Μέτρα 5,4 δισ. σε ορίζοντα τριετίας, παραμονή του ΔΝΤ – με διαφοροποιημένο ίσως, αλλά σαφώς ενεργό ρόλο – στην Ελλάδα και μια, θολή ακόμη, «υποσχετική» για λύση στο χρέος περιλαμβάνει ο επώδυνος συμβιβασμός που αποδέχεται η κυβέρνηση για να κλείσει η αξιολόγηση μέσα στις επόμενες 15 ημέρες.

Ads

Τον βασικό αυτό σχεδιασμό του deal με τους δανειστές επιβεβαίωσε χθες το βράδυ υψηλόβαθμος παράγοντας του οικονομικού επιτελείου. Ο ίδιος έδειξε ως καταληκτική ημερομηνία για το κλείσιμο της συμφωνίας – πλην νέου απροόπτου – την 15η Απριλίου και, επί της ουσίας, είπε ότι ανάμεσα στο κακό και το… μη χειρότερο σενάριο επικράτησε το δεύτερο: Εκείνο που προσδιορίζει τα πρόσθετα μέτρα έως το 2018 στο 3% και στα 5,4 δισ. ευρώ της «βίβλου Κομισιόν» και όχι στο 4,5% του ΑΕΠ και στα 7,5 δισ. της «μαύρης βίβλου» ΔΝΤ και Τόμσεν.
 
Η στρατηγική της «ασφάλειας»

Πρόκειται για έναν σχεδιασμό που εντάσσεται στην στρατηγική της «λύσης ασφαλείας» και του – προσδοκώμενου τουλάχιστον – αναπτυξιακού σοκ μετά το πέρας της αξιολόγησης.

Κοινώς, εάν πέρσι τέτοια εποχή η κυβέρνηση έδειχνε διατεθειμένη να ρισκάρει τα πάντα, φέτος δεν προτίθεται να ρισκάρει τίποτα περισσότερο από τα ταμειακά διαθέσιμα του Απριλίου. Το «βάλτωμα» της αξιολόγησης δεν συζητείται καν, η υπόνοια και μόνον μιας νέας πιστωτικής ασφυξίας και οι μνήμες των ημερών Βαρουφάκη ξορκίζονται και, αντ’ αυτών, προκρίνεται ο νέος δύσκολος, αλλά έγκαιρος, συμβιβασμός: Η Αθήνα δίνει ως αντάλλαγμα σκληρά δημοσιονομικά και, κυρίως, φορολογικά μέτρα για να διασώσει τις – κύριες – συντάξεις και αποδέχεται την παραμονή του ΔΝΤ με, ασαφή ακόμη, αντιπαροχή την ελάφρυνση του χρέους.

Ads

Εν ολίγοις, η κυβέρνηση αποδέχεται την προσφορά Σόιμπλε – «εάν δεν μπορείτε να κόψετε τις συντάξεις, βρείτε μαζί με τους θεσμούς άλλες λύσεις» – και ποντάρει στο θετικό σενάριο: Το φθηνό χρήμα μέσα από το QE (ποσοτική χαλάρωση) του Ντράγκι, την προσέλκυση επενδύσεων μέσα από την άρση της αβεβαιότητας και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών και την, σταδιακή, ανάταξη του οικονομικού κλίματος και της απασχόλησης.

Οι επισφάλειες και το τίμημα

Πρόκειται όμως και για έναν σχεδιασμό με δύο μεγάλες εν δυνάμει επισφάλειες: Το αντίστροφο αντι-αναπτυξιακό σοκ που μπορεί να επιφέρει στην οικονομία μια νέα δόση υπερφορολόγησης και τις ελάχιστες εγγυήσεις που παρέχει μέχρι στιγμής η «προσφορά» του Βερολίνου για την άμεση και ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους.

Είναι δύο επισφάλειες που προσμετρώνται και συνυπολογίζονται σοβαρά από το Μαξίμου και την κυβέρνηση. Ο ίδιος υψηλόβαθμος παράγοντας του οικονομικού επιτελείου αναγνώρισε χθες πως η αχίλλειος πτέρνα του σχεδιαζόμενου deal είναι τα πρόσθετα φορολογικά μέτρα των 1,8 δισ. που πρέπει να βρεθούν προκειμένου να κλείσει το δημοσιονομικό κενό του 2018.

Τα εν λόγω μέτρα αναζητούνται στην συνήθη δεξαμενή των έμμεσων φόρων και της μεσαίας τάξης – είτε μέσω της νέας φορολόγησης καυσίμων, αυτοκινήτων και ακινήτων, είτε υπηρεσιών ευρείας κατανάλωσης όπως η κινητή τηλεφωνία. Πρόκειται, ωστόσο, για μια δεξαμενή που στερεύει πλέον τόσο σε φοροδοτική ικανότητα όσο και σε αντοχές, δεν εγγυάται την επιστροφή των προβλεπόμενων εσόδων και εμπεριέχει στοιχεία κοινωνικής ανάφλεξης και υψηλού πολιτικού κόστους.

Το χρέος και το ΔΝΤ

Εξίσου επισφαλής δείχνει και η αντιπαροχή της – κατά Τσίπρα – εθνικής «Ιθάκης», του χρέους: Η ατζέντα Βερολίνου και Σόιμπλε εξακολουθεί να μην την περιλαμβάνει στις υψηλές προτεραιότητές της, η στάση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας είναι μεν πιο πολιτικοποιημένη αλλά επ’ ουδενί δεν φτάνει στον… ριζοσπαστιμό μιας γενναίας μείωσης του χρέους και τα έως τώρα μηνύματα παραπέμπουν σε μια μακρά και αμφίβολου αποτελέσματος διαδικασία.

Κυβερνητικές πηγές αναγνωρίζουν ότι «το θέμα προκαλεί προβληματισμό», επενδύουν όμως και πάλι στο θετικό σενάριο επισημαίνοντας ότι «το ζήτημα του χρέους πρέπει να προχωρήσει, καθώς το ζητά επίμονα το ΔΝΤ». Πρόκειται όμως για μια επισήμανση μάλλον χαμηλής ισχύος, με δεδομένη και τη μάχη που έδιναν μέχρι πρότινος κυβερνητικά στελέχη υπέρ της «αποπομπής» του Ταμείου από το τρίτο Μνημόνιο.

Το  ΔΝΤ, άλλωστε, με την ίδια ένταση που ζητά ελάφρυνση του χρέους, ζητά και ιλιγγιώδη υφεσιακά μέτρα. Κι έχει κάθε πολυτέλεια να στρίψει τη ζυγαριά ξανά κατά το πολιτικά συμφέρον, καθότι από το καλοκαίρι του 2014 δεν έχει εκταμιεύσει ούτε ένα ευρώ προς την Ελλάδα…