Ένα από τα πολυμεταφρασμένα βιβλία για τα κορυφαία γεγονότα του 20ου αιώνα είναι το «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο» του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζον Ριντ, ο οποίος έζησε από κοντά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Την επανάσταση που δημιούργησε τη Σοβιετική Ένωση και κυριάρχησε στην ιστορία του προηγούμενου αιώνα. Μέσα από το βιβλίο του, σε μορφή χρονογραφήματος παρουσιάζονται γεγονότα και προσωπικότητες, συνθήκες, καταστάσεις και ιστορίες.

Ads

Καθόλου απίθανο, κάποια χρόνια μετά από τον δικό μας Ιούλιο, ένας άλλος δημοσιογράφος να συγγράψει ένα χρονογράφημα, ένα χρονικό γεγονότων και προσώπων για ό,τι συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη. Είναι αδιάφορο πως θα τιτλοφορείται, καθώς αυτό θα αποτελεί ζήτημα εμπορικής και επικοινωνιακής επιλογής. Αυτό που έχει σημασία είναι τι θα εξιστορεί, ποια θα είναι τα γεγονότα και πως θα παρουσιάζονται οι πρωταγωνιστές τους. Τα ονόματά τους μας είναι γνωστά, αλλά δεν είμαστε σίγουροι για τους ρόλους, τις προθέσεις και τις συμπεριφορές τους. Αν τους καλούσαμε σ’ ένα χορό άραγε ποιόν θα διάλεγαν;

Στο παρόν σημείωμα θα ασχοληθούμε με δύο ειδών χορούς, που θα μπορούσαν να εκφράζουν τους κύριους πρωταγωνιστές. Ο ένας είναι το ζεϊμπέκικο ή ζεϊμπέκικος χορός. Είναι χορός με καταγωγή τον 17ο αιώνα και τα αστικά κέντρα της Ανατολίας. Αρχικά ήταν αντικριστός χορός δύο ατόμων, οι οποίοι έφεραν οπλισμό, αλλά στη συνέχεια με την πάροδο των δεκαετιών, εξελίχθηκε σε «μονήρη αυτοσχεδιαστικό ανδρικό χορό». Ονομάζεται και ως ο «χορός του αετού». Δεν έχει βήματα αλλά μόνο φιγούρες (συνήθως αργές και σταθερές) και μία συγκεκριμένη κυκλική κίνηση, με τον ρυθμό να ακολουθεί το βυζαντινό μέτρο που είναι στα 9/8 και κυριαρχείται από αυτοσχεδιαστικές κινήσεις.

Με λίγα λόγια, δεν είναι οργανωμένος και μεθοδικός, αφήνοντας τον χορευτή ελεύθερο στις κινήσεις του, οι οποίες υποδηλώνουν ελευθερία, ανεξαρτησία, δύναμη, αυτονομία. Δεν είναι ένας προβλέψιμος χορός και μέσα από την αστικολαϊκή παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα, αλλά και την ανάλογη πολιτιστική προβολή, το ζεϊμπέκικο έγινε τμήμα της Ελληνικής κουλτούρας και μέρος του αφηγήματος του Ελληνικού λαού.

Ads

Από την άλλη πλευρά είναι το βαλς. Είναι ένας Βαυαρικός χορός του 18ου αιώνα (αν και ξεκίνησε στη Γαλλία μετά την Γαλλική Επανάσταση), που χορεύεται από δύο άτομα (άνδρας και γυναίκα). Ο άνδρας αγκαλιάζει από την μέση την γυναίκα και εκείνη τον πιάνει χαλαρά από τον σβέρκο. Θεωρείται ως χορός του γάμου, της χαράς, της γιορτής και των κοσμικών, κοινωνικών εκδηλώσεων. Χορεύεται ανά ζεύγη και συνήθως αυτά είναι πολλά. Είναι γρήγορος, στον μουσικό χρόνο των 3/4, τα βήματα είναι γοργά και άλλοτε κυκλικά. Σταδιακά έγινε πιο αργός, σε αντίθεση με το βιεννέζικο γρήγορο βαλς, ενώ τα βήματά του είναι περισσότερο οργανωμένα και μεθοδικά. Ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω. Αυτός ο χορός είναι χαρακτηριστικός της Βόρειας Ευρώπης και δη των Γερμανόφωνων λαών. Είναι ιδιαίτερα δημοφιλής και εντάσσεται στο πολιτιστικό και πολιτισμικό πλαίσιό τους.

Από την μια πλευρά είναι το ζεϊμπέκικο, από την άλλη είναι το βαλς. Μεγάλες οι διαφορές τους, χορευτικά και πολιτιστικά αγεφύρωτες. Διαφορετικές νοοτροπίες, άνθρωποι, λόγοι για χορό και τελικό σκοπό. Κι όμως είναι τόσο διαφορετικοί, αλλά τόσο χαρακτηριστικοί. Χορεύονται τόσο στον Ευρωπαϊκό Βορρά, όσο και στον Ευρωπαϊκό Νότο. Στην Ανατολή και στη Δύση. Χαρακτηρίζουν και προσδιορίζουν τους λαούς, αλλά δεν τους χωρίζουν.

Μα πάνω από όλα, μέσα από την ιστορική τους διαδρομή, έγιναν οικείοι στους μεν και στους δε. Χορεύονται εδώ και εκεί. Χορεύονται και ενώνουν. Το ζεϊμπέκικο και το βαλς διατηρούν την ταυτότητά τους, αλλά δεν κοιτάζουν την εθνική ταυτότητα των χορευτών τους. Δεν θέλει κόπο, θέλει τρόπο. Τον τρόπο να χορεύουμε εμείς βαλς και εκείνοι ζεϊμπέκικο. Οι χορευτές τον έχουν βρει. Οι πρωταγωνιστές του Ιουλίου;