Ο γνωστός ενεχυροδανειστής Ριχάρδος Μυλώνας, που κατηγορείται για την υπόθεση λαθρεμπορίας χρυσού, αποφυλακίστηκε καταβάλοντας την εγγύηση των 200.000 ευρώ, όπως προέβλεπε η απόφαση του δικαστικού συμβουλίου.

Ads

Υπενθυμίζεται πως το βούλευµα του δικαστικού συµβουλίου, µετά τη σύµφωνη γνώµη και της εισαγγελέως που εισηγήθηκε σχετικά, αποφάσισε πως πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι και οι οκτώ συλληφθέντες με τους περιοριστικούς όρους, της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισης μια φορά το μήνα στο αστυνομικό τμήμα. Εγγύηση επιβλήθηκε μόνο στον Ριχάρδο και ένα ακόμη άτομο.

Στο σκεπτικό της απόφασης, επισημαίνεται πως «υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής των κατηγορουµένων, αφού παρά τους περί του αντιθέτου ισχυρισµούς τους, συντρέχει υψηλός βαθµός πιθανολόγησης ότι έχουν τελέσει τις κακουργηµατικές αυτές πράξεις, εν όψει κυρίως του γεγονότος ότι οι κατασχεθείσες ποσότητες χρυσού, αργυρού, κοσµηµάτων, ρολογιών και τιµαλφών που βρέθηκαν, προορίζονταν για εξαγωγή προς την Τουρκία, χωρίς την ύπαρξη φορολογικών παραστατικών σχετικά µε την προέλευσή τους και την επ’ αυτών επιµέτρηση φόρων, µε αποτέλεσµα να νοούνται ως λαθρεµπορεύµατα».

Ωστόσο παρά τις σοβαρές ενδείξεις, το Συμβούλιο έκρινε πως µόνο η βαρύτητα των πράξεων δεν αρκεί για την προσωρινή τους κράτηση. Επιπλέον επειδή και οι 8 κατηγορούµενοι διαθέτουν µόνιµη και σταθερή διαµονή, δεν έχουν κάνει ενέργειες για να διευκολύνουν τη φυγή τους από τη χώρα ούτε υπήρξαν φυγόποινοι ή φυγόδικοι, κρίθηκε ότι δεν είναι αναγκαία στο στάδιο αυτό η προσωρινή τους κράτηση.

Ads

Αναφορά γίνεται και στο σκεπτικό των δικαστών σχετικά µε τις ράβδους χρυσού που βρέθηκαν σε λεωφορείο. «Οι κατηγορούµενοι αποπειράθηκαν να εξαγάγουν λαθραία µέσω τουριστικού λεωφορείου, χωρίς την υποβολή της αναγκαίας διασάφησης εξαγωγής και χωρίς να διαθέτουν φορολογικά παραστατικά» εξηγούν σχετικά µε τους αναλογούντες φόρους που φέρονται να µην έχουν καταβάλει. Ειδική µνεία γίνεται και για τις πλάκες χρυσού που βρέθηκαν στο κεντρικό κατάστηµα του 51χρονου ενεχυροδανειστή, οι οποίες ήταν έτοιµες προς εξαγωγή στην Τουρκία, καθώς «βρέθηκαν συσκευασµένες προς εξαγωγή µε αναφερόµενους παραλήπτες εταιρείες της Τουρκίας, χωρίς να προκύπτει και σε αυτή την περίπτωση η ύπαρξη φορολογικών παραστατικών σχετικά µε την προέλευσή τους και την επιµέτρηση επ’ αυτών ΦΠΑ».

Οι δικαστές τονίζουν επίσης ότι κανείς από τους κατηγορουµένους δεν εξήγησε την προέλευση των κατασχεθέντων (για παράδειγµα προέρχονται από το εξωτερικό, χώρα της ΕΕ ή τρίτη, ή από επιχειρηµατική δραστηριότητα των ενεχυροδανειστηρίων), ενώ καταλήγουν στο ότι «η κρίση του Συµβουλίου περί υπάρξεως σοβαρών ενδείξεων ενοχής  δεν αναιρείται από κανένα αποδεικτικό µέσο ούτε από τα έγγραφα της ΑΑ∆Ε, καθώς η Γενική ∆ιεύθυνση Τελωνείων δεν αναφέρεται στην εξαγωγή λαθρεµπορευµάτων από τη χώρα, που αποτελεί και το κρινόµενο ζήτηµα». Μάλιστα, όπως επισηµαίνουν, δεν έχει υπολογιστεί ακόµη η αξία των κατασχεθέντων εµπορευµάτων και ο επ’ αυτών ΦΠΑ.

Μετά την αποφυλάκιση του Ριχάρδου, ο συνήγορος υπεράσπισής του, Αλέξης Κούγιας, υποστήριξε πως «ο πελάτης του πρέπει να στραφεί εναντίον όλων όσοι των κατηγόρησαν». «Δυστυχώς έγινε ένα τεράστιο λάθος με την υπόθεση αυτή είναι ότι ενώθηκαν 50 διαφορετικές περιπτώσεις σε μια, ανθρώπων ασχέτων μεταξύ τους. Δεν γνωρίζονται μεταξύ τους οι κατηγορούμενοι. Θα εκφράσω και την αντίθεσή μου στην επιβολή της εγγυήσεως, μου κάνει εντύπωση και η επιβολή της εγγυήσεως και το σκεπτικό», είπε και προσθεσε: «Μου δημιούργησαν νομική αμηχανία οι περιοριστικοί όροι που επιβλήθηκαν στην πελάτη μου. Δεν υπάρχει καμία αδυναμία στην καταβολή των 200.000 ευρώ. Ο πελάτης μου θα έπρεπε να στραφεί εναντίον όσων των κατηγόρησαν. Βάρυνε πολύ η υπόθεση εξαιτίας των αναφορών του πρωθυπουργού στο πρόσωπο του στη Βουλή».

Από την πλευρά του, ο ενεχυροδανειστής δήλωσε πως «δεν έχει κάνει τίποτα και θέλει να πάει σπίτι του». «Θέλω να πάω σε αυτούς τους ανθρώπους που με αγαπάνε», είπε.