Ελεύθερος αφέθηκε μετά την απολογία του για τους χειρισμούς στη λίστα Λαγκάρντ και ο πρώην επικεφαλής του ΣΔΟΕ Ιωάννης Διώτης, όπως συνέβη και την Τρίτη με τον προκάτοχό του, Ιωάννη Καπελέρη, που κατηγορείται για απιστία στην υπηρεσία για την υπόθεση της λίστας.

Ads

Στον Ι. Διώτη καταλογίζεται ότι δεν μερίμνησε να αξιοποιηθούν τα στοιχεία του επίμαχου ηλεκτρονικού αρχείου με τα ονόματα καταθετών στην HSBC Ελβετίας. Σε βάρος του έχουν απαγγελθεί κατηγορίες για απιστία σε βάρος του Δημοσίου (κακούργημα) και για υπεξαγωγή εγγράφου (πλημμέλημα). 

Και αυτός, όπως και ο Ι. Καπελέρης, επέρριψαν τις ευθύνες στην τότε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, που εκείνη έπρεπε να δώσει εντολή για διερεύνηση της λίστας. 

Συγκεκριμένα, ο Ι. Διώτης είπε ότι «από την πρώτη στιγμή που ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου μου έστειλε εντελώς ατύπως ένα στικάκι με την υποτιθέμενη λίστα Ελλήνων καταθετών στην Γενεύη και με δεδομένο ότι αυτή ήταν προϊόν υποκλοπής από μέρους κάποιου άπιστου και αργυρώνητου υπαλλήλου, στη συνέχεια δε και παρέμβασης των μυστικών υπηρεσιών διατύπωσα την άποψη ότι η λίστα αυτή δεν ήταν αποδεικτικά αξιοποιήσιμη. Η κατηγορία την οποία αντιμετωπίζω δεν είναι σύννομη γιατί έγκειται ακριβώς στο ότι εγώ παρέλειψα να χρησιμοποιήσω τη “λίστα Λαγκάρντ” πράγμα που θα είχε υποτίθεται κατ ανάγκη ως αποτέλεσμα την είσπραξη σημαντικών ποσών από το ελληνικό δημόσιο. Όμως η λίστα δεν ήταν αξιοποιήσιμη και έλεγχος των εγγράφων της λίστας χωρίς την χρησιμοποίησή της είναι αδιανόητος». 

Ads

Στο υπόμνημά του, ανέφερε ακόμη ότι «κατά την αναφορά δε αυτή δεν στερείται ασφαλώς σημασίας και το γεγονός ότι ο τότε Υπουργός Οικονομικών Ευάγγελος Βενιζέλος στον οποίο παρέδωσα το στικάκι με κάποιες ενδεικτικές εκτυπώσεις, διακεκριμένος συνταγματολόγος ο ίδιος συμφώνησε αμέσως μαζί μου για την ύπαρξη εν προκειμένω αποδεικτικής απαγόρευσης. […] Αυτά τα οποία υποτίθεται ότι παρέλειψα μου απαγορεύονταν από το νόμο και το Σύνταγμα να πράξω. Έχω πίσω μου μια ευφήμως γνωστή μακρά εισαγγελική πορεία σε θέσεις αιχμής και ιδιαίτερης ευθύνης (τις οποίες υπηρέτησα με αυταπάρνηση και με κίνδυνο εμού και των μελών της οικογενείας μου) και έχω μάθει να τηρώ απαρέγκλιτα τους νόμους χωρίς αβαρίες εκπτώσεις και συμβιβασμούς. Εγώ σημειωτέο είχα τη βεβαιότητα ότι το στικάκι έφτασε ατύπως στην Ελλάδα, όπως και ατύπως μου δόθηκε από τον Γ. Παπακωνσταντίνου».