Με ρυθμό ανάπτυξης 7,1% θα «τρέχει» η ελληνική οικονομία το 2021 σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Κομισιόν, οι οποίες δημοσιεύθηκαν σήμερα, γεγονός που την καθιστά τρίτη στην Ευρωζώνη μετά την Ιρλανδία και την Εσθονία. Πρόκειται για αύξηση συγκριτικά με τις προβλέψεις της Άνοιξης που έβλεπαν ανάπτυξη 4,1%. Το 2022 το ΑΕΠ θα αυξηθεί με ρυθμό 5,2% και το 2023 με 3,6%.

Ads

Ο πληθωρισμός θα κινηθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα μόλις στο 0,1% φέτος όταν στη νομισματική ένωση συνολικά εκτιμάται ότι θα φτάσει στο 2,4%.

Οι θετικοί αυτοί δείκτες σύμφωνα με την Κομισιόν οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην εσωτερική ζήτηση και στην καλύτερη από την αρχικά αναμενόμενη τουριστική περίοδο. Εκτιμά πως τα μέτρα στήριξης που ελήφθησαν μαζί με το σχέδιο ανάκαμψης θα στηρίξουν τα επόμενα βήματα της οικονομίας, ενώ η σταδιακή απόσυρση τους εκτιμάται ότι θα συμβεί στο τέλος του 2021.

Αλλά και στο μέτωπο του πληθωρισμού, η Κομισιόν εκτιμά ότι φέτος θα καταγράψει οριακή αύξηση 0,1% (εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή), ενώ το 2022 η αύξηση των τιμών αναμένεται να ανέλθει στο 1% και το 2023 να υποχωρήσει στο 0,4%. Επίπεδα αισθητά χαμηλότερα σε σχέση με το σύνολο της ευρωζώνης όπου ο πληθωρισμός προβλέπεται να διαμορφωθεί φέτος στο 2,4%, στο 2,2% το 2022 και στο 1,4% το 2023.

Ads

Για την ανεργία εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί η καθοδική πορεία και τα επόμενα έτη για να φτάσει φέτος στο 15,3%, παραμένοντας στα υψηλότερα επίπεδα στην Ευρωζώνη, έναντι μέσου όρου στο 7,9%. Το 2022 θα μειωθεί περαιτέρω στο 15% και το 2023 στο 14,5% (έναντι μέσου όρου 7,3% στην ευρωζώνη).

Στο δημοσιονομικό πεδίο προβλέπει σημαντική αποκλιμάκωση των ελλειμμάτων αλλά με βραδύτερο ρυθμό και επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα το 2022. Φέτος το πρωτογενές έλλειμμα αναμένεται να φτάσει στο 7,3% του ΑΕΠ. Το 2022 όμως θα συρρικνωθεί στο 1,4% του ΑΕΠ , καταγράφοντας μία από τις καλύτερες επιδόσεις πανευρωπαϊκά με μέσο όρο στο 2,7% στην ευρωζώνη. Για το 2023 η Κομισιόν εκτιμά ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει σε πλεονάσματα της τάξης του 1,3% (η καλύτερη στην ευρωζώνη με μέσο όρο πρωτογενές έλλειμμα στο 1,2% και επίτευξη πλεονασμάτων μόνο το Λουξεμβούργο, η Κύπρος και η Ιρλανδία).

Εντυπωσιακή αναμένεται να είναι η άνοδος των επενδύσεων κατά 15,3% φέτος, 13,4% το 2022 και κατά 8,2% το 2023, που είναι τα δεύτερα υψηλότερα πανευρωπαϊκά μετά την Ιταλία. Ωστόσο το ποσοστό των Δημοσίων Επενδύσεων ως αναλογία του ΑΕΠ υπολογίζεται φέτος στο 3,1% (στο μέσο όρο της Ε.Ε.), το 2022 στο 4,3% του ΑΕΠ και στο 2013 στο 4,1% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με την Κομισιόν, παρά το μεγάλο άνοιγμα του προϋπολογισμού φέτος υπάρχει τάση για μία έντονη δημοσιονομική προσαρμογή έως το 2023 δίδοντας όμως πολύ μεγάλη σημασία στο υψηλό χρέος της χώρας. Το έλλειμμα μαζί με τόκους υπολογίζεται στο 9,9% του ΑΕΠ φέτος, στο 3,9% του ΑΕΠ το 2022 και στο 1,1% του ΑΕΠ το 2023.

Το χρέος φέτος θα παραμείνει πάνω από το 200% του ΑΕΠ αν και μειωμένο σε σχέση με το 2020, στο 203% του ΑΕΠ για να υποχωρήσει στο 197% το 2022 και στο 192,1 % το 2023.

Η πανδημία με τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό αλλά και οι τυχόν παρενέργειες από την απόσυρση των μέτρων στήριξης αποτελούν μερικούς από τους κινδύνους για την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Ειδικά στο σκέλος των μέτρων στήριξης, εκφράζεται ανησυχία για την ταχύτητα απόσυρσης των μέτρων στήριξης στην απασχόληση. Παράλληλα αναφέρονται και οι γεωπολιτικοί παράγοντες ως πηγές ανησυχίας.

Στους δημοσιονομικούς κινδύνους, η Κομισιόν σημειώνει ότι πιθανή ενεργοποίηση των κρατικών εγγυήσεων που εκδίδονται ως μέρος των μέτρων στήριξης θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του δημοσιονομικού κόστους, όπως επίσης οι δικαστικές υποθέσεις κατά της Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου και η εκκρεμής απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την αναδρομική αποζημίωση για περικοπές στις επικουρικές συντάξεις και τα εποχικά επιδόματα.

«Περαιτέρω κίνδυνοι σχετίζονται με τη στατιστική ταξινόμηση πρόσφατων ή προγραμματισμένων ρυθμίσεων χρηματοοικονομικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος πώλησης και μίσθωσης για ακίνητα που ανήκουν σε ευάλωτους οφειλέτες» τονίζεται στην έκθεση.