Η Διατλαντική Συμφωνία για το Εμπόριο και τις Υπηρεσίες μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΗΠΑ, αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την ήπειρό μας και την κοινωνία των πολιτών. Η Διατλαντική Συμφωνία για το Εμπόριο και τις Υπηρεσίες ή  η TTIP (Transatlantic Trade and Investment Partnership) όπως έχει καθιερωθεί, στοχεύει στη δημιουργία μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ, στην οποία τα προϊόντα και οι υπηρεσίες θα κυκλοφορούν ελεύθερα χωρίς, οικονομικούς και ρυθμιστικούς, περιορισμούς.

Ads

Σύμφωνα με τους θιασώτες των νεοφιλελεύθερων οικονομικών, η πλήρης απελευθέρωση των εμπορικών συναλλαγών ΕΕ και ΗΠΑ, από τα “δεσμά” των διαφορετικών εργασιακών, περιβαλλοντικών, κοινωνικών και άλλων ρυθμιστικών προτύπων, θα επιτρέψει τη μέγιστη εκμετάλλευση των εμπορικών δυνατοτήτων που προσφέρουν οι δύο μεγαλύτερες οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη. Ωστόσο, η κριτική που ασκείται στην TTIP, εκτός από πολιτική, έχει και οικονομική βάση.

Πρώτα απ’ όλα, τα ίδια τα οικονομικά μοντέλα που χρησιμοποιούν οι εμπνευστές της TTIP εκτιμούν ότι το όφελος από την πλήρη απελευθέρωση του εμπορίου μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, θα προσφέρει, σύμφωνα με το πιο φιλόδοξο σενάριο, 10 δις ευρώ το χρόνο και για τα 28 κράτη-μέλη. Μια εκτίμηση που είναι αρκετά μικρή, για το μέγεθος των δύο οικονομιών και την έκταση της συγκεκριμένης συμφωνίας.

Δεύτερον, η ατζέντα της διαπραγμάτευσης μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ είναι πολυεπίπεδη και αγγίζει δεκάδες τομείς της οικονομίας, άλλα και την καθημερινότητα των ευρωπαίων πολιτών. Αυτό που δημιουργεί ανησυχία σε εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες είναι ότι η εν λόγω διαπραγμάτευση δεν αφορά αποκλειστικά 2 θεσμικούς εταίρους, άλλα μάλλον  πολυεθνικές επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας που επιχειρούν να ανοίξουν τις δραστηριότητές τους σε νέες αγορές μέσω της απορρύθμισης του θεσμικού πλαισίου που προστατεύει τις δημόσιες υπηρεσίες και αγαθά.

Ads

Η υποβάθμιση βασικών ρυθμιστικών φραγμών και κανόνων για την προστασία του περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων πολλών εργασιακών δικαιωμάτων, κανόνες για την ασφάλεια των τροφίμων και η κατάργηση νόμων για την προστασία προσωπικών δεδομένων, είναι μόνο λίγα από όσα έχουν διαρρεύσει από τις επίσημες διαπραγματεύσεις.

Διαπραγματεύσεις που γίνονται, και πάλι, πίσω από κλειστές πόρτες, κάτω από ένα καθεστώς απόλυτης μυστικότητας, χωρίς καμία ενημέρωση των πολιτικών κομμάτων σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, χωρίς ενημέρωση και ουσιαστική εμπλοκή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και φυσικά σε χώρους και χρόνο που κανείς δεν γνωρίζει.

Ενώ, όμως, το άνοιγμα δημόσιων υπηρεσιών στην διεθνή αγορά και σε ιδιωτικές εταιρίες άλλων χωρών είναι ο βασικός άξονας των διαπραγματεύσεων μεταξύ ΕΕ-ΗΠΑ, η θρυαλλίδα για τις μεγάλες θεσμικές αλλαγές σε Ευρώπη και Αμερική, βρίσκεται αλλού. Στη διαδικασία «επίλυσης διαφορών μεταξύ πολυεθνικής και κράτους», το γνωστό ISDS, με την οποία παρέχονται νομικές δυνατότητες στους ιδιώτες επενδυτές, ισοδύναμες με εκείνες ενός κράτους.  Η απειλή, επομένως, για την δημοκρατία είναι μεγάλη. Η παροχή νομικής κάλυψης σε μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, καθώς και η εξουσία που τους δίνει η TTIP, θα δημιουργήσει ένα νέο χάρτη στην επίλυση διαφορών Επενδυτή-Κράτους, με τις μεγάλες πολυεθνικές να αποκτούν την εξουσία να θέτουν φραγμούς στις δημοκρατικές αποφάσεις ολόκληρων χωρών ή υπερεθνικών ενώσεων, όταν κρίνουν ότι οι αποφάσεις αυτές θέτουν σε κίνδυνο τα κέρδη τους.

Είναι προφανές ότι οι πολυεθνικές και οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές ελίτ σε Ευρώπη και Αμερική, 7 χρόνια μετά την χρηματοπιστωτική κρίση, συνεχίζουν στην ίδια κατεύθυνση της χωρίς όρια φιλελευθεροποίησης της παγκόσμιας οικονομίας, σε βάρος των πολιτών, του περιβάλλοντος και των αδύναμων κρατών. Ωστόσο, η στρατηγική των νεοφιλελεύθερων δυνάμεων δεν θα μπορούσε να σταματήσει μόνο στους οικονομικούς θεσμούς ή τις εμπορικές συμφωνίες, αφού ένας από τους μεγαλύτερους εχθρούς του νεοφιλελευθερισμού, είναι η ίδια η Δημοκρατία.

Το διακύβευμα είναι μεγάλο και η έκβαση αυτή της μάχης θα κρίνει το σημείο ισορροπίας μεταξύ της δημοκρατίας και της προστασίας των συμφερόντων των λίγων. Οι δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Αριστεράς είμαστε ενεργό κομμάτι αυτής της μάχης, μαζί με τις προοδευτικές φωνές και πολιτικές δυνάμεις, στην ΕΕ και τις ΗΠΑ, μαζί με τα κινήματα πολιτών σε όλο τον κόσμο, μαζί με όσους θέλουν να αλλάξουν την ατζέντα του σκληρού νεοφιλελευθερισμού, με την ατζέντα της δημοκρατίας, της κοινωνικ΄ςη συνοχής, της προστασίας του περιβάλλοντος και των δικαιωμάτων.

* Ο Δημήτρης Παπαδημούλης είναι Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ