Για ακόμη ένα καλοκαίρι, η Ελλάδα ετοιμάζεται για μια αύξηση του τουρισμού της, με τους ταξιδιώτες που αναμένεται να εξυπηρετήσει να ξεπερνούν τα 32 εκατομμύρια, αριθμός που αντιστοιχεί σε 3 τουρίστες ανά κάτοικο, περισσότερους δηλαδή από οποιαδήποτε άλλη χρονιά.

Ads

Για την Ελλάδα, που εδώ και μια δεκαετία βρίσκεται αντιμέτωπη με την κρίση, ο τουρισμός αποτελεί τη βαριά βιομηχανία και έχει βοηθήσει σε μεγάλο βαθμό την οικονομία της. Όμως ο Guardian σε δημοσίευμά του θέτει το πρόβλημα του υπερτουρισμού, ένα φαινόμενο που αντιμετωπίζουν και άλλες τουριστικές χώρες. Είναι η Ελλάδα με το μέγεθος, τον πληθυσμό και τις υποδομές σε θέση να εξυπηρετήσει 32 εκατομμύρια τουρίστες στο διάστημα της καλοκαιρινής σεζόν; Κι αν ναι, με ποιο τίμημα; διερωτάται η βρετανική εφημερίδα. 

Εδώ και τρία χρόνια, ο αριθμός των επισκεπτών της χώρας αυξάνεται σχεδόν κατά δύο εκατομμύρια κάθε χρόνο. Οι επισκέψεις μάλιστα από την Κίνα φαίνεται πως έχουν ήδη διπλασιαστεί από αυτές του προηγούμενου έτους, ενώ οι προβλέψεις για το μέλλον κάνουν λόγο για αριθμούς-ρεκόρ μέσα στην επόμενη δεκαετία. Ο περιβαλλοντολόγος και πρώην ευρωβουλευτής των Πρασίνων, Νίκος Χρυσόγελος, μιλώντας στον Guardian εξέφρασε την ανησυχία του: «Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να έχουμε όλο και περισσότερους τουρίστες. Δεν μπορούμε να έχουμε μικρά νησιά, με μικρές κοινότητες, που φιλοξενούν 1 εκατομμύριο τουρίστες σε λίγους μόλις μήνες. Υπάρχει κίνδυνος η υποδομή τους να μην είναι προετοιμασμένη, να γυρίσει όλο αυτό ως ένα τεράστιο μπούμερανγκ αν εστιάσουμε μόνο στους αριθμούς και δεν εξετάσουμε την ανάπτυξη ενός πιο βιώσιμου μοντέλου τουρισμού».

Διαβάστε ακόμα: «Η χαμένη τέχνη του ταξιδιού» του Στέλιου Βαρβαρέσου

Ads

Η περίπτωση της Σαντορίνης

Τον ίδιο προβληματισμό φαίνεται πως έχει και ο Νίκος Ζώρζος, δήμαρχος της Σαντορίνης, ενός από τους πιο διάσημους τουριστικούς προορισμούς της Ελλάδας. Την περασμένη χρονιά, ο δήμαρχος αναγκάστηκε να θέσει περιορισμούς στους επισκέπτες που θα δεχόταν ημερησίως το νησί, περιορίζοντάς τους στους 8.000. Ένα μέτρο που προέκυψε εξαιτίας του αριθμού-ρεκόρ των δύο εκατομμυρίων επισκεπτών του νησιού. Ένας όλο και αυξανόμενος αριθμός τουριστών του νησιού, προέρχεται από τις ασιατικές μεσαίες τάξεις, που μόλις τα τελευταία χρόνια γνωρίζουν αύξηση του εισοδήματός τους, και πολλοί από αυτούς τους τουρίστες συρρέουν στην Ελλάδα για να παντρευτούν ή να ανανεώσουν τους γαμήλιους όρκους τους με φόντο τα ελληνικά νησιά.

Η αύξηση του τουρισμού στη Σαντορίνη είναι τέτοια που οι τοπικοί φορείς αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο τον τουρισμό ως πρόβλημα, παρά ως θεμιτή οικονομική συνθήκη. Οι αρχές, φοβούμενες την πίεση που ασκείται στους φυσικούς πόρους και την υποδομή του νησιού, φαίνεται πως είναι έντρομες. Αν και το νησί αποτελείται από μόλις 76 τετραγωνικά χιλιόμετρα, τον προηγούμενο χρόνο καταγράφηκαν πάνω από 5.5 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις, με τα επίπεδα κατανάλωσης ενέργειας και νερού να εκτοξεύονται στα ύψη.

«Έχουμε κατασκευάσει πολυάριθμες μονάδες αφαλάτωσης και βρισκόμαστε στη διαδικασία ανέγερσης της μεγαλύτερης στην Ελλάδα, αλλά σε πέντε χρόνια ανησυχώ πως ακόμα και αυτό δεν θα είναι αρκετό», αναφέρει ο δήμαρχος του νησιού.

Ο δήμαρχος όμως έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου εδώ και μήνες για την κατάσταση στο νησί. Τον περασμένο Δεκέμβριο, από το βήμα εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε στο μουσείο της Ακρόπολης με αφορμή τα 50 χρόνια από την ανασκαφή στο Ακρωτήρι, ο δήμαρχος του νησιού, είχε μιλήσει για την ανεξέλεγκτη δόμηση ως αποτέλεσμα του τουρισμού, που  είναι επίσης ένας παράγοντας που απειλεί τους παραδοσιακούς οικισμούς. Ταυτόχρονα έκανε λόγο για τις υποδομές του νησιού που αφορούν την ενέργεια και την καθαριότητα και ανέφερε πως βρίσκονται στα όριά τους. Ο Νίκος Ζώρζος είχε τονίσει τότε ότι το 1971 υπήρχαν 3.375 κατοικίες και πλέον αυτές έχουν ξεπεράσει τις 13.888. Την ίδια στιγμή το 2013 οι απαιτήσεις για ενέργεια ανέρχονταν σε 32MW και φέτος οι απαιτήσεις ξεπέρασαν τα 48MW.

Ο τουρισμός ως αντίδοτο στη διάλυση της οικονομίας

Πολύ λίγοι άνθρωποι βέβαια ισχυρίζονται ότι ο τομέας του τουρισμού δεν είναι ευεργετικός για τον τόπο. Τουλάχιστον ένας στους πέντε Έλληνες εργάζεται στη βιομηχανία του τουρισμού.

Όπως παρατηρεί ο Guardian: “Ως κινητήριος μοχλός μιας οικονομίας που έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 25% σε συνθήκες δημοσιονομικής μείωσης, ο τουρισμός παραμένει ένας από τους λίγους επιτυχείς τομείς μιας χώρας που κοντεύει τη συμπλήρωση μιας δεκαετίας οικονομικής κρίσης. Ο τουρισμός είναι ο μεγαλύτερος εγγυητής εισαγωγής ξένου συναλλάγματος στη χώρα, το οποίο μάλιστα αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο του συνόλου της οικονομίας. Η ανάγκη επιβίωσης έχει επίσης κάνει τον κλάδο πιο εφευρετικό. Στις πιο απόμακρες περιοχές των νησιών, μπουτίκ ξενοδοχεία κάνουν πλέον την εμφάνισή τους. Για πολλούς, είναι αντίδοτο στην εξαντλητική λιτότητα που επιβλήθηκε στην Ελλάδα, για την υποστήριξη μιας οικονομίας που επιβαρύνθηκε από συσσωρευμένο χρέος δεκαετιών”.

“Η εντυπωσιακή αύξηση των τουριστικών αριθμών είναι επίσης το αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς”, σημειώνει η βρετανική εφημερίδα και συνεχίζει: “Οι Έλληνες έχουν κάνει πολλά για να βελτιώσουν τις υπηρεσίες τους και μετά από δεκαετίες εστίασης στον ήλιο και τις παραθαλάσσιες διακοπές, η βιομηχανία έχει γίνει πιο εκλεκτική και ποικιλόμορφη, με την τουριστική σεζόν να επεκτείνεται στον χειμώνα και την άνοιξη. Οι Έλληνες ποντάρουν επίσης στους Ασιάτες επισκέπτες, καθώς οι απευθείας πτήσεις μεταξύ Αθήνας και Πεκίνου ξεκίνησαν τον περασμένο Σεπτέμβριο”.

Σε κάθε περίπτωση, η υπέρμετρη αύξηση του τουρισμού φαίνεται πως πλέον γεννά ερωτηματικά, τόσο ως προς το αν το περιβάλλον μπορεί να «σηκώσει» τις ενεργειακές απαιτήσεις του αυξημένου αριθμού επισκεπτών, όσο και αναφορικά με ένα ακόμα ζήτημα, αυτό της στέγασης. Η Αθήνα, άλλωστε, δεν απέχει πλέον πολύ από περιπτώσεις πόλεων όπως η Βαρκελώνη ή η Βενετία, όπου η εύρεση κατοικίας αποτελεί τεράστια περιπέτεια για τους ντόπιους κατοίκους, εξαιτίας της υπηρεσίας AirBnB που εκτοξεύει τα ενοίκια στα ύψη.