Το restart στον τουρισμό, έστω και σε ταχύτητες χαμηλότερες από το 50% των περσινών επιπέδων, έχει γίνει το μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης για να συγκρατηθεί η ύφεση της πανδημίας και να μην πάρει δραματικές διαστάσεις – ένα στοίχημα, το οποίο συνδέεται άρρηκτα και με την μορφή που θα έχουν οι οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις από το φθινόπωρο.

Ads

Σύμφωνα με τις πιο αισιόδοξες κυβερνητικές εκτιμήσεις θα αποτελέσει επιτυχία εάν ο τζίρος της τουριστικής βιομηχανίας φθάσει στο 40% με 50% της περσινής σεζόν – ήτοι, εάν τα έσοδα συγκρατηθούν κοντά στα 8 δισεκατομμήυρια ευρώ από τα 18,5 δι;ς του 2019. Οι παράγοντες του κλάδου όμως θεωρούν ότι ακόμη κι αυτό το ποσοστό είναι υπερφιλόδοξο και βάζουν τον πήχη «επιβίωσης» στο 30% των περσινών εσόδων.

Για να επιτευχθεί έστω κι αυτός ο στόχος όμως πρέπει να επιλυθούν μείζονα ζητήματα και να συγκεραστούν αντικρουόμενα συμφέροντα εντός και εκτός συνόρων. Στόχος του Μαξίμου, μετά και το θολό τοπίο που δημιούργησαν οι κατευθύνσεις της Κομισιόν για τον πανευρωπαϊκό συντονισμό της ευρωπαϊκής τουριστικής βιομηχανίας, είναι να καταθέσει το ελληνικό σχέδιο το αργότερο έως τα μέσα της επόμενης εβδομάδας.

Για τον λόγο αυτό έχει συγκληθεί σήμερα Σάββατο ειδική σύσκεψη στο Μαξίμου υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη για να κλειδώσει το τελικό σχέδιο και να ληφθούν οι αποφάσεις στα τρία καίρια ζητήματα: Τα υγειονομικά πρωτόκολλα που θα ισχύσουν, τις ρυθμίσεις για την εργασία, και το πλαίσιο της χρηματοδοτικής στήριξης του τουριστικού κλάδου.

Ads

Ως προς το σκέλος των υγειονομικών πρωτοκόλλων το βασικό ζήτημα, που τίθεται επίμονα από τους εκπροσώπους των ξενοδόχων και τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) είναι ότι «δεν πρέπει τα ξενοδοχεία να μετατραπούν σε νοσοκομεία». Το δεύτερο, εξίσου επίμονο αίτημα, είναι πως τα πρωτόκολλα υγειονομικής ασφάλειας δεν πρέπει να επιβαρύνουν οικονομικά ούτε τους τουρίστες, ούτε τους ξενοδόχους – ένα αίτημα που συνδέεται τόσο με την επιδίωξη της ελληνικής κυβέρνησης να υποβάλλονται σε τεστ κορονοϊού οι ξένοι τουρίστες πριν έρθουν στην Ελλάδα, όσο και με το κόστος που θα έχει πιθανή απαίτηση να παραμένουν κενά για ένα ή δύο 24ωρα τα δωμάτια των ξενοδοχείων όταν αλλάζουν οι ένοικοί τους.

Στο εργασιακό, το σχέδιο που προκρίνεται μέχρι στιγμής βασίζεται στην επιδότηση των ασφαλιστικών εισφορών, στην μερική – «λελογισμένη», όπως λέει χαρακτηριστικά κυβερνητική πηγή – κάλυψη των μισθολογικών απωλειών που θα έχουν όσοι εργαζόμενοι μπουν σε ευέλικτες μορφές ή εκ περιτροπής εργασία, και στην παράταση του επιδόματος ανεργίας για όσους δεν προσληφθούν καθόλου.  Και εδώ, ωστόσο, υπάρχουν «γκρίζες» ζώνες καθώς το ποσοστό της μισθολογικής αναπλήρωσης παραμένει άγνωστο, όπως και το πόσοι εργαζόμενοι θα απορροφηθούν τελικά σε μία σεζόν το πολύ τριών μηνών.

Σε ό,τι αφορά την απ΄ευθείας στήριξη των τουριστικών επιχειρήσεων δρομολογείται η μείωση του ΦΠΑ μέσω της μετάβασης στον χαμηλό συντελεστή και η αναστολή του τέλους διανυκτέρευσης.

Κομβικό κρίκο ωστόσο εδώ αποτελεί το τι θα γίνει με την Aegean, όπου οι εξελίξεις βρίσκονται στην πιο κρίσιμη φάση τους. Την Δευτέρα το απόγευμα αναμένεται μια πρώτη αποσαφήνιση του τοπίου, καθώς ο πρόεδρος της εταιρίας Ευτύχης Βασιλάκης θα ενημερώσει σε τηλεδιάσκεψη τους επενδυτές για την κατάσταση και τις προοπτικές της Aegean.

Το μείζον ζήτημα είναι πως θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα ρευστότητας της εταιρίας ώστε να παραμείνει βιώσιμη όσο διαρκεί η κρίση. Οι τελευταίες πληροφορείς αναφέρουν πως η κυβέρνηση θα ενισχύσει με σημαντικά κρατικά κεφάλαια τον αερομεταφορές εκμεταλλευόμενη την δυνατότητα που έδωσε η άρση της απαγόρευσης κρατικών επιδοτήσεων από την ΕΕ. Δεν προβλέπεται όμως ούτε κρατικοποίηση της εταιρίας – κατά το γερμανικό πρότυπο της Lufthansa -, ούτε μεταβίβαση μετοχών της στο δημόσιο, γεγονός που εγείρει ερωτήματα για την τελική μορφή και το κόστος για το δημόσιο που θα έχει η τελική φόρμουλα της διάσωσης.

Ανοιχτό ερώτημα αποτελεί επίσης και το εάν αυτή η διάσωση θα συνδεθεί με τις θέσεις εργασίας, καθώς ο Ευτύχης Βασιλάκης έχει ήδη προαναγγείλει περικοπές προσωπικού. Σήμερα, και μετά την έναρξη του lockdown, από τους περίπου 3.000 εργαζόμενους της εταιρίας παραμένουν σε ενεργή απασχόληση μόνον οι 700.