Τη περασμένη Δευτέρα η τουρκική βουλή, ψήφισε το πρώτο πακέτο τροποποιήσεων για τη συνταγματική αναθεώρηση, που μετατρέπει το σύστημα της χώρας σε προεδρικό με την ανάθεση υπερεξουσιών στον Ταγίπ Ερντογάν.

Ads

Είναι το προτελευταίο βήμα για την ισλαμοποίηση της Τουρκίας. Μετά την «αραβική άνοιξη» και κυρίως με το που άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας, λόγω της πολιτικής του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης(ΚΔΑ) και της ανάμειξής του στην αποκαθήλωση του Μπαθικού καθεστώτος της, η ισλαμική κοινότητα της Τουρκίας έχει ριζοσπαστικοποιηθεί και στρέφεται προς τον φονταμενταλισμό. Δεν θεωρεί το «Ισλαμικό κράτος» τρομοκρατική οργάνωση και ούτε απειλή για την Τουρκία. Η φιλοϊσλαμική πολιτική του ΚΔΑ βοήθησε στο να δημιουργηθούν και βάσεις σαλαφιστών στην ίδια τη Τουρκία.

Ταυτόχρονα, το ΚΔΑ και ο Ερντογάν-ο ίδιος έχει βλέψεις να μετατραπεί σε «σουλτάνο»- στρέφεται εσωτερικά και ενάντια στο κουρδικό κίνημα αυτονομίας, αλλά και στα εναπομείναντα κεμαλικά τμήματα των κρατικών μηχανισμών, που αμφισβήτησαν την ισλαμοποίηση[1].

Η απο-κεμαλοποίηση του τουρκικού κράτους είχε αρχίσει εδώ και αρκετά χρόνια από το καθεστώς Ερντογάν. Για να την ολοκληρώσει χρησιμοποίησε το αποτυχημένο πραξικόπημα των στρατιωτικών του περασμένου Ιουλίου. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα « Turkey Purge», από τις 15 Ιουλίου και μετά απολύθηκαν 123.865 δημόσιοι υπάλληλοι, από τους οποίους οι 83.547 είναι κρατούμενοι.

Ads

Ένας τέτοιος ανώτερος υπάλληλος, που όμως κατάφερε να ξεφύγει και να καταλήξει στη Γερμανία ζητώντας άσυλο, περιγράφει μέσα από τη δική του περίπτωση τη διαδικασία ελέγχου των κρατικών μηχανισμών από το καθεστώς Ερντογάν. 

Υπηρέτησε πάνω από 15 χρόνια -τα τελευταία μάλιστα σε υψηλές θέσεις-το τουρκικό κράτος, μέχρι το 2013, που τελείωσε η καριέρα του, μπαίνοντας, στην αρχή, στο «ψυγείο».

Τι είχε συμβεί; Τις 17 Δεκεμβρίου του 2013 οι εισαγγελείς άρχισαν έρευνες για διαφθορά στο κοντινό περιβάλλον του πρωθυπουργού τότε Ερντογάν. Στις 25 Δεκεμβρίου έγιναν οι πρώτες συλλήψεις, ενώ ένας από τους ύποπτους για διαφθορά ήταν ο γιός του Μπιλάλ. Ο Ερντογάν αντέδρασε κατηγορώντας τους εισαγγελείς για απόπειρα πραξικοπήματος και ότι έχουν σαν στόχο τον ίδιο, όντας όργανα του κινήματος Hizmet του Fethullah Gülen.

Ο «Μεχμέτ»- με αυτό το ψευδώνυμο μίλησε στην εφημερίδα της Φρανκφούρτης Allgemeine Zeitung, για ευνόητους λόγους- έπεσε σε δυσμένεια γιατί κατηγορήθηκε σαν μέλος αυτού του κινήματος, ενώ όπως ισχυρίζεται δεν είχε καμία σχέση. Στην αρχή μαζί με άλλους υπαλλήλους της υπηρεσίας του, που κατηγορήθηκαν για τον ίδιο λόγο, υποβιβάσθηκαν στην ιεραρχία και τους έβαλαν όλους στον ίδιο όροφο του κτιρίου, χωρίς να τους αναθέτουν κάποια εργασία.

Το δεύτερο βήμα του «παγώματός» του το έζησε ο «Μεχμέτ» το καλοκαίρι του 2015, όταν ο προϊστάμενος του ανακοίνωσε ότι έληξε η θητεία του στην υπηρεσία και ότι μετατίθεται σε μια νέα υπηρεσία με το όνομα «Τμήμα τομεακής ανάλυσης και αξιολόγησης της Πρωθυπουργίας». Το ίδιο συνέβη και με αρκετούς άλλους «παγωμένους» συναδέλφους του. Στην νέα υπηρεσία δεν υπήρχε κανένας εξοπλισμός και δεν τους ανατέθηκε καμία πάλι εργασία, αλλά είχαν τον μισθό τους. Προς την «κοινή γνώμη» διαδιδόταν η είδηση για διείσδυση του κινήματος Γκιουλέν στο τουρκικό κράτος με «παράλληλες δομές» από Γκιουλενιστές-Κεμαλιστές-Αριστερούς υπαλλήλους.

Ο χώρος αυτής της νέας υπηρεσίας του είχε γεμίσει από ανώτατους υπαλλήλους όλων των κρατικών υπηρεσιών-γενικοί διευθυντές, τμηματάρχες, σύμβουλοι υπουργών, πρόξενοι, πρέσβεις κ.λπ. «Οι καλύτεροι των διοικητικών υπηρεσιών είχαν εξαναγκασθεί σε απραγία», επειδή δεν συμφωνούσαν με τους στόχους του ΚΔΑ και του Ερντογάν, όπως κατάλαβε ο «Μεχμέτ».

Τον Οκτώβριο του 2015 διαμαρτυρήθηκαν οι «παγωμένοι» υπάλληλοι που είχαν μετατεθεί στο «Κέντρο Διερχομένων»-έτσι αποκαλούσαν οι αντιπολιτευόμενες εφημερίδες τη νέα τους υπηρεσία- και με προσφυγές στη δικαιοσύνη ζήτησαν να επανέλθουν στις πρώην υπηρεσίες τους. Οι δικαστές που αποφάσισαν ότι είναι παράνομες οι μεταθέσεις τους, απολύθηκαν από τις θέσεις τους και μεταφέρθηκαν επίσης στο «Κέντρο Διερχομένων», ανέφερε ο «Μεχμέτ».

Έτσι φθάσαμε στην προσπάθεια πραξικοπήματος του περασμένου Ιουλίου του 2016. Τη δεύτερη εργάσιμη ημέρα μετά το πραξικόπημα, όλοι οι υπάλληλοι του «Κέντρου Διερχομένων» στάλθηκαν στα σπίτια τους, λέγοντάς τους ότι «βρίσκονται υπό έρευνα». Ο «Μεχμέτ» είδε το όνομά του δημοσιευμένο σε μια λίστα 50.850 υπαλλήλων που απολύθηκαν από το Τουρκικό Δημόσιο, θεωρούνται επίσημα «τρομοκράτες» και δεν ισχύουν τα διαβατήρια, οι πιστωτικές κάρτες και ασφάλειες υγείας και συνταξιοδότησής τους, καθώς και τους απαγορεύθηκε η έξοδος από τη χώρα.

Όταν ο «Μεχμέτ» είδε ότι συνελήφθησαν οι πρώτοι, έπιασε επαφή με διακινητές στη Σμύρνη και μια νύχτα πέρασε μαζί με άλλους 35 πρόσφυγες από διάφορες χώρες με ένα φουσκωτό από το Κουσάντασι στη Σάμο. Πλήρωσε 3.000 δολάρια, η τουρκική ακτοφυλακή τους είδε ρίχνοντας τα φώτα πάνω τους, αλλά δεν έκανε τίποτα. «Είχαν πάρει το μερίδιό τους από τους διακινητές». Από την Σάμο ταξίδεψε με αεροπλάνο εύκολα στην Αθήνα και από κει Γερμανία, χρησιμοποιώντας το «πράσινο διαβατήριο» που έχει κάθε υψηλόβαθμος τούρκος δημόσιος υπάλληλος, επειδή οι έλληνες υπάλληλοι δεν ενδιαφέρθηκαν για το γεγονός ότι η Τουρκία είχε ανακοινώσει τη μη ισχύ αυτών των διαβατηρίων.

Στη συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα κατέληγε ο «Μεχμέτ»: «οι  μαζικές απολύσεις μετά τις 15 Ιουλίου είχαν εκ των προτέρων προετοιμασθεί». Αφορούσαν όχι μόνο οπαδούς του Gülen. Ένα πράγμα βίωσε από το 2013 και μετά: « ή είσαι με τον Ερντογάν, ή είσαι τελειωμένος».     

Μέχρι το 2011 δεν υπήρξαν παρά συγκαλυμμένες προσπάθειες για την ενδυνάμωση του Ισλάμ στην Τουρκία. Μετά όμως έγινε αυτό φανερό και μέσα από την εκπαίδευση, όπου δόθηκε περισσότερο ισλαμικό περιεχόμενο, με τον Ερντογάν να δηλώνει ότι θέλει να διαπαιδαγωγήσει «ευσεβείς γενεές». Οι μαθητές που πηγαίνουν σε «σχολεία των ιμάμηδων», όταν ανέβηκε στην εξουσία ήταν μόνο 60.000, ενώ το 2015 έγιναν 1.200.000. Ταυτόχρονα επέτρεψε στα κορίτσια από τα 10 τους να φορούν ισλαμική μαντίλα στο σχολείο. Ο ισλαμικός επαναπροσδιορισμός του εκπαιδευτικού συστήματος[2] από τον Ερντογάν έχει στόχο να φέρει αλλαγές και στην πολιτισμική ταυτότητα της Τουρκίας και στις πολιτικές επιλογές της, αλλά και στο ρόλο της στη γεωπολιτική της Μέσης Ανατολής.

Ο Ερντογάν ονειρεύεται ένα αναγεννημένο ισλαμικό κράτος στα πλαίσια της Τουρκίας, ώστε να ηγηθεί σε όλη την περιοχή, μιας και το ΙΣΙΣ δεν έχει καμιά προοπτική να επεκταθεί. Σε αυτές του τις βλέψεις –από ότι φαίνεται προς το παρόν-οι μόνοι που μπορούν να αντισταθούν είναι οι Κούρδοι, που προσπαθούν να προωθήσουν την Δημοκρατική Αυτονομία[3] σαν εναλλακτικό μοντέλο διακυβέρνησης όχι μόνο για τους ίδιους, αλλά και για τους άλλους λαούς της περιοχής. 

Όπως το άκουσα να το διατυπώνει- σε μια εκδήλωση στην Κομοτηνή για τη Συμβουλιακή Δημοκρατία της Ροζάβα της Συρίας-ένας Κούρδος δημοσιογράφος της Κων/πολης: «Στον Χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και Μ.Ανατολής θα συγκρουσθούν τα επόμενα χρόνια δύο μοντέλα διακυβέρνησης, του Ισλαμικού Κράτους και της Δημοκρατικής Αυτονομίας με ομοσπονδιακό κοινοτισμό».

Η Ευρώπη-και πολύ περισσότερο η Κύπρος και η Ελλάδα-δε θα πρέπει να μείνει αδιάφορη σε αυτές τις εξελίξεις. Τώρα που συζητείται και πάλι το Κυπριακό στη Γενεύη. Αν δεχθούν να συνεχίζεται ο ρόλος της Τουρκίας σαν εγγυήτρια δύναμη και δεν προωθήσουν μια λύση που θα συμπεριλαμβάνει την απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων και την συμβουλιακή ομοσπονδιοποίηση των κοινοτήτων στο νησί, θα έχουν στο μέλλον –από την πίσω πόρτα με την εκ περιτροπής προεδρία που προτείνεται-ένα ισλαμικό καθεστώς στην ΕΕ.

  1. Υπολογίζεται ότι τα τελευταία χρόνια η χώρα έχει γύρω στα 90.000 τζαμιά, ενώ για σύγκριση το Ιράν, με πληθυσμό ίδιο με την Τουρκία, έχει 48.000 και θεωρήθηκε θεοκρατικό καθεστώς.  «Οι μιναρέδες είναι οι ξιφολόγχες μας, οι θόλοι τα κράνη μας, τα τζαμιά τα στρατόπεδά μας, οι πιστοί είναι οι στρατιώτες μας», διακήρυσσε ο Ταγίπ Ερντογάν το 1999, ως δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης. Γι’ αυτό συνελήφθη και φυλακίστηκε, αλλά το 2002 τα πράγματα άλλαξαν και εξελέγη πρωθυπουργός.
  2. Μεταξύ των απολυμένων και συλληφθέντων είναι και πολλοί διαφωνούντες εκπαιδευτικοί και καθηγητές πανεπιστημίων.
  3. Η Κουρδική Δημοκρατική Αυτονομία και τι μπορούμε να διδαχθούμε από αυτήν