Μετά από δύο mea culpa, του Δημήτρη Μαύρου της MRB και του Θωμά Γεράκη της Marc, μετά από 20 ημέρες προεκλογικού θρίλερ, μετά από ένα ντέρμπι (ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ) που δεν έγινε ποτέ και μετά από έναν καταπέλτη καταγγελιών από τον Πάνο Καμμένο (που, έως προχθές, δεν… θα έμπαινε ούτε με θαύμα στη Βουλή), μάλλον ήρθε η ώρα για την πρώτη σοβαρή αποτίμηση.

Ads

Τι έφταιξε για το ναυάγιο των δημοσκοπήσεων; Είναι οι δημοσκόποι, όπως καταγγέλλουν οι ΑΝ.ΕΛ. «εγκληματίες» και πληρωμένα όργανα του παλιού πολιτικού συστήματος ή είναι και εκείνοι θύματα μιας μεταμνημονιακής κοινωνικής και πολιτικής σκηνής που έχει τρανταχτεί και αλλάξει συθέμελα; Κι εάν οι δημοσκόποι είναι, όντως, «πληρωμένοι» πώς και γιατί άπαντες υπηρετούν το ίδιο σύστημα, αφού στα ίδια, και χειρότερα λάθη υπέπεσαν όλοι –  από τις, θεωρητικά, συστημικές εταιρίες έως εκείνες που επισήμως και δημοσίως εργάζονται για εφημερίδες που στηρίζουν την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ; Κι εάν οι «σικέ μετρήσεις» ισχύουν στην Ελλάδα, ισχύουν π.χ. και στη Βρετανία; (όπου επίσης στις εκλογές προβλεπόταν ντέρμπι, μέχρι που σάρωσε με δέκα μονάδες διαφορά ο Κάμερον).

Η πρώτη ψύχραιμη απάντηση που δίνουν αναλυτές και ειδικοί της στατιστικής ανεξάρτητοι και εκτός εταιριών είναι ότι – σε καθαρά επιστημονικό επίπεδο τουλάχιστον – το βασικό λάθος πρέπει να αναζητηθεί στο δείγμα των ερευνών και στην μεθοδολογία της στάθμισής του. Και μια πρώτη εξήγηση επ’ αυτού – αμφισβητήσιμη ενδεχομένως, αλλά ενδιαφέρουσα ως βάση συζήτησης και προβληματισμού – δίνει η Metron Analysis. Η Metron Analysis του Στράτου Φαναρά, μία από τις πέντε εταιρίες που μετείχαν στο, κάθε άλλο παρά επιτυχές, exit poll της Κυριακής επισημαίνει, με πίνακες και στοιχεία, στην μετεκλογική ανάλυσή της ότι το μεγάλο λάθος, και πριν και αφ’ ότου έκλεισαν οι κάλπες, ήταν πως οι δημοσκόποι επέλεξαν στην ανάλυσή τους την παραδοσιακή μεθοδολογία: Είναι η μεθοδολογία κατά την οποία η στάθμιση του δείγματος γίνεται με βάση το τι είχαν ψηφίσει οι ερωτώμενοι στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση. Εν προκειμένω όμως, σύμφωνα τουλάχιστον με τη Metron, η παραδοσιακή αυτή στάθμιση ήταν που οδήγησε στο ναυάγιο, καθώς αν λαμβάνονταν υπ’όψιν μόνον τα πρωτογενή στοιχεία και το τι είχαν επιλέξει οι ψηφοφόροι στο πρόσφατο δημοψήφισμα, τότε το αποτέλεσμα θα κινείτο εντυπωσιακά πιο κοντά στην πραγματικότητα.

Διαβάστε σχετικά:

Ολόκληρη η μετεκλογική ανάλυση της Metron Analysis είναι η εξής:

Ads

«Εκλογές Σεπτεμβρίου 2015 – Αποτίμηση exit poll & προεκλογικών ερευνών

Οι δημοσκοπήσεις και ευρύτερα οι εκλογικές έρευνες έχουν βαθμό δυσκολίας ο οποίος είναι ανάλογος με την ασάφεια και τη ρευστότητα που υπάρχει κάθε φορά στο πολιτικό κλίμα.
Ειδικά όταν μιλάμε για την εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος μιας αναμέτρησης, έχουν βαθμό δυσκολίας ανάλογο με τη σταθερότητα του κομματικού συστήματος και θα εξηγήσουμε στη συνέχεια τι εννοούμε.

Θα αφήσουμε για τη συνέχεια το σκέλος των προβλημάτων, αφού αναφερθούμε σε όσα κατά τη γνώμη μας ήταν στη σωστή κατεύθυνση τόσο στο exit poll όσο και στις προεκλογικές έρευνες.

Αναφερόμαστε εδώ ιδίως στη δυναμική των μικρότερων κομμάτων και την τελική τους εκτίμηση η οποία ήταν ιδιαίτερα ακριβής ακόμη και στην περίπτωση της ΛΑΕ η οποία βρέθηκε οριακά εκτός της Βουλής. Κατά τη γνώμη μας, τόσο οι προεκλογικές έρευνες όσο και κυρίως τα exit polls δεν δικαιολογούν τη ρητορική και τις διαμαρτυρίες τους.

Και ερχόμαστε στο κεφάλαιο των προβλημάτων.

Στη χώρα μας, υπάρχει μία μεθοδολογική παράδοση, η οποία είναι να σταθμίζουμε το δείγμα μιας έρευνας με βάση τη δήλωση των ερωτωμένων για την κομματική τους προέλευση. Η τεχνική αυτή λειτουργούσε καλά και «διόρθωνε» τα πρωτογενή δεδομένα των ερευνών μας (είτε των προεκλογικών είτε των exit polls) μέχρι και τις Βουλευτικές εκλογές του περασμένου Ιανουαρίου.

Όμως η χρήση της στις προεκλογικές έρευνες αλλά και στο χθεσινό exit poll αποδείχθηκε λανθασμένη. Αντί να συμβάλλει στη διόρθωση και σωστή εκτίμηση των δειγματοληπτικών δεδομένων, οδήγησε σε λάθος εκτίμηση.

Στον πίνακα που ακολουθεί, παρουσιάζονται τα αποτελέσματα του exit poll χωρίς καμία στάθμιση εκτός από μία μικρή δημογραφική διόρθωση των αρνήσεων όσων δηλαδή δεν απαντούσαν στο exit poll ενώ είχαν «πέσει» στο δείγμα.

Πίνακας 1 : Αστάθμιστα αποτελέσματα του exit poll

image

Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι παράλληλα με την προηγούμενη ψήφο στις Βουλευτικές εκλογές, καταγράφαμε και την ψήφο στο δημοψήφισμα.

Ας δούμε τώρα τι αποτέλεσμα μας έδινε η απάντηση των ερωτώμενων για την ψήφο στο δημοψήφισμα.

Πίνακας 2 : Ανάκληση της Ψήφου στο δημοψήφισμα από το exit poll. Aστάθμιστα δεδομένα

image

Αν λοιπόν σταθμίζαμε απλώς και ελάχιστα με την ψήφο στο δημοψήφισμα και όχι με την ψήφο στις προηγούμενες Βουλευτικές εκλογές, το αποτέλεσμα του exit poll θα έδινε τα εξής:

Πίνακας 3 : Αποτελέσματα exit poll σταθμισμένα με την ψήφο στο δημοψήφισμα

image

Ωστόσο, θεωρήσαμε εσφαλμένα ότι θα έπρεπε να σταθμίσουμε το δείγμα ως προς την παράμετρο της ψήφου στις περασμένες Βουλευτικές εκλογές, επαναλαμβάνοντας μία πρακτική την οποία όπως ήδη αναφέραμε, ασκούσαμε με επιτυχία εδώ και πολλά χρόνια και τουλάχιστον μέχρι την κορύφωση της πολιτικής κρίσης και τεκτονικών αλλαγών που πρόεκυψαν με το δημοψήφισμα.

Με άλλα λόγια δεν εμπιστευτήκαμε τα πρωτογενή μας δεδομένα και τη μικρή διόρθωση που θα μπορούσαμε να κάνουμε παίρνοντας υπόψη μόνο την ψήφο στο δημοψήφισμα, αλλά τη «βαριά» στάθμιση με βάση την αναφερόμενη ψήφο στις προηγούμενες Βουλευτικές εκλογές. Η στάθμιση αυτή μείωνε σημαντικά την απόσταση των δύο πρώτων κομμάτων.

Το ίδιο σφάλμα κάναμε και στις προεκλογικές έρευνες, στις οποίες είχαμε εκτός από το επιπρόσθετο πρόβλημα των Αναποφασίστων οι οποίοι όπως φάνηκε και από το exit poll, τελικά ψήφισαν στη μεγάλη τους πλειοψηφία ΣΥΡΙΖΑ και το πρόβλημα της αδυναμίας να προβλέψουμε με ακρίβεια την έκταση της αποχής.

Ακολουθήσαμε δηλαδή, την παραδοσιακή τεχνική στάθμισης, την οποία θα έπρεπε να είχαμε εγκαταλείψει τουλάχιστον γι’ αυτή την εκλογική αναμέτρηση. Γιατί το δημοψήφισμα το οποίο διεξήχθη στην αρχή του καλοκαιριού και η προκήρυξη των νέων εκλογών, είχαν ήδη αλλάξει ριζικά το χάρτη της πολιτικής συμμετοχής και είχαν δημιουργήσει ένα ρήγμα ασυνέχειας στο ήδη μεταβαλλόμενο κομματικό σύστημα, το οποίο εξάλλου αποτυπώθηκε και με τη μειωμένη κατά 700.000 περίπου ψηφοφόρους, συμμετοχή.

Στην απόφαση αυτή οδηγηθήκαμε, γιατί θεωρήσαμε ότι η μεγάλη αποχή, την έκταση της οποίας δεν είχαμε τη δυνατότητα να εκτιμήσουμε απολύτως και την οποία ως γνωστόν δεν ανακοινώνει κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής των εκλογών το Υπουργείο Εσωτερικών όπως γίνεται σε άλλες χώρες, δεν μας επέτρεψε να καταλάβουμε ότι θα έπρεπε να εμπιστευθούμε περισσότερο τα πρωτογενή μας δεδομένα.

Ή έστω να τα σταθμίσουμε μόνο με το δημοψήφισμα το οποίο φαινόταν να ανακαλούνταν από τους ερωτώμενους με μεγάλη ακρίβεια (δες Πίνακα 2).

Κάναμε λοιπόν τόσο χθες όσο και στις προεκλογικές μας έρευνες, το ίδιο σφάλμα: να θεωρήσουμε ότι θα έπρεπε να συνεχίσουμε την παραδοσιακή τεχνική της στάθμισης με βάση τις περασμένες βουλευτικές εκλογές αντί να εμπιστευθούμε τα πρωτογενή μας δεδομένα, τα οποία θα μπορούσαμε να έχουμε διορθώσει με μια δημογραφική στάθμιση και με την ψήφο στο δημοψήφισμα.

Κλείνοντας το σημείωμα αυτό, θέλουμε να ευχαριστήσουμε θερμά όσους συμμετείχαν στις έρευνες μας.

Μένει σε εμάς η υποχρέωση να επανεξετάσουμε τη μεθοδολογία μας έτσι ώστε να συμβάλλουμε στην κατανόηση των πολιτικών αλλαγών και το ξεπέρασμα της κρίσης στο μέτρο της δικής μας ευθύνης.»