Έλειπα δυο μέρες από το Λονδίνο και το τελευταίο πράγμα που είδα πριν φύγω ήταν μια στήλη καπνού να ανεβαίνει στον ουρανό από την άλλη άκρη της πόλης στις 4 το πρωί. Κατεβαίναμε με το ταξί από το Telegraph Hill και ο οδηγός σταμάτησε απότομα για να την κοιτάξει. Το κοίταξα και εγώ, αποσπασματικά από μακριά, όσο ο τρόμος της πυρκαγιάς στον πύργο Grenfell γινόταν πραγματικότητα. Αυτό νομίζω ήταν ό,τι κάναμε και οι περισσότεροι. Όμως στο μυαλό μου δυο πράγματα έμειναν ξεκάθαρα.

Ads

Το πρώτο έχει να κάνει με τους ενοίκους που προσπαθούσαν να σώσουν ο ένας τον άλλον, τους πυροσβέστες και τους εθελοντές που έσπευσαν σε βοήθεια, τους ντόπιους που τώρα εκφράζουν την οργή τους. Όλοι τους είναι ένα τμήμα του Λονδίνου που συνήθως δεν δίνει σημασία στους πολιτικούς μας ή στα μέσα ενημέρωσης. Δεν πρόκειται για την ολοφάνερη ανισότητα, για την ταξικότητα και τον ρατσιστικό διαχωρισμό, όπου και στράφηκε η προσοχή μας. Πρόκειται για έναν ολοζώντανο πολιτισμό ανθρώπων που προέρχονται από διαφορετικές αφετηρίες, αλλά υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον απαιτώντας να ακουστούν ακόμη και εάν τον περισσότερο καιρό οι θεσμοί μας δεν ακούν. Όλοι ξέρουμε το πρόβλημα. Αυτό εννοώ. Οι περισσότεροι που μένουμε εδώ, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, το ξέρουμε ακόμη και αν βομβαρδιζόμαστε από μύθους που θέλουν να βλέπουμε την πόλη μας σαν κάτι που δεν είναι – ανεξαρτήτως εάν αυτό είναι η απύθμενη πολυτέλεια που αναδεικνύουν οι φυλλάδες ή ο τρόπος που οι αυθεντίες βάζουν το λιθαράκι τους στην εικόνα ενός κοσμοπολίτικου και χωρίς καταγωγή ελιτίστικου Λονδίνου απέναντι σε μια εξίσου συμπληρωματική καρικατούρα μιας αυθεντικής εργατικής τάξης λευκών. (Και οι δυο ομάδες ανθρώπων – πάντα αλλού- δεν θα μπορούσαν να μιλήσουν για τους εαυτούς τους, θα ήθελα να προσθέσω).

Το δεύτερο που συγκράτησα είναι το πόσο δειλή και αδύναμη φάνηκε να είναι η απάντηση της κυβέρνησής μας. Φαντάζομαι πως ακόμη προσπαθούν να συνέλθουν από το σοκ της διαπίστωσης ότι η μισή χώρα θέλει να τους ξεφορτωθεί, αλλά απεναντίας πιστεύουν πως αποδείχθηκαν χρεοκοπημένοι και πως δεν έχουν κανέναν άσο στο μανίκι. Δεν μπορούν καν να υπερασπιστούν το ίδιο τους το σύστημα. Δεν είναι μόνο η Τερέζα Μέϊ. Καθώς γράφω αυτές τις λέξεις, διαδηλωτές έχουν κάνει πορείες στο Κενσιγκτον και στο Τσέλσι απαιτώντας απαντήσεις. Κανείς δεν βγήκε να τους απαντήσει. Πραγματικά είναι μια από αυτές τις στιγμές που η αδικία του συστήματος και η θεσμική αδιαφορία γίνονται αντιληπτές. Παρόλο που το στεγαστικό είναι ένα θέμα ταμπού για πολλούς, είμαι σίγουρος ότι όλοι μπορούμε να σκεφτούμε άλλους τομείς που αυτό συμβαίνει. Δεδομένου ότι ήδη έχω γράψει πολλές φορές για τον τρόπο που η κυβέρνησή μας (και οι γείτονες) αντιμετωπίζουν τους μετανάστες, η σκέψη που περνά από το μυαλό μου είναι το πόσο συχνά ακούμε τη φράση «ας προσέξουμε τους δικούς μας πρώτα», ως μια δικαιολογία για να μη βοηθήσουμε τους μετανάστες που βρίσκονται σε απόγνωση. Λοιπόν, θα έπρεπε να είναι σαφές ότι ένα σύστημα που αφήνει τα παιδιά να κοιμούνται στη λάσπη στο Καλαί ή βυθίζει βάρκες στη Μεσόγειο, θα αντιμετώπιζε και τους υπόλοιπους από εμάς με περιφρόνηση. Οι άνθρωποι είναι οργισμένοι και δικαιολογημένα. Ελπίζω ότι αυτό θα μας οδηγήσει να μιλήσουμε για το πως θα αλλάξουμε τα πράγματα για το καλύτερο.

Συγγνώμη που δεν έχω να πω τίποτα πιο πρακτικό αυτή την ώρα.

Ads

*O Daniel Trilling είναι Βρετανός συγγραφέας και δημοσιογράφος.