Διακοπές στο Αστυνομικό Τμήμα Κερατέας. Αστυνομικοί συνέλαβαν δύο παιδιά από την Αλβανία που ήρθαν στην Ελλάδα ως τουρίστες, επειδή έκαναν το λάθος και μίλησαν στη γλώσσα τους.Του Κώστα Ζαφειρόπουλου 

Ads

Τελικά η βαριά βιομηχανία της χώρας δεν είναι ο τουρισμός, αλλά η ακροδεξιά θεσμική και εξωθεσμική βία. Οχι μόνο σε πρόσφυγες και μετανάστες διαμένοντες στην Ελλάδα, αλλά ακόμα και προς τους τουρίστες. Αυτή τη φορά έτυχε να είναι Αλβανοί. 

Ηταν 9 το βράδυ της προηγούμενης Πέμπτης στην οδό Δροσοπούλου στην Κερατέα, όταν δύο αστυνομικοί του τοπικού τμήματος άκουσαν δύο νέα παιδιά να συνομιλούν στα αλβανικά. Τα δύο 17χρονα αγόρια, ο Φλορίμ και ο Αρμπίτ, είχαν έρθει με τις οικογένειές τους από την Ιταλία και την ΠΓΔΜ αντίστοιχα για να περάσουν μια εβδομάδα καλοκαιρινών διακοπών με τους θείους τους που μένουν μόνιμα στην Ελλάδα. 

«Ρε, ένας Αλβανός. Τι είσαι ρε; Αλβανός;», φώναζαν κατ’ εξακολούθηση οι αστυνομικοί στο ένα παιδί, που τους κοιτούσε με απορία καθώς δεν μιλάει ελληνικά. Φορώντας πολιτικά και χωρίς να τους επιδείξουν την αστυνομική τους ταυτότητα, άρχισαν να τραβολογούν τους εφήβους φωνάζοντάς τους: «Λέγε, από πού είσαι συ, ρε;». 

Ads

Συγγενής των νεαρών, αντιλαμβανόμενος τον προπηλακισμό και μη γνωρίζοντας ότι έχει να κάνει με αστυνομικούς ενεπλάκη στο περιστατικό. Τότε οι δύο αστυνομικοί τού κόλλησαν επιδεικτικά την αστυνομική ταυτότητα στο πρόσωπο, αδιαφορώντας για τη διαμαρτυρία του, και στη συνέχεια μετέφεραν τα παιδιά στο Α.Τ. Κερατέας. 

Τέσσερις συγγενείς των νεαρών τούς ακολούθησαν και προσκόμισαν στο τμήμα τα ταξιδιωτικά έγγραφα των παιδιών. «Είστε αρχίδια», φέρεται να είπαν οι αστυνομικοί στα παιδιά μέσα στο αυτοκίνητο, συνεχίζοντας με τη… μετάφραση: «Ξέρετε αγγλικά, ε; Μotherfuckers». 

«Ούτε στα ζώα δεν συμπεριφέρονται έτσι, οι αδερφές μου έχουν γυρίσει όλο τον κόσμο αλλά τέτοια ρατσιστική συμπεριφορά δεν έχουν συναντήσει. Οταν ρωτούσαμε τους αστυνομικούς γιατί πήγαν τα παιδιά στο τμήμα, μας έβρισαν. Δεν είναι η πρώτη φορά που γινόμαστε μάρτυρες αστυνομικής βίας», τονίζει στην «Εφ.Συν.» ο θείος των παιδιών, Βίβα Ιλίερ, ιδιωτικός υπάλληλος, που ζει τα τελευταία 25 χρόνια στην Ελλάδα. 

Τα δύο Αλβανάκια κρατήθηκαν στο τμήμα για περισσότερες από δύο ώρες, ενώ οι αστυνομικοί αρνήθηκαν να δώσουν κάποια λογική εξήγηση στη μητέρα, στον πατέρα και στους θείους των παιδιών. Η μητέρα του ενός παιδιού, η οποία επέστρεψε χθες στο σπίτι της στην Ιταλία επισημαίνοντας στους αστυνομικούς ότι θα καταγγείλει το περιστατικό στα ιταλικά ΜΜΕ, έλαβε την αλαζονική απάντηση: «Να πας και στον πάπα της Ρώμης. Εμάς δεν μπορείς να μας κάνεις τίποτα!». 
 

ΞΕΝΙΟΣ ΔΙΑΣ: ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΗ – Α. (ΙΡΑΝ) 

«Δεν κολλάς έτσι, ηλίθιε» 

Επιμέλεια: Χάλεντ Τάχερ, Στέφαν Στόιτσεφ 

Ηταν απόγευμα, περπατούσα μόνος από την πλατεία Αττικής προς την πλατεία Βικτωρίας. Με σταμάτησε ένα περιπολικό και μου έκαναν νόημα οι αστυνομικοί να πλησιάσω. Προφανώς είδαν ότι έχω σκούρο δέρμα και είπαν να με ελέγξουν. Ζήτησαν τα χαρτιά μου. Τους έδωσα το δελτίο αιτούντος άσυλο, την περίφημη ροζ κάρτα, και τους εξήγησα ότι πηγαίνω σπίτι μου. 

Απαίτησαν, με άσχημο τρόπο, να πάω μαζί τους στο Τμήμα. Μου πέρασαν χειροπέδες και με έβαλαν στο πίσω κάθισμα του περιπολικού με το κεφάλι ανάμεσα στα πόδια. Ο ένας τους έπιανε τα χέρια μου πίσω από την πλάτη και τα τράβαγε προς τα πάνω, έτσι που το κεφάλι μου να πιέζεται όσο πάει προς τα πόδια. Φώναζα ότι πονούσα, δεν έδινε σημασία. 

Φτάσαμε στο Τμήμα. Με πήγαν σε ένα δωμάτιο κι έδωσαν τα χαρτιά μου σε άλλο αστυνομικό να πάει να τα ελέγξει. Ηρθαν τρεις στο δωμάτιο και μου ζήτησαν να γδυθώ τελείως. Εβγαλα τα ρούχα μου, μου ζήτησαν να γυρίσω, να σκύψω και να βήξω, για να ελέγξουν αν κρύβω κάτι παράνομο. Ελεγξαν και τα γεννητικά μου όργανα. 

Δεν ήταν η πρώτη φορά που μου κάνουν σωματικό έλεγχο, ήξερα τη διαδικασία και δεν αντιστάθηκα. Ηξερα ότι θα χρειαστεί να περιμένω αρκετές ώρες σε ένα κελί μέχρι να με αφήσουν να φύγω. 

Κάποια στιγμή, καθώς έψαχνε κάποιος απ’ αυτούς τα ρούχα μου, έπαθε σοκ. Είχε δει ένα χαρτί που έγραφε ότι είμαι οροθετικός. Ηταν μια βεβαίωση που μου είχαν δώσει από το νοσοκομείο. Φώναξε τους άλλους: «Ρε σεις, αυτός έχει AIDS». Eτρεξαν οι άλλοι, είδαν το χαρτί και άρχισαν να με βρίζουν γιατί δεν τους το είχα πει όταν με συνέλαβαν. Μιλούσαν μεταξύ τους, ήταν πολύ ανήσυχοι. 

Με είχαν ακουμπήσει και φοβούνταν ότι είχαν κολλήσει. Ετρεξαν να πλύνουν τα χέρια τους, ένας έλεγε «με χλωρίνη», ο άλλος έλεγε «όχι, με σαπούνι». 

Λίγα λεπτά αργότερα ξαναμπήκαν μαζί με έναν που φαινόταν ότι είναι ο διοικητής. Αρχισε να με βρίζει κι αυτός και να φωνάζει ότι προσπάθησα να τους κολλήσω. Φώναζε ότι πρέπει να γυρίσω στη χώρα μου διότι εδώ είμαι απειλή γι’ αυτόν και για την οικογένειά του, ότι μπορεί να τους κολλήσω. 

Εβαλα τα κλάματα. Μέσα μου σκεφτόμουν: «Δεν κολλάς έτσι, ηλίθιε». Ευτυχώς, φοβήθηκαν τόσο πολύ που δεν χρειάστηκε να μείνω άλλο εκεί. Με πέταξε ο ίδιος έξω από το Τμήμα φορώντας γάντια και πέταξε δίπλα και τα ρούχα μου. 

Α. (Ιράν)

Εφημερίδα των Συντακτών