Το γεωστρατηγικό παιχνίδι του Ερντογάν στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής, όπως προκύπτει από τις πρόσφατες στρατηγικές κινήσεις του στη Συρία, στη Λιβύη, στο Αιγαίο και στον Έβρο, έχει να κάνει με τη συστηματική και με κάθε μέσο, στρατιωτικό ή διπλωματικό, αναβάθμιση της παρουσίας της Τουρκίας στην περιοχή, με σκοπό την αναγόρευσή της σε ηγετική περιφερειακή δύναμη.

Ads

Ειδικά σε σχέση με την Ελλάδα, η προσπάθεια του Ερντογάν είναι σαφές ότι επικεντρώνεται στη διαρκή αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας στο Αιγαίο, καθώς και στη συστηματική προσπάθεια αποδυνάμωσης του κύρους και της διεθνούς μας εικόνας.

Απέναντι σε αυτόν τον σαφή και συνεκτικό γεωστρατηγικό σχεδιασμό της Τουρκίας και απέναντι σε αυτή την επιθετική, σε σχέση με τη χώρα μας, πολιτική του Ερντογάν, η Ελλάδα του Μητσοτάκη δυστυχώς πορεύεται αμυντικά, συμπτωματικά και κατά περίπτωση, χωρίς ολοκληρωμένο σχεδιασμό που να συγκροτεί μια πολυδιάστατη πολιτική, αλλά και χωρίς διεθνείς συμμαχίες και χωρίς αποτελεσματικά διπλωματικά μέσα, όπως τουλάχιστον συνέβαινε μέχρι πρότινος.

Κορυφαίο παράδειγμα της κυβερνητικής ανεπάρκειας είναι η διπλωματική ήττα της Ελλάδας στην υπόθεση της συμφωνίας Τουρκίας – Λιβύης. Η υπογραφή της συμφωνίας που η Τουρκία, σε παράβαση των κανόνων του διεθνούς δικαίου, υπέγραψε με τη Λιβύη για τις θαλάσσιες ζώνες στη Μεσόγειο, με την οποία αμφισβητούνται τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στη θάλασσα και η οποία παρουσιάστηκε από τον Ερντογάν κάτι σαν τη νέα Συμφωνία των Σεβρών, είναι μια μονομερής κίνηση της Τουρκίας με την προσωρινή και μη αναγνωρισμένη επίσημα κυβέρνηση της Λιβύης, η οποία σωστά καταγγέλθηκε από την ελληνική κυβέρνηση σαν παράνομη και ως εκ τούτου χαρακτηρίστηκε σαν άκυρη.

Ads

Η εξαίρεση όμως, για πρώτη φορά στα χρονικά, της νομιμόφρονος Ελλάδας από τη Διάσκεψη για τη Λιβύη και η συμμετοχή αντίστοιχα σε αυτήν της παραβατικής Τουρκίας, αποτελεί τεράστια διπλωματική ήττα της χώρας μας. Κι αυτό γιατί εμμέσως δικαιώνει τους παραβάτες του διεθνούς δικαίου, ενώ τιμωρεί με αποκλεισμό τα θύματα της παράβασης. Η ήττα γίνεται ακόμη μεγαλύτερη, αν σκεφτεί κανείς ότι αποφασιστικό ρόλο σε αυτή τη Διάσκεψη έπαιξε η κατά τα άλλα φίλη και εταίρος μας στην ΕΕ Γερμανία, η οποία μη δεχόμενη την ανάλογη πίεση από την ελληνική πλευρά, δεν υποστήριξε τη συμμετοχή μας στη Διάσκεψη.

Η διπλωματική ήττα της κυβέρνησης Μητσοτάκη τέλος γίνεται ακόμη βαρύτερη, αν ληφθεί υπόψη ότι στην προηγούμενη αντίστοιχη Διάσκεψη, επί Αλέξη Τσίπρα, η Ελλάδα είχε επιτύχει να είναι παρούσα. Προφανώς η απλή φραστική καταγγελία της Τουρκικής παραβατικότητας δεν αρκεί να αποκρούσει τα γεωστρατηγικά σχέδια του Ερντογάν, ούτε είναι αρκετή ως μέσο πίεσης προς τους Ευρωπαίους εταίρους μας για να μας συμπαρασταθούν έμπρακτα. Είναι φανερό ότι η Ελλάδα επί Μητσοτάκη έχασε τη δυνατή και πειστική φωνή, αλλά και την πολυπράγμονα διπλωματία και την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική που διέθετε μέχρι πρότινος…

Ένα άλλο κραυγαλέο παράδειγμα διπλωματικής ήττας της χώρας εξ αιτίας κακών κυβερνητικών χειρισμών και ανυπαρξίας πολιτικής, είναι η όλη υπόθεση με το προσφυγικό. Η αδράνεια από κυβερνητικής πλευράς, η ατολμία, οι κομματικές σκοπιμότητες και η απουσία πολιτικής μετεγκατάστασης των προσφύγων και των μεταναστών στην ενδοχώρα εδώ και 8 μήνες διόγκωσαν το πρόβλημα στα νησιά και το οδήγησαν στην τραγική εικόνα που γύρισε όλον τον κόσμο, η ελληνική αστυνομία και οι κρατικές δυνάμεις καταστολής να προσπαθούν εκ των υστέρων να λύσουν το προσφυγικό… δέρνοντας τους κατοίκους των νησιών και καίγοντας ό,τι έβρισκαν μπροστά τους.

Ο Ερντογάν, στο πλαίσιο της, αν μη τι άλλο, σταθερής και συνεπούς πολιτικής αποδυνάμωσης της χώρας μας, δεν έχασε την ευκαιρία. Οι εικόνες εσωτερικού διχασμού που σκηνοθέτησε η ελληνική κυβέρνηση ήταν εξαιρετική ευκαιρία γι’ αυτόν να στριμώξει την Ελλάδα. Ήταν λοιπόν η καλύτερη στιγμή για να πραγματοποιήσει την παλιά απειλή του, να ανοίξει τα Τουρκικά σύνορα και να στείλει στη χώρα μας χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες. Η κυβέρνηση, κάτω από τον σοβαρό κίνδυνο εισόδου στη χώρα χιλιάδων προσφύγων, έκανε το αυτονόητο. Έκλεισε τα σύνορα στον Έβρο. Αυτή ήταν και η τελευταία, έστω και υπό το βάρος των Τουρκικών πρωτοβουλιών, ελληνική επιτυχία. Γιατί μετά άρχισε η ελληνική τραγωδία.

Η κυβέρνηση υποβάθμισε το Ευρω – Τουρκικό πρόβλημα σε Ελληνο – Τουρκικό και ακόμη χειρότερα σε Ελληνο – προσφυγικό, χαρακτηρίζοντας την κρίση που η Τουρκία προκάλεσε στην Ευρώπη, ως «ασύμμετρη απειλή εισβολής μεταναστών στη χώρα».

Με αυτό ως δεδομένο η ελληνική κυβέρνηση:

  1. ΔΕΝ απαίτησε, όπως όφειλε, τη σύγκληση Συνόδου Κορυφής της Ευρώπης,
  2. ΔΕΝ ζήτησε από την ΕΕ τη μετεγκατάσταση και δίκαιη κατανομή των πληθυσμών σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες και
  3. ΔΕΝ απαίτησε από την Ευρώπη όχι απλώς να καταδικάσει φραστικά, αλλά να τιμωρήσει παραδειγματικά την Τουρκία, ως παραβάτη της Δήλωσης Τουρκίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης

Έτσι, αντί να διεθνοποιήσει το πρόβλημα, αντί να εκπονήσει και να εφαρμόσει, σε συμφωνία με την αντιπολίτευση, μια σοβαρή εθνική πολιτική για την αντιμετώπισή του και αντί να αξιοποιήσει στο έπακρον τα διπλωματικά όπλα της Ελλάδας, μετέφερε ακροδεξιές και παρακρατικές ομάδες στα σύνορα, τους αναγόρευσε σε συνοριοφύλακες και τους ανέθεσε, με πατριωτικές κραυγές και πολεμοχαρείς ιαχές, να κυνηγούν τους… εχθρούς της πατρίδας. Ενεπλάκη έτσι η χώρα μας σε ένα ένοπλο κυνηγητό παρακρατικών ομάδων αφενός με άοπλους ανθρώπους αφετέρου, παίζοντας ανά πάσα στιγμή με τη φωτιά, καθώς οι Τούρκοι περιμένουν απέναντι την κατάλληλη ευκαιρία για τη δημιουργία επεισοδίου.

Η είδηση ότι υπήρξαν νεκροί μετανάστες και πρόσφυγες από ελληνικά όπλα και οι αποκαλύψεις ξένων ειδησεογραφικών πρακτορείων για πρακτικές παράνομης απώθησης προσφύγων και για την ύπαρξη μυστικής φυλακής παράνομης κράτησής τους στον Έβρο, έδωσαν στον Ερντογάν την ευκαιρία που περίμενε για να κατηγορήσει με θράσος και να εκθέσει διεθνώς την Ελλάδα, ως χώρας που δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα (κοίτα ποιος μιλάει!) και κακομεταχειρίζεται πρόσφυγες και μετανάστες.

Αυτό που στην πραγματικότητα κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη πορευόμενη χωρίς σχέδιο και χωρίς πολιτική απέναντι σε έναν σοβαρό αντίπαλο, είναι διαρκώς να πέφτει στις παγίδες της Τουρκίας και εκ συστήματος να παίζει το παιχνίδι του Ερντογάν. Ένα παιχνίδι κλιμάκωσης της έντασης που εξυπηρετεί μονομερώς τις Τουρκικές γεωστρατηγικές επιδιώξεις και που ταυτόχρονα μειώνει και αποδυναμώνει όλο και περισσότερο την Ελλάδα. Ένα παιχνίδι επικίνδυνο, με πολύ ζοφερές και μη αντιστρέψιμες, δυστυχώς, συνέπειες, που για την ώρα ούτε που θέλουμε να βάλουμε στο μυαλό μας.

Ο κατήφορος της χώρας πρέπει να σταματήσει πριν να είναι αργά…