Το «σύνδρομο της Στοκχόλμης» είναι ένα ψυχολογικό φαινόμενο που εμφανίσθηκε σε ομήρους απαγωγών, οι οποίοι μετά από μακρόχρονη ομηρία ταυτίσθηκαν με τους απαγωγείς τους, τους συμπάθησαν, ακόμα και όταν εκείνοι τους κακομεταχειρίζονταν.

Ads

 
Οι απαγωγείς διατηρούσαν τον πλήρη έλεγχο της ζωής τους και καθόριζαν την τιμωρία ή την επιβράβευσή τους, αλλά αυτή η μονομερής και ανισοβαρής σχέση γινόταν αντιληπτή και εσωτερικευόταν από τους ομήρους ως αναμενόμενη και αποδεκτή. Στη συνέχεια, αυτό το σύνδρομο υποστηρίχθηκε ότι εμφανίζεται και στον εργασιακό χώρο. Οι εργαζόμενοι αναπτύσσουν αυτή τη συμπεριφορά εξαιτίας του ρόλου που παίζει η εργασία στην ζωή. Μεγάλο τμήμα της ζωής των ανθρώπων ορίζεται από την εργασία και περιστρέφεται γύρω από αυτήν (συστηνόμαστε στους άλλους με βάση τη δουλειά που κάνουμε ή εκεί που εργαζόμαστε, αποκτούμε περισσότερη ή λιγότερη κοινωνική αναγνωρισιμότητα σύμφωνα με το επάγγελμά μας, μιλάμε συχνά για τη δουλειά μας και ασφαλώς περνάμε πάνω από το 50% του βιολογικού μας χρόνου στη δουλειά ή σε σχέση με αυτή). Οπότε ο κίνδυνος να εμφανίσουμε το «σύνδρομο της Στοκχόλμης» είναι ορατός. Ειδικά αυτό συμβαίνει όταν εργαζόμαστε για μεγάλο χρονικό διάστημα στον ίδιο εργοδότη, στην ίδια επιχείρηση ή στην ίδια δημόσια υπηρεσία.
 
Τα συμπεριφοριστικά χαρακτηριστικά που εμφανίζονται είναι η ταύτιση με τον εργοδότη, ακόμα και όταν εκείνος κακομεταχειρίζεται τον εργαζόμενο, τον αδικεί, του μιλάει άσχημα, απαιτεί να εργάζεται περισσότερες ώρες και επιδεικνύει αδιαφορία για τα προβλήματα, τις συναισθηματικές και ανθρώπινες ανάγκες του. Σε αυτό το πλαίσιο, ο εργοδότης έχει τον έλεγχο της τύχης και της εργασιακής εξέλιξης του εργαζόμενου. Στον ιδιωτικό τομέα, το εργασιακό μέλλον και η ιεραρχική εξέλιξη είναι αποκλειστικό προνόμιο του εργοδότη, ενώ στο δημόσιο τομέα, η εργασιακή τοποθέτηση ή μετακίνηση και η διοικητική πορεία επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τον πολιτικό προϊστάμενο.
 
Και στις δύο περιπτώσεις, αυτή η ιδιόμορφη σχέση, δεν αμφισβητείται από τον εργαζόμενο που εμφανίζει το συγκεκριμένο σύνδρομο, ενώ μπορεί να φτάσει σε ακραίες συμπεριφορές, εκλογικεύοντας την κακομεταχείριση και την αναξιοκρατία ως μια αναγκαία κατάσταση για να μπορεί να προοδεύσει ο οργανισμός. Για παράδειγμα, θεωρείται από κάποιους λογικό, στο δημόσιο να βολεύονται οι ημέτεροι, αυτοί που είναι πολιτικά ενταγμένοι στο κυβερνών κόμμα γιατί έτσι δουλεύει καλύτερα η υπηρεσία. Όπως για τον ιδιωτικό τομέα, θεωρείται από κάποιους επίσης λογικό, να μην έχουν οι εργαζόμενοι πλήρη εργασιακά δικαιώματα και ασφάλιση, αφού έχουν κατάφεραν να βρουν δουλειά και τους πληρώνει ο εργοδότης τους. Η άρνηση του προφανούς είναι εξόφθαλμη. Ο δημόσιος υπάλληλος ανεξάρτητα που πρόσκειται πολιτικά, υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και τον πολίτη, άρα η πολιτική διοίκηση δεν πρέπει να επιλέγει με κομματικά κριτήρια (βλέπε αναξιοκρατικά) και ο εργοδότης του ιδιωτικού υπαλλήλου πρέπει να τον ασφαλίζει και να τηρεί τους εργασιακούς νόμους, γιατί η ανθρώπινη εργασία δεν είναι δουλεία και ιδιοκτησία κανενός, πλην του ίδιου του εργαζόμενου.
 
Κατ’ αντιστοιχία, το «σύνδρομο της Στοκχόλμης» εμφανίζεται σε ανθρώπους που έχουν συνηθίσει να βλέπουν, να ακούν και να περιμένουν τι θα πει, τι θα υποσχεθεί και εν τέλει, τι θα πράξει ο πολιτικός που είναι χρόνια ανάμεσά τους. Το σύνδρομο ενεργεί με τέτοιον τρόπο, ώστε ενώ γνωρίζουν ότι ο πολιτικός δεν τηρεί τις υποσχέσεις του, δεν κυβερνά με δικαιοσύνη και αξιοκρατία, είναι μπλεγμένος σε φαινόμενα διαπλοκής και διαφθοράς, ότι ψεύδεται και υποκρίνεται, ότι τάζει και λησμονεί, αυτοί δεν αποφασίζουν να τον «μαυρίσουν» στις εκλογές. Λένε στον εαυτό τους, «ας του δώσω άλλη μιαν ευκαιρία», ξέροντας υποσυνείδητα ότι εκείνοι δεν αλλάζουν. Κάποιοι φτάνουν πιο μακριά, στηρίζοντας έναν πολιτικό που τους έχει απογοητεύσει ή τους έχει κοροϊδέψει.
 
Επειδή ο κυβερνήτης, όπως ο απαγωγέας, γνωρίζει ότι το «θύμα» είναι πιστό και πειθαρχημένο σε κείνον, έμμεσα τον ενθαρρύνει μέσα από τα λεγόμενα και τις πράξεις του, να έχει επιθετική λεκτική συμπεριφορά σε οποιονδήποτε δεν δείχνει να συμφωνεί ή να αποδέχεται την κατάσταση και δεν θεωρείται μέλος της ομάδας. Το ομαδικό πνεύμα, η ομαδική κουλτούρα και η υποταγή όλων σε αυτή, είναι κύριο στοιχείο συντήρησης του «συνδρόμου της Στοκχόλμης». Οι ανταμοιβές και οι επιβραβεύσεις που δίνονται από τον απαγωγέα, τον εργοδότη και τον κυβερνήτη, είναι οργανωμένες και μεθοδευμένες, καθώς παρέχονται από το ισχυρό μέλος, στο ανίσχυρο. Για παράδειγμα, μια μικρή παροχή στους συνταξιούχους ή στους μισθωτούς, δίνεται μετά από μεγάλες και συντριπτικές περικοπές, ως ανταμοιβή για την υποταγή, αλλά και απειλή για νέες θυσίες που ενδέχεται να υπάρξουν, αν η συμμόρφωση δεν είναι η επιθυμητή.
 
Το «σύνδρομο της Στοκχόλμης» κάνει κακό στην ψυχική υγεία των ανθρώπων που ζουν κάτω από οποιοδήποτε καθεστώς ομηρίας, καθώς επιβαρύνει τους ίδιους, την οικογένεια και τους φίλους τους. Το άγχος, οι φοβίες, οι διασπάσεις της προσοχής και τα νευρολογικά και ψυχολογικά προβλήματα επηρεάζουν τα άτομα και τον περίγυρό τους. Δεν είναι εύκολο για έναν άνθρωπο που βιώνει το σύνδρομο να βγει έξω από τον κύκλο. Το σύστημα επιβραβεύει την πολλή εργασία, τη συλλογή πλούτου και τον αδυσώπητο ανταγωνισμό, σε βάρος της συναισθηματικής υγείας. Επιβραβεύει την εργασιακή υπακοή και την υπαλληλική σιωπή, σε βάρος της ελεύθερης έκφρασης και της πρωτόβουλης δράσης. Πόσο όμως μπορεί ένας άνθρωπος να αντέξει τον εκμεταλλευτή του, τον απαγωγέα της ζωής του και πολύ περισσότερο, να του είναι πιστός; Μήπως έχει φτάσει η ώρα να σπάσουμε την αλυσίδα που μας δένει με το «σύνδρομο της Στοκχόλμης» και να αναζητήσουμε νέους κυβερνήτες; Προσοχή όμως, μην γίνουν και εκείνοι, οι νέοι μας «απαγωγείς».