Να ξεκινήσουμε από τα αυτονόητα: ό,τι συμβαίνει κατά τη διάρκεια  της θητείας μιας κυβέρνησης επιστρέφει αποκλειστικά αυτή την ίδια. Αν είναι καλό το πιστώνεται, αν είναι κακό το χρεώνεται. Τελεία και παύλα.

Ads

Η κυβέρνηση Σημίτη ευθύνεται για το μπαλαμούτι στο δημοσιονομικό προφίλ της  χώρας πριν και μετά την ένταξη στην ΟΝΕ. Η κυβέρνηση Καραμανλή  για τη δημοσιονομική εκτροπή του 2009. Η κυβέρνηση Παπανδρέου  για την υπαγωγή της χώρας σε  διεθνή οικονομικό  έλεγχο.

Η κυβέρνηση Σαμαρά, φορτωμένη, πριν υπάρξει, με την ευθύνη της ανατροπής της κυβέρνησης Παπαδήμου- αλά Μητσοτάκη το  1990 με την κυβέρνηση Ζολώτα- ευθύνεται για την  φενάκη της «δήθεν εξόδου  από το Μνημόνιο».

Η πρώτη κυβέρνηση Τσίπρα ευθύνεται για την καταστροφική διαπραγμάτευση που την οδήγησε σε  Μνημόνιο βαρύτερο από αυτό που, ούτως ή άλλως, θα υπέγραφε. Ο Τσίπρας προσωπικά ευθύνεται και για την ανίερη σύμπραξη με τον Καμμένο από τότε μέχρι σήμερα.

Ads

O   Τσίπρας κρίθηκε  για εκείνη την κυβέρνηση. Ότι οι πολίτες στις δεύτερες εκλογές του 2015 τον απάλλαξαν  πολιτικά και έδωσαν εντολή να εφαρμόσει  τα αντίθετα από την εντολή που του είχαν δώσει τον Ιανουάριο συνιστά αντινομία. Αλλά ο κοινοβουλευτισμός έτσι λειτουργεί .   Ταυτόχρονα ήξερε και τι αναλαμβάνει διεκδικώντας την ψήφο των πολιτών- έναντι των οποίων θα απολογηθεί ούτως ή άλλως για τον τρόπο που το χειρίσθηκε.

Δικαιολογίες υπάρχουν πολλές και για όλους. Και ελαφρυντικά ίσως. Αλλά η ουσία δεν αλλάζει. Όποιος κυβερνάει οφείλει να αναλαμβάνει την ευθύνη και να σηκώνει το σταυρό του μαρτυρίου του- όταν χρειάζεται.

Αν έχει δυσκολίες, η μόνη διέξοδος είναι η προσφυγή στις κάλπες ώστε να αναλαμβάνουν οι πολίτες την ευθύνη από εκεί και πέρα. Το έκανε ο Κ. Καραμανλής το 2009- όπως το είχε κανει σε άλλες συνθήκες ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1964. Τα υπόλοιπα είναι ανούσια πολιτικολογία.

Τι συμβαίνει σήμερα στη  χώρα

Από αυτή την άποψη ό,τι συμβαίνει επί των ημερών της δεύτερης κυβέρνησης Τσίπρα τον βαρύνει απολύτως. Το μυστικό  είναι ότι το ίδιο θα συνέβαινε και με κάθε κυβέρνηση.  Γιατί απλούστατα δεν το αποφασίζουν οι κυβερνήσεις σε καμία χώρα που έχει χρεοκοπήσει. Έστω και αν ο λαός της αρνείται να το καταλάβει και πυροβολεί την κυβέρνηση που εκτελεί συμφωνίες που δεσμεύουν τη χώρα.

Προφανώς η ασκούμενη -αναγκαστική- πολιτική προκαλεί δυσφορία στην κοινωνία και την πληρώνει ο Τσίπρας –  δημοκοπικά αυτή την περίοδο τουλάχιστον. Ποιος άλλος θα πλήρωνε;  Αλλιώς ας έστηνε τις κάλπες που του ζητούσε ο Μητσοτάκης.

Αυτός βάζει την υπογραφή- αυτός πληρώνει, έστω και αν δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Ή αν το ίδιο θα έκανε και οποιοσδήποτε άλλος πρωθυπουργός.

Στην ουσία αυτό που συμβαίνει λοιπόν μετά τον Σεπτέμβριο του 2015 είναι η υποχρέωση της Ελλάδας- της χώρας, όχι της  τρέχουσας κυβέρνησης- να υλοποιήσει όσα ανέλαβε με το τρίτο Μνημόνιο. Το οποίο απέφυγε να  υπογράψει  ο Σαμαράς  τον Δεκέμβρη του 2014  με τη γνωστή κουτοπονηριά της «αριστερής παρένθεσης».

Αυτό το Μνημόνιο ήταν αναπόφευκτο επειδή η χώρα δεν πέτυχε τους στόχους με τα δύο προηγούμενα, στο δημοσιονομικό πεδίο και κυρίως στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων και των αλλαγών. Δεν δημιούργησε προϋποθέσεις ανάπτυξης και συνεπώς εξόδου από τη κρίση στο μέλλον- που έχει ως βασική προϋπόθεση πάντα την παραμονή στην Ευρωζώνη, αλλιώς όλα χάνονται….

Αυτό το Μνημόνιο το αποδέχθηκαν και το ψήφισαν όλα τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα και με αυτό πήγαν στις εκλογές. Άρα η εντολή που πήραν ήταν εντολή υλοποίησής του  – το καθένα από τη θέση του.  Ο Τσίπρας γι αυτό θα κριθεί στις επομενες  εκλογες. Οχι για όσα έλεγε στην αντιπολιτευση- κατά πως θέλει να αναδειξει η αντιπολίτευση.

Η ιδιαιτερότητα αυτού του Μνημονίου είναι ότι θα είναι το τελευταίο- με τη  μορφή » δάνεια  για μεταρρυθμίσεις». Καμία από τις δανείστριες χώρες της Ευρωζώνης δεν μπορεί και δεν θέλει να συνεχίσει να δανείζει την Ελλάδα- και ταυτόχρονά να αντιμετωπίζει την αναπροσαρμογή του χρέους της απέναντί τους. Αν δεν επιτυγχάνονται όσα συμφωνήθηκαν θα παγώσουν και το σημερινό Μνημόνιο και θα πάμε σε  ξαφνικό θάνατο.

Γιατί χρεοκοπήσαμε

Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση Τσίπρα- το κόμμα του οποίου δεν ευθύνεται για τη χρεοκοπία-  παρά τις αδυναμίες, τις αντινομίες, τις ελλείψεις σε αξιόπιστο πολιτικό προσωπικό, τις αδεξιότητες στις συζητήσεις με την τρόικα,  πάει καλά σ’ αυτό το μέτωπο.  Υλοποιεί επιτυχώς όσα συμφωνήθηκαν, άρα διαμορφώνει προϋποθέσεις για καλή συνέχεια, για διασφάλιση της ελληνικής παρούσας στο ευρώ και μέλλουσα ανάκαμψη.

Το λένε όλοι. Από το ΔΝΤ – η παρουσία του οποίου είναι μια περίπλοκη υπόθεση- μέχρι τους Ευρωσοσιαλιστές, τον Σόιμπλε, την Κομισιόν, τους οικονομικούς αναλυτές, τους διεθνείς οργανισμούς. Όλοι  –πλην των εγχώριων Λακεδαιμονίων.

Το κλειδί σ’ αυτό το Μνημόνιο, όπως και στα προηγούμενα  βεβαίως, βρίσκεται σ’ αυτά που συμφωνήθηκαν.  Αυτά είναι δυσάρεστα για τον ελληνικό λαό.  Πώς θα μπορούσαν να μην είναι;

Όχι  για του στερούν πολλά από όσα είχε στο παρελθόν. Αλλά γιατί τα είχε με τεχνητό, με εικονικό, με αβάσιμο, με ψευδή τρόπο. Έκτιζε ευημερία με δάνεια και με κακοδιαχείριση της κολοσσιαίας  κοινοτικής συνδρομής. Με ανομία, ρεμούλα, διαφθορά, κοτσαμπασισμό των πολιτικών που ξοδεύαν λεφτά που δεν υπήρχαν για να ψηφοθηρούν, κατέλυαν κανόνες ή  δεν έθεταν όρους καλής λειτουργίας του κράτους, ευνοούσαν τον εύκολο πλουτισμό και την αφορολόγητη ευημερία…

Μοιραία όμως, όταν ήλθε η διεθνής κρίση  του 2000 , η χώρα  βρέθηκε αντιμέτωπη με τους δαίμονες που η ίδια- και κανείς άλλος -εξέθρεψε. Το είπε χονδροειδώς ο Ντάισελμπλουμ, αλλά είχε δίκιο..

Σώθηκε από τον εφιάλτη  στον οποίο  την οδήγησαν τα δυο κυρίαρχα κόμματα της Μεταπολίτευσης -από το 1981 και μετά- με την παρέμβαση της Ευρωζώνης, οι χώρες της οποίας τη δάνεισαν και τη κράτησαν όρθια.

Εκ των πράγματων όμως αυτό δεν μπορούσε να συνεχίζεται, με την ελληνικη κοινωνία να ζει όπως πριν τη χρεοκοπία. Ο μόνος δρόμος ήταν να πατήσει στα πόδια της. Με μεταρρυθμίσεις, με δημοσιονομική πειθαρχία, με  θεσμικές αλλαγές,με αλλαγή  τρόπου ζωής  και αυτοσυγκράτηση.

Στην πράξη αυτό σημαίνει υποβάθμιση του επιπέδου ζωής για ένα μεγάλο διάστημα. Είτε το δει κανείς ως » εσωτερική υποτίμηση»,  κατά τον όρο που χρησιμοιήθηκε στην αρχή, είτε ως διατεταγμένη μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, η ουσία δεν αλλάζει. Η Ελλάδα οφείλει να προβεί σε » διόρθωση» – αν θέλει  να μείνει στο ευρώ.

Αυτό σημαίνει ότι  όφειλε να φτωχύνει – σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν της- περικόπτοντας  τα πάντα . Να φτωχυνει ως το σημειο να  ζει με το δικό της εισόδημα -και να πληρώνει και τα δάνεια της.  Εννοείται ότι θα ζει με χαμηλότερα στάνταρτ. Αναπόφευκτα  μέχρι να τα αυξήσει με την παραγωγή πλούτου από την ίδια.

Πώς θα κατανέμονταν εσωτερικά οι περικοπές και σε ποιο βαθμό θα ήταν δίκαιες κοινωνικά ήταν δουλειά των κυβερνήσεων – την οποία δεν έκαναν καλά. Η μεγάλη εικόνα όμως δεν αλλάζει. Η Ελλάδα  με το Τρίτο Μνημόνιο πρέπει να σφίξει και άλλο τα λουριά. Δηλαδή να υποφέρει κι άλλο ο πληθυσμός της –ή τα τμήματα που υποφέρουν,γιατί δεν συμβαίνει με όλους.

Να υποστεί τις συνέπειες από την έλλειψη απασχόλησης, να μειώσει μισθούς, να περικόψει συντάξεις – αφού  τα ασφαλιστικά ταμεία χρεοκοπήσαν για λόγους που είναι γνωστοί- να συρρικνώσει τις δημόσιεςς παροχές, να αφαιρέσει  δυνατότητες  από τους πολίτες της.

Κακό. Αλλά τι άλλο μπορεί να γίνει  όταν δεν υπάρχουν λεφτά;

Ότι οι κυβερνήσεις ανέβαζαν στο παρελθόν αβασάνιστα και… με νόμους  το επίπεδο ζωής δεν υποχρεώνει τους εταίρους να συνεχίσουν να το χρηματοδοτούν από τους φόρους των πολιτών τους.

Ότι η Ελλάδα διέλυσε την παραγωγή της και δεν μπορεί να αξιοποιήσει τον πλούτο της βαρύνει την ίδια. Αναπόφευκτα η ίδια θα πληρώσει το κόστος της ανασύνταξης της – όπως ορίζουν οι συμφωνίες με τους δανειστές. Ξέρει κανείς άλλο τρόπο ;

Ο Τσίπρας και οι άλλοι

Αυτό το κανει ήδη η κυβέρνηση Τσίπρα – ανεξάρτητα από τα αμαρτήματα διακυβέρνησης που τη βαρύνουν. Θα το έκανε οποιασδήποτε άλλη κυβερνηση ήταν στη θέση της- το θέμα είναινα το κανει επιτυχώς.  Όσα λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνιστούν παραπλάνηση. Η μοίρα των ελληνικών κυβερνήσεων για πολλά χρόνια ακόμη αυτή θα είναι, καθώς ο διεθνής οικονομικός έλεγχος θα συνεχίζεται. Το θέμα είναι αν θα συνεχίζεται με την Ελλάδα στην Ευρωζώνη και σε πορεία προς την ανάπτυξη.

Αυτό ήταν στοίχημα για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και ήδη χάθηκε. Οι πολιτικοί και τα κόμματα  αντί να καταστήσουν εθνικό στόχο αυτή την υποχρέωση,  τη χρησιμοποιούν ο ένας εναντίον του άλλου. Πριν τα Μνημόνια. Ο Παπανδρέου εναντίον του Καραμανλή, ο Σαμαράς εναντίον του Παπανδρέου, ο Τσίπρας εναντίον του Σαμαρά,  ο Μητσοτάκης εναντίον του Τσίπρα.

Αυτό ισούται με εθνικό δράμα, γαρ το οποίο όλοι ευθύνονται , γιατί ψεύδονται και παραπλανούν. Οι κυβερνήσεις ισχυρίζονται ότι λύνουν το πρόβλημα και οι αντιπολιτεύσεις εκμεταλλεύονται την δυσφορία του λαού και ψηφοθηρούν – για να υποστούν τις  συνέπειες όταν γίνονται  οι ίδιες κυβέρνηση.

Τα κόμματα αντί να συγκλίνουν για να βγάλουν τη χώρα από την κρίση,  χρησιμοποιούν τυχοδιωκτικά την κρίση για πάρουν ή να διατηρήσουν την εξουσία. Πρόκειται για ανευθυνότητα.

Ο  Αλέξης Τσίπρας και ο Κυριάκος Μητσοτάκης  είναι  οι πρωταγωνιστές της τελευταίας φάσης και της πιο κρίσιμης. Ως το τον Ιούλιο του 2018 θα έχουν κριθεί όλα. Ο Πρωθυπουργός  έχει κάνει πολλά βήματα στη σωστή κατεύθυνση –αν ληφθεί υπόψη και το ανθρώπινο υλικό που έχει στο κόμμα του και η νοοτροπία των Ελλήνων πολιτών.  Αλλά  έει τη μισή αλήθεια και δεν κάλεσε τον αρχηγό της αντιπολίτευσης στο Μέγαρο Μάξιμου να τον θέσει προς των ευθυνών του. Αντιγράφει τον Σαμαρά  σ αυτό.

Είναι αλήθεια ότι  ο ιδιος εκτός από το πρόβλημα της χώρας , στο εσωτερικό έχει να αντιμετωπίσει πόλεμο με αθέμιτα μέσα -από εκείνους  που τη λεηλάτησαν για δεκαετίες και από τα κόμματα που ευθύνονται για την χρεοκοπία.

Ο αρχηγός της ΝΔ  εξελίσεται σε μοιραίο πρόσωπο  με τη στάση που έχει υιοθετήσει και  ας χρησιμοιείται κάθε μέσο για να δημιουργηθεί η αντίθετη εντύπωση: έχει ενστερνιστεί  τη χυδαία θεωρία ότι η αντιπολίτευση πρέπει να πολεμάει την κυβέρνηση για να πάρει τη θέση της, ακόμη και αν χάνεται η χώρα.

Ενώ ξέρει ότι και ίδιος την ίδια πολιτική θα ακολουθούσε, και τα ίδια μέτρα θα  έπαιρνε, συντάσσεται με το  σύστημα που βούλιαξε την οικονομία και έβλαψε την κοινωνία, κυνηγώντας τυφλά στην εξουσία.

Σ’ αυτό το σκηνικό  των δυο μονομάχων επί των ερείπιων,  η περιθωριακή παρουσία της Φώφης Γεννηματά  προκαλεί θλίψη αν όχι και οργή , καθώς το δικό της κόμμα  -εκτός από το μερίδιο στη χρεοκοπία – οδήγησε σε διεθνή οικονομικό έλεγχο, με έναν μοιραίο πρωθυπουργό με  τον οποίο η ίδια  συναγελάζεται.

Και οι τρεις  διεκδικούν από καθένας από τη σκοπιά του τον τίτλο του νεοδημαγωγού που εισήγαγε- για τον Τσίπρα-  ο πολιτικός αναλυτής  Λευτέρης Κουσούλης.  Η διαφορά είναι ότι ο Τσίπρας εκ των πραγμάτων σηκώνει το βάρος – μέρος του οποίου φόρτωσε μόνος στον εαυτό του-  για τη  σωτηρία της χώρας και οι άλλοι πουλάνε φύκια για μεταξωτές κορδέλες.

Σα να μην ξέρουμε ποιοι είναι και τι έκαναν στον καιρό τους οι ίδιοι και τα  κόμματα τους, ή  για ποιους λόγους και υπέρ ποιων συγκρούονται με τη σημερινή κυβέρνηση.  Όπως ξέρουμε βέβαια και με ποια ανεύθυνη συνθηματολογία  αναδείχθηκε στην εξουσία ο Τσίπρας- περνώντας από το χαλί που του έστρωσε ο …αντιμνημονιακός Σαμαράς.

Σήμερα  η κοινωνία  ζει μια αυταπάτη. Κατά την αντίληψη που καλλιεργουν τα –επίσης χρεοκοπημένα και κρατικοβίωτα-ΜΜΕ  από τη μια υπάρχει η  κακή <κυβέρνηση που βάζει φόρους > και εξοντώνει την κοινωνία, και  από την άλλη η  καλή αντιπολίτευση που θα έλθει και ανακουφίσει τους πολίτες.  Το έχουμε ξαναδεί το έργο. Πρόκειται για ψευδή και κατασκευασμένη εντύπωση.

Η αλήθεια είναι ότι τους φόρους και τους περιορισμούς, τα μέτρα και τις  περικοπές τα επιβάλει η συμφωνία που έκανε η Ελλάδα με τους  εταίρους της -που έγιναν δανειστές της για να σωθεί. Αυτό υλοποιεί η κυβέρνηση Τσίπρα με επιτυχία. Απλώς κανείςς  δεν λέει ότι επιτυχία στην υλοποίηση του Μνημονίου σημαίνει περισσότερες περικοπές και στερήσεις.

Διόρθωση στα δημοσιονομικά σημαίνει μειώσεις και φόροι-  όσο δεν καταπολεμάται η φοροδιαφυγή και δεν αυξάνεται το ΑΕΠ. Αυτό θα συνεχίζεται μέχρι να βρεθεί τρόπος να πάρει τα πάνω της η οικονομία- που δεν έχει βρεθεί ακόμη.

Τα ίδια θα έκανε και ο Μητσοτάκης σήμερα,  ίσως και πιο άδικα και άνισα αν λάβουμε υπόψη τις ταξικές επιλογές και την  νοοτροπία του. Το θέμα δεν είναι ποιος παίρνει τα μέτρα- από την ώρα που τα επιβάλουν άλλοι. Είναι αν φέρνουν αποτέλεσμα. Ανμπορούν να ενταχθούν σε σχέδιο ανάταξης και  εδραίωσης στην ευρωζώνη, ώστε να φτάσουμε κάποια στιγμή σε υγιή ευημερία- όσο γίνεται. Αυτό το σχέδιο δεν υπάρχει και δεν  μπορει να το εκπονήσει μόνο ενα κόμμα- γιατί έχει πολιτικό κόστος..

Τα υπόλοιπα είναι φτηνός πολιτικαντισμός. Θα το καταλάβουμε αν αλλάξει η κυβέρνηση, οπότε θα επαναληφθεί η ίδια πολιτική. Κυρίως θα το καταλάβουμε – ανεξάρτητα από κυβερνήσεις- αν λήξει το Μνημόνιο χωρίς να έχουν επιτευχθεί οι – αντιλαϊκοί έτσι κι αλλιώς- στόχοι του.  Αλλά τότε θα είναι αργά…

Πηγή: Ανοιχτό Παράθυρο