Η επίθεση σε βάρος μελών του ΚΚΕ στο Πέραμα αλλά και οι ναζιστικοί τραμπουκισμοί σε Μελιγαλά και Γιαννιτσά επαναφέρουν το ζήτημα της ανενόχλητης δράσης στελεχών και μελών της Χρυσής Αυγής μπροστά στα αμήχανα βλέμματα των δημοκρατικών πολιτών. Συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι των αστυνομικών αποποιούνται των ευθυνών και παραπέμπουν στις (μη) εντολές της ηγεσίας. Η διοίκηση της ΕΛΑΣ κάνει λόγο για μεμονωμένα περιστατικά και «δείχνει» στη βάση του σώματος. Ανεξάρτητοι παρατηρητές υπενθυμίζουν τα υψηλά εκλογικά ποσοστά της ΧΑ στις ειδικές δυνάμεις καταστολής και τονίζουν την ανύπαρκτη εκπαίδευση, ιδίως, των νέων αστυνομικών.

Ads

 
Σε παλιότερες αποκαλύψεις περί κρουσμάτων συνύπαρξης αστυνομικών και νεοναζί έρχεται να προστεθεί η χαρακτηριστική ατιμωρησία που συνοδεύει μία σειρά κλιμακούμενων προπηλακισμών και επιθέσεων από μέλη της Χρυσής Αυγής. «Όχι άδικα. Η αδράνεια της αστυνομίας και στα τρία τελευταία περιστατικά ήταν δεδομένη», δηλώνει στο tvxs.gr συνδικαλιστικός εκπρόσωπος μάχιμου τμήματος της ΕΛΑΣ, σχολιάζοντας το γεγονός ότι στον τόπο των περιστατικών δεν έγινε ούτε μία προσαγωγή.
 
Όπως εξηγεί, είτε μετά από επίσημες ανακοινώσεις, είτε βάσει πληροφοριών, η αστυνομία είναι πάντοτε ενήμερη για τις συναθροίσεις στο πλαίσιο εκδηλώσεων ή κομματικών δράσεων, γεγονός που κατά την ίδια πηγή καθιστά επιτακτική των επιχειρησιακή κάλυψη των γεγονότων: «Δεν είμαι σε θέση να υποστηρίξω ότι υπήρχε σκοπιμότητα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, εκ του αποτελέσματος παρατηρείται ελλιπής σχεδιασμός από την πλευρά της αστυνομίας».
 
Ο συνδικαλιστικός εκπρόσωπος των αστυνομικών διαπιστώνει μία διστακτικότητα της ΕΛΑΣ στη διαχείριση ανάλογων περιστατικών, την οποία αποδίδει εμμέσως πλην σαφώς στην ηγεσία του σώματος, υπό την έννοια ότι το εκάστοτε όργανο της τάξης λειτουργεί πάντοτε στο πλαίσιο μιας επιχειρησιακής ομάδας και κάτω από τις εντολές των ανώτερων αξιωματικών. Σε αυτό το σημείο φέρνει ως παράδειγμα πρόσφατες δυναμικές επιχειρήσεις της αστυνομίας σε πανεπιστημιακές σχολές, τις οποίες χαρακτηρίζει προϊόν πολιτικών αποφάσεων.
 
Πάντως, ο ίδιος αναγνωρίζει κατά κάποιο τρόπο την ατομική ευθύνη του αστυνομικού, καθώς αναφέρεται στην αγωνία του να μην στοχοποιείται προσωπικά από ακραίες ομάδες με εκδικητική διάθεση.
 
Στην παράμετρο των προσωπικών συμπεριφορών, που κατά τη γνώμη του αφορούν σε μεμονωμένα περιστατικά, στέκεται υψηλόβαθμο στέλεχος της ΓΑΔΑ. Ειδικά για το περιστατικό στο Πέραμα, αρνείται στο tvxs.gr την καταγγελία περί αδράνειας της αστυνομίας: «Όλες οι κινήσεις της Άμεσης Δράσης καταγράφονται μία προς μία. Ακριβώς 2,5 λεπτά μετά την πρώτη κλήση, βρισκόμασταν εκεί».
 
Μάλιστα, η ίδια πηγή χαρακτηρίζει σε γενικές γραμμές σκληρή της στάση της αστυνομίας υπό την υπουργία του Νίκου Δένδια απέναντι στη Χρυσή Αυγή: «Μέχρι και η κόρη του Μιχαλολιάκου προσήχθη στο πλαίσιο επιχείρησης για τον ξυλοδαρμό αλλοδαπού από μέλη της Χρυσής Αυγής στην οδό Πειραιώς».
 
Την άποψη ότι η ηγεσία της αστυνομίας δεν έχει λόγο να μην επιβάλλει τον νόμο στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής υπερθεματίζει -σήμερα- ανεξάρτητος αναλυτής, πρώην αξιωματικός της ΕΛΑΣ, με διατριβή στα θέματα αστυνομικής αυθαιρεσίας. «Το θέμα όμως είναι σε ποιον βαθμό μπορεί να επιβληθεί σε ομάδες οι οποίες συμμετέχουν κυρίως στις ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας και διακατέχονται από ρατσιστικές ιδεολογίες, συναφείς με της Χρυσής Αυγής», συμπληρώνει, σε συνομιλία με το tvxs.gr.
 
Σε αυτό το πλαίσιο, τονίζει την ανάγκη μίας μεγάλης και καλά οργανωμένης καμπάνιας υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δημοκρατικών θεσμών, η οποία θα εστιάζει στους χαμηλόβαθμους αστυνομικούς κάτω των 30 ετών, σε συνδυασμό με μία ευρύτερη αναδιάρθρωση της ΕΛΑΣ για τον περιορισμό αντίστοιχων φαινομένων: «Υπάρχει μεγάλο περιθώριο πρωτοβουλίας του εκάστοτε αστυνομικού, το οποίο δεν μπορεί να ελέγχει η ηγεσία».
 
Παρόμοια άποψη διατυπώνει στο tvxs.gr και συντάκτης με εμπειρία στο αστυνομικό ρεπορτάζ. «Η ηγεσία έχει συμφέρον να είναι αποτελεσματική στις επιχειρήσεις της. Το ζήτημα είναι πώς υλοποιείται αυτό στην πράξη, δεδομένων των γνωστών αντιλήψεων που υπάρχουν σε έναν βαθμό στους κόλπους της αστυνομίας και οι οποίες άλλωστε εκφράστηκαν με τις υψηλές εκλογικές επιδόσεις της Χρυσής Αυγής στα αστυνομικά τμήματα της Καισαριανής, όπου εδρεύουν τα ΜΑΤ», υπογραμμίζει.
 
Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, παραμένει ασύμμετρος ο παράγοντας των πιθανών κινήτρων ως προς κατευθυντήριες γραμμές από τους ανώτερους αξιωματικούς και τους πολιτικούς τους προϊσταμένους. Κι αν η εκάστοτε πολιτική και κατ’ επέκταση αστυνομική ηγεσία χρησιμοποιεί ή έστω ανέχεται τη δράση της Χρυσής Αυγής για απώτερους πολιτικούς σκοπούς;
 
Ο αστυνομικός αναλυτής επανέρχεται: «Για να μην υπάρχουν λοιπόν αντίστοιχα ερωτήματα, θα πρέπει να αναβαθμιστούν οι θεσμοί. Η ΕΛΑΣ θα πρέπει να είναι αποτελεσματική και συγχρόνως να εμπνέει ως θεσμός, προκειμένου τελικά να είναι αξιόπιστη. Χρειάζεται εκπαίδευση και αναδιοργάνωση τώρα, ώστε να εφαρμόζει τον νόμο χωρίς διακρίσεις και να πείθει ότι το κάνει».