Να ξεκινήσουμε από τα στοιχειώδη. 

Ads

Η νομαδική κίνηση, από την αρχαία εποχή, είχε μια αυτονόητη φορά: κοινωνικές ομάδες και πληθυσμοί μετακινούνταν από τις άγονες προς τις πλουσιότερες περιοχές, εκείνες που ήταν ικανές να προσφέρουν επιβίωση ή και πλουτισμό. Οι εισβολείς άλλοτε συγκρούονταν (το συνηθέστερο), άλλοτε αφομοιώνονταν – έστω αργά αργά – στις νέες χώρες. Η αφομοίωση αυτή διευκολύνεται όταν οι χώρες υποδοχής έχουν ανάγκη από εργατικά χέρια. Έτσι απορροφούν ένα μέρος των νέων πληθυσμών.

Με τη μετάβαση στη σύγχρονη – μετανεωτερική περίοδο, ο καπιταλισμός «κατάλαβε» ότι με λιγότερα ανθρώπινα εργαλεία και λιγότερο χώρο μπορεί να κερδίζει περισσότερα.

Έκτοτε, ως κοινωνικοοικονομικό σύστημα, αντί να επεκτείνεται και να ξοδεύει για υποδομές πρόνοιας, δημόσιας εκπαίδευσης κ.λπ. προτιμά να  αποκλείει και να αποθηκεύει ανθρώπους. 

Ads

Η εποχή όπου η αγορά πίεζε τους πολίτες να συμμορφώνονται σε κανόνες, να πειθαρχούν και να εντάσσονται στα πεδία της εργασίας και της κατανάλωσης πέρασε οριστικά. Οι προηγούμενες κοινωνίες της ανάπτυξης και της απασχόλησης μεταμορφώθηκαν σε δυστοπίες ανεργίας, με αυτόματα μηχανήματα να εκτοπίζουν θέσεις εργαζομένων. Τώρα το “plan A” είναι, τα ανθρώπινα περισσεύματα είτε να αποκρούονται στα σύνορα, (χερσαία ή θαλάσσια), είτε να επαναπροωθούνται.

Η κοινωνική χωροταξία  της νέας πολιτικής, σε μεγάλα ή μικρά κοινωνικά πλαίσια, είναι ευδιάκριτη. Στη νεωτερική εποχή η Ευρώπη άφηνε να δημιουργούνται φτωχικές γειτονιές ξένων, αλλά λίγες μόνο νησίδες έπαιρναν τη μορφή γκέτο ή ήταν κλειστές.  Η πολυχρωμία και η ανοιχτή κυκλοφορία ήταν κατακτήσεις πολιτισμού. Σήμερα κυριαρχούν τα περίκλειστα μοντέλα. 

Η Ευρώπη, ιδίως ο κύκλος χωρών του Βίσεγκραντ, μετατρέπεται σε Ευρώπη – φρούριο. Οι πόλεις έχουν τρείς τύπους οικισμών: στον πρώτο, πίσω από κάγκελα και μέσα σε φυλασσόμενες ευάερες γειτονιές (gated communities) ζουν οι ελίτ. Στον τρίτο, συναντούμε κλειστά (με διάφορα ονόματα, χωρίς να αλλάζει η ουσία της περίφραξης) κέντρα για ξένους. Στον ενδιάμεσο, βρίσκεται η επικράτεια των πολλών, με υποδομές πληττόμενες από την λιτότητα.

Βέβαια δεν είναι κάθετη και απόλυτη αυτή η διαφοροποίηση. Κάποιοι λίγοι θα χρειαστεί να μείνουν, για να δουλέψουν σε (μετρημένες) δουλειές που δεν καλύπτονται από άλλες πηγές. Κατακτημένες κατά τη νεωτερική εποχή εγγυήσεις ελευθεριών και αξιοπρέπειας θα οριοθετούν ακόμα τις αντιμεταναστευτικές πολιτικές. Γι’ αυτό η πολιτική της κοινωνικής ένταξης δεν εγκαταλείπεται τελείως, έστω κι αν για τον καπιταλισμό είναι ένα περιορισμένο  plan B – παραχώρηση.

Φυσικά, αυτή η εξαναγκασμένη ένταξη είναι μια δύσκολη ισορροπία που απειλείται και αποσταθεροποιείται εύκολα και διαρκώς. Συχνά αναπτύσσονται, άνωθεν, ισοπεδωτικές πολιτικές πλήρους αποκλεισμού των ξένων. Και «κάτωθεν» οι μετανάστες «που δεν έχουν να χάσουν τίποτα εκτός από τις αλυσίδες τους» διασχίζουν σύνορα με κίνδυνο ζωής ή δραπετεύουν από τόπους εγκλεισμού και περιφέρονται νόμιμα ή παράνομα.

Υπάρχουν κατά τους τελευταίους αιώνες ιστορικά προηγούμενα αποτελεσματικής ένταξης ξένων; Ναι, και αξίζει να τα κρατάμε στο νου, εν μέσω και των σύγχρονων συνθηκών, όχι ως μοντέλα προς αντιγραφή (όπερ αδύνατον) αλλά ως δείκτες πολιτικής.

 – Η Ευρώπη, αρχικά σε μεγάλο βαθμό μέσω της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, με  τις ανάστροφες πορείες της αποικιοκρατίας και τις μεσογειακές επικοινωνίες, από τις αρχές του εικοστού αιώνα δέχεται και εντάσσει ξένους που κατορθώνουν και αφομοιώνονται.

– Οι ΗΠΑ, επίσης, ακόμη και μετά τη δημιουργία εθνικής συνείδησης των Αμερικανών και ως τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, συνεχίζουν  να ενσωματώνουν ανομοιογενείς πληθυσμούς.

Αυτό που πρέπει να προσέξουμε όμως πέρα από τους οικονομικούς όρους που τονίζονται εξαρχής (ιδίως τα τότε χαμηλά ποσοστά ανεργίας), είναι η διασπορά των εντασσόμενων στον ευρύτερο γεωγραφικό χώρο. Η αυτορρυθμιζόμενη κατανομή των μεταναστών σε διάφορα κράτη ή κρατίδια  επιτρέπει την πολιτισμική ώσμωση και την κοινωνική συμβίωση χωρίς κάθετους διαχωρισμούς και εστίες συρράξεων. Τι συμβαίνει όμως σήμερα;

– Η Ευρώπη, είτε με τη Συνθήκη του Δουβλίνου, είτε πιο ωμά με την πολιτική των τεσσάρων (Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία) χωρών του κύκλου του Βίσεγκραντ, αντί της διασποράς επιλέγει τη συγκέντρωση και «αποθήκευση» των νεοεισερχόμενων σε συγκεκριμένες  χώρες εισόδου (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία).

Η ίδια η Ελλάδα, αντί έστω και μεταβατικά να εξομαλύνει τις συνθήκες στο εσωτερικό της, καθιστώντας βιώσιμη και ανθρώπινη την παραμονή των μεταναστών ωσότου ο χρόνος δείξει διεξόδους, επιλέγει την συμφόρηση στα νησιά. Εδώ η νεοφιλελεύθερη πολιτική συναντά την ψηφοθηρία, αφού η μεταφορά  προσφύγων στην ηπειρωτική χώρα θα προσκρούσει σε πρόσθετα μέτωπα κοινωνικών αντιδράσεων. Ωστόσο η  νεοφιλελεύθερη τακτική «αποθήκευσης» δεν είναι μόνο ανθρωπιστικά απαράδεκτη, εγκυμονεί ακόμη και κινδύνους ειρήνης και συνοχής. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μόνο τον τελευταίο καιρό, απρόθυμα και πιεσμένη  από τα πράγματα, δείχνει να καταλαβαίνει το κόστος της συμφορητικής πολιτικής.
«Μάζευε – μάζευε, όλο και κάτι θα μείνει» καλούσε ο νεωτερικός κόσμος τους πολίτες, καθώς τότε είχε ανάγκη την επιβίωσή τους στην αγορά. 

«Αποθήκευε – αποθήκευε, όλο και κάτι θα χαθεί», μοιάζει  σήμερα να εύχεται η συλλογική συνείδηση που παράγει τη μεταναστευτική πολιτική του κυνικού νεοφιλελευθερισμού.

* Ο Κώστας Αρβανίτης είναι ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία – GUE/NGL & μέλος της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (LIBE) του ευρωκοινοβουλίου

* Ο Νίκος Παρασκευόπουλος είναι Ομότιμος Καθηγητής Ποινικού Δικαίου του ΑΠΘ