Όπως εξελίσσονται τα πράγματα είναι προφανές πως η κυβέρνηση έχει διασφαλίσει πολιτικό χρόνο μέχρι το φθινόπωρο του 2018. Μέχρις εκεί, εάν δεν έχουν εκτροχιαστεί  τα δημόσια έσοδα και εάν δεν έχει μπλοκάρει η ρύθμιση του χρέους, θα μπορεί να ασκεί τη διακυβέρνηση αδιατάρακτα.

Ads

Η προοπτική αυτή φαίνεται πως τροποποιεί κάπως την στρατηγική της ΝΔ, εφόσον δεν αναμένονται άμεσα εκλογές. Την τροποποιεί αλλά δεν την αλλάζει. Ο Κυριάκος είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει την μετωπική αντιπολίτευση, στηριζόμενος σε δύο καθοριστικές παραμέτρους: πρώτον, στην ολοένα και αυξανόμενη δυσαρέσκεια και οργή κοινωνικών στρωμάτων που στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι αγρότες και δεύτερον στο μεγάλο πολιτικό κόστος που εισπράττει η κυβέρνηση με την υπογραφή του 4ου μνημονίου.

Ταυτόχρονα, μέσα στην ΝΔ ακούγονται δειλά κάποιες φωνές κριτικής, αλλά αυτές δεν είναι ούτε αρκετές, ούτε ισχυρές για να αμφισβητήσουν την ηγεσία της. Όσοι επενδύουν στις εσωκομματικές γκρίνιες της ΝΔ δεν βλέπουν το ουσιώδες, πως δεν υπάρχει καμία δυνατότητα αμφισβήτησης του Μητσοτάκη πριν από το αποτέλεσμα των εκλογών και μετά από την ευρεία εσωκομματική του νίκη. Η σαφέστατη προοπτική εκλογικής νίκης και αυτοδυναμίας που δίνουν όλες οι μετρήσεις, καθιστούν εντελώς δευτερεύουσα κάθε διαφορετική άποψη.

Η κυβέρνηση έχει βεβαίως τη δική της στρατηγική: την πλήρη και απόλυτη ταύτιση με τους δανειστές και την εφαρμογή του μνημονιακού προγράμματος, έτσι όπως αποτυπώνεται στο 4ο μνημόνιο, το οποίο είναι συνέχεια και επέκταση του 3ου. Βασικός στόχος είναι η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, η μείωση των κρατικών δαπανών για μισθούς και συντάξεις, η ευρεία και άμεση ιδιωτικοποίηση και η δέσμευση τη χώρας σε μια λιτότητα διαρκείας που φαίνεται να καθορίζεται από μεγάλα απαιτούμενα πλεονάσματα για τα επόμενα 10-15 χρόνια.

Ads

Η κυβέρνηση έκανε την επιλογή της παραμονής στην εξουσία, έναντι οιουδήποτε πολιτικού κόστους. Φοβούμενη την κατάρρευση των ποσοστών της εάν επέλεγε τις άμεσες εκλογές, προτιμά να ρισκάρει, ελέγχοντας για άλλον ένα χρόνο την εξουσία. Αλλά αυτό το ρίσκο είναι πολύ μεγάλο για να το αναλάβει. Κανένας εχέφρων άνθρωπος δεν θα το επέλεγε, εφόσον η αποτυχία του προγράμματος είναι βέβαιη και το πολιτικό κόστος που θα εισπραχθεί τεράστιο.

Και η αποτυχία αυτή προκύπτει από την αδυναμία των νοικοκυριών να ανταποκριθούν στις φορολογικές απαιτήσεις, από την συνεχιζόμενη αύξηση της πραγματικής ανεργίας και από την κατάρρευση του κοινωνικού κράτους η οποία συνδυάζεται με την ανεξέλεγκτη ροή προσφύγων και μεταναστών στη χώρα. Όλα αυτά θα οδηγήσουν σε πτώση των εσόδων και επομένως σε αδυναμία επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί. Ήδη, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, ο αναπτυξιακός στόχος για το 17 έχει χαθεί.

Ετσι, μπορεί η κυβέρνηση να έχει χρόνο μέχρι το φθινόπωρο του 18, πλην όμως, πλησιάζοντας προς τα κει θα γίνεται όλο και πιο σαφές πως θα βαδίζουμε προς ένα νέο μνημόνιο, το 5ο, το οποίο θα καλείται να καλύψει τα κενά που θα έχουν προκύψει.

Επομένως, οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί είναι απλές ευχές. Αλλά με ευχές δεν κάνεις πολιτική. Και η πολιτική του όλα ή τίποτα που έχει επιλέξει το Μαξίμου θα καταλήξει στο τίποτα.

Διότι, πολύ απλά, η κυβέρνηση θα έχει χάσει πλήρως την πολιτική της αξιοπιστία: κανείς δεν πρόκειται να πιστέψει το αφήγημα πως τα μνημόνια καταργούνται με την υπογραφή νέων μνημονίων.