Με σημαντικές διαφωνίες, οι οποίες και κατεγράφησαν στην επίσημη ανακοίνωση, ολοκληρώθηκε η συνεδρίαση του Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΔΝΤ σχετικά με το ελληνικό πρόγραμμα. Το ΔΝΤ, ερχόμενο σε αντίθεση με τη γραμμή Σόιμπλε, επισήμανε τη μη βιωσιμότητα του χρέους, ζητώντας σημαντική ελάφρυνση, αλλά και την ανάγκη για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Πάντως οι δύο πλευρές, Βερολίνο και ΔΝΤ, συμφώνησαν σε επιπλέον παρεμβάσεις σε φορολογικό και συνταξιοδοτικό, δηλαδή σε διεύρυνση της φορολογικής βάσης με μείωση του αφορολόγητου και σε «εξορθολογισμό», όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν, των συνταξιοδοτικών δαπανών. 

Ads

Σημειώνεται πως είναι η πρώτη φορά που καταγράφονται δημόσια διαφωνίες μεταξύ των μελών του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και αυτό συνέβη στην πρώτη συνεδρίαση για το ελληνικό πρόγραμμα από τον Μάιο του 2013. Οι χώρες που διαφώνησαν στο ζήτημα των μείωσης πρωτογενών πλεονασμάτων και της ελάφρυνσης του χρέους δεν κατονομάζονται, αλλά είναι προφανές πως πρόκειται για τη Γερμανία.  Χαρακτηριστικά, οι διαφωνίες (σημ: δεν γίνεται λόγος για το σύνολο των μελών αλλά για τα “περισσότερα” μέλη του ΔΣ) στην ανακοίνωση του ΔΝΤ καταγράφονται ως εξής:

  1. «Είναι σημαντικό ότι τα περισσότερα μέλη του Δ.Σ. ευνόησαν μια δημοσιονομικά ουδέτερη “επανεξισορρόπηση”. Όμως μερικά μέλη θεώρησαν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να στηρίξουν προσωρινά υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά θα υλοποιηθούν μόλις το παραγωγικό κενό κλείσει, έτσι ώστε οι επιπτώσεις στην ανάκαμψη να ελαχιστοποιηθούν».
  2. «Τα περισσότερα μέλη του Δ.Σ. θεώρησαν ότι παρά τις τεράστιες θυσίες της Ελλάδας και την γενναιόδωρη υποστήριξη των Ευρωπαίων εταίρων θα απαιτηθεί περαιτέρω ελάφρυνση για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους. Τόνισαν δε την ανάγκη αυτή η ανακούφιση χρέους να συνδεθεί με ρεαλιστικές παραδοχές σχετικά με την ικανότητά της Ελλάδας να παράγει συνεχή πλεονάσματα και μακροπρόθεσμη ανάπτυξη»
  3. «Τα περισσότερα μέλη του Δ.Σ. συμφώνησαν ότι δεν απαιτείται περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση αυτή τη στιγμή από την Ελλάδα, με δεδομένη την εντυπωσιακή προσαρμογή η οποία αναμένεται να φέρει το μεσοπρόθεσμο πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα στο περίπου 1,5% του ΑΕΠ, ενώ ορισμένοι διευθυντές τάχθηκαν υπέρ της καταγραφής πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018»

Στη συνεδρίαση, όπου συζητήθηκαν οι εκθέσεις του ΔΝΤ για το ελληνικό πρόγραμμα, στοιχεία από τις οποίες είχαν διαρρεύσει το προηγούμενο διάστημα, δεν τέθηκε το ζήτημα της επιστροφής του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα. Σχετικά με την τοποθέτηση των ΗΠΑ, που αναμενόταν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω Ντόναλντ Τραμπ, πληροφορίες αναφέρουν πως δεν υπήρξε παρέκκλιση από τις θέσεις που εξέφραζε μέχρι σήμερα η αμερικανική κυβέρνηση.

Το ΔΝΤ, ουσιαστικά, αμφισβητεί το πρόγραμμα του ESM, υποστηρίζοντας πως είναι ανέφικτη η υλοποίησή του. Σημειώνεται πως είναι το πρώτο από τα τρία ελληνικά προγράμματα, το οποίο δεν φέρει τη σφραγίδα του Πολ Τόμσεν και του ΔΝΤ. Ενδεικτικό του κλίματος ήταν και το σχόλιο από τις Βρυξέλλες, οι οποίος σημείωσαν πως η θέση του ΔΝΤ και το αίτημά του για προνομοθέτηση μέτρων βασίζεται σε λανθασμένα στοιχεία.

Ads

Επιγραμματικά, σύμφωνα με το ΔΝΤ:

  • Βάσει του τρέχοντος προγράμματος η μακροχρόνια ανάπτυξη αναμένεται να φθάσει μόλις λίγο κάτω από το 1% του ΑΕΠ και το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα προβλέπεται να διαμορφωθεί μεσοπρόθεσμα σε περίπου 1,5% του ΑΕΠ.
  • Οι πλειοψηφία του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Δ.Ν.Τ. στηρίζει ένα ελληνικό δημοσιονομικό πλεόνασμα στόχο του 1,5 % του Α.Ε.Π. μέχρι το 2018, ενώ κάποιοι διευθυντές (ουσιαστικά η Γερμανία) υποστηρίζουν το υψηλότερο πλεόνασμα 3,5%, δηλαδή τον στόχο που ζήτησαν οι Ευρωπαίοι από την Ελλάδα. Αν συμφωνηθούν οι υψηλότεροι στόχοι θα πρέπει να αναλυθεί στο Ταμείο πως αυτοί «οι φιλόδοξοι θα επιτευχθούν».
  • Ευρεία υποστήριξη υπάρχει στο ΔΝΤ και για το συμπέρασμα ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και ότι η Ελλάδα χρειάζεται ελάφρυνση του χρέους
  • Η Ελλάδα φαίνεται να πηγαίνει καλύτερα σε ταμειακή βάση σε δημοσιονομικά αποτελέσματα. Αυτός είναι και ο λόγος που οι περισσότεροι στο Ταμείο συμφωνούν πως δεν απαιτείται περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση, με δεδομένη την εντυπωσιακή προσαρμογή μέχρι σήμερα
  • Το Εκτελεστικό Συμβούλιο αναγνωρίζει επίσης ότι η Ελλάδα έχει κάνει πολλά και η προσαρμογή έχει βαρύ τίμημα για την κοινωνία, αύξηση της φτώχειας και της ανεργίας, τα οποία συνέβαλαν στην επιβράδυνση της υλοποίησης του προγράμματος.

Η ανακοίνωση

Στην ανακοίνωσή του μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης του Εκτελεστικού Συμβουλίου, το ΔΝΤ τονίζει ότι η χώρα μας σημείωσε σημαντική πρόοδο στη μείωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών της από την έναρξη της κρίσης μέχρι σήμερα. Όμως υπογραμμίζεται, η εκτεταμένη δημοσιονομική εξυγίανση και η εσωτερική υποτίμηση έχουν οδηγήσει σε υψηλό κόστος την κοινωνία, ως αποτέλεσμα της μείωσης των εισοδημάτων και της εξαιρετικά υψηλής ανεργίας.

Τα μεγάλα κόστη προσαρμογής, καθώς και η σημαντική πολιτική αστάθεια που ακολούθησε – αναφέρει η ανακοίνωση – συνέβαλαν σε καθυστερήσεις στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων από την τελευταία έκθεση του άρθρου 4, οι οποίες κορυφώθηκαν με την κρίση εμπιστοσύνης στα μέσα του 2015.

Στη δήλωση σημειώνεται ότι:

«Η οικονομική κατάσταση έχει σταθεροποιηθεί από τότε, καθώς οι αρχές ξεκίνησαν ένα νέο πρόγραμμα προσαρμογής που υποστηρίζεται από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Το νέο πρόγραμμα αποσκοπεί στην ενίσχυση των δημόσιων οικονομικών, στην αποκατάσταση της υγείας του τραπεζικού τομέα, και στην ενίσχυση της δυνητικής ανάπτυξης. Οι αρχές έχουν νομοθετήσει μια σειρά από σημαντικές δημοσιονομικές, χρηματοπιστωτικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».

Το Ταμείο σημειώνει ότι η Ελλάδα, υποστηριζόμενη από τις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις και τη χρηματοδότηση από τους Ευρωπαίους εταίρους της, επέστρεψε σε μέτρια ανάπτυξη το 2016.

«Η ανάπτυξη αναμένεται να επιταχυνθεί τα επόμενα χρόνια, κάτι που εξαρτάται από την πλήρη και έγκαιρη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής των αρχών, συμπεριλαμβανομένης της ταχείας εξάλειψης των κεφαλαιακών ελέγχων που εισήχθησαν στα μέσα του 2015».

Συνεχίζει λέγοντας ότι με βάση το τρέχον πρόγραμμα προσαρμογής η μακροχρόνια ανάπτυξη αναμένεται να φθάσει μόλις λίγο κάτω από το 1% του ΑΕΠ και το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα προβλέπεται να διαμορφωθεί μεσοπρόθεσμα σε περίπου 1,5% του ΑΕΠ. Προσθέτει ότι οι καθοδικοί κίνδυνοι για τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές παραμένουν σημαντικοί και σχετίζονται είτε με την ελλιπή είτε με την καθυστερημένη εφαρμογή των πολιτικών. Το δημόσιο χρέος είχε φτάσει στο 179% του ΑΕΠ στο τέλος του 2015, και δεν είναι βιώσιμο, τονίζεται.

Στην ανακοίνωση αποκαλύπτεται ότι οι περισσότεροι Εκτελεστικοί Διευθυντές συμφώνησαν με την αξιολόγηση των στελεχών του Ταμείου που ασχολούνται με την Ελλάδα και σημειώνει ότι μερικά μέλη του Δ.Σ. είχαν διαφορετικές απόψεις σχετικά με τη δημοσιονομική πορεία και τη βιωσιμότητα του χρέους.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, τα μέλη του Δ.Σ. επαίνεσαν τις ελληνικές αρχές για τη σημαντική οικονομική προσαρμογή και τη διόρθωση των ανισορροπιών από το 2010 και μετά, μέσω σημαντικών μεταρρυθμίσεων. Αναγνώρισαν επίσης ότι αυτή η προσαρμογή είχε ένα βαρύ τίμημα για την κοινωνία που, σε συνδυασμό με τα υψηλά ποσοστά φτώχειας και ανεργίας, συνέβαλαν στην επιβράδυνση της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων.

Τα μέλη του Δ.Σ. προέτρεψαν τις αρχές να επιταχύνουν την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων για να εξασφαλιστεί μια επιστροφή σε υψηλότερη ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, αλλά και η βιωσιμότητα του χρέους.

Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι δεδομένου ότι ακόμα υφίστανται σημαντικοί καθοδικοί κίνδυνοι το Διοικητικό Συμβούλιο τόνισε ότι οι προσπάθειες πρέπει να επικεντρωθούν στη βελτίωση των δημόσιων οικονομικών, στην εξυγίανση των ισολογισμών και στην άρση των εμποδίων για την ανάπτυξη.

Τα περισσότερα μέλη του Δ.Σ. συμφώνησαν ότι δεν απαιτείται περαιτέρω δημοσιονομική εξυγίανση αυτή τη στιγμή από την Ελλάδα, με δεδομένη την εντυπωσιακή προσαρμογή η οποία αναμένεται να φέρει το μεσοπρόθεσμο πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα στο περίπου 1,5% του ΑΕΠ, ενώ ορισμένοι διευθυντές τάχθηκαν υπέρ της καταγραφής πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση το Δ.Σ. του Ταμείου τάχθηκε υπέρ της εξισορρόπησης της δημοσιονομικής πολιτικής με διεύρυνση της φορολογική βάσης στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων και τον εξορθολογισμό των συνταξιοδοτικών δαπανών, ώστε να δημιουργηθεί χώρος για στοχευμένη κοινωνική στήριξη προς ευπαθείς ομάδες με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές.

Είναι σημαντικό ότι τα περισσότερα μέλη του Δ.Σ. ευνόησαν μια δημοσιονομικά ουδέτερη «επανεξισορρόπηση». Όμως μερικά μέλη θεώρησαν ότι οι μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν να στηρίξουν προσωρινά υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά θα υλοποιηθούν μόλις το παραγωγικό κενό κλείσει, έτσι ώστε οι επιπτώσεις στην ανάκαμψη να ελαχιστοποιηθούν.

Τα μέλη του Δ.Σ. έκαναν έκκληση για ανανέωση των προσπαθειών για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την αντιμετώπιση του μεγάλου επιπέδου των φορολογικών οφειλών. Ενθάρρυναν δε τις αρχές να ενισχύσουν τη φορολογική διοίκηση, να επικεντρωθούν στις προσπάθειες ελέγχου μεγάλων φορολογουμένων και να ενισχύσουν την εφαρμογή του πλαισίου κατά του ξεπλύματος χρήματος. Εκαναν επίσης έκκληση για μια συνολική αναδιάρθρωση του συστήματος ρύθμισης οφειλών με βάση την ικανότητα των οφειλετών να πληρώσουν και καλωσόρισαν τα σχέδια για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου οργανισμού εσόδων.

Ακόμα, τα μέλη του Δ.Σ. τόνισαν την ανάγκη για μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων για να υποστηριχτεί η πιστωτική επέκταση. Ενθάρρυναν δε τις αρχές να ενισχύσουν το νομικό πλαίσιο για την αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους, συμπεριλαμβανομένων του εξωδικαστικού μηχανισμού επίλυσης διαφορών, και να αξιοποιήσουν πλήρως το εποπτικό πλαίσιο, δίδοντας κίνητρα στις τράπεζες να θέσουν φιλόδοξους στόχους μείωσης των κόκκινων δανείων.

Τα μέλη του Δ.Σ. τόνισαν ότι η εξασφάλιση επαρκών κεφαλαίων είναι ζωτικής σημασίας για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των τραπεζών. Υποστήριξαν δε όσο ταχύτερα γίνει πως η άρση των κεφαλαιακών περιορισμών στη βάση ενός χάρτη με συγκεκριμένα ορόσημα τόσο θα διασφαλιστεί η διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας με την εξασφάλιση επαρκούς ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα.

Τα μέλη του Δ.Σ. ενθάρρυναν τις ελληνικές αρχές να επιταχύνουν την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Αν και αναγνώρισαν ότι το βάρος της προσαρμογής έχει πέσει δυσανάλογα στους μισθωτούς υπογράμμισαν την ανάγκη να διατηρηθούν και να μην αντιστραφούν οι υφιστάμενες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και να συμπληρωθούν με επιπρόσθετες προσπάθειες προς την κατεύθυνση των ομαδικών απολύσεων σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές, το το άνοιγμα των υπολοίπων κλειστών επαγγελμάτων, την ενίσχυση του ανταγωνισμού και τη διευκόλυνση των επενδύσεων και των αποκρατικοποιήσεων.

Ακόμα, υπογράμμισαν την ανάγκη να διατηρηθεί και να διασφαλιστεί η ακεραιότητα των στατιστικών πληροφοριών και των στατιστικών συστημάτων.

Τα περισσότερα μέλη του Δ.Σ. θεώρησαν ότι παρά τις τεράστιες θυσίες της Ελλάδας και την γενναιόδωρη υποστήριξη των Ευρωπαίων εταίρων θα απαιτηθεί περαιτέρω ελάφρυνση για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους. Τόνισαν δε την ανάγκη αυτή η ανακούφιση χρέους να συνδεθεί με ρεαλιστικές παραδοχές σχετικά με την ικανότητά της Ελλάδας να παράγει συνεχή πλεονάσματα και μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Οι διευθυντές υπογράμμισαν, ωστόσο, ότι η ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να συμπληρωθεί με την ισχυρή εφαρμογή πολιτικών για την αποκατάσταση της ανάπτυξης και της βιωσιμότητας.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι η επόμενη έκθεση του άρθρου 4 για την ελληνική οικονομία αναμένεται σε 12 μήνες.

Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα του 2012, τα μέλη του Δ.Σ. επικρότησαν την εκ των υστέρων αξιολόγηση του δανειακού προγράμματος του ΔΝΤ με την Ελλάδα της περιόδου 2012-16. Σε γενικές γραμμές συμφώνησαν ότι η αξιολόγηση παρείχε μια χρήσιμη βάση για τη συζήτηση των διδαγμάτων από το εν λόγω πρόγραμμα.

Τα μέλη του Δ.Σ. τόνισαν τη σημασία της ανάπτυξης ρεαλιστικών προβλέψεων και στόχων, τη σημασία εξασφάλισης επαρκούς χρηματοδότησης και ελάφρυνσης του χρέους, και την ανάληψη μιας δημοσιονομικής προσαρμογής με μέτρα υψηλής ποιότητας και με ένα ρυθμό συνεπή με την ικανότητα εφαρμογής των μέτρων από τη χώρα, και με την υιοθέτηση μιας αλληλουχίας διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με βάση την ισχυρή ιδιοκτησία του προγράμματος.