Η πρωτόγνωρη, μέσω twitter, αποσπασματική παράθεση τμημάτων αρχειακού υλικού για τον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα, μπορεί να μην έχει σχέση με την επιστήμη της ιστορίας, αλλά προκάλεσε πολιτικό θόρυβο στην Ελλάδα. Η δεξιά έσπευσε να εκμεταλλευθεί πολιτικά το υλικό και ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπας, απάντησε με επίθεση στον καθηγητή «Παπαρατσένκο».
 
Στο μεταξύ, στην «Καθημερινή» της Κυριακής, δημοσιεύθηκε άρθρο του  Ν. Μαραντζίδη «Ο ελληνικός Εμφύλιος, η ΕΣΣΔ και η μάχη των Αρχείων»). Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Μακεδονίας διευκρινίζει ότι τα ντοκουμέντα που δημοσιεύθηκαν ήταν βασικά ήδη γνωστά, κάνει μια απαρίθμηση των διαφόρων προσπαθειών για το άνοιγμα και τη μελέτη των αρχείων και σημειώνει:

Ads

«Για τα έτη 1946-1949, αναμφίβολα το πιο σημαντικό βιβλίο με αρχειακό υλικό αποκλειστικά από ρωσικά αρχεία είναι του Νίκου Παπαδάτου, ¨Ακρως Απόρρητο, οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ 1944-1952¨ (Αθήνα 2019). Ο  Παπαδάτος, που αποτελεί τον συστηματικότερο, κατά τη γνώμη μου, Έλληνα μελετητή των ρωσικών αρχείων, δημοσιοποίησε 193 σημαντικά έγγραφα που μετέφρασε ο ίδιος».
 
To ιδιαίτερα κατατοπιστικό άρθρο που δημοσιεύουμε στη συνέχεια έχουν ακριβώς συγγράψει ο Νίκος Παπαδάτος  και ένας επίσης εξαιρετικός ερευνητής, ο Φοίβος Οικονομίδης, Διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Στο τέλος, παραθέτουμε μερικά ντοκουμέντα που συνοδεύουν το άρθρο τους:  
 
image

Είναι αλήθεια ότι το μέλλον επιφυλάσσει ποικίλες εκπλήξεις. Το ίδιο όμως φαίνεται να ισχύει και για το παρελθόν, ιδιαίτερα όταν κάποιος επιχειρεί να το «ερευνήσει». Κι αυτό γιατί η ιστορία κρύβει τις δικές της «πονηρίες» (Χέγκελ) . Πρέπει λοιπόν να είναι κανείς πολύ προσεκτικός, ιδιαίτερα εάν ομιλούμε για επαγγελματίες ιστορικούς, στο άνοιγμα των ιστορικών πηγών, όταν προτίθεται είτε καλή τη πίστει (καλόπιστα) για να «ξεθάψει», είτε κακή τη πίστει (κακόπιστα) για να «θάψει». Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο όταν δεν είναι σε θέση να γνωρίζει εκ των προτέρων το πραγματικό κοινωνικό και ιστορικό βάθος του προς διερεύνηση αρχειακού υλικού.

I

Την 25η Ιανουαρίου 2022 η εφημερίδα Καθημερινή φιλοξένησε ένα άρθρο της κυρίας Ηλιάνας Μάγρα υπό τον τίτλο «ο ελληνικός εμφύλιος έγινε viral στο Twitter». Στο ευσύνοπτο σημείωμα της δημοσιογράφου αναφέρεται ότι «[…] έγγραφα που […] αποχαρακτηρίστηκαν πρόσφατα στη Ρωσία […] φαίνεται να επιβεβαιώνουν τη στενή σχέση που υπήρχε κατά τη διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου –και από τις αρχές του Ψυχρού Πολέμου- μεταξύ του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος και της Σοβιετικής Ένωσης». [1]

Ads

Το συγκεκριμένο άρθρο ολοκληρώνεται με τη διαπίστωση «ότι το ενδιαφέρον των εγγράφων (στο Twitter)» είναι «ότι η σοβιετική ηγεσία δεν είχε απλώς εμπλοκή, αλλά πολύ προσεκτική εποπτεία του τι συνέβαινε στον ελληνικό εμφύλιο». [2] Τα εν λόγω έγγραφα στο Twitter, ήτοι λίστα προς παράδοση όπλων στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, επιστολή των Μάρκου Βαφειάδη και Νίκου Ζαχαριάδη (7 Ιουλίου 1948), αξιολογική σοβιετική έκθεση περί των κατηγοριών του Μάρκου Βαφειάδη εναντίον του Νίκου Ζαχαριάδη, αναπαρήχθησαν και δημοσιεύθηκαν ταυτόχρονα από αρκετά ειδησεογραφικά έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα της χώρας μας και τις επόμενες ημέρες.

Ειδικότερα, ιδιαίτερη μνεία για τα ανωτέρω έγγραφα έγινε την 27η Ιανουαρίου 2022, μια ημερομηνία ιδιαίτερου συμβολισμού καθώς η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αποφάσισε να την ανακηρύξει ως Διεθνή Ημέρα Μνήμης κατά των θυμάτων του Ολοκαυτώματος από το ναζιστικό καθεστώς κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Πληροφοριακά είναι αναγκαίο να υπενθυμίσουμε ότι σήμερα πλέον υπάρχουν ήδη πολλές πηγές που θα μπορούσε να ανατρέξει οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος. Επομένως, είναι αναγκαίο να σημειώσουμε ότι το ελληνικό αναγνωστικό κοινό και οι πάσης φύσης ερευνητές που επιθυμούν να ερευνήσουν την ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου μπορούν να ξεκινήσουν το εγχείρημά τους από δύο αρχειακά κέντρα φύλαξης αρχειακού υλικού:

α. Τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, β. Το Επιμορφωτικό Κέντρο Χαρίλαος Φλωράκης. Επιπλέον, στην ελληνική βιβλιογραφία υπάρχει μια σημαντική αρχειακή εργασία που προέρχεται από τα πρώην σοβιετικά αρχεία: Οι σχέσεις ΚΚΕ και ΚΚ Σοβιετικής Ένωσης στο διάστημα 1953-1977 (σύμφωνα με τα έγγραφα του Αρχείου της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ). ).

Αξίζει όμως να επισημάνουμε ότι η επεξεργασία των ρωσικών αρχείων έχει ξεκινήσει στην Ελλάδα ήδη από τη δεκαετία του 1980, με σημαντικό σταθμό τις μελέτες της ιστορικού Ιωάννας Παπαθανασίου, η οποία είναι η πρώτη Ελληνίδα επαγγελματίας ιστορικός που μελέτησε τα ρωσικά αρχεία στη Μόσχα, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης.

Στο ανά χείρας ενημερωτικό σημείωμα θα περιοριστούμε σε δύο έργα μας, τα οποία ασχολούνται διεξοδικά με την ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου. Στη μελέτη του Φοίβου Οικονομίδη Το Σύνδρομο του Οδυσσέα – Η αόρατη μάχη του Ψυχρού Πολέμου υποστηρίζεται, η άποψη ότι δεν υπήρχε ταυτότητα απόψεων στη πλευρά των νικητριών δυνάμεων της Δύσης που επιδίωκαν να εξασφαλίσουν την επιρροή τους στον Ελλαδικό χώρο.

image

Συγκεκριμένα αναφέρεται: «ανάλογα με τα πρόσωπα και τις περιστάσεις, ο Στάλιν υποστήριξε δύο διαμετρικά αντίθετες απόψεις σχετικά με τη σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944», χαρακτηρίζοντας ως κομβική την περίοδο αυτή στον βαθμό όπου «ο Στάλιν […] διαπίστωνε την εκδήλωση των αγγλοαμερικανικών αντιθέσεων που τον ικανοποιούσαν ιδιαίτερα, αφού διασπαζόταν, έστω προσωρινά, το αγγλοσαξονικό «ιμπεριαλιστικό μέτωπο»». [3]

Επιπροσθέτως, η πρωτογενής αρχειακή εργασία του Νίκου Παπαδάτου στα Ρωσικά αρχεία, με τίτλο Άκρως Απόρρητο, Οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ / 1944-1952,  έθεσε ευθύς εξαρχής δύο βασικούς στόχους: α. Να φέρει στη δημοσιότητα ορισμένα σπάνια υλικά, τα οποία θα βοηθήσουν τους ερευνητές να εμβαθύνουν στο έργο τους. β. Να ερμηνεύσει ιστορικά τα εν λόγω τεκμήρια. Πράγματι, στα συμπεράσματα του ανωτέρω βιβλίου αναφέρονται χαρακτηριστικά οι ακόλουθες επισημάνσεις:

«[…] Εξετάσαμε ευσύνοπτα τις αποφάσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ συνδυαστικά, αναδεικνύοντας το συγκεκριμένο πλαίσιο αλληλεπίδρασης ΕΣΣΔ-ΚΚΕ. Πιο συγκεκριμένα, η Σοβιετική Ένωση από το 1944 έως το 1952 –δηλαδή, καθ’ όλη την περίοδο που εξετάζει το ανά χείρας βιβλίο– στόχευε:

α. Στη συντριβή της ναζιστικής Γερμανίας,
β. στη δημιουργία ενός μεταπολεμικού κόσμου όπου οι δυτικές δυνάμεις δεν θα ενώνονταν εις βάρος της Μόσχας,
γ. στη διατήρηση των μεταπολεμικών «τροπαίων» του Κόκκινου Στρατού, προκειμένου να επιτευχθεί η αναγκαία οικονομική ανασυγκρότηση της Σοβιετικής Ένωσης,
δ. στη δημιουργία «δορυφόρων», οι οποίοι θα αποτελούσαν την πρώτη γραμμή «στρατιωτικής» άμυνας σε περίπτωση δυτικής επέμβασης, και
ε. στη δημιουργία ανταγωνιστικών κοινωνικών συστημάτων (λαϊκές δημοκρατίες), τα οποία θα ασκούσαν πίεση στις δυτικές κυβερνήσεις μέσω των διεκδικήσεων των εργαζομένων.

image

Ταυτοχρόνως, επιδιώχθηκε η διείσδυση και προώθηση των σοβιετικών μοντέλων διακυβέρνησης στη Δύση, σταδιακά και προσεκτικά, με βάση τις γενικότερες διεθνείς συνθήκες.

Αυτοί οι στρατηγικοί στόχοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ως μέσο, σε επίπεδο τακτικής, όλη τη δράση των δυτικών και βαλκανικών κομμουνιστικών κομμάτων, τα οποία αγωνίζονταν για την προάσπιση της Σοβιετικής Ένωσης ήδη από την περίοδο της επιβληθείσας από την Κομιντέρν «μπολσεβικοποίησης». Η ηγεσία του ΚΚΕ θεωρούσε ότι η Σοβιετική Ένωση αποτελούσε πρότυπο σοσιαλιστικού κράτους. Για τους ιθύνοντες του ΚΚΕ, Σοβιετική Ένωση και κομμουνισμός ήταν ταυτόσημες έννοιες.

Συνεπώς, η πολιτική του ΚΚΕ, όπως ακριβώς και η πολιτική των κομμουνιστικών κομμάτων της Γαλλίας και της Ιταλίας, κατά την εν λόγω περίοδο, χρησιμοποιήθηκε από τη σοβιετική ηγεσία ως τακτικό μέσο με στόχο την προώθηση των ανωτέρω στρατηγικών επιδιώξεων.
 
Ταυτοχρόνως, οι κομμουνιστικές ηγεσίες της Δύσης –το ΚΚΕ δεν αποτέλεσε εξαίρεση– «υπέταξαν» οικειοθελώς για την ακρίβεια, ευθυγράμμισαν– τη δράση τους στις «ευρύτερες διεθνιστικές ανάγκες του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος», δηλαδή στις πολιτικές αποφάσεις της ΕΣΣΔ για τα ζητήματα διεθνούς πολιτικής. Πρόκειται για διαλεκτική σχέση δύο πόλων –Σοβιετικής Ένωσης και περιφερειακών δυτικών κομμουνιστικών κομμάτων– και όχι για μια μονομερώς επιβαλλόμενη κατάσταση «από τις δυνάμεις του ολοκληρωτισμού»». [4]
 
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε ότι τα ζητήματα στρατηγικής θα πρέπει να εξετάζονται στα πλαίσια των ιστορικών γεγονότων, όπως εξελίσσονται στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Προς τούτο, θα υπενθυμίσουμε ότι η στρατηγική αυτή εύρισκε πρόσφορο έδαφος, δεδομένου ότι οι λαοί των ευρωπαϊκών χωρών που μόλις είχαν απεμπλακεί από την παγκόσμια σύρραξη, είχαν ζήσει και είχαν υποστεί τη φρίκη και τις θηριωδίες του πολέμου.
 
Συνεπώς όπως και μετά τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο, το κλίμα για μια κοινωνική αλλαγή, εν προκειμένω «σοσιαλιστική», ήταν εξαιρετικά ευνοϊκό, όπως και θα παρέμενε και στη συνέχεια, για αρκετά ακόμη χρόνια. Επειδή ακριβώς οι μνήμες ήταν νωπές, η πάλη για την κοινωνική αλλαγή που ήδη προϋπήρχε, έπαιρνε στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο διαστάσεις σύγκρουσης ανάμεσα στον σοσιαλισμό και στον καπιταλισμό, αξιοποιώντας τις κατακτήσεις της αντιφασιστικής πάλης των λαών.
 
Επομένως και το σύνθημα «ποτέ πια πόλεμος» ήταν σχεδόν ταυτόσημο με την έννοια της κοινωνικής αλλαγής. Η ως άνω έρευνα επιχειρεί ταυτοχρόνως να αναδείξει και να ρίξει φως μέσα από το πρίσμα του προσφάτως αποχαρακτηρισμένου αρχειακού υλικού των πρώην σοβιετικών αρχείων – νυν ρωσικών –  σειρά ζητημάτων « taboo », όπως:

  • η λίστα των Ελλήνων πρακτόρων που δούλεψαν υπό την καθοδήγηση της μυστικής οργάνωσης των βρετανικών στρατιωτικών και πολιτικών υπηρεσιών ασφαλείας με την κωδική ονομασία «Εκτελεστικές Επιχειρήσεις Ειδικών Αποστολών» [SOE]
  •  τις πολλαπλές μυστικές αναφορές του ΚΚΕ στους Σοβιετικούς το 1946
  • τις σοβιετικές αξιολογήσεις των αιτημάτων του Νίκου Ζαχαριάδη τον Οκτώβριο του 1946
  • τη σοβιετική ανάλυση περί των προοπτικών εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 1947
  •  την πρώτη επίσημη καταγγελία του Μάρκου Βαφειάδη κατά του Νίκου Ζαχαριάδη τον Δεκέμβριο του 1948
  • τα αναλυτικά ποσά που απέστειλαν οι Σοβιετικοί για την ενίσχυση του ΔΣΕ τον Απρίλιο του 1949
  •  τις προσωπικές κατηγορίες του Μάρκου Βαφειάδη κατά του Νίκου Ζαχαριάδη τον Δεκέμβριο του 1949
  •  τις αναλυτικές εκθέσεις περί των διαφωνιών μεταξύ του ελληνικού και αλβανικού κόμματος
  •  σειρά στενογραφημένων συνομιλιών μεταξύ των Στάλιν, Ζαχαριάδη, Μόλοτωφ, Χότζα και Παρτσαλίδη τον Ιανουάριο του 1950
  •  τις εκθέσεις των Σοβιετικών για τα Δεκεμβριανά και τη Συμφωνία της Βάρκιζας
  •  την ανάδειξη σπάνιων αρχειακών έγγραφων αναφορικά με την υπόθεση του Κώστα Καραγιώργη τον Ιούλιο του 1950
  • το ιστορικό πλαίσιο της σύγκρουσης Ζαχαριάδη-Βαφειάδη και σειρά λοιπών προσωπικών εγγράφων και ανακαταγραφών μελών της ΚΕ του ΚΚΕ που φωτίζουν τις πιο «σκοτεινές» περιόδους του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος.

Με την ευκαιρία αυτή θα πρέπει να έρθει για πρώτη φορά στη δημοσιότητα ένα σημαντικό ιστορικό στοιχείο: Η απόφαση για την οριστική και σταδιακή υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης στον ένοπλο αγώνα του ΔΣΕ έλαβε χώρα την  23η Μαΐου 1947 στις 23Η40, λίγο πριν τα μεσάνυχτα, κατά τη «Συνεδρίαση της Μόσχας». Η εν λόγω συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο Κρεμλίνο, διήρκεσε μία ώρα και δέκα λεπτά, και συμμετείχαν οι Στάλιν, Ζαχαριάδης, Μόλοτωφ και Ζντάνοφ.
 
Πλήθος αρχειακών εγγράφων που απόκεινται στα ρωσικά αρχεία συνηγορούν εις το ακόλουθο: στη βαθμιαία μετατροπή της Λαϊκής Μαζικής Αυτοάμυνας του ΚΚΕ σε πλήρη ένοπλη σύγκρουση με την υποστήριξη των Τίτο, Ντιμίτροφ, Χότζα και των λοιπών Λαϊκών Δημοκρατιών.
 
Κατά συνέπεια, η έναρξη του ένοπλου αγώνα από την πλευρά του ΚΚΕ είχε την πλήρη συγκατάθεση των Σοβιετικών οι οποίοι φρόντιζαν να τον υποστηρίζουν, με τη χορήγηση γερμανικού οπλισμού, που προέρχονταν από τα λάφυρα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα σχετικά αρχειακά υλικά, ακόμη κι εάν δεν είναι γνωστά στον Έλληνα μελετητή του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, είναι σίγουρα προσβάσιμα σε όλους τους συναδέλφους ιστορικούς που έχουν μια στοιχειώδη γνώση της δευτερογενούς ρωσικής βιβλιογραφίας. [5]
 

image

Η μαζική αναπαραγωγή συγκεκριμένων -και προσεκτικά επιλεγμένων- αρχειακών εγγράφων στο Twitter, με προφανή προδήλως επιδίωξη να γίνουν « viral », παραπέμπουν, mutatis mutandis, στις πρακτικές «ενημέρωσης» κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Είναι οι πρακτικές αυτές αρτισύστατο φαινόμενο στην πρόσφατη ελληνική πολιτική ιστορία της Ελλάδας;

Το ακόλουθο απόσπασμα από το βιβλίο του Φοίβου Οικονομίδη Το σύνδρομο του Οδυσσέα δίδει κάποιες άκρως ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον «πόλεμο προπαγάνδας» που τελέστηκε στην Ελλάδα κατά την περίοδο εκείνη:

 «Από τις αρχές του 1944 μέχρι το τέλος του πολέμου, ο ταγματάρχης και στη συνέχεια αντισυνταγματάρχης Τζέιμς Σμιθ ανήκε στον ηγετικό πυρήνα της ολιγομελούς ομάδας Δημοσιότητας και Ψυχολογικού Πολέμου (Publicity and Psychological Warfare – P&PW) της Πρώτης Αμερικανικής Ομάδας Στρατού ή Στρατών της FUSAG, όπου ανήκε το μεγαλύτερο μέρος της εκστρατευτικής δύναμης των ΗΠΑ στο Ευρωπαϊκό Θέατρο Πολέμου […]

Το P&PW αποτέλεσε τον πρόδρομο και την πρώτη μικρογραφία της CIA, που ανέλαβε μεταπολεμικά, με απόφαση του NSC, το συντονισμό και την οργάνωση του Ψυχολογικού Πολέμου εναντίον της ΕΣΣΔ και των φίλων της, συγκεντρώνοντας στις γραμμές της ανθρώπους του OSS, των στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών, του OWI κ.ά.». [6]

Στη σημερινή εποχή, στον αιώνα της πληροφορίας και της ψηφιοποίησης, οι τεχνολογικές εξελίξεις που τρέχουν με υπερβολικές ταχύτητες επιτρέπουν τη μετεξέλιξη των πάλαι ποτέ μεθόδων προπαγάνδας σε υπερσύγχρονα όπλα χειραγώγησης και πληροφορικού πολέμου.
 
Επομένως δεν θα πρέπει να περάσει απαρατήρητη η πρόσφατη συγκυρία: Οι κρίσιμες γεωπολιτικές εξελίξεις, όπου εμφανίζονται όλο και πιο έντονα διαστάσεις μεταξύ της Ουάσιγκτον, από τη μία πλευρά, και της Μόσχας και του Πεκίνου, από την άλλη, οδήγησαν τον διεθνή τύπο σε αναφορές σχετικά με το «ότι η Ρωσία θέλει να αναστήσει τη Σοβιετική Ένωση αποκτώντας μεγαλύτερη επιρροή στα πρώην κράτη μέλη της». [7]
 
Η πιθανή προσπάθεια ενσωμάτωσης αυτών των δηλώσεων στην ελληνική κοινή γνώμη – ενδεχόμενα – με απώτερο σκοπό την ενεργοποίηση του συνειδησιακού επιπέδου, μέσω της ανάκλησης του φαντασιακού, και τέλος τη δημιουργία δύο διακριτών «στρατοπέδων», δυτικών – ανατολικών, μέσω της τραυματικής μνήμης του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, θα πρέπει τουλάχιστον, ακόμα και αν επιχειρήθηκε, επιχειρείται ή πρόκειται να επιχειρηθεί, να παίρνει υπόψη της την πρόσφατη πολιτική ιστορία της Ελλάδος.
 
Στο προαναφερθέν βιβλίο του Φοίβου Οικονομίδη διαβάζουμε, μεταξύ άλλων, τα εξής: « Από το 1948, η CIA είχε «χτυπήσει» τη σοβιετική «επίθεση ειρήνης» στην Ελλάδα που προωθούνταν από την πρεσβεία της ΕΣΣΔ στην Αθήνα, εξουδετερώνοντας τον Τζ. Πολκ αλλά και τον αρχηγό του δεξιού Λαϊκού  Κόμματος Κ. Τσαλδάρη που επιζητούσε επαφές με την ελληνική Αριστερά και την ΕΣΣΔ για μια ειρηνική συνεννόηση με τους αντάρτες. Ο Τσαλδάρης, πολύ σύντομα, μετά το τέλος του εμφύλιου πολέμου, υπονομεύτηκε, έπεσε στην αφάνεια και ουσιαστικά εξαφανίστηκε από το πολιτικό προσκήνιο.
 
Είκοσι έξι χρόνια αργότερα, δυο παλιοί συνεργάτες του Τσαλδάρη, ο Καραμανλής και ο Ράλλης, αν και είχαν διαφωνήσει μαζί του τότε, τώρα αποφάσιζαν [υπό τις νέες συνθήκες] ν’ ακολουθήσουν τα βήματά του προς την εθνική συμφιλίωση, μονόδρομος για την επιβίωση της Ελλάδας σ’ έναν κόσμο συχνά εχθρικό, ιδιαίτερα στη γειτονιά της […]». [8]
 
Η άποψη αυτή, δηλαδή ότι η εθνική συμφιλίωση αποτελούσε και αποτελεί μονόδρομο για την Ελλάδα –και στο πρόσφατο ιστορικό παρελθόν και σήμερα – δικαιώθηκε εκ των πραγμάτων, από τις ιστορικές εξελίξεις που ακολούθησαν μετά το καταστροφικό πραξικόπημα του Δημήτρη Ιωαννίδη τον Νοέμβριο του 1973 :
 
«Τον Αύγουστο του ’74, ο Καραμανλής και ο Μαύρος τόνισαν στον απεσταλμένο των ΗΠΑ στην Αθήνα βοηθό υπουργό Εξωτερικών Χάρτμαν ότι «θεωρούσαν ζωτικής σημασίας οι Ηνωμένες Πολιτείες να κάνουν κάθε προσπάθεια για να σταματήσουν αμέσως τις στρατιωτικές κινήσεις» της Τουρκίας, γιατί «διεκυβεύετο σοβαρά το όλον μέλλον της Κύπρου και ερχόταν σε πάρα δύσκολη θέση η νέα ελληνική δημοκρατική κυβέρνηση».
 
Το αίτημα της κυβέρνησης Καραμανλή δεν έγινε δεκτό. Η έντονη εξωτερική πίεση ήταν ένας από τους αποτελεσματικούς τρόπους για να καμφθεί η αντίσταση ή οι τάσεις ανεξαρτησίας της νέας κυβέρνησης στην Ελλάδα.
 
Οι διαφορές των κυβερνήσεων Ελλάδας και ΗΠΑ είχαν αρχίσει να επεκτείνονται σε διάφορα θέματα.

Ο απεσταλμένος του Κίσιντζερ στην Αθήνα Χάρτμαν εκδήλωσε την επιθυμία της κυβέρνησης των ΗΠΑ να «μην επιστρέψει ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος στην Κύπρο», σημείο που «τόνισε ιδιαίτερα» και στον Γιώργο Μαύρο και στον Κ. Καραμανλή.
 
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ φαινόταν να συμφωνεί με το αποτέλεσμα που είχε επιφέρει το πραξικόπημα του Ιωαννίδη στην Κύπρο, αλλά η νέα ελληνική κυβέρνηση, όπως έδειξαν οι εξελίξεις, απέρριψε την υπόδειξη των ΗΠΑ για μη επιστροφή του Μακάριου στη Λευκωσία και γενικότερα στο νησί». [9]
 
image

IΙΙ

Η όλως αποσπασματική παράθεση τμημάτων αρχειακού υλικού, μέσω Twitter, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με την ορθή πρακτική δημοσίευσης αρχειακών πηγών από τους ιστορικούς ερευνητές. Παραθέτουμε χαρακτηριστικά τον «ηθικό κώδικα της ελβετικής κοινότητας των ιστορικών» όπως αυτός δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 2004 στη Βέρνη.
 
Στο εδάφιο ΙΙΙ και συγκεκριμένα στις παραγράφους 11-15 διαβάζουμε: «III. Δημοσιεύσεις /11. Το δικαίωμα συγγραφής και η σειρά με την οποία αναφέρονται οι συγγραφείς αντικατοπτρίζει τη συμμετοχή τους σε ένα ερευνητικό έργο και σε μία δημοσίευση. 12. Δεδομένα που έχουν ληφθεί, εν τω συνόλω ή εν μέρει, από άλλο δημοσιευμένο ή αδημοσίευτο έργο, χαρακτηρίζονται ως τέτοια και αποδίδονται στους συγγραφείς τους.
 
13. Οι δημοσιεύσεις είναι ανοικτές στην κριτική ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των μελών του επαγγέλματος. Εξασφαλίζεται η δυνατότητα του να υιοθετήσουν [οι ερευνητές] θέση και να απαντήσουν. 14. Οι εκδότες και οι συντάκτες των δημοσιεύσεων έχουν την υποχρέωση, εντός ενός εύλογου χρονικού διαστήματος, να κρίνουν δίκαια τα άρθρα που τους υποβάλλονται και να μην εμπλέκουν προσωπικές ή ιδεολογικές προκαταλήψεις. Η αποδοχή [ενός άρθρου] για δημοσίευση θεωρείται ως δέσμευση. 15. Στις δημοσιεύσεις τους, οι συγγραφείς αναφέρουν τις κύριες πηγές χρηματοδότησης του ερευνητικού τους έργου». [10] 
 
Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι το Twitter δεν ενδείκνυται εξ ορισμού, μεθοδολογικά και δεοντολογικά, για τη διεξαγωγή μιας ιστορικής επιστημονικής έρευνας ή δημοσίευσης. Το ζήτημα, όμως, δεν είναι εν προκειμένω, stricto sensu, νομικό ή απλά αξιολογικό στα πλαίσια της κοινότητας των ιστορικών. Το ουσιώδες διακύβευμα είναι άλλο:
 
Tα «ηθικολογικά» τιτιβίσματα, και αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τη βούληση του εκάστοτε χρήστη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τύπου Twitter, που δαιμονοποιούν συναισθηματικώς και αποϊστορικοποιούν τα ιστορικά πολιτικά γεγονότα – πολλώ δε μάλλον αν μιλάμε για τον κλάδο της πολιτικής ιστορίας – επαναφέρουν την τραυματική μνήμη μέσω, αυτού που η Αθηνά Αθανασίου ονόμασε «μιντιακά συμβάντα απαθούς συμπόνιας». Εντός ενός τέτοιου πλαισίου, η «δημοσίευση» τιτιβισμάτων δεν προάγει την ιστορική αξιοποίηση του αρχειακού υλικού αλλά την πολιτική σκοπιμότητα της παραχάραξης και αναθεώρησης της ιστορίας.
 
Όπως εύστοχα παρατηρεί ο καθηγητής Γιώργος Κόκκινος στο βιβλίο του Το Ολοκαύτωμα και η Ευρωπαϊκή ιστορική Συνείδηση: «[…] Σε κράτη του πρώην «Σιδηρού Παραπετάσματος», κυρίως στην Πολωνία, την Ουγγαρία, την Τσεχία, τη Σλοβενία και τις Βαλτικές Δημοκρατίες, είτε έχει θεσπιστεί  σε εθνικό επίπεδο (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία) είτε επιδιώκεται σε υπερεθνικό, η δισυπόστατη καταδίκη των μαζικών εγκλημάτων των ολοκληρωτικών καθεστώτων, η οποία προϋποθέτει την πολλαπλώς προβληματική, ανιστορική και ηθικολογική εξομοίωση του κομμουνισμού (τουλάχιστον ως προς τις εξουσιαστικές πρακτικές) με τον εθνικοσοσιαλισμό, άρα τη διπλή θυματοποίηση που, αποσιωπώντας την εμπλοκή, αποενοχοποιεί […]
 
Ειδικότερα, το ιδεολόγημα της διπλής θυματοποίησης στις βαλτικές χώρες δεν προβάλλεται μόνο από το κράτος, αλλά, συγχρόνως, και από επιστημονικές επιτροπές και οργανώσεις, οι οποίες έχουν συσταθεί ακριβώς για να μελετήσουν τις αρνητικές συνέπειες της ναζιστικής και της σοβιετικής κατοχής, χωρίς όμως το ερευνητικό ενδιαφέρον τους να στρέφεται συνήθως και στους ισχυρούς ναζιστικούς θύλακες που σχηματίστηκαν στους κόλπους τους είτε στην εγγενή δυναμική που είχε στις κοινωνίες τους ο αντισημιτισμός (π.χ. Πολωνία).
 
Με τον χειρισμό αυτό η αγριότητα του εθνικοσοσιαλισμού έρχεται σε δεύτερη μοίρα μπροστά στο εθνικιστικό και ιδεοληπτικό πάθος εναντίον της Ρωσίας και της κομμουνιστικής ιδεολογίας». [11]
 
Δεν θα ήταν παρακινδυνευμένο, φρονούμε, να υποστηρίξουμε ότι η ανάδειξη της τραυματικής μνήμης μέσω ατυχέστατων τιτιβισμάτων στο Twitter επιδιώκει να μετατρέψει τον άκρατο αντικομμουνισμό σε ένα σαφή αντιρωσισμό διχάζοντας την ελληνική κοινή γνώμη. Η προσφυγή στην πρόσφατη πολιτική ιστορία της Ελλάδος έδειξε ότι η διατήρηση ισορροπημένων σχέσεων με τις μεγάλες δυνάμεις είναι ένας απαραίτητος όρος για την εσωτερική σταθερότητα στη χώρα μας.
 
Ειδικότερα, ως προς αυτό, αναφέρουμε τα ακόλουθα αποσπάσματα από το βιβλίο του Φοίβου Οικονομίδη Η επανάσταση στην Ελλάδα, το ΚΚΕ και οι ξένοι φίλοι, στα οποία διαφαίνεται ότι η ανωτέρω θέση ήταν κοινή συνείδηση του μεγαλύτερου τμήματος του πολιτικού κόσμου – τόσο αστικών όσο και κομμουνιστικών πολιτικών ηγετών- μετά την καταστροφική εμπειρία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου :
 
«Τον Σεπτέμβριο του 1944 ο Πέτρος Ρούσος, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, στον οποίο είχε υποδειχθεί από τη σοβιετική πρεσβεία του Καΐρου να μπει το ΕΑΜ στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, έγραψε στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση : «οι κομμουνιστές είναι πριν απ’ όλα ζωντανοί πολιτικοί ρεαλιστές, δηλαδή άνθρωποι της συγκεκριμένης πραγματικότητας. Όποιο πολιτικό καθεστώς και αν πρεσβεύουν αυτό θα κινηθεί μέσα σε συγκεκριμένο οικονομικό, πολιτικό και γεωγραφικό περιβάλλον και δυνατότητες…
 
.. Ξέρουμε ότι η Ελλάδα, ως χώρα βαλκανική, δηλαδή ηπειρωτική, δεν μπορεί παρά να στηρίζει την πολιτική της σε μία στενή συνεργασία με τα βαλκανικά κράτη και τη μεγάλη Σοβιετική Ένωση. Ξέρουμε επίσης ότι η Ελλάδα, ως χώρα μεσογειακή, ναυτική, θα έχει την ανάγκη στενής συνεργασίας με τις υπερπόντιες χώρες και ιδιαίτερα τη Μεγάλη Βρετανία. Η στενή συνεργασία με τις Μεγάλες Δυνάμεις είναι απαραίτητη για την μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Ελλάδας.
 
Το καλοκαίρι του 1945, ο Ζαχαριάδης ενημερωμένος περί των διεθνών εξελίξεων είπε: «Η χώρα μας εξαπλώνεται στη Μεσόγειο, σχεδόν ως τις αφρικανικές ακτές και κυριαρχεί στο δυτικό κομμάτι της ανατολικής Μεσογείου, πάνω στον δρόμο που συνδέει την Αγγλία με τα πετρέλαια της Μουσούλης, το Σουέζ και τις Ινδίες […]
 
..Στεκόμαστε λοιπόν σε ένα από τα πιο στρατηγικά, τα πιο νευραλγικά και σημαντικά σημεία μιας από τις πιο ζωτικές συγκοινωνιακές αρτηρίες της βρετανικής αυτοκρατορίας. Μία ρεαλιστική εξωτερική πολιτική από μέρους του ΕΑΜ θα έπρεπε να κινηθεί ανάμεσα σε δύο κύριους πόλους. Τον ευρωπαϊκό-βαλκανικό με κέντρο τη σοβιετική Ρωσία και τον μεσογειακό με κέντρο την Αγγλία. Σωστή εξωτερική πολιτική θα ήταν εκείνη που θα αποτελούσε έναν ελληνικό άξονα που θα συνέδεε αυτούς τους δύο πόλους.
 
Την ίδια περίοδο, ο Γεώργιος Παπανδρέου υποστήριξε ότι «η επίσημος εθνική πολιτική της Ελλάδος όφειλε να είναι πολιτική ίσης φιλίας και προς τους τρεις μεγάλους συμμάχους μας. Η Ελλάς, χώρα μεσογειακή και βαλκανική, συνορεύει και με τους δύο μεγάλους συνασπισμούς, εις την θάλασσαν συνορεύει με τους αγγλοσάξονας, εις την ξηράν με τον βαλκανικόν σλαβισμόν υπό την σκιάν της σοβιετικής παρουσίας. Η ειδική αυτή γεωγραφική θέσης της υπαγορεύει την εθνική της πολιτικήν». (Ομιλία Παπανδρέου,  6 Ιουλίου 1945).
 
Στις 25 Μαρίου 1946, ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης στην Πάτρα ανέφερε ότι ο ελληνικός λαός «επιθυμεί διακαώς» να αποβεί η χώρα του όχι αιτία διχόνοιας αλλά συνδετικός κρίκος μεταξύ του αγγλοσαξονικού κόσμου και των Ρώσων»». [12]
 
 Οι τελευταίες αυτές γραμμές, ίσως, να μην είχαν αξία εάν δεν είχε προηγουμένως μεσολαβήσει η συνάντηση μεταξύ των πρεσβειρών Ελλάδας και Ουκρανίας στις ΗΠΑ, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και Οξάνα Μαρκάροβα για συζητήσεις οι οποίες θα μπορούσαν να δημιουργήσουν «επιπλοκές»… για την Ελλάδα. Τούτων δοθέντων, θα θέλαμε με αίσθημα ευθύνης να δηλώσουμε τελικώς τα εξής:

Το πρώην αντισοβιετικό μένος έχει σήμερα αντικατασταθεί από την άκρατη ρωσοφοβία. Η «τυμβωρυχία» των πρώην σοβιετικών αρχείων – νυν ρωσικών σκοπεύει, μεταξύ άλλων, και στη δημιουργία χάσματος μεταξύ του ελληνικού και ρωσικού λαού, οι σχέσεις των οποίων συνδέονται από αιώνιους δεσμούς φιλίας και αμοιβαίου σεβασμού, με ιδιαίτερη έμφαση στην πάλη κατά των φασιστών και ναζιστών που αιματοκύλησαν την ανθρωπότητα.

Σήμερα, αυτή την κρίσιμη ώρα, με δεδομένη την ένταση στις διεθνείς εξελίξεις, είναι απολύτως αναγκαίο να τηρηθεί από ελληνικής πλευράς μια άκρως προσεκτική στάση, βασισμένη στις αρχές του διεθνούς δικαίου και στις καλές πρακτικές της διεθνούς διπλωματίας. 

To ότι ανήκουμε γενικά στη Δύση από τη σύσταση -σχεδόν- του ελληνικού κράτους, δεν σημαίνει ότι είμαστε εχθροί του κόσμου της Ανατολής. Σήμερα μέσα σε ένα πολυπολικό κόσμο, η χώρα μας θα πρέπει να συμβάλλει στην ειρηνική επίλυση των διαφορών που προκύπτουν μεταξύ διαφόρων κρατών, στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου και των διεθνών οργανισμών.
 
Σήμερα λόγω της ύπαρξης των πυρηνικών όπλων η ανθρωπότητα έχει ανάγκη περισσότερο από κάθε άλλη φορά να προστατεύσει με κάθε τρόπο την παγκόσμια σταθερότητα και ειρήνη.

image

*Από το προσωπικό ημερολόγιο συναντήσεων του Ιωσήφ Στάλιν. Η φωτογραφία βρίσκεται στον Προσωπικό φάκελο του Στάλιν στη Μόσχα. Από την εν λόγω φωτογραφία προκύπτει η συνάντηση του Νίκου Ζαχαριάδη με τον Στάλιν στις 23 Μαΐου 1947 στις 23 Η 40.

image

Από τα Αρχεία του SOE που βρίσκονται στο Λονδίνο. Η πρώτη σελίδα των εγγράφων που δείχνουν τους συνεργάτες των Εγγλέζων κατά τη διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης. Ορισμένα από αυτά τα πρόσωπα έπαιξαν καταλυτικό ρόλο κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών.

Σημειώσεις:

[1] Καθημερινή, 25 Ιανουαρίου 2022, φύλλο 7.

[2] Ibidem.

[3] Φοίβος Οικονομίδης, Το Σύνδρομο του Οδυσσέα – Η αόρατη μάχη του Ψυχρού Πολέμου.2018. ΚΨΜ, Αθήνα: 54, 62.

[4] Νίκος Παπαδάτος, Άκρως Απόρρητο, Οι σχέσεις ΕΣΣΔ-ΚΚΕ /1944-1952.2019. ΚΨΜ, Αθήνα: 27, 128.

[5] Βλέπε για παράδειγμα: Александр Данилов, Александр Пыжиков, Рождение сверхдержавы. 1945 – 1953 годы. 2002. Олма-Пресс, Μόσχα, σ. 34. Εκεί αναφέρεται χαρακτηριστικά το ακόλουθο έγγραφο: «Προς τον Σύντροφο Στάλιν.  Τα αιτήματα του Ζαχαριάδη γίνονται δεκτά στο σύνολό τους, εκτός από τα ακόλουθα δύο σημεία : 1 Αντί των 60 ορεινών πυροβόλων που ζήτησε, τα οποία δεν διαθέτουμε, αποστέλλεται ο ίδιος αριθμός γερμανικών αντιαρματικών πυροβόλων 37 χιλιοστών και βλήματα γι’ αυτά. Σύμφωνα με τον Βαλισέφσκι, τέτοια όπλα έχουν ήδη σταλεί ήδη και τους ικανοποίησαν.  2 Δεν υπάρχει δυνατότητα να ικανοποιηθεί το αίτημα περί βοήθειας με υποδήματα και ρουχισμό, δοθέντος ότι υπάρχει έλλειψη ξένων στολών και υποδημάτων.  100.000 δολάρια θα σταλούν στον Ζαχαριάδη μέσω του μηχανισμού του συντρόφου Σούσλοφ.   Ο Λαβρέντιεφ είναι εξουσιοδοτημένος να ενημερώσει προφορικά τον Ζαχαριάδη, προσωπικώς είτε μέσω έμπιστου προσώπου, για όλα όσα αποστέλλονται». Η μετάφραση του ρωσικού πρωτοτύπου έγινε από τους γράφοντες.  

[6]Φοίβος Οικονομίδης, Το Σύνδρομο του Οδυσσέα, οπ.π., σ. 143, 144.

[7] Βλέπε χαρακτηριστικά: https://tass.com/politics/1385397 /
https://www.inquirer.com/opinion/ukraine-putin-russia-nato-20220111.html
[8] Φοίβος Οικονομίδης, Το Σύνδρομο του Οδυσσέα, οπ.π., σ. 543, 544, 545. Οι υπογραμμίσεις στο πρωτότυπο κείμενο.

[9] Ibidem.  

[10] Société Suisse d’histoire, Code d’éthique, Βέρνη, Σεπτέμβριος 2004, σ. 4. Βλέπε: https://sgg-ssh.ch/sites/default/files/files/ssh-codeethique_fr.pdf

[11] Γιώργος Κόκκινος, Το Ολοκαύτωμα και η Ευρωπαϊκή ιστορική Συνείδηση. 2020. Παπαζήση. Αθήνα: 58, 59.

[12] Φοίβος Οικονομίδης, Η επανάσταση στην Ελλάδα, το ΚΚΕ και οι ξένοι φίλοι (Εμφύλιος 1945-1949). 2011. Λιβάνης, Αθήνα: 345, 346, 349.

* Φοίβος Οικονομίδης, Διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης / Νίκος Παπαδάτος, Διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης.