Σιγή ιχθύος από την πλευρά του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τις αντιδράσεις της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων σχετικά με την αιφνίδια τροποποίηση του άρθρου 6 του Ποινικού Κώδικα, που καταργεί το τεκμήριο αθωότητας για όσους κατηγορούνται για σύσταση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση οδηγώντας απευθείας στη φυλακή δράστες ακόμα και πλημμελημάτων. Σύμφωνα με όσα λέει στο tvxs.gr ο δικηγόρος στον Άρειο Πάγο Ιπποκράτης Μυλωνάς όμως, είναι και αντισυνταγματική η νέα παράγραφος. 

Ads

«Η νέα παράγραφος 6 του άρθρου 187 ΠΚ, που προστέθηκε με το άρθρο 72 του νόμου 4908/2022, και η οποία επιτάσσει άμεση έκτιση ποινής μετά την έκδοση πρωτοβάθμιας απόφασης, είναι αντισυνταγματική, επειδή αυτή παραβιάζει το άρθρο 25 του Συντάγματος, που θεσπίζει την αρχή της αναλογικότητας, αρχή που αποτελεί θεμέλιο λίθο  του Ευρωπαϊκού Δίκαιου. 

Ως γνωστόν, στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζονται τα εξής: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του  κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας».

Επίσης στην παρ. 2 εδ. α του άρθρου 5 του Συντάγματος ορίζεται: «Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων». 

Ads

Ο δικηγόρος υπογραμμίζει πως η ίδια η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων που προέβη σε αποχή εξαιτίας αυτού του σοβαρού ζητήματος, τόνισε πως η τροποποίηση αυτή, αποτελεί ένα ακόμη δείγμα παράβασης των κανόνων καλής νομοθέτησης αφού εισήχθη προς ψήφιση αιφνιδίως, χωρίς οποιαδήποτε προηγούμενη διαβούλευση και χωρίς να έχει εκφραστεί επ’ αυτού η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής!

Στην ερώτηση μας, σχετικά με τις προθέσεις της κυβέρνησης απαντά: «αυτό δεν το γνωρίζουμε, γιατί δεν έχει κατατεθεί αιτιολογία, δεν υπάρχει καμία απάντηση από το υπουργείο, αν και απ’ότι μαθαίνω πρόκειται να πραγματοποιηθεί συνάντηση των εκπροσώπων  μας με το Υπουργείο. Υπάρχουν εικασίες ότι αυτή η τροποποίηση αφορά τον Ρουβίκωνα ή ακόμα την υπόθεση Νοβάρτις και όσους και όσες διώκονται, δημοσιογράφους και πρόσωπα της Δικαιοσύνης. Αλλά αυτά είναι εικασίες. Το Υπουργείο πρέπει να δώσει την απάντηση». 

Γιατί είναι σκανδαλώδης η τροπολογία

Ο κ. Ιπποκράτης Μυλωνάς εξηγεί πιο αναλυτικά γιατί σύσσωμη η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων διεκδικεί να αποσύρει άμεσα η κυβέρνηση την τροποποίηση. 

«Θα έχουμε το παράδοξο να μπορεί κανείς για μια βαριά κακουργηματική πράξη που δεν συνδέεται με εγκληματική οργάνωση, να λάβει ελαφριά ποινή ενώ ένας άλλος για ένα πλημμέλημα να μην μπορεί να κάνει καν έφεση. 

Θα σας δώσω άλλο ένα επιχείρημα.  Πολύ πρόσφατα, τον Φεβρουάριο βγήκε απόφαση της ομολέλειας του Αρείου Πάγου με αφορμή την υπόθεση Κορκονέα. 

Διατυπώνει ενδιαφέρουσες σκέψεις για την αρχή της αναλογικότητας με αφορμή την υπόθεση αυτή. Αν μεταφέρουμε αυτές τις σκέψεις στον 187, με την ερμηνεία που δίνει ο Άρειος Πάγος στην Ολομέλεια, θα πρέπει να κριθεί αντισυνταγματική η νέα τροποποίηση. Όχι γιατί το λέμε μόνο οι δικηγόροι αλλά με τα επιχειρήματα του Αρείου Πάγου. 

Η αρχή της αναλογικότητας ισχύει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Πχ στο άρθρο 10 περί ελευθερίας της έκφρασης, όλες οι αποφάσεις κρίνονται υπό το πρίσμα της αναλογικότητας.

Για το αν θα εκτιθεί ή όχι μια ποινή, αν θα έχουμε αναστολή, ο νομοθέτης έχει φροντίσει να έχει λεπτομερείς ρυθμίσεις και μάλιστα διαφοροποίηση ανάλογα με το ύψος της ποινής!

Αυτά ανατρέπονται πλήρως για ένα από τα πολλά εγκλήματα του ποινικού κώδικα. Γι’αυτό η τροποποίηση είναι σκανδαλώδης νομικά, ακατανόητη και αυθαίρετη» καταλήγει ο δικηγόρος ο οποίος έχει συντάξει την παρακάτω Ένσταση που έχει υιοθετηθεί από πολλούς συναδέλφους του, ανάμεσα τους και η Ένωση Μαχόμενων Δημοσιογράφων.

ΕΝΣΤΑΣΗ ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
άρθρου 187 παρ. 6 ΠΚ

Συνταχθείσα από τον 
ΙΠΠΟΚΡΑΤΗ Ι. ΜΥΛΩΝΑ
Δ. Ν. – Δικηγόρο στον Άρειο Πάγο

Η νέα παράγραφος 6 του άρθρου 187 ΠΚ, που προστέθηκε με το άρθρο 72 του νόμου 4908/2022, και η οποία επιτάσσει άμεση έκτιση ποινής μετά την έκδοση πρωτοβάθμιας απόφασης, είναι αντισυνταγματική, επειδή αυτή παραβιάζει το άρθρο 25 του Συντάγματος, που θεσπίζει την αρχή της αναλογικότητας.

1. Ως γνωστόν, στο άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζονται τα εξής: «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του  κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύ-ηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ των ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας».

Επίσης στην παρ. 2 εδ. α του άρθρου 5 του Συντάγματος ορίζεται: «Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων».

2. Πολύ πρόσφατα, στις 24-2-2022, δημοσιεύθηκε η υπ’ αριθ. 2/2022 από-φαση της Τακτικής Ποινικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, η οποία προβαίνει σε λεπτομερή ερμηνεία της αρχής της αναλογικότητας κατ’ άρθρο 25 του Συντάγματος.

Αρχικώς η ανωτέρω απόφαση της Ολομέλειας κρίνει ότι «με την διάταξη του άρθρου 25 του Συντάγματος εισάγεται η αρχή της αναλογικότητας, η οποία αναφέρεται σε όλα τα πεδία του δικαίου, και ως γενική αρχή του δικαίου, διέπει την όλη δημόσια δράση και δεσμεύει τον νομοθέτη, τον δικαστή και τη διοίκηση. Όλα τα μέσα άσκησης της κρατικής εξουσίας, ο νόμος, η δικαστική απόφαση και η διοικητική πράξη, πρέπει να πληρούν τα τρία κριτήρια της, να είναι δηλαδή (α) κατάλληλα, ήτοι πρόσφορα για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου σκοπού, (β) αναγκαία, ώστε να προκαλούν ελάχιστον δυνατό περιορισμό στον ιδιώτη ή το κοινό, και τέλος (γ) εν στενή εννοία ανάλογα, να τελούν δηλαδή σε εσωτερική αλληλουχία με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ώστε η αναμενόμενη ωφέλεια να μην υπολείπεται της επερχόμενης εξ αυτών βλάβης.» 

3. Στη συνέχεια η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κρίνει ότι «με την προανα-φερθείσα διάταξη του άρθρου 25 του Συντάγματος κατοχυρώνεται η «αρ-χή του κοινωνικού κράτους δικαίου», η οποία τελεί, κατά την εν λόγω διάταξη, «υπό την εγγύηση του Κράτους». (….) Στο κανονιστικό περιεχό-μενο της αρχής αυτής, που έχει κοινή αναγωγή στις παραδόσεις των δημο-κρατιών δυτικού τύπου (rule of law), βρίσκεται η εγγύηση κατά της αυθαιρεσίας που όλες οι κρατικές λειτουργίες οφείλουν τα παρέχουν. Μέσο δε κατά της αυθαιρεσίας είναι ο σεβασμός της αρχής της αναλογικότητας, που υπό την έννοια αυτή ως συστατικό στοιχεία της ιδέας του κρά-τους δικαίου, επιβάλλει γενικώς σε κάθε εκδήλωση εξουσίας όπως αυτή ασκείται στο μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του επιδιωκόμενου θεμιτού σκοπού.»

4. Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει η επόμενη κρίση της Ολομέλειας, σύμφωνα με την οποία «από τη διατύπωση της διάταξης της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του Συντάγματος προκύπτει ότι η αρχή της αναλογικότητας εφαρμόζεται στους «κάθε είδους περιορισμούς» που μπορεί να επιβληθούν στα δικαιώματα στα οποία αναφέρεται η παράγραφος αυτή. Τέτοια δικαιώματα, όπως προσδιορίζονται στη διάταξη είναι τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου, ιδίως δε αυτά που το ίδιο το Σύνταγμα αποκαλεί «ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα» όπως αυτό της απόλυτης προστασίας της ζωής χωρίς πάντως να αποκλείονται, για την ταυτότητα του νομικού λόγου και τα συναφή προς αυτά δικαιώματα που κατοχυρώνονται σε άλλη διάταξη του Συντάγματος όπως αυτή του αρ. 2 αλλά και σε άλλες διατάξεις νόμων.» 

5. Ξεχωριστή σημασία έχει η τελική κρίση της Ολομέλειας περί εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας και στο πεδίο του ποινικού δικαίου, η οποία έχει κατά λέξη ως εξής:

«Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω η εν λόγω συνταγματική αρχήν επιταγή έχει εφαρμογή και στη δικαστική εξουσία και ειδικότερα στο πεδίο του ποινικού δικαίου συμβάλλοντας καθοριστικά στην εκπλήρωση του σκοπού του συνιστάμενου στην γενική και ειδική προστασία από την τέλεση αξιό-ποινων πράξεων με την ύπαρξη αναλογίας-ισορροπίας μεταξύ της αξιόποινης πράξης για την οποία κρίθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο λαμβανομένων υπόψη όλων των πραγματι-κών περιστατικών που οδήγησαν στην περί ενοχής του δικαστική πεποίθηση και της ποινής που του επιβλήθηκε γι’ αυτήν χάριν της κοινωνικής ειρή-νης, της δημόσιας τάξης και ασφάλειας ως και της δημιουργίας διατήρησης κλίματος εμπιστοσύνης του πολίτη όσον αφορά στην αποτελεσματική προστασία των αγαθών του που πλήττονται από αξιόποινη πράξη. Έτσι η περί ποινής κρίση του Δικαστηρίου δεν πρέπει να υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας αλλά επιβάλλεται να τηρεί μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ αξιόποινης πράξης και ποινής για σωφρονισμό του δράστη (ειδική πρόληψη) και να συμβάλλει στη σταθερότητα και ειρή-νευση τής κοινωνικής ζωής με την παροχή τους πολίτες της επιβεβαίωσης ότι καλώς πράττουν όταν συμπεριφέρονται συννόμως (θετική γενική πρόληψη), με παράλληλη ικανοποίηση του κοινού περί δικαίου αισθήματος του κοινωνικού συνόλου. Με άλλα λόγια η ποινή επιβάλλεται χάριν της πρόληψης όχι όμως πέραν ή κάτω των ορίων που χαράσσει η ιδέα της Δικαιο-σύνης.» -Η έμφαση σε όλα τα χωρία της απόφασης της Ολομέλειας είναι του γράφοντος. 

Αξιολόγηση της παραγράφου 6 του άρθρου 187 ΠΚ βάσει των κρίσεων της υπ’ αριθ. 2/2022 απόφασης της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου

6. Όπως αναφέρθηκε, η νέα παράγραφος 6 του άρθρου 187 ΠΚ επιτάσσει άμεση έκτιση ποινής μετά την έκδοση πρωτοβάθμιας απόφασης, με αποτέ-λεσμα αυτή να περιορίζει ευθέως την προστατευόμενη από το άρθρο 5 παρ. 2 του Συντάγματος προσωπική ελευθερία, αλλά και να πλήττει βαρύτα-τα και να καταργεί τα συναφή δικαιώματα: α) αναστολής εκτέλεσης της ποι-νής υπό όρο (που παρέχουν τα άρθρα 99 και 100 ΠΚ), β) μετατροπής της φυλάκισης σε κοινωφελή εργασία (που παρέχει το άρθρο 104 Α ΠΚ), και γ) το δικαίωμα σε ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης (που παρέχει το άρθρο 497 ΚΠΔ). –Διευκρινίζεται ότι τα δύο πρώτα δικαιώματα αφορούν κατα-δίκες για πλημμεληματικές πράξεις.  

7. Εφόσον λοιπόν η νέα ρύθμιση της παραγράφου 6 του άρθρου 187 ΠΚ πε-ριορίζει τα ανωτέρω δικαιώματα, βάσει της κρίσης της Ολομέλειας αυτή θα αξιολογηθεί υπό το πρίσμα της αρχής της αναλογικότητας. Ειδικότερα θα κριθεί αν αυτή η ρύθμιση είναι αυθαίρετη και στη συνέχεια αν αυτή πλη-ρεί τα τρία κριτήρια (καταλληλότητα, αναγκαιότητα και εν στενή εννοία αναλογικότητα) που προσδιορίζουν την αρχή της αναλογικότητας.

8. Λαμβάνοντας υπόψη τις αναφερθείσες κρίσεις της Ολομέλειας, υποστη-ρίζω ότι:  

  α) Όσον αφορά την καταδίκη για τις πλημμεληματικές πράξεις του άρ-θρου 187 ΠΚ, ο Ποινικός Κώδικας παρέχει τα δικαιώματα αναστολής εκτέ-λεσης της ποινής (οράτε άρθρα 99 και 100 αυτού) και μετατροπής σε κοι-νωφελή εργασία (οράτε άρθρο 104 Α αυτού, ενώ ο Κώδικας Ποινικής Δικο-νομίας παρέχει το δικαίωμα σε ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης (οράτε άρθρο 497 αυτού). Αξίζει να τονιστεί ότι ο κανόνας για τα πλημμελήματα είναι η χορήγηση αυτών των δικαιωμάτων, ενώ η μη χορήγησή τους υπόκειται σε αυστηρές προϋποθέσεις και σχετική εξατομικευμένη δικαστική κρίση. Η αντίθετη ρύθμιση της παραγράφου 6 του άρθρου 187 ΠΚ μπορεί να θεωρηθεί αυθαίρετη, ενώ σε κάθε περίπτωση αυτή δεν πληρεί τα τρία αναφερθέντα κριτήρια που προσδιορίζουν την αρχή της αναλογικότητας, με αποτέλεσμα αυτή να είναι αντισυνταγματική, επειδή παραβιάζει ευθέως την αρχή της αναλογικότητας. 

    β) Όσον αφορά την καταδίκη για τις κακουργηματικές πράξεις του άρ-θρου 187 ΠΚ, ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας παρέχει το δικαίωμα σε ανα-σταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης (οράτε άρθρο 497 αυτού), προσδιορίζοντας λεπτομερώς τις προϋποθέσεις χορήγησης αυτού του δικαιώματος, μετά από σχετική εξατομικευμένη δικαστική κρίση. Η αντίθετη ρύθμιση της πα-ραγράφου 6 του άρθρου 187 ΠΚ ουδόλως εξηγεί γιατί ειδικά για τις κακουργηματικές πράξεις αυτού του άρθρου ουσιαστικά καταργείται αυτό το δικαίωμα, με αποτέλεσμα αυτή να είναι αντισυνταγματική, επειδή δεν πλη-ρεί τα τρία αναφερθέντα κριτήρια που προσδιορίζουν την αρχή της αναλογι-κότητας και την παραβιάζει ευθέως.

  γ) Η επέκταση της εφαρμοχής της ρύθμισης και σε περιπτώσεις καταδίκης «και για τα συναφή αδικήματα που συνεκδικάστηκαν με την ίδια απόφαση» είναι παντελώς αναιτιολόγητη και αυθαίρετη, με αποτέλεσμα εξ αυτού του λόγου αυτή να παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας και να είναι αντισυνταγματική.