Τον Παύλο Σεϊρλή, μάρτυρα του κατηγορητηρίου, φίλο του Παύλου Φύσσα που ήταν στην παρέα του το βράδυ της δολοφονίας του του από τον χρυσαυγίτη Γιώργο Ρουπακιά εξέτασε σήμερα το δικαστήριο. Ο κ. Σεϊρλής δήλωσε πεπεισμένος ότι η επίθεση ήταν προσχεδιασμένη και περιέγραψε τη Χρυσή Αυγή ως «μία οργάνωση τρελών που θέλουν να δολοφονούν ανεξαρτήτως φύλου, εθνικότητας».

Ads

Όταν ρωτήθηκε για το ρόλο του Γιάννη Λαγού στην υπόθεση, είπε ότι εκείνος έδωσε έδωσε την εντολή για την επίθεση. «Ξέρω ότι όταν δίνεις εντολή και την ακολουθούν πενήντα άτομα, τότε κάτι είσαι…» σημείωσε. Τόνισε δε, ότι όταν φέρεις οπλισμό σίγουρα «δεν πας για να χαϊδέψεις αυτιά». 

Διαβάστε επίσης:

Ο Παύλος Σεϊρλής είναι ο άνθρωπος που είδε το αυτοκίνητο του Ρουπακιά, καθώς και ποιοι επέβαιναν, λίγα λεπτά πριν από τον φόνο. Σε αυτό επέβαιναν, σύμφωνα με την κατάθεσή του οι σύζυγοι δυο εκ των κατηγορουμένων για τη δολοφονία Φύσσα, κατηγορούμενες και οι ίδιες για ένταξη σε εγκληματική οργάνωση. 

Όπως ανέφερε όταν παρέα τους βγήκε από την καφετέρια «Κοράλλι» πεζή, τους πλησίασε ο Ρουπακιάς με το αυτοκίνητό του για να ρωτήσει ποια είναι η Κεφαλληνίας. Σύμφωνα με τον μάρτυρα «ο Παύλος του απάντησε: εδώ είσαι φίλε, αυτή είναι. Ο Ρουπακιάς έφυγε με ταχύτητα».

Σύμφωνα με τον μάρτυρα, στο αυτοκίνητο, δίπλα στον Ρουπακιά καθόταν ένας κοντοκουρεμένος που δεν τον αναγνώρισε από τις φωτογραφίες που του έχουν επιδειχθεί και στο πίσω κάθισμα δύο γυναίκες. Ο  Σεϊρλής κατέθεσε πως, από τις φωτογραφίες που του έδειξαν στην Ασφάλεια, αναγνώρισε πως ήταν η Θεώνη Σκαρπέλη, σύζυγος του πυρηνάρχη της Νίκαιας Γιώργου Πατέλη και η Κωνσταντίνα Μπαξεβανάκη, σύζυγος του Ιωάννη Άγγου που βρισκόταν στο Κοράλλι και φέρεται να κινητοποίησε το τάγμα εφόδου.

Στο σημείο, σύμφωνα με τον μάρτυρα, υπήρχε και μία παρέα τριών ατόμων που καθόταν απέναντι τους, μέσα στην καφετέρια, και εκδήλωναν έντονη κινητικότητα, έστελναν κι έπαιρναν μηνύματα, υπήρχαν συνεχώς βλέμματα. Ο ίδιος βεβαίωσε το δικαστήριο ότι σε φωτογραφίες που είδε αργότερα στο Εφετείο, αναγνώρισε συνολικά τους Μιχάλαρο, Άγγο και Τσαλίκη. Στη συνέχεια όλο και περισσότερα άτομα άρχισαν να έρχονται στο σημείο. 

«Ήταν μαυροφορεμένοι, φορούσαν παντελόνια παραλλαγής, ένας εξ αυτών κρατούσε ρόπαλο, ίσως καδρόνι. Εμφανίζεται από την πλευρά τους ένας μικρόσωμος άνδρας που παρουσιάστηκε ως αστυνομικός. Μας συνέστησε να απομακρυνθούμε από το σημείο για να μη γίνει καμία φασαρία. Δεν θέλουμε φασαρίες, του είπαμε, το μόνο που θέλουμε είναι να πάρουμε τα αυτοκίνητα μας. Φθάνοντας στην Παναγή Τσαλδάρη, βάλαμε σε ένα ταξί έναν φίλο, τον Χρήστο που ήταν αδιάθετος. Εμφανίστηκε και μία ομάδα ΔΙΑΣ».

«Από το απέναντι σημείο άρχισαν να ακούγονται φωνές. Είχαν μαζευτεί 30-40 άτομα, φώναζαν “ελάτε ρε κότες να σας σφάξουμε”. Κρατούσαν ρόπαλα, αρχίσανε να μας κυνηγάνε. Είχε έλθει και άλλη ομάδα ΔΙΑΣ {…}. Δέχτηκα κι εγώ χτύπημα κι ο Μελαχροινόπουλος {…} Καταφέραμε να κρυφτούμε μέσα σε μία πυλωτή, μας κυνηγούσαν με μηχανές. Ο Παύλος έχει μείνει κάποια στιγμή μόνος του».

«Εγώ, από εκεί που βρισκόμουν, είδα μέχρι του σημείου που μπήκε ανάποδα στον δρόμο το ασημί αυτοκίνητο του Ρουπακιά και είδα ν’ ανοίγει η πόρτα του οδηγού, ακριβώς στο ύψος που γινόταν η επίθεση στον Παύλο. Δεν είδα να τον μαχαιρώνει. Δεν είχα οπτική» είπε και πρόσθεσε: «Ο Μελαχροινόπουλος είδε τον Ρουπακιά να μαχαιρώνει τον Παύλο». 

«Δυο στενά πίσω από την Παναγή Τσαλδάρη συναντήσαμε αστυνομικούς. Τους είπαμε τι είχε συμβεί. Μας βάλανε χειροπέδες, μας πήγανε στο αστυνομικό τμήμα Κερατσινίου. Δεν κατάλαβα γιατί. Τους ζητήσαμε να μη μας βάλουν στο ίδιο κελί με άτομα της άλλης πλευράς. Αυτοί μας έβαλαν μαζί με έναν κύριο. Στην πορεία μάθαμε πως ήταν ο δράστης. Αυτός καθόταν εκεί με το κινητό και έστελνε και έπαιρνε μηνύματα. Σε συνομιλία που είχα μαζί του, μου είπε ότι ήταν περαστικός από το σημείο και ότι δεν ξέρει γιατί τον πιάσανε. Όταν όμως άκουσε να λέμε ότι ο Παύλος σκοτώθηκε χτύπησε την πόρτα και ζήτησε από τους αστυνομικούς να τον πάρουν από εκεί».

Ο Παύλος Σεϊρλής είπε στο δικαστήριο ότι ουδέποτε ο Φύσσας είχε έρθει σε αντιπαράθεση με τη Χρυσή Αυγή ή με κάποιον άλλο. Και για τον εαυτό του όμως ο μάρτυρας είπε ότι δεν είχε ασχοληθεί ποτέ μαζί τους. Εκ των υστέρων, όπως σημείωσε, τους θεωρεί «μια οργάνωση τρελών που το μόνο που θέλουν να κάνουν είναι να σκοτώνουν ανθρώπους που είναι αντίθετοι με αυτούς, η οργάνωσή τους απ’ ότι κατάλαβα κινείται όπως ο στρατός: δέχονται εντολές, δεν κάνουν κάτι αν δεν πάρουν εντολή, κινούνται ομαδικά και φροντίζουν πάντα να υπερτερούν αριθμητικά και πάντα οπλισμένοι».