Στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης απευθύνθηκε, το πρωί της Δευτέρας, ο πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Νίκος Παπαϊωάννου, ενημερώνοντας για δημοσιεύματα που αναφέρονται σε καταγγελίες φοιτητριών του ΑΠΘ ότι δέχθηκαν σεξουαλική παρενόχληση από καθηγητές. Ο πρύτανης του ΑΠΘ ζήτησε επισήμως να υπάρξει παρέμβαση της εισαγγελίας προκειμένου να διερευνηθούν σε βάθος οι καταγγελίες.

Ads

Σε δήλωσή του στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, ο κ. Παπαϊωάννου σημείωσε: «Ενημέρωσα σήμερα την Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης για τα δημοσιεύματα που είδαν το Σαββατοκύριακο το φως της δημοσιότητας, σχετικά με καταγγελίες φοιτητριών ότι δέχθηκαν σεξουαλική παρενόχληση από διδάσκοντες στο Αριστοτέλειο. Ζήτησα επισήμως την παρέμβαση της Δικαιοσύνης, προκειμένου κάθε τέτοια υπόθεση που αφορά στο Πανεπιστήμιο να διερευνηθεί σε βάθος και οι υπαίτιοι να λογοδοτήσουν στον νόμο και να τιμωρηθούν».

Εξηγώντας τον λόγο που απευθύνθηκε στη δικαιοσύνη, ο πρύτανης διευκρίνισε ότι δεν έχει γίνει κάποια – ανώνυμη ή επώνυμη – καταγγελία στα αρμόδια όργανα του Πανεπιστημίου, συνεπώς η δικαιοσύνη θα πρέπει να επιληφθεί και να εξετάσει, αν τα δημοσιεύματα έχουν πραγματική βάση.

«Ως πατέρας, ακαδημαϊκός δάσκαλος και ως πρύτανης που εκπροσωπώ το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας, δηλώνω κατηγορηματικά ότι μέχρι τη στιγμή της δημοσιοποίησης των καταγγελιών δεν είχε περιέλθει σε γνώση της παρούσας διοίκησης του Πανεπιστημίου καμία καταγγελία. Είναι αυτονόητο ότι αν έχουν τελεστεί τέτοιου είδους πράξεις είναι αποτρόπαιες και χρήζουν διερεύνησης σε βάθος, προκειμένου να λάμψει η αλήθεια και να αφυπνιστούν συνειδήσεις. Με βάση όλα αυτά, η Δικαιοσύνη είναι η αρμόδια αρχή να παρέμβει και να διερευνήσει τις καταγγελίες, έτσι ώστε στο πλαίσιο του κράτους να προστατευτούν τα δικαιώματα των καταγγελλόντων, των καταγγελλομένων, και όλων των μελών του διδακτικού προσωπικού, που από τη στιγμή που δεν κατονομάζεται κανένας αυτομάτως είναι όλοι εν δυνάμει ύποπτοι», τόνισε ο κ. Παπαϊωάννου.

Ads

Κάλεσε, δε, «κάθε φοιτητή και φοιτήτρια και κάθε μέλος της πανεπιστημιακής μας κοινότητας, κάθε διδάσκοντα, ή εργαζόμενο που έχει να συνεισφέρει οτιδήποτε στην έρευνα, να το πράξει», δεσμευόμενος ότι «κάθε καταγγελία θα ερευνάται σε βάθος, με ευαισθησία και προσήλωση στον στόχο να μην υπάρχουν τέτοια φαινόμενα μέσα στο Πανεπιστήμιο», καθώς «το Αριστοτέλειο παρέχει το δίχτυ ασφαλείας για κάθε μέλος της κοινότητάς του που με τόλμη θα θελήσει να σπάσει τον κύκλο της σιωπής».

Οι καταγγελίες

Η καταγγελία που φαίνεται ότι ανοίγει τον Ασκό του Αιόλου και για το Αριστοτέλειο δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο της «Παράλλαξης», από πρώην φοιτήτρια, με αφορμή, όπως γράφει και η ίδια, την καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου. 

«Με αφορμή τη συγκλονιστική εξομολόγηση της Σοφίας Μπεκατώρου, μήπως έφτασε η ώρα εμείς οι μεγαλοκοπέλες, πρωην φοιτήτριες του Ιστορικού, να εξομολογηθούμε για έναν πολύ γνωστό πρώην καθηγητή του τμήματος (του 4ου ορόφου ΝΦ και όχι της νεοελληνικής ιστορίας) που μας καλούσε στο γραφείο του δήθεν για να μιλήσουμε για τον βαθμό, αλλά ποτέ δεν περιμέναμε τι θα ακολουθούσε; Αλλά μετά, όταν αρχίσαμε να το συζητάμε, διαπιστώσαμε πως ήμασταν πολλές; Μήπως ήρθε η ώρα λοιπόν;» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Να σημειωθεί, ότι την ανάρτησή της, όπως σημειώνει η «Παράλλαξη» ακολούθησε μπαράζ αποκαλύψεων για το συγκεκριμένο πρόσωπο, τα στοιχεία του οποίου είναι στη διάθεση του ιστότοπου και ο οποίος δεν διδάσκει από το 2015.

Ολόκληρο το κείμενο:

«Ήμουν μόλις στα 22, φοιτήτρια της Φιλοσοφικής ΑΠΘ. Μία σχολή με χιλιάδες κορίτσια στους διαδρόμους και στις αίθουσες.

Οι φήμες επικεντρώνονταν σε έναν καθηγητή. Πως καλεί τις φοιτήτριες με διάφορες προφάσεις στο γραφείο του και η πόρτα έμενε κάθε φορά κλειστή. Καμιά φορά και κλειδωμένη. Πολύ ευγενικός και εξωστρεφής κύριος, πολύ χαμογελαστός.

Με δυσκολία το πιστεύαμε, ίσως φταίει και το γεγονός πως πριν από δέκα ή είκοσι χρόνια η ενημέρωση σχετικά με τα νομικά δικαιώματα κάποιου ατόμου που έχει υποστεί παρενόχληση ήταν ελάχιστη, Η δύναμη του διαδικτύου, δε, ανύπαρκτη ακόμη.

Ήταν ένα απόγευμα λίγο μετά την εξεταστική του Φεβρουαρίου το 2009. Τον συνάντησα στον διάδρομο κοντά στο γραφείο του.
Mε φώναξε με το μικρό μου.

Μου είπε πως δεν έγραψα καλά στις εξετάσεις και του έκανε εντύπωση διότι παρακολουθούσα και συμμετείχα σε κάθε μάθημα.

Μου είπε πως ακόμη δεν είχε στείλει τη βαθμολογία στη γραμματεία της σχολής και αν ήθελα να πηγαίναμε στο γραφείο του να δούμε ξανά το γραπτό μου.

Πρότεινε να μου βάλει μεγαλύτερο βαθμό γιατί με συμπαθούσε. Του αντιπρότεινα να μου βάλει 4 και να δώσω ξανά το μάθημα στην επόμενη εξεταστική.

Απάντησε πως ήταν πολύ εύκολο αυτό που ζητούσα, αλλά γιατί να μην μου έβαζε έναν μεγαλύτερο βαθμό, ώστε να μην χρωστάω ένα μάθημα ακόμη; Απάντησα πολύ ευγενικά πως τον ευχαριστώ, αλλά θα ήθελα να διαβάσω καλύτερα και να πάρω καλό βαθμό αξιοκρατικά.

Ζήτησα την άδεια να φύγω από το γραφείο του γιατί ήμουν πολύ κουρασμένη και έγκυος στον τρίτο μήνα.

Ενθουσιάστηκε με τα ευχάριστα νέα! Με σήκωσε από την καρέκλα για να με αγκαλιάσει και να με συγχαρεί! Δεν πρόλαβα να αντιδράσω. Κόλλησε πάνω μου το σώμα του, ένιωθα την ανάσα του στον λαιμό μου.

Είχα παγώσει, οι σφυγμοί μου είχαν ανεβεί, σκέφτηκα μόνο να προστατέψω την κοιλιά μου.

Με έσφιξε και άρχισε να τρίβεται πάνω μου. Προσπάθησα να τον απομακρύνω, αλλά ήμουν αδύναμη. Έτρεμα, ενώ εκείνος συνέχιζε να τρίβει το ευαίσθητο σημείο του στον γοφό μου. Απομακρύνθηκε μόνο όταν βράχηκε.

Έφυγα γρήγορα από το γραφείο του. Δεν ήξερα τι να κάνω. Έμεινα στο κτίριο και αναζήτησα βοήθεια στο γραφείο ενός νεαρού καθηγητή που είχα άνεση να του μιλήσω.

Μπήκα και ανάμεσα σε λυγμούς του είπα τι συνέβη. Μου απάντησε πως με πιστεύει, αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτα γιατί ήταν απλώς λέκτορας. Γύρισα στο σπίτι, πήρα τηλέφωνο στην αστυνομία. Μου απάντησαν πως μπορούν να επέμβουν μόνο με μηνυτήρια αναφορά. Το έκλεισα.

Δεν το συζήτησα ποτέ ξανά, φοβήθηκα πως δε θα μπορούσα να πάρω ποτέ πτυχίο. Τώρα εργάζομαι, τελειώνω το δεύτερο μεταπτυχιακό και μεγαλώνω την εντεκάχρονη, πλέον, κόρη μου με τις αξίες του αυτοσεβασμού και της αυτοδιάθεσης».