Η απόφαση του ΣτΕ αιφνιδίασε, παρ’ ότι ήταν – τουλάχιστον δύο 24ωρα πριν από το βράδυ της Τετάρτης – αναμενόμενη και σχεδόν προεξοφλημένη. Και η πρώτη αντίδραση ήρθε δια της «επίθεσης στην επίθεση», με τον κίνδυνο να διαμορφωθεί μια νέα θολή και, εκ νέου, πολιτικά ευάλωτη κατάσταση στην αρένα του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου.

Ads

Ωστόσο, την εν θερμώ πρώτη αντίδραση της κυβέρνησης στην δικαστική απόφαση που έκρινε αντισυνταγματικό τον νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες, ακολουθούν πλέον πιο συγκρατημένες και πιο ζυγισμένες κινήσεις. Και ο νέος άξονας, που χαράχθηκε σε αλλεπάλληλες χθεσινές συσκέψεις υπό τον πρωθυπουργό στο Μαξίμου, περιλαμβάνει ενδοκυβερνητική ανασύνταξη, damage control και – πλήρη αυτή τη φορά – πολιτική και νομική θωράκιση της νέας παρέμβασης για τη ρύθμιση του τηλεοπτικού χάρτη.

Πρώτος στόχος η συγκρότηση του ΕΣΡ

Στο πλαίσιο αυτό, κινείται και η κατεύθυνση που έδωσε ο πρωθυπουργός να προηγηθεί, πριν από οποιοδήποτε άλλο βήμα, η νέα προσπάθεια συγκρότησης του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης – μια προσπάθεια, που έχει διπλή στόχευση: Αφ’ ενός να εξαντληθούν όλα τα περιθώρια προσαρμογής των κυβερνητικών πρωτοβουλιών στο πνεύμα της απόφασης του ΣτΕ, το οποίο έκρινε κατηγορηματικά πως το μόνο αρμόδιο για την χορήγηση των τηλεοπτικών αδειών είναι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης. Και, αφ’ ετέρου , – και κυρίως – να αναδειχθεί η μείζον πολιτική ευθύνη της Νέας Δημοκρατίας στην έως τώρα αδυναμία και αποτυχία κάθε προσπάθεια συγκρότησης του Συμβουλίου.

Ads

Η ευθύνη της Νέας Δημοκρατίας

Στην πράξη, η απόφαση Τσίπρα να προηγηθεί πριν από οποιαδήποτε νομοθετική παρέμβαση η νέα Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, το απόγευμα της Δευτέρας, για τη συγκρότηση του ΕΣΡ, μεταθέτει την πλήρη πολιτική ευθύνη αποκλειστικά στο γήπεδο της Νέας Δημοκρατίας που καλείται πλέον, χωρίς προσχήματα και περιστροφές, να αποδείξει ότι δεν είναι απλώς ο πολιτικός και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος των καναλαρχών.

Ο εκπρόσωπος του κόμματος Γιώργος Κουμουτσάκος επιχείρησε για μια ακόμη φορά χθες να πετάξει τη μπάλα στην εξέδρα, θέτοντας ως προϋπόθεση «να διασφαλισθεί ότι μεταφέρονται όλες οι αρμοδιότητες για την αδειοδότηση και την εποπτεία των καναλιών στο ΕΣΡ». Ουσιαστικά, για μια ακόμη φορά εξέπεμψε σήμα καθυστερήσεων και κωλυσιεργίας – εάν όμως, και αυτή τη φορά, η ΝΔ τορπιλίσει, με το όποιο άλλοθι, την προσπάθεια συγκρότησης του Συμβουλίου πολύ δύσκολα θα μπορέσει να απεκδυθεί τον ρόλο του συμμάχου και εκπροσώπου του παλιού μιντιακού συστήματος.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και το Μαξίμου, τονίζοντας χθες το βράδυ ότι «τη Δευτέρα θα γίνει σαφές αν η ΝΔ ενδιαφέρεται για την συγκρότηση του ΕΣΡ, ή για την διαιώνιση της αυθαιρεσίας».

Τι θα προβλέπει η νέα, μεταβατική ρύθμιση

Από εκεί και πέρα – και πάντοτε με βασική παράμετρο το τι θα γίνει με το ΕΣΡ – το κυβερνητικό επιτελείο, με την προσωπική εμπλοκή του υπουργού Επικρατείας Νίκου Παππά, της ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης, αλλά και των συνταγματολόγων της κυβέρνησης, εξετάζουν όλες τις πτυχές της νέας ρύθμισης για τη χορήγηση των «προσωρινών βεβαιώσεων λειτουργίας», προκειμένου να μην υπάρξουν νέα παράθυρα συνταγματικής αμφισβήτησης αλλά και για να αποκλειστεί κάθε κίνδυνος παγίωσης ενός νέου καθεστώτος αναρχίας και ημι – νομιμότητας στο τηλεοπτικό τοπίο.

Προκειμένου να συμβεί αυτό πρέπει να ξεκαθαρίσει τι θα γίνει με τους δύο εκ των 4 υπερθεματιστών που δεν διαθέτουν κανάλι, το εάν στην ενδιάμεση περίοδο θα μπορούν να εκπέμπουν – πάντοτε με καταβολή τιμήματος – τόσο τα παλαιά όσο και νέα κανάλια, και το πώς θα διασφαλιστεί ότι το μεταβατικό διάστημα έως την τελική αδειοδότηση θα σύντομο και θα δρομολογεί νέα τετελεσμένα ημι – αυθαιρεσίας.

Οι απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα βρίσκονται ανάμεσα σε όσα έχει ζητήσει ο Αλέξης Τσίπρας να έχουν ξεκαθαρίσει έως τη Δευτέρα, χωρίς όμως αυτό να προεξοφλεί και σπουδή για την άμεση κατάθεση της νέας νομοθετικής ρύθμισης. Σύμφωνα με χθεσινοβραδινές πληροφορίες, δε, η κατάθεσή της – παρά τις πρώτες κατηγορηματικές εξαγγελίες της κυβερνητικής εκπροσώπου – δεν αποκλείεται να καθυστερήσει εάν χρειαστεί, προκειμένου να υπάρξουν όλες οι αναγκαίες πολιτικές και συνταγματικές ασφαλιστικές δικλείδες.