Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας έχει επανειλημμένα τονίσει προς τις αρχές πως το φαινόμενο της ρατσιστικής βίας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά όταν δεν παρέχεται καμία εγγύηση για τη δυνατότητα καταγγελίας από πρόσωπα που δεν διαθέτουν νομιμοποιητικά έγγραφα. Οι στερούμενοι νομιμοποιητικών εγγράφων, οι οποίοι αποτελούν την πλειονότητα των θυμάτων ρατσιστικών επιθέσεων, ακόμα και στις περιπτώσεις στις οποίες επιθυμούν να καταγγείλουν τα περιστατικά, τίθενται αυτόματα με την άφιξή τους στο αστυνομικό Τμήμα υπό κράτηση προς έκδοση απόφασης απέλασης, με συνέπεια να αποτρέπονται από το να καταγγείλουν οποιοδήποτε σε βάρος τους περιστατικό ρατσιστικής βίας. Η αποτελεσματική πρόληψη και καταστολή του ρατσιστικού εγκλήματος προϋποθέτει όμως την πραγματική δυνατότητα του θύματος να το καταγγείλει υπό ασφαλείς συνθήκες, χωρίς φόβο να βρεθεί σε ιδιαίτερα δυσμενή θέση, ικανή να το αποτρέψει από την καταγγελία.

Ads

 
Προκαλεί λοιπόν κατάπληξη πως η Πολιτεία, αντί να ενθαρρύνει τα θύματα να καταγγέλλουν τις απειλές ή επιθέσεις εναντίον τους, επιχειρεί ευθέως να τα αποτρέψει διά του εκφοβισμού. Η τροπολογία του αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών, όχι απλά ακυρώνει την πρόβλεψη έννομης προστασίας για τα θύματα των ρατσιστικών εγκλημάτων, αλλά επιπλέον μετατοπίζει το βάρος της απόδειξης στο ήδη πολλαπλά εκτεθειμένο θύμα της ρατσιστικής βίας.
 
Το ακόμα πιο χαρακτηριστικό είναι ότι τα στοιχεία του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας δείχνουν μια σημαντική αύξηση των περιστατικών όπου η αστυνομική συνδέεται με τη ρατσιστική βία. Θα ανέμενε κανείς, επιτέλους, τη συγκρότηση αποτελεσματικού μηχανισμού διερεύνησης των καταγγελιών αστυνομικής βίας και περιστατικών αυθαιρεσίας, σύμφωνα με τις συστάσεις διεθνών οργανισμών, του Συνηγόρου του Πολίτη και της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Αντίθετα, με την προωθούμενη τροπολογία η χώρα μας κάνει ακόμα ένα βήμα πίσω. Στέλνει το μήνυμα πως δεν προέχει ο απόλυτος σεβασμός της σωματικής ακεραιότητας και της ασφάλειας κάθε προσώπου το οποίο διαβιεί στην ελληνική επικράτεια αλλά η διαιώνιση της ατιμωρησίας, γεγονός που επιτείνει την έλλειψη εμπιστοσύνης στο κράτος δικαίου. Τα θύματα ρατσιστικής βίας καθίστανται επιπλέον υπόλογα για την έλλειψη στοιχείων, παρά το γεγονός ότι αυτή η έλλειψη, εάν προκύψει στην πορεία, είναι συχνότατα αποτέλεσμα της αδυναμίας, καθυστέρησης ή και απροθυμίας των διωκτικών αρχών να ερευνήσουν επαρκώς τα σε βάρος τους καταγγελλόμενα περιστατικά.
 
Με λίγα λόγια, οι καταγγέλλοντες αστυνομική ρατσιστική συμπεριφορά καλούνται να μην καταγγέλλουν. Ειδάλλως, θα συνθλίβουν από την δομική διάχυση ατιμωρησίας στο εσωτερικό των σωμάτων ασφαλείας.
 
*  Ο Κωστής Παπαϊωάννου είναι συντονιστής του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας