Σε νέα άρθρο του με τίτλο «Μια αναγκαία επανόρθωση», ο Ηλίας Μαγκλίνης απολογείται για άρθρο που έγραψε πριν από λίγες μέρες, για την υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη, το οποίο είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, ενώ και η ίδια η «Καθημερινή» αναγκάστηκε να προχωρήσει σε επεξηγηματικό δημοσίευμα.

Ads

Στο κείμενό του με τίτλο «Λιγνάδης λυόμενος», ο αρθρογράφος ήταν για πολλούς θετικά διακείμενος προς τον καταδικασθέντα για βιασμούς ανηλίκων. Άλλωστε, ανέφερε τα εξής:

«Διακρίνετε μια κάποια συμπάθεια στα παραπάνω λόγια; Καλά κάνετε. Πέρασαν δεκαεπτά μήνες από τότε που ξέσπασε το σκάνδαλο, δεκαεπτά μήνες που ο Λιγνάδης τους πέρασε στη φυλακή. Περάστε δεκαεπτά λεπτά μέσα σε μια φυλακή και ελάτε μετά να μιλήσουμε».

Σε άλλο σημείο έγραφε, ότι «όποιος πιστεύει ότι δεν έχει ήδη πληρώσει για όσα διέπραξε (και για όσα δεν διέπραξε), σφάλλει. Οποιος πιστεύει ότι δεν θα συνεχίσει να πληρώνει για όλα αυτά επίσης σφάλλει».

Ads

Ωστόσο, στο νέο άρθρο του, ο ίδιος ξεχωρίζει δύο βασικά ζητήματα, όπως αναφέρει:

«Πρώτον, έναν φορτισμένο τόνο που δεν θα έπρεπε να έχει θέση στη δημοσιογραφία. Φαίνεται πως, παρά την εμπειρία, το πνεύμα των σόσιαλ μίντια ορισμένες φορές διαβρώνει ακόμα και τις προσεγγίσεις εκείνων που δημοσιογραφούν επί σειράν ετών.

Δεύτερον, και κυριότερο: υπάρχουν πράγματι αστοχίες σε ορισμένα σημεία, που με μια πρώτη ανάγνωση οδηγούν σε ένα πνεύμα συμπάθειας προς έναν καταδικασμένο κατά συρροήν βιαστή ανηλίκων».

Όπως επισημαίνει επίσης, στόχος του ήταν να σχολιάσει «ένα γενικευμένο ανθρωποφαγικό κλίμα, έκφανση του οποίου είναι και η από πολλούς αντιμετώπιση της συγκεκριμένης υπόθεσης».
Επίσης, σχετικά με το γεγονός πως δεν αναφέρθηκε καθόλου στο αρχικό κείμενό του στο τραύμα των θυμάτων, ζητά συγνώμη, καθώς όπως γράφει, δεν ήθελε να το προσπεράσει.

Αξίζει να σημειωθεί πως αντιδράσεις υπήρξαν και από τους συντελεστές της παράστασης του έργου του ίδιου του Ηλία Μαγκλίνη, «Φάκελος Βάνκαου», η οποία αναμένεται να παρουσιαστεί 5-6 Αυγούστου στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου, οι οποίοι δηλώνουν κατηγορηματικά την αντίθεση τους με το περιεχόμενο και τις απόψεις που διατυπώνονται στο αρχικό άρθρο του συγγραφέα.

«Ο θίασος και οι συντελεστές της παράστασης «Φάκελος Βάνκαου» που ανήκει στον καλλιτεχνικό προγραμματισμό του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, στο οποίο εργαζόμαστε αυτή την περίοδο, ενημερωθήκαμε ότι ο συγγραφέας του έργου, Ηλίας Μαγκλίνης, υπέγραψε άρθρο στην εφημερίδα Καθημερινή (16.07.2022), με τίτλo «Λιγνάδης Λυόμενος».

Επειδή ο κ. Μαγκλίνης βρίσκεται σε καλλιτεχνική λειτουργία η οποία διασταυρώνεται με τη δική μας, θέλουμε να διαχωρίσουμε δημόσια και με ξεκάθαρο τρόπο τη θέση μας από το εν λόγω άρθρο, το περιεχόμενο και τις απόψεις που αναπτύσσονται μέσα σε αυτό, με τις οποίες διαφωνούμε κάθετα, και δεν αφορούν σε τίποτα την καλλιτεχνική μας δημιουργία και παράσταση».

Οι συντελεστές που υπογράφουν: Αλειφέρη Μάρλι, Αλεξανδροπούλου Ελίζα, Ατταριάν Βάσια, Ζαφειροπούλου Εύη, Κανάκης Βασίλης, Κεντεποζίδης Μάκης, Κολιούκος Νίκος, Κονταξής Τάσος, Μουαγκιέ Στέφανος, Παπαγιάννης Νικόλας, Παπανδρέου Νίκη, Ράδης Σεραφείμ, Ρίμπα Αλεξάνδρα, Σταυροπούλου Αγγέλικα, Τζουμέρκας Σύλλας, Τσακουρίδου Άννα, Τσούτσια Ελίνα, Φιλίνη Μαρία, Χριστοπούλου Θεοδώρα

Το άρθρο – «συγγνώμη»:

Γράφω τούτες τις γραμμές από αυστηρά προσωπική ανάγκη και επιθυμία, απευθυνόμενος σε αναγνώστριες και αναγνώστες που με αυστηρό αλλά και νηφάλιο τρόπο εξέφρασαν τη δυσφορία τους με το σχόλιο του Σαββάτου «Λιγνάδης λυόμενος».

Απευθύνομαι σε όσους θεώρησαν πως έγραψα με συμπάθεια για έναν καταδικασμένο βιαστή ανηλίκων. Δεν απαντώ σε εκείνους που με ένα ανθρωποφαγικό πνεύμα έσπευσαν να μου ευχηθούν «να μου κάνουν με σιδηρολοστό, σε μένα και τα παιδιά μου, αυτό που έκανε ο Λιγνάδης – και μάλιστα να συμβεί αυτό σύντομα».

Γράφω δημοσίως εδώ και χρόνια. Υπήρξαν φορές που δέχθηκα κριτική, ακόμα και επιθέσεις εξαιτίας κάποιου άρθρου. Σκεπτόμενος τη σοβαρή κριτική και όχι τον κανιβαλισμό, επέστρεφα στα κείμενα αυτά με μια προσπάθεια αναστοχασμού και αυτοκριτικής. Πολύ συχνά, δε, απαντούσα και απαντώ σε σχετικά μέιλ αναγνωστών.

Διατρέχοντας λοιπόν εκ νέου το επίμαχο κείμενο με διάθεση αυτοκριτικής, ξεχωρίζω δύο βασικά ζητήματα: Πρώτον, έναν φορτισμένο τόνο που δεν θα έπρεπε να έχει θέση στη δημοσιογραφία. Φαίνεται πως, παρά την εμπειρία, το πνεύμα των σόσιαλ μίντια ορισμένες φορές διαβρώνει ακόμα και τις προσεγγίσεις εκείνων που δημοσιογραφούν επί σειράν ετών.

Δεύτερον, και κυριότερο: υπάρχουν πράγματι αστοχίες σε ορισμένα σημεία, που με μια πρώτη ανάγνωση οδηγούν σε ένα πνεύμα συμπάθειας προς έναν καταδικασμένο κατά συρροήν βιαστή ανηλίκων.

Καμία σχέση φυσικά. Προσωπικά, επιθυμώ το αυτονόητο, αυτό δηλαδή που επιθυμούμε όλοι: ένας βιαστής να βρίσκεται στη φυλακή.

Μίλησα για το βάρος τού να βρεθεί στη φυλακή κάποιος έστω και για δεκαεπτά λεπτά. Συνεργάτης με ρώτησε: «Και το να περάσεις δεκαεπτά λεπτά με ένα βιαστή;». Τον ακούω προσεκτικά και κατανοώ την αστοχία της δικής μου τοποθέτησης.

Η βασική πρόθεση του κειμένου ήταν να σχολιάσει ένα γενικευμένο ανθρωποφαγικό κλίμα, έκφανση του οποίου είναι και η από πολλούς αντιμετώπιση της συγκεκριμένης υπόθεσης. Δυστυχώς αυτό συνδέεται με την απαξίωση δημοκρατικών θεσμών, που τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει και σε μια απαξίωση του συστήματος δικαιοσύνης. Αυτό είναι κάτι πολύ επικίνδυνο: το να γίνεται όλο και πιο διαδεδομένο να θέλει να πάρει ο πολίτης μια υπόθεση «στα χέρια του».

Αυτό, κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι ένα μεγάλο πρόβλημα της εποχής. Φαίνεται όμως πως η πρόθεση αυτή δεν εξυπηρετήθηκε με το κείμενό μου. Οπως επίσης το ότι αστόχησα σε ορισμένα σημεία και δεν αναφέρθηκα στο τραύμα των θυμάτων. Δεν σημαίνει ότι ήθελα να τα προσπεράσω. Τους οφείλω τη συγγνώμη μου.

Επέστρεψα στο θέμα με δική μου πρωτοβουλία από βάσανο και πίεση εσωτερική, θέλοντας να επανορθώσω επιπλέον τραύματα που, άθελά μου, προκάλεσα.