Η Beat στην Ελλάδα αποδίδει ΦΠΑ (που είναι χρήματα του πελάτη), Φόρο Μισθωτών Υπηρεσιών (που τον παρακρατά από τους εργαζόμενους), εισφορά αλληλεγγύης και ασφαλιστικές εισφορές. Δηλαδή δεν φορολογείται στην Ελλάδα. Όλα γίνονται νόμιμα, λέει ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας “ταξί” Ν. Δρανδάκης.

Ads

Έσοδα από την Ελλάδα, αλλά φόρο στο Ηνωμένο Βασίλειο πληρώνει η Beat. Αυτό σημαίνει ότι η γνωστή εταιρεία που εμπλέκεται στις μεταφορές με ταξί φορολογείται με περίπου 20% – 21%, την ώρα που οι άλλες επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα φορολογούνται με 29%. Από τη διαφορά του φόρου και μόνο η Beat κερδίζει 8% – 9%.

Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Beat Νίκος Δρανδάκης ήταν αποκαλυπτικός στη συνεδρίαση της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής. Παραδέχθηκε ότι η έδρα της εταιρείας από την πρώτη ημέρα της ίδρυσής της είναι στο Λονδίνο και εμμέσως παραδέχθηκε ότι φορολογείται στη Βρετανία. Είπε ότι η Beat στην Ελλάδα αποδίδει ΦΠΑ (που είναι χρήματα του πελάτη), Φόρο Μισθωτών Υπηρεσιών (που τον παρακρατά από τους εργαζόμενους), εισφορά αλληλεγγύης και ασφαλιστικές εισφορές. Δηλαδή δεν φορολογείται στην Ελλάδα.

Συγκεκριμένα, ο Ν. Δρανδάκης ανέφερε ότι το 2017 η Beat δήλωσε στην εφορία (ΦAΑΕ Αθηνών) 3.700.000 ευρώ τζίρο, κύκλο εργασιών. Από αυτά, η μισθοδοσία είναι 1.150.000 ευρώ τo χρόνο. Η Beat το 2017 πλήρωσε 1.140.000 ευρώ φόρους και εισφορές. «Οι φόροι είναι ΦΠΑ, ΦΜΥ, ειδική εισφορά αλληλεγγύης και ασφαλιστικές εισφορές στο Ι.Κ.Α., της τάξης των 500.000 ευρώ, για πέρυσι μόνο», ανέφερε ο Ν. Δρανδάκης.

Ads

Ο διευθύνων σύμβουλος της Beat Ν. Δρανδάκης εξήγησε ότι ίδρυσε με 40.000 ευρώ την εταιρεία στη Βρετανία το 2011 γιατί οι εταιρείες ανοίγουν γρήγορα και μετά άνοιξε υποκατάστημα στην Ελλάδα. Δεν εξήγησε γιατί δεν μετέφερε ποτέ τη φορολογική της έδρα στην Ελλάδα.

«Ιδρύσαμε την εταιρεία στο Λονδίνο και θα σας πω και γιατί. Είναι πάρα πολύ απλό, όταν ξεκινήσαμε αυτή την ιδέα δεν είχα λεφτά, βρήκα κάποιους επενδυτές οι οποίοι είναι αυτό που λέμε ‘τρελοί’, family and fools, που σου βάζουν τα λεφτά για μια τρελή ιδέα στην αρχή. Εξασφάλισα τους επενδυτές, αλλά ήξερα ότι όταν παίρνεις από έναν νέο επενδυτή υπάρχει ένα momentum για λίγο διάστημα, κάποιες μέρες, κάποιες εβδομάδες που μπορεί να σου βάλει τα λεφτά. Αν περάσει πολύ μεγάλος χρόνος δεν τον έχεις και σίγουρο. Έψαξα να βρω με τον λογιστή μου πόσο χρόνο θα χρειαστεί για να ανοίξω την εταιρεία στην Ελλάδα, να ανοίξω τραπεζικό λογαριασμό και μετά να μου βάλει τα λεφτά. Μιλάγαμε για περισσότερο από ένα – δυο μήνες τότε, δεν ξέρω πόσο είναι τώρα. Αποφασίσαμε να ιδρύσουμε εταιρεία στην Αγγλία για να μπορέσω να διασφαλίσω τα λεφτά που μου υποσχέθηκαν τότε, 40.000 ευρώ, τίποτα σπουδαίο. Ανοίξαμε την εταιρεία στην Αγγλία μέσα σε μία μέρα. Την επόμενη μέρα είχαμε ανοιγμένο τραπεζικό λογαριασμό και στο τέλος της βδομάδας είχαμε τα χρήματα στον λογαριασμό μας», είπε ο Ν. Δρανδάκης και συμπλήρωσε: «Μετά προσπαθήσαμε να ανοίξουμε και το υποκατάστημα στην Ελλάδα για να έχουμε νόμιμη παρουσία. Το υποκατάστημα μας πήρε 45 μέρες. Αυτό συνέβη το 2011».

Χωρίς κέρδη από το 2011…

Σήμερα η Beat έχει 120 εργαζόμενους και ο Ν. Δρανδάκης είπε ότι «θα κλείσουμε τον χρόνο με πάνω από 200 – 220». Ο μέσος καθαρός μισθός είναι 1.700 – 1.800 ευρώ και κανείς δεν παίρνει κάτω από 1.000 ευρώ, καθώς η Beat είναι σε ένα κλάδο πολύ υψηλής εξειδίκευσης και χρειάζεται επιστήμονες και προγραμματιστές. Λόγω της υψηλής μισθοδοσίας και των υποδομών η εταιρεία «δεν έχει βγάλει κέρδη ακόμα».

Παρά το ότι η Beat δεν είναι κερδοφόρος όμιλος, η εταιρεία Mytaxi, που ανήκει στον όμιλο της γερμανικής Daimler, τον εξαγόρασε συνολικά (δηλαδή τις δραστηριότητες σε Ελλάδα, Περού, Χιλή). «Το πόσο πουλήθηκε η εταιρεία δεν αφορά κανέναν, δεν έχουμε κάνει καμία ανακοίνωση, έχει πουληθεί όσο πουλήθηκε, δεν υποχρεούμαστε να το πούμε», είπε ο Ν. Δρανδάκης. Σημειώνεται ότι έως την πώλησή της στην Beat είχαν δοθεί 8 εκατ. για επενδύσεις.

Συμμετείχαν off shore

Ο Ν. Δρανδάκης παραδέχθηκε τη συμμετοχή off shore στο αρχικό σχήμα της Beat. «Είχαμε 35 μετόχους, οι 15 από αυτούς είναι υπάλληλοι, οι οποίοι συμμετείχαν στη μετοχική σύνθεση της εταιρείας», είπε και πρόσθεσε ότι υπήρχαν μία εταιρεία από τον Παναμά και μία από τις Παρθένους Νήσους με συμμετοχή της τάξεως του 2% – 2,5%. «Τα λεφτά αυτά μπορεί να υπήρχαν σε αυτές τις χώρες και ήρθαν στην Ελλάδα και έγιναν μισθοί Ελλήνων εργαζομένων. Δεν βλέπω κάτι λάθος», ανέφερε.

Ο δρόμος του χρήματος: Ελλάδα – Ολλανδία – Βρετανία – Ελλάδα

Το ίδιο «ταξιδιάρικα» στο εξωτερικό είναι και τα χρήματα κάθε επιβάτη που πληρώνει με κάρτα, που, σύμφωνα με τον Ν. Δρανδάκη, είναι το 25% των πελατών. Η Beat που έχει έδρα στο Λονδίνο χρησιμοποιεί την ολλανδική εταιρεία Antiel, η οποία είναι αδειοδοτημένος εκκαθαριστής συναλλαγών στην Ε.Ε. και έχει έδρα την Ολλανδία. Η διαδρομή των χρημάτων του πελάτη είναι: Ελλάδα (πληρωμή πελάτη) – Ολλανδία (στην τράπεζα ABN AMRO με την οποία συνεργάζεται η Antiel) – Βρετανία (πληρωμή Beat) – Ελλάδα (πληρωμή οδηγού). «Έτσι λειτουργούν οι πιστωτικές κάρτες», ισχυρίσθηκε ο Ν. Δρανδάκης και εξήγησε: «Από την πιστωτική κάρτα του πελάτη, πηγαίνουν στην ΑΝΤΙΕL και μετά στον οδηγό».

«Μας λέτε ότι την περίοδο των capital control παίρνατε από τις κάρτες των πολιτών μέσα στο ταξί χρήματα, τα πηγαίνατε έξω, είναι νόμιμο, και μετά από το έξω της Ολλανδίας τα πηγαίνατε κάπου αλλού, δεν ξέρω πού, και από εκεί πληρώνατε τους ταξιτζήδες», σχολίασε ο Χρ. Σπίρτζης. Και πάλι ο Ν. Δρανδάκης απάντησε ρωτώντας «αν είναι παράνομη αυτή η πράξη, τα τραπεζικά ιδρύματα, γιατί εγκρίνουν αυτές τις συναλλαγές».

Ο πρόεδρος του συνδικάτου των ταξί Θύμιος Λυμπερόπουλος είπε ότι η Beat κρατά 12%, έχει τραπεζική επιβάρυνση 3,8% και 4 ευρώ στην κάθε διαδρομή (έως πρόσφατα).

Πηγή: Αυγή