Μετά τις «fast track» συμφωνίες και τη σύγκλιση κυβέρνησης – θεσμών στα ζητήματα των δημοσιονομικών και των πρωτογενών πλεονασμάτων για το 2017 και το 2018, χωρίς νέα μέτρα, σε όλες τις πλευρές επικρατεί η αίσθηση πως η τρίτη αξιολόγηση θα είναι μια «αξιολόγηση εξπρές». Τουλάχιστον αυτό δείχνει ο πρώτος γύρος των συναντήσεων, ο οποίος ολοκληρώθηκε την Παρασκευή. Τα οριστικά συμπεράσματα αναμένονται στα τέλη Νοεμβρίου οπότε και έχει προγραμματιστεί η επόμενη κάθοδος του κουαρτέτου στην Αθήνα.

Ads

Υπάρχει όμως και ένα σημαντικό ανοιχτό ζήτημα, στο οποίο βασικοί παίκτες είναι το ΔΝΤ και οι Ευρωπαίοι δανειστές. Πρόκειται για το θέμα της βιωσιμότητας του χρέους, το οποίο το Ταμείο έχει θέσει ως απαραίτητη προϋπόθεση για την συμμετοχή του στο πρόγραμμα. Τα χρονοδιαγράμματα είναι στενά και η συζήτηση για το χρέος θα ξεκινήσει αμέσως μετά την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης.

Όπως σημειώνει η εφημερίδα «Νέα Σελίδα», στη συνήθη πρακτική του, το ΔΝΤ, μέσω του υπεύθυνου για την Ευρώπη Πολ Τόμσεν, έσπευσε να θέσει εκ προοιμίου στο τραπέζι τους όρους με τους οποίους θα δρομολογηθεί η συζήτηση για περαιτέρω ελάφρυνση του ελληνικού χρέους στις αρχές του 2018. Όπως έχει κάνει και στο παρελθόν, ο Τόμσεν παρουσίασε δημόσια, μέσω της συνέντευξής του στην Αυστριακή εφημερίδα «De Standard», τα όρια της «ελαστικότητας» στην προσέγγιση του Ταμείου έναντι των θέσεων της Ευρώπης.

Στελέχη της Κομισιόν, τα οποία επικαλείται η εφημερίδα, ερμηνεύοντας τις θέσεις Τόμσεν, εκτιμούν πως προκύπτουν δύο κρίσιμα στοιχεία: Πρώτον, ότι το ΔΝΤ αποδέχεται πως η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους δεν απαιτεί κούρεμα, κάτι που είχε αναφέρει ο Τόμσεν και σε προηγούμενες δηλώσεις του, και δεύτερον, που αποτελεί και τη νέα σημαντική παράμετρο, πως η περαιτέρω επιμήκυνση για την αποπληρωμή του, στην οποία επιμένει δεν χρειάζεται να είναι η εκατονταετία, όπως αρχικά απαιτήσει ο ίδιος ο Τόμσεν πριν από περίπου οκτώ μήνες.

Ads

Επί της ουσίας δηλαδή, αυτό που θέτει στο τραπέζι το ΔΝΤ είναι πως θα μπορούσε να υπάρξει μια επιμήκυνση, το εύρος της οποίας θα είναι μικρότερο των αρχικών απαιτήσεων του Ταμείου, αρκεί όμως να διασφαλίζει ότι θα οδηγεί στη βιωσιμότητά του, ότι δηλαδή θα μπορεί να εξυπηρετηθεί από την Ελλάδα. Με τα τρέχοντα δεδομένα το εν λόγω ποσοστό θα πρέπει να είναι μεταξύ του 15% και του 20% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες της «Νέας Σελίδας», το εύρος της περαιτέρω επιμήκυνσης για την αποπληρωμή του χρέους που ζητά το ΔΝΤ είναι μεταξύ 20 και 25 ετών. Μέχρι στιγμής η μέση διάρκεια του χρέους προς το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) είναι τα 32,5 έτη, πράγμα που σημαίνει πως τα όρια στα οποία θα κινηθεί η περαιτέρω πίεση του ΔΝΤ προς την Ευρωζώνη θα είναι για την επέκτασή του μέχρι τα 50 τουλάχιστον χρόνια.

Βέβαια σε κάθε περίπτωση η πρόταση του ΔΝΤ θα αρχίσει να διαμόρφώνεται τεχνικά, από τον ESM και με την υποστήριξη του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ).
μόνο στην περίπτωση που εξασφαλιστεί πως θα μπορεί να περάσει από τα επιμέρους εθνικά κοινοβούλια που θα πρέπει να εγκρίνουν το «τεχνικό» σκέλος. Ως βασικό πρόβλημα εξακολουθεί να εμφανίζεται, καταρχάς, η γερμανική κυβέρνηση, η οποία δεν έχει ακόμη σχηματιστεί και θα πρέπει να εισηγηθεί το εν λόγω πακέτο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Μάλιστα οι «Φιλελεύθεροι», που μαζί με τους «Πράσινους», συζητούν για το σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού με το κόμμα της Μέρκελ, έχουν προειδοποιήσει την καγκελάριο να μην προχωρήσει σε καμία κίνηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μέχρι να δοθεί η ψήφος εμπιστοσύνης από το γερμανικό κοινοβούλιο.

Στο μεταξύ, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του ESM, η διάρθρωση του ελληνικού χρέους, τόσο στη διάρκεια της όσο και στο ετήσιο έτος εξυπηρέτησης είναι καλύτερη από το ευρωπαϊκό μέσο όρο, αν και ο συνολικός όγκος του χρέους, ως ποσοστό του ΑΕΠ, παραμένει υψηλότερος στην Ευρωζώνη.

Σημειώνεται πως σε εξέλιξη βρίσκεται και η εφαρμογή των «βραχυπρόθεσμων μέτρων» ελάφρυνσης του χρέους, που έχουν ξεκινήσει από τον Ιανουάριο του 2017. Σύμφωνα με τη «Νέα Σελίδα» η αναδιάρθρωση έχει ολοκληρωθεί «σιωπηρά» για 24 δισ. ευρώ, ενώ για ακόμη 25 δισ. ευρώ η διαδικασία βρίσκεται σε εξέλιξη και αναμένεται να ολοκληρωθεί σύντομα. Μέχρι το τέλος του έτους το συνολικό ποσό που θα έχει αναδιαρθρωθεί θα κινείται μεταξύ των 95 και 100 δισ. ευρώ.

Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η αναδιάρθρωση αυτή στοχεύει και επιτυγχάνει μέχρι στιγμής τη σταθεροποίηση των επιτοκίων εξυπηρέτησης του χρέους για τα επόμενα 30 χρόνια σε ένα επιτοκιακό εύρος μεταξύ 1,6% έως 1,8%, δηλαδή σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, που μόνο η πεντάδα των ισχυρότερων οικονομικά ευρωπαϊκών χωρών μπορεί να διασφαλίσει. Ζητούμενο του ΔΝΤ είναι με τα μέτρα και το υπόλοιπο χρέος να αναδομηθεί, σε μια διάρκεια επιπλέον 20 ετών, με διασφαλισμένα σταθερά χαμηλά επιτόκια.