Ο διαγραμμένος βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Μπογδάνος άφησε αιχμές όσον αφορά την εξεταστική επιτροπή για τις λίστες Πέτσα, ενώ έκανε λόγο και για δεδομένη «συναντίληψη» κυβέρνησης και μέσων ενημέρωσης.

Ads

Τα κύρια «καρφιά» του Κωνσταντίνου Μπογδάνου αφορούσαν τη μη κλήση πολιτικών προσώπων και τη μη διαβίβαση κρίσιμων στοιχείων στην Επιτροπή.

Ειδικότερα, σημείωσε ότι δεν περίμενε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη να ακολουθήσει παρεμβατικές πρακτικές στη λειτουργία των Μέσων, όμως, η εξέλιξη των πραγμάτων τον έχει προβληματίσει ιδιαίτερα.

«Εάν με ρωτούσατε αν θα έρθει η ΝΔ στα πράγματα και θα λειτουργήσει με έναν τρόπο που θα έδινε λαβή στους απέναντι να αποκληθεί καθεστωτικός ή υπέρ το δέον ελεγκτικός για τα ΜΜΕ, θα σας έλεγα όχι δεν το πιστεύω» δήλωσε.

Ads

Στην συνέχεια, ανέφερε σχετικά με το γεγονός ότι δεν λαμβάνει από την διαγραφή του και μετά πρόσκληση από κανάλια εθνικής εμβέλειας τόνισε ότι «Εάν υπάρχει ένα σύστημα, αντίληψη και ατμόσφαιρα ελέγχου των ΜΜΕ από την πλευρά της κυβέρνησης σήμερα στην Ελλάδα. Μπορεί να υπάρχουν κι άλλες ερμηνείες, χωρίς να θέλω να προδιαθέσω για συμπεράσματα, αλλά μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι καλούμουν σε κανάλια εθνικής εμβέλειας 2-3 φορές την εβδομάδα. Έχω να λάβω πρόσκληση από τότε που διεγράφην δυσαρεστήσας τη ΝΔ».

Έπειτα, μίλησε για την συναντίληψη ΜΜΕ και κυβέρνησης που την θεωρεί δεδομένη λέγοντας ότι «Είναι δεδομένο ότι σήμερα στην Ελλάδα υπάρχει μία –θα προσπαθήσω να το θέσω κομψά- πρωτοφανής συναντίληψη των ΜΜΕ με την κυβερνητική αντίληψη, πρόταση και γραμμή». Υπενθυμίζεται ότι παρόμοια καταγγελία έκανε πρόσφατα και ο Γιώργος Κύρτσος ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας κατά του προέδρου της ΕΡΤ, Κωνσταντίνου Ζούλα, για αποκλεισμό.

Ως προς το αποτέλεσμα της Εξεταστικής, ο Κ. Μπογδάνος συμπέρανε μεν ότι δεν εντόπισε κάτι μεμπτό στις υπό διερεύνηση υποθέσεις, αλλά υπογράμμισε ότι «στη διαδικασία υπάρχει κενό». Οι επικρίσεις του επικεντρώθηκαν αφενός στη μη κλήση των αρμόδιων υπουργών και αφετέρου στη μη διαβίβαση σημαντικών στοιχείων που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη διερεύνηση των υπό εξέταση υποθέσεων.