Περισσότεροι από τέσσερις στους δέκα Έλληνες (ποσοστό περίπου 44%) βρίσκονται αντιμέτωποι με τη φτώχεια, όπως προκύπτει από τα στοιχεία έκθεσης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), η οποία δόθηκε την Τρίτη στη δημοσιότητα και παρουσιάστηκε στο Ζάππειο.

Ads

Η ΔΟΕ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη χώρα μας, κάνοντας λόγο για πιθανή παρατεταμένη κοινωνική κρίση, σε περίπτωση που δεν ληφθούν ουσιαστικά μέτρα για την ανάσχεσή της.

Σύμφωνα, πάντα, με τα στοιχεία της έρευνας, η ελληνική οικονομία καταγράφει συρρίκνωση κατά 25% σε σχέση με το 2008, ενώ υπολογίζεται πως από την αρχή της κρίσης έχει χαθεί μία στις τέσσερις θέσεις εργασίας.

Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, όπως επισημαίνει η ΔΟΕ, το 70% από το σύνολο των σχεδόν 1,3 εκατ. ανέργων να είναι χωρίς δουλειά για διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους και αρκετοί για δύο έτη ή και περισσότερο.

Ads

Σύμφωνα με την οργάνωση, μέσα σε πέντε χρόνια έχει υπερδιπλασιαστεί ο αριθμός των Ελλήνων που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας. Το 2013 το ποσοστό αυτό ξεπερνούσε το 44%, ενώ το 2008 μετά βίας υπερέβαινε το 20%.

Με τα δεδομένα αυτά, η ΔΟΕ υποστηρίζει ότι, ακόμη και αν ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης είναι 2%, απαιτούνται 13 χρόνια για επανέλθει η ελληνική οικονομία στα επίπεδα που βρισκόταν πριν από την κρίση. Αντίστοιχα και με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της απασχόλησης το 1,3%, η αγορά εργασίας θα μπορέσει να επανέλθει στα επίπεδα του 2008 το 2034.

Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας ζητά να ανασχεθεί η πολιτική των μειώσεων των μισθών και να ληφθούν επείγοντα μέτρα για τη στήριξη των θέσεων εργασίας και των επιχειρήσεων, μετά από συμφωνία κυβέρνησης, εργοδοτών και εργαζομένων.

Μεσοπρόθεσμα, η ΔΟΕ προτείνει την εφαρμογή μιας «ολοκληρωμένης στρατηγικής ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας και δηλώνει πρόθυμη να συνεργαστεί με την Ελληνική κυβέρνηση και τους κοινωνικούς εταίρους, καθώς και με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή».

Μέτρα έκτακτης ανάγκης

Στα μέτρα εκτάκτου ανάγκης περιλαμβάνονται η εγγύηση ενεργοποίησης όλων των νέων σε αναζήτηση εργασίας και των πλέον ευπαθών ομάδων, η δημιουργία επιχειρήσεων «κοινωνικής οικονομίας» ως οδοί δημιουργίας θέσεων εργασίας, η βελτιωμένη πρόσβαση σε πιστώσεις για τις μικρές επιχειρήσεις, καθώς και μια επανεξέταση του ρυθμού και του μείγματος πολιτικών δημοσιονομικής εξυγίανσης ώστε να μην υπονομεύονται οι προσπάθειες ανάκαμψης.

Μακροπρόθεσμα, η μελέτη προάγει την υιοθέτηση μέτρων όπως η διεύρυνση της οικονομικής βάσης με διευκόλυνση της επέκτασης των βιώσιμων επιχειρήσεων, ενίσχυση των δεσμών μεταξύ τουρισμού και αγρο-τροφιμικού τομέα και προαγωγή των επενδύσεων που ενισχύουν την απασχόληση.

Υπογραμμίζει δε την αναγκαιότητα της καταπολέμησης της αδήλωτης και της φτωχά αμειβόμενης εργασίας μέσω μιας ευρύτερης φορολογικής βάσης και βελτιωμένων κινήτρων για τη χαμηλά αμειβόμενη εργασία, με παράλληλη απομάκρυνση των φορολογικών βαρών από το εργατικό δυναμικό, τις μικρές εταιρείες και την κατανάλωση βασικών αγαθών, προς άλλες φορολογικές βάσεις όπως η περιουσία.

Αυτό εκτιμά η έκθεση, σε συνδυασμό με την τόσο αναγκαία ενεργοποίηση των πόρων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, θα διεύρυνε με τη σειρά του το πλαίσιο πολιτικών για την στρατηγική ανάπτυξης και απασχόλησης.

Ανάμεσα στα έκτακτα μέτρα που προτείνει η ΔΟΕ, δεσπόζουσα θέση έχουν επίσης η διασφάλιση επαρκούς κάλυψης του συστήματος κοινωνικής προστασίας και η ενίσχυση του ανθρώπινου κεφαλαίου μέσω σχεδιασμού προγραμμάτων δεξιοτήτων και προσόντων με προγράμματα μαθητείας και εργασιακής εμπειρίας για τους νέους, καθώς και την ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης και των ενεργών προγραμμάτων αγοράς εργασίας.

Τέλος, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας προτείνει την επανοικοδόμηση του κοινωνικού διαλόγου ανάμεσα στην κυβέρνηση, τους εργοδότες και τους εργαζομένους και την «αντιμετώπιση του κατακερματισμού της συλλογικής διαπραγμάτευσης και των κενών ως προς την κάλυψη, έτσι ώστε να καλλιεργηθεί μια ισορροπημένη ανάκαμψη».