Στη ζωή και κατά συνέπεια και στην πολιτική, «το αγώγι ξυπνά τον αγωγιάτη». Η εκάστοτε συγκυρία δηλαδή, με τις συνθήκες που διαμορφώνει και με τις ανάγκες που δημιουργεί, είναι που δείχνουν τον δρόμο και που καθοδηγούν πάντοτε τις ιστορικές εξελίξεις.

Ads

Η πολιτική δεν υπάρχει ερήμην της συγκυρίας και των κοινωνικών αναγκών. Τις οποίες και διαμορφώνει, αλλά και αντίθετα, διαμορφώνεται και από αυτές.

Η γνωστή ρήση του Ευκλείδη Τσακαλώτου άλλωστε: «Αδύνατον να αλλάξεις τον κόσμο χωρίς να σε αλλάξει και αυτός», αυτήν ακριβώς τη δυναμική αλληλοσυσχέτιση μεταξύ πολιτικής και ιστορικών εξελίξεων εννοεί και αυτήν υποδεικνύει.

Άλλες ήταν οι συνθήκες και οι ανάγκες της μεταπολιτευτικής συγκυρίας που καθοδήγησαν την πολιτική αλλαγή που έφερε ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1981, άλλες οι συνθήκες και οι ανάγκες που καθοδήγησαν την επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, εν μέσω οικονομικής κρίσης και νεοφιλελεύθερων μνημονίων με κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου μνημονιακότερη των ίδιων των μνημονίων και άλλες βεβαίως είναι οι συνθήκες και οι ανάγκες σήμερα, μετά την έξοδο από τα μνημόνια και μετά την πανδημία, με δεδομένη την οικονομικά νεοφιλελεύθερη, κοινωνικά οπισθοδρομική και πολιτικά αυταρχική επέλαση της Δεξιάς του Μητσοτάκη, που εκπροσωπεί και στηρίζεται από μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.

Ads

Όπως άλλαξαν όμως οι συνθήκες, έτσι άλλαξε και ο ΣΥΡΙΖΑ.  Ο οποίος δεν είναι ο ίδιος με τον ΣΥΡΙΖΑ που κέρδιζε τις εκλογές το 2015.

Τον έχει αλλάξει η συχνά άνιση προσπάθειά του να αλλάξει την Ελλάδα εν μέσω των εντολών της τρόικας των δανειστών και της κυριαρχίας των νεοφιλελεύθερων μνημονίων.

Κι ακόμη, τον έχει αλλάξει το εύρος και η σύνθεση των κοινωνικών ομάδων που τον ακολούθησαν στην κυβερνητική περιπέτεια και που συνεχίζουν να τον ακολουθούν μέχρι και σήμερα.

Αφού όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ διατηρεί σε αξιοθαύμαστο βαθμό, για κόμμα που ηττήθηκε στις εκλογές, την κοινωνική του επιρροή, διατηρώντας τις δυνάμεις του σε ένα ποσοστό 75 – 80% σε σχέση με το αποτέλεσμα των εκλογών του 2019.

Και τέλος τον ΣΥΡΙΖΑ τον έχει αλλάξει η εντυπωσιακή ανανέωση του προσωπικού και η σημαντική αύξηση της δύναμης του κομματικού του μηχανισμού, παρά την ήττα που έχει πρόσφατα υποστεί.

Που σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ηττημένος εξακολουθεί να γοητεύει πολιτικά και να διεμβολίζει ολοένα και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, προσελκύοντας ακόμη και σήμερα νέα κομματικά μέλη.

Όσον αφορά συνεπώς στη συζήτηση που έχει ανοίξει στους κόλπους της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενόψει τόσο της Προγραμματικής Συνδιάσκεψης των αρχών Ιουλίου, όσο και του επερχόμενου Συνεδρίου, αυτή πρέπει σαφώς να συσχετιστεί με το ασφυκτικό πλαίσιο που θέτουν οι πολιτικές συνθήκες και οι ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες της εποχής.

Έτσι, ερωτήματα όπως το αν ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ χρειάζεται ή όχι περαιτέρω διεύρυνση και προς ποια κατεύθυνση, όπως και το κατά πόσο χρειάζεται σήμερα να εμβαπτιστεί και πάλι στις ιδεολογικές καταβολές του, ως κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, τα απέχει απαντήσει η ίδια η ζωή.

Τα πραγματικά ερωτήματα τα διαμορφώνει σήμερα η πολιτική αντίθεση και τις απαντήσεις τις δίνει η κοινωνική δυσαρέσκεια που εκφράζεται από την πλειοψηφία των πολιτών, για μια κυβέρνηση που δεν συναντά τις ανάγκες τους, αλλά αντίθετα, εκφράζει και εκπροσωπεί τα συμφέροντα μιας μικρής οικονομικής ολιγαρχίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καλείται σήμερα αφενός να ανταποκριθεί στις ασφυκτικές συνθήκες που έχει διαμορφώσει η νεοφιλελεύθερη, αυταρχική και οπισθοδρομική κυβέρνηση της Δεξιάς και αφετέρου να απαντήσει στη μεγάλη ανάγκη του μέσου πολίτη για πολιτική αλλαγή σε προοδευτική και δημοκρατική κατεύθυνση.

Η κατεύθυνση της αλλαγής που η χώρα χρειάζεται καθορίζει, εν πολλοίς, και την πολιτική φυσιογνωμία εκείνων που θα την επιδιώξουν.

Η πολιτική φυσιογνωμία λοιπόν του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ ως δύναμης ανατροπής ενός παλαιοκομματικού και ακραία δεξιού, αυταρχικού, οπισθοδρομικού, κοινωνικά άδικου και οικονομικά νεοφιλελεύθερου κατεστημένου, το οποίο με εξαιρετική μεθοδικότητα η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η οικονομική ολιγαρχία που τη στηρίζει προσπαθούν να παλινορθώσουν στη χώρα, δεν μπορεί παρά να είναι αριστερή και ριζοσπαστική.

Με την έννοια της προσήλωσης στις αρχές της δημοκρατίας, της ισονομίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της κοινωνικής ευαισθησίας και της βιώσιμης ανάπτυξης, που αποτελούν απαράβατες αρχές της Αριστεράς και της προοδευτικής πολιτικής σκέψης.

Αλλά κι ακόμη, η φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δεν μπορεί παρά να είναι αριστερή και ριζοσπαστική, με την έννοια της εφαρμογής μιας αριστερής πολιτικής που εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, τον δημόσιο χαρακτήρα των υπηρεσιών της Υγείας, της Παιδείας, της κοινωνικής ασφάλισης, του Περιβάλλοντος και των κοινών αγαθών, αλλά και τις εργασιακές ανάγκες των εργαζομένων και τα συμφέροντα όλων εκείνων των μη προνομιούχων, που ο πρωθυπουργός με κυνική αναλγησία αποκάλεσε «εξαρτημένους από το μισθό τους».

Οι αρχές της Αριστεράς σήμερα γίνονται και πάλι επίκαιρες, καθώς ευνοούνται τόσο από την επείγουσα κοινωνική ανάγκη στο εσωτερικό της χώρας, όσο και από τη διεθνή συγκυρία, μετά τις απρόσμενα θετικές αλλαγές που προωθεί στο διεθνές οικονομικό πεδίο ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν.

Αποτελεί συνεπώς εκδήλωση άχρηστης εσωστρέφειας και πολιτικού αυτισμού το να συζητούμε σήμερα αυτάρεσκα πολιτικά ερωτήματα τύπου: «Ποιος ΣΥΡΙΖΑ μας αρέσει» ή «Ποιον ΣΥΡΙΖΑ θέλουμε».

Σε αυτά τα ερωτήματα θα μπορούσαμε, ίσως, να απαντήσουμε, υπό την προϋπόθεση ότι δεν βρισκόμασταν εν μέσω καθημερινής ιδεολογικής πάλης και συνεχούς πολιτικής σύγκρουσης με έναν αντίπαλο αποφασισμένο να ανατρέψει τις ισορροπίες και το θεσμικό πλαίσιο προς το συμφέρον μιας μικρής ολιγαρχίας του πλούτου.

Με δεδομένη λοιπόν την πολιτική συγκυρία, το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι: Ποιον ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται η Ελλάδα, προκειμένου να ανατραπεί μια κυβέρνηση πολιτικά επικίνδυνη, κοινωνικά ανάλγητη, περιβαλλοντικά καταστροφική και οικονομικά ιδιοτελής υπέρ μιας οικονομικής ελίτ.

Η ανατροπή μιας κυβέρνησης που υποστηρίζεται από μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και που δεν ορρωδεί προ ουδενός προκειμένου να αποδυναμώσει τους πυλώνες της δημοκρατίας, να αγνοήσει την κοινωνική δικαιοσύνη και να λειτουργήσει υπέρ συγκεκριμένων οικονομικών συμφερόντων, σε βάρος των λαϊκών και των κοινωνικών αναγκών, δεν θα συμβεί αν δεν υπάρξει η συνέργεια μιας ευρύτερης πολιτικής συμμαχίας προοδευτικών δυνάμεων που με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, το μεγαλύτερο κόμμα της Αριστεράς σήμερα, θα συμφωνήσουν για το σχέδιο και τους όρους της μεγάλης πολιτικής αλλαγής.

Αυτό που περιμένει και ζητά σήμερα η ταλαιπωρημένη, απαξιωμένη και καθημαγμένη, μετά από συνεχείς οικονομικές και υγειονομικές κρίσεις, ελληνική κοινωνία από τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ είναι, χωρίς να αλλάξει την αριστερή ιδεολογική και ριζοσπαστική πολιτική του ταυτότητα, να μετατραπεί σε δύναμη κυβερνητικής ανατροπής και πολιτικής αλλαγής.

Αυτό είναι το κυρίαρχο ερώτημα που θέτει η πολιτική συγκυρία και η επείγουσα κοινωνική ανάγκη και σε αυτό πρέπει να απαντήσει πολιτικά ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ μέσα από τις επικείμενες κορυφαίες κομματικές του εκδηλώσεις.