Την παρέμβαση 20 ανθρωπιστικών οργανώσεων που ασχολούνται με το προσφυγικό στη χώρα, προκάλεσαν όσα επακολούθησαν από τον εντοπισμό του πρώτου κρούσματος κοροναϊού στη Μόρια, το οποίο προήλθε από αναγνωρισμένο πρόσφυγα που δεν κατάφερε να εγκατασταθεί στην Αθήνα και επέστρεψε στο νησί.

Ads

Σε ανακοίνωσή τους, οι οργανώσεις ασκούν έντονη κριτική στις επιλογές της κυβέρνησης και του υπουργείου Μετανάστευσης και σημειώνουν ότι η καραντίνα στο ΚΥΤ της Μόριας δεν προστατεύει τη δημόσια υγεία αποτελεσματικά και ότι είναι ώρα για εφαρμογή πολιτικής ένταξης και όχι της διόγκωσης κλειστών κέντρων, με την επίκληση μάλιστα της προστασίας από την πανδημία.

Παράλληλα εκφράζουν σοβαρές ανησυχίες για την αντιμετώπιση των αιτούντων άσυλο και της συστηματικής παραβίασης των δικαιωμάτων τους, ενώ επισημαίνουν το γενικότερο πρόβλημα διαχείρισης, όπως αναδείχτηκε στην περίπτωση του πρώτου κρούσματος.

Πρόκειται για τις οργανώσεις ACTION FOR EDUCATION, ARE YOU SERIOUS, ΔΙΟΤΙΜΑ, ECHO100PLUS, ΕΛΙΞ, ΕΛΕΔΑ, ΕΣΠ, HELP REFUGEES, HIAS, ΙRC, INTERSOS, LEGAL CENTER LESVOS, LESVOS SOLIDARITY, ΜΕΛΙΣΣΑ, MOBILE INFO TEAM, REFUGEE LEGAL SUPPORT, SOLIDARITYNOW, ΣΥΜΒΙΩΣΗ, TERRE DES HOMME, FENIX.

Ads

Η ανακοίνωση έχει ως εξής:

Το πρώτο κρούσμα κορονοϊού εντοπίστηκε στις αρχές της εβδομάδας που πέρασε στη Μόρια, εντείνοντας τις ανησυχίες για την υγεία και την ασφάλεια των προσφύγων της υπερπλήρους δομής. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα [i], ο 40χρονος άνδρας έφυγε από τη Λέσβο στις 17 Ιουλίου, αφού παρέλαβε οδηγία εξόδου από το ΚΥΤ, και, όπως είχε δικαίωμα, μετέβη στην Αθήνα. Ωστόσο, όπως αναφέρεται [ii], καθώς ήταν αδύνατο να παραμείνει στην πόλη, όπου οι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν το ρίσκο της αστεγίας και της ένδειας, εξαιτίας της έλλειψης πολιτικής για την ενσωμάτωση, στα τέλη Αυγούστου επέστρεψε στην Μόρια, για να εξασφαλίσει φαγητό και μια στέγη.

Η χρόνια έλλειψη μέτρων ένταξης, σε συνδυασμό με περίπλοκα γραφειοκρατικά εμπόδια, οδηγούν πολλούς πρόσφυγες στην Ελλάδα στην ίδια θέση. Αφού αναγκάζονται να φύγουν από τις εγκαταστάσεις φιλοξενίας, μετά την αναγνώριση του καθεστώτος τους, πολλοί πρόσφυγες καταλήγουν άστεγοι, συχνά σε αθηναϊκές πλατείες, και ως εκ τούτου αναγκάζονται να επιλέξουν να επιστρέψουν σε μέρη όπως η Μόρια.

Λαμβάνοντας υπόψη το σχετικό Δελτίο Τύπου του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου [iii], όπως επίσης και την ολοένα και επιδεινούμενη κατάσταση για τους αναγνωρισμένους πρόσφυγες στην Ελλάδα, οι κάτωθι υπογράφουσες 20 οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, εκφράζουμε για μία ακόμη φορά τις εξής ανησυχίες σχετικά με την απάνθρωπη αντιμετώπιση των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων και την παραβίαση των δικαιωμάτων τους:

Η δομή της Μόριας, που αρχικά ήταν σχεδιασμένη για να μπορεί να υποδεχτεί 2.800 ανθρώπους, φιλοξενεί τώρα παραπάνω από 12.000 αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες. Οι φιλοξενούμενοι, μεταξύ των οποίων 4.000 παιδιά, διαμένουν σε εντελώς ακατάλληλες συνθήκες συνωστισμού, ενώ περισσότεροι από τους μισούς μένουν σε σκηνές και αυτοσχέδιες κατασκευές στον ελαιώνα έξω από τον καταυλισμό. Δεν είναι σε θέση να προστατεύσουν την υγεία τους, καθώς τα κατάλληλα μέτρα δεν ελήφθησαν ούτε πριν [iv] ούτε κατά τη διάρκεια του περιορισμού κυκλοφορίας που έχει επιβληθεί στη δομή τους τελευταίους 6 μήνες. Ως εκ τούτου, η ανακοίνωση του Υπουργείου ότι η δομή θα μπει σε πλήρη υγειονομικό αποκλεισμό ούτε λύνει ούτε απαντάει σε βασικές ανησυχίες για την υγεία των φιλοξενούμενων. Αντίθετα, μάλλον υποβιβάζει ακόμη περισσότερο την ευάλωτη (ψυχική και σωματική) υγεία των αιτούντων άσυλο, ενώ τους αφήνει εκτεθειμένους σε υψηλό κίνδυνο απέναντι στον COVID-19 [v].

Η ανακοίνωση ότι η επιτήρηση της εγκατάστασης θα ενισχυθεί, μέσω της αυξημένης αστυνομικής παρουσίας, δεν έχει συνέπειες ως προς την προστασία από την εξάπλωση του ιού και δεν εγγυάται την ασφάλεια των προσφύγων ή των εργαζομένων.

Το Υπουργείο παρουσιάζει την κατασκευή κλειστών, ελεγχόμενων κέντρων ως μια λύση-πασπαρτού. Η σύνδεση, δε, της δημιουργίας τέτοιων κέντρων με τον περιορισμό της διασποράς του COVID-19 είναι αβάσιμη και ισοδυναμεί με εργαλειοποίηση της πανδημίας με στόχο την παγίωση της διοικητικής κράτησης και των αυστηρότερων περιορισμών στους αιτούντες άσυλο, ως εργαλείων πολιτικής. Όπως σημειώνει το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων [vi], “[ε]νώ δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η μετάδοση SARS-CoV-2 είναι υψηλότερη στους μετανάστες και τους πρόσφυγες, παράγοντες όπως ο υπερπληθυσμός στα κέντρα υποδοχής και κράτησης μπορεί να αυξήσουν την έκθεσή τους στον ιό. Οι επιδημίες στα κέντρα υποδοχής και κράτησης μπορούν επίσης να εξαπλωθούν πιο γρήγορα, ελλείψει κατάλληλων μέτρων πρόληψης”.

Η πολυδιαφημισμένη αποσυμφόρηση των νησιών,η οποία σε μεγάλο βαθμό είχε ως αποτέλεσμα να κληθούν πολλοί πρόσφυγες να αποχωρήσουν από τις δομές των νησιών, χωρίς να έχουν τα μέσα για να επιβιώσουν, έχει ήδη αποδειχθεί ανεπαρκής, εντείνοντας την κοινωνική ανισότητα. Τα σκληρότερα παραδείγματα αυτής της αποτυχημένης πολιτικής είναι τα εκατοντάδες άτομα, συμπεριλαμβανομένων μητέρων με βρέφη, επιζησασών/ζώντων έμφυλης βίας και των οικογενειών με παιδιά, που αναζητούν απεγνωσμένα καταφύγιο σε δημόσιους χώρους στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις στα νησιά και την ενδοχώρα (π.χ. Λέρος και Κως), χωρίς κρατική υποστήριξη ούτε για τρόφιμα και νερό. Ο 40χρονος πρόσφυγας, που επέστρεψε στις αποτρόπαιες συνθήκες της Μόριας, είναι απλώς ένα ενδεικτικό της κατάστασης παράδειγμα, που απεικονίζει εύγλωττα τα αποτελέσματα της τρέχουσας πολιτικής, υπογραμμίζοντας παράλληλα την ανάγκη για συντονισμένες δράσεις σε επίπεδο Ε.Ε, βάσει της αρχής του επιμερισμού ευθυνών.

Η προστασία των προσφύγων είναι αναγκαία, για τη συνολική αποτελεσματική αντιμετώπιση του COVID-19 στην Ελλάδα. Αυτό πρέπει να περιλαμβάνει αυξημένα μέτρα προστασίας και εκκένωση του πληθυσμού σε υψηλό κίνδυνο από τις εγκαταστάσεις όπου επικρατεί υπερσυνωστισμός καθώς και τη μεταφορά του σε ασφαλή και κατάλληλη στέγαση.

Πρέπει να γίνει απολύτως κατανοητό ότι η μόνη ολοκληρωμένη, συμβατή με τα ανθρώπινα δικαιώματα και μακροπρόθεσμη λύση είναι η εφαρμογή μιας συγκεκριμένης και βιώσιμης πολιτικής ένταξης στην Ελλάδα και ενός ορθολογικού μηχανισμού επιμερισμού των ευθυνών στην Ε.Ε.