Στα τέλη του 2009, την εποχή που ο τότε πρωθυπουργός Γ. Α. Παπανδρέου κατηγορούσε τους Έλληνες πανεπιστημιακούς για χαμηλή παραγωγικότητα, η Ελλάδα βρισκόταν στην 24η θέση της παγκόσμιας κατάταξης στην παραγωγή επιστημονικών άρθρων με αναφορές. Του Αθανάσιου Παπαϊωάννου, καθηγητή πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Ads

Η ειρωνεία είναι ότι το 2009 ήταν ακριβώς το χρονικό σημείο που τα Ελληνικά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα έπιασαν το υψηλότερο σημείο παραγωγής επιστημονικών άρθρων στην πρόσφατη ιστορία της χώρας, μετά από μια δεκαετία πολύ ταχύτερης ανάπτυξης επιστημονικών άρθρων στην Ελλάδα συγκριτικά με τη Δυτική Ευρώπη και τις ΗΠΑ. 

Από το 2010 που ο τότε πρωθυπουργός έβαλε τη χώρα στο ΔΝΤ και άρχισε η κρίση, ξεκίνησε και η κάμψη στην παραγωγή επιστημονικών εργασιών, η οποία επιταχύνθηκε ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο. Ως αποτέλεσμα, σε μόλις πέντε χρόνια η Ελλάδα έχασε 11 θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη παραγωγής επιστημονικών άρθρων με αναφορές και βρέθηκε στην 35η θέση. Είναι η μοναδική παγκοσμίως αναπτυγμένη χώρα, που στο διάστημα αυτό έχασε τόσο πολλές θέσεις στην κατάταξη των χωρών ως προς την παραγωγή επιστημονικών εργασιών. Τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται παρακάτω είναι αποκαλυπτικά για το ρόλο της κρίσης στην παραγωγή επιστημονικών εργασιών στην Ελλάδα και θέτουν επιτακτικά ερωτήματα στους πολιτικούς αρχηγούς εν’ όψη των εκλογών της 20ης Σεπτεμβρίου. Θα συνεχίσει η αποεπένδυση στα ΑΕΙ και ο μαρασμός τους ;  

Τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται εδώ, προέρχονται από την κατάταξη επιστημονικών περιοδικών και χωρών από τη SCimago που χρησιμοποιεί τη βάση δεδομένων SCOPUS. Οι πίνακες που παρουσιάζονται περιλαμβάνουν τον αριθμό δημοσιευμένων επιστημονικών εργασιών στις οποίες υπάρχουν αναφορές από άλλες δημοσιευμένες εργασίες.  Ο λόγος που επιλέχθηκαν αυτές οι εργασίες είναι διότι θεωρούνται ότι έχουν κάπως μεγαλύτερη επιρροή στην ανάπτυξη των επιστημών απ’ ότι όλες γενικώς οι εργασίες. Ως σήμερα η SCOPUS και η SCimago δίνουν πληροφορίες για δημοσιεύσεις εργασιών μετά το 1995.   

Ads

Το 1996 η Ελλάδα βρισκόταν στην 28η θέση της παγκόσμιας κατάταξης με σύνολο 4.940 εργασιών που δημοσιεύτηκαν εκείνο το έτος, οι οποίες αναφέρθηκαν σε άλλες επιστημονικές εργασίες. Το 2009 οι αντίστοιχες Ελληνικές εργασίες έφτασαν τις 15.905 και ανέβασαν την Ελλάδα στην 24η θέση.  Αξίζει ν’ αναφερθεί ότι ο τριπλασιασμός των δημοσιεύσεων που παρουσιάσθηκε στην Ελλάδα σ’ αυτό το διάστημα, δεν εμφανίσθηκε σε άλλες χώρες όπως οι Σκανδιναβικές, η Ν. Ζηλανδία και το Ισραήλ οι οποίες έχασαν θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη λόγω της μεγάλης ανόδου κάποιων πληθυσμιακά μεγάλων Ασιατικών χωρών όπως η Ν. Κορέα, το Ιράν και η Τουρκία.

Στο διάστημα αυτών των 13 ετών στην Κίνα δεκαπλασιάσθηκαν οι εργασίες, στο Ιράν έγιναν 25 φορές περισσότερες, στη Μαλαισία 12 φορές περισσότερες, στη Ν. Κορέα, στην Τουρκία και στη Βραζιλία πενταπλασιάσθηκαν, ενώ και στην Ινδία τριπλασιάσθηκαν. Το γεγονός αυτό προφανώς αποτυπώνει μεγάλη αύξηση των επενδύσεων στην ανώτατη εκπαίδευση σ’ αυτές τις χώρες, με διορισμό σημαντικού αριθμού ικανού επιστημονικού προσωπικού, ίσως το άνοιγμα νέων πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων, κ.λπ. Αντίθετα, η Ρωσία και η Ουκρανία έχασαν πολλές θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη στο διάστημα αυτών των 13 ετών.  

Πίνακας 1. Κατάταξη των 50 καλύτερων χωρών με βάση τον αριθμό εργασιών με αναφορές

image

image

* Πατήστε πάνω στους πίνακες για μεγέθυνση 

Η ταχύτερη αύξηση επιστημονικών εργασιών στην Ελλάδα εμφανίσθηκε στην δεκαετία 1999-2009 όπου ο αριθμός σχεδόν τριπλασιάσθηκε. Σ’ αυτό το διάστημα η ταχύτητα αύξησης των εργασιών στην Ελλάδα ήταν διπλάσια από την αντίστοιχη στο σύνολο της Δυτικής Ευρώπης, στις ΗΠΑ ή στο Ηνωμένο Βασίλειο (Πίνακας 2). Σ’ αυτή τη χρυσή δεκαετία εισήλθαν στα Ελληνικά ΑΕΙ ικανοί και φιλόδοξοι νέοι ερευνητές, το επιστημονικό έργο αποτέλεσε προϋπόθεση επιλογής και εξέλιξης των καθηγητών ΑΕΙ και της διεκδίκησης ερευνητικών έργων, αναπτύχθηκαν ερευνητικές ομάδες με υποψήφιους διδάκτορες και μεταδιδακτορικούς φοιτητές, κ.λπ.

Από το 2006 ως το 2009 η Ελλάδα διατηρούσε σταθερά την 24η θέση παγκοσμίως σε δημοσιεύσεις εργασιών.  Μια θέση καλή, λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος της χώρας καθώς και την ιστορικά καθυστερημένη ανάπτυξη των ΑΕΙ και πολλών επιστημονικών κλάδων που ούτε καν προϋπήρχαν πριν 35 χρόνια (π.χ. επιστήμες εκπαίδευσης, ψυχολογίας, αθλητισμού κ.λπ.). Τα δεδομένα αυτά που σήμερα παρέχει η SCimago μάλλον δεν ήταν διαθέσιμα το 2010, όταν ο τότε πρωθυπουργός χωρίς στοιχεία κατηγορούσε τα Ελληνικά ΑΕΙ, προφανώς για να περάσει τότε ο νόμος Διαμαντοπούλου, αλλά ίσως και για να προωθήσει τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, που ευαγγελιζόταν, στην Ελλάδα.

Ο νόμος Διαμαντοπούλου δεν είχε καμιά επίδραση στην παραγωγή επιστημονικού έργου, άλλωστε κανένας νόμος από μόνος του δεν αρκεί για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, αν δεν δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες που άμεσα επηρεάζουν την έρευνα. Σήμερα δεν υπάρχει κανένα αξιόπιστο ερευνητικό στοιχείο ότι η δημιουργία ιδιωτικών ΑΕΙ στην Ελλάδα θα βελτιώσει την ερευνητική απόδοση της χώρας. Σε κάποιες χώρες της ανατολικής Ευρώπης όπου δημιουργήθηκαν κάποια ιδιωτικά ΑΕΙ, όπως η Ουγγαρία ή η Βουλγαρία, όχι μόνο δεν υπήρξε καμιά βελτίωση αλλά οι χώρες αυτές έχασαν 14 και 16 θέσεις αντίστοιχα στην διεθνή κατάταξη των επιστημονικών εργασιών από το 1996 ως το 2014.

Από το 2010 η Ελλάδα άρχισε κάθε χρόνο να χάνει θέσεις (2010=25η, 2011=28η, 2012=29η, 2013=32η) με τη χειρότερη χρονιά το 2014 όπου βρέθηκε στην 35η θέση. Παρόμοια πτώση σ’ αυτό το διάστημα δεν εμφανίσθηκε σε καμιά άλλη χώρα του κόσμου.  Το 2014 ήταν η πρώτη χρονιά όπου παρουσιάστηκε σημαντική μείωση των εργασιών αντί για αύξηση ή έστω διατήρηση.  Θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι εργασίες που δημοσιεύτηκαν το 2014 αναφέρουν αποτελέσματα ερευνών που ξεκίνησαν περίπου δύο χρόνια νωρίτερα.  Άρα τα αίτια της μείωσης των άρθρων πρέπει να  αναζητηθούν μεταξύ 2010 και 2013, ενώ αυτή η τάση προοιωνίζει ότι και ο αριθμός δημοσιευμένων εργασιών έως και το 2017 θα εμφανίζεται όλο και πιο αρνητικός. Η κατάσταση θα χειροτερεύσει ακόμη περισσότερο μετά το 2017, αν δεν γίνουν άμεσα επενδύσεις στα ΑΕΙ.

Από το 2010 και μετά δεν δόθηκε ούτε μία νέα θέση στα Ελληνικά ΑΕΙ, ενώ χιλιάδες καθηγητές ΑΕΙ έχουν συνταξιοδοτηθεί ή έχουν φύγει στο εξωτερικό. Η ροή συνταξιοδότησης δεν πρόκειται ν’ αλλάξει με το νέο ασφαλιστικό, διότι τα τελευταία χρόνια, για λόγους οικονομικούς, οι καθηγητές ΑΕΙ ήδη εξαντλούσαν το περιθώριο να βγουν σε σύνταξη στην ηλικία των 67 ετών. Ταυτόχρονα, χιλιάδες θέσεις νέων ερευνητών που εργαζόταν ως συμβασιούχοι στα ΑΕΙ ακυρώθηκαν σε μια νύχτα, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς τους νέους ερευνητές να σταματήσουν να παράγουν ερευνητικό έργο στην Ελλάδα (οι περισσότεροι έφυγαν και από τη χώρα).

Πίνακας 2.  Αριθμός εργασιών με αναφορές κατ’ έτος στην Ελλάδα, στη Δ. Ευρώπη, στις ΗΠΑ και στο Η.Β.

image

* Πατήστε πάνω στον πίνακα για μεγέθυνση 

 

1. Η στήλη της Δ. Ευρώπης περιλαμβάνει και το Η.Β.   Το Η.Β. δίνεται χωριστά στην τελευταία στήλη, επειδή είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή ερευνητικού έργου στη Δ. Ευρώπη.

Φυσικά κάποιος θα αναρωτηθεί αν στη σημερινή συγκυρία οι επενδύσεις στα ΑΕΙ έχουν προτεραιότητα σε σχέση με τις επενδύσεις στα νοσοκομεία και στα σχολεία. Προφανώς πρέπει να υπάρξει ισορροπία. Η έλλειψη προσωπικού στα ΑΕΙ δεν χειροτερεύει απλά το επιστημονικό έργο και την ποιότητα εκπαίδευσης των φοιτητών. Θα απονευρώσει κάθε σοβαρή προσπάθεια ανάπτυξης της χώρας σε νέες βάσεις, όπου η καινοτομία και οι επενδύσεις με βάση την έρευνα και την επιστημονική αξιολόγηση πλάνων, διαδικασιών, προϊόντων και υπηρεσιών θα πρέπει να είναι ο κανόνας στη νέα εποχή. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.