεται ως ουσιαστική παράμετρος, αλλάζοντας εντελώς τα μέχρι σήμερα γνωστά δεδομένα, ελάχιστοι όμως την λαμβάνουν σοβαρά υπόψη. Από την έκβαση αυτής της άνισης σύγκρουσης, η οποία θα είναι διαφορετική από νησί σε νησί, και από τις εξελίξεις της κλιματικής κρίσης θα εξαρτηθούν πολλά.

  • O Κωστής Χατζημιχάλης είναι Ομότιμος Καθηγητής, Τμήμα Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.