Ενα εξαιρετικά αποκαλυπτικό άρθρο του ομότιμου καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης Θανάση Διαμαντόπουλου που δημοσιεύτηκε στο «Βήμα της Κυριακής» επιβεβαιώνει «από τα μέσα» την ανάλυσή μας σχετικά με τον ρόλο της Ακροδεξιάς στη συγκρότηση της σημερινής Νέας Δημοκρατίας («Ο “άγνωστος” Κυριάκος Μητσοτάκης», «Εφ.Συν.», 9.7.2019).

Ads

Στο άρθρο αυτό είχαμε μεταξύ άλλων επικαλεστεί και τη ρήση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ότι «και οι ακροδεξιοί κατά βάση τον Κυριάκο θα ακολουθήσουν», την οποία περιλαμβάνει σε βιβλίο του ο Θανάσης Διαμαντόπουλος («Το πορτρέτο ενός ηγέτη. Από την ιστορία του Μητσοτάκη στον Μητσοτάκη της Ιστορίας», εκδ. Πατάκης, Αθήνα 2013, σ. 122-124).

Τώρα ο κ. Διαμαντόπουλος δίνει τη δική του ερμηνεία. Μου αποδίδει ότι προσπαθώ να «αποδείξω» ότι «η στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο λεγόμενο Μακεδονικό ή Σκοπιανό ως ηγέτη της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον καθιστά ακροδεξιό πολιτικό», ενώ ο κ. Διαμαντόπουλος μας διαβεβαιώνει πως αυτή η στάση «τον καθιστά ρεαλιστή πολιτικό, ικανό να σταθμίσει τα υπέρ και τα κατά μιας πολιτικής στάσης».

«Αποδυνάμωση» Βελόπουλου

Ο κ. Διαμαντόπουλος είναι ο ίδιος φανατικός υπέρμαχος της Συμφωνίας των Πρεσπών. Τη θεωρεί «εθνωφελή επιλογή, για λόγους γεωπολιτικούς, γεωστρατηγικούς και οικονομικούς», όσο κι αν θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ «συρφετό» και «συμμορία».

Ads

Αλλά πιστεύει ότι χωρίς αυτή την προεκλογική στάση του Μητσοτάκη (την οποία δεν διστάζει να αποκαλέσει «δημαγωγική», «ανειλικρινή», «καιροσκοπική», «ψηφοθηρική»), «οι συνέπειες για τον τόπο θα ήταν δραματικές», εφόσον «ο Βελόπουλος θα είχε υπερδιπλάσια κοινοβουλευτική δύναμη και ο ναζιστικός εσμός θα ήταν ακόμη κοινοβουλευτικό κόμμα».

Ειδικά για το επιχείρημα ότι με το «κόλπο» Μητσοτάκη αποδυναμώθηκε ο Βελόπουλος, τι να πει κανείς; Λες και δεν είναι ομοϊδεάτες του Βελόπουλου οι Γεωργιάδης, Πλεύρης και Βορίδης. Λες και δεν τον είχε καλοδεχτεί το 2012 στη Νέα Δημοκρατία ο Αντώνης Σαμαράς.

Για να δώσει, πάντως, κι ένα ιστορικό παράδειγμα παρόμοιας πολιτικής στάσης ενός ηγέτη που υποστήριξε κάτι ενάντια στα πιστεύω του για εθνικούς λόγους, ο κ. Διαμαντόπουλος συγκρίνει τον Κυριάκο Μητσοτάκη με τον Ερρίκο Δ΄ της Ναβάρρας, ο οποίος, προκειμένου να θεσμοθετήσει την ανεξιθρησκία στη Γαλλία θυσίασε ο ίδιος τη θρησκευτική του ελευθερία και ασπάστηκε τον καθολικισμό.

Δυστυχώς, σ’ αυτή την περίπτωση, το επιχείρημα που χρησιμοποιεί ο αρθρογράφος για να υποστηρίξει ότι καλώς έπραξε ο Κυρ. Μητσοτάκης θυμίζει το γνωστό ανέκδοτο με τον Λουδοβίκο, ο οποίος ζήτησε από τον γελωτοποιό του να βρει μια δικαιολογία χειρότερη από μια πράξη. Εκείνος χάιδεψε τον πισινό της βασίλισσας και όταν ο Λουδοβίκος εξεμάνη εναντίον του, ζήτησε συγγνώμη, λέγοντας ότι νόμιζε πως ήταν ο δικός του πισινός.

Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν σκέφτεται μ’ αυτό τον τρόπο ο κ. Μητσοτάκης. Ισως ο κ. Διαμαντόπουλος είναι σε θέση να το ξέρει, εφόσον υπήρξε ημιεπίσημος βιογράφος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και έχει εξοικειωθεί στον τρόπο που πολιτεύεται η οικογένεια.

Αν πραγματικά όλη αυτή η σκηνοθεσία έγινε για να μην πάρει ψήφους ο Βελόπουλος και να χτυπηθεί ο Μιχαλολιάκος, αυτό σημαίνει ότι ο πρωθυπουργός είναι επικίνδυνος για τον τόπο. Γιατί τότε προτίμησε για μικροκομματικούς λόγους να διχάσει την ελληνική κοινωνία, σε ένα ζήτημα στο οποίο συμφωνούσαν όλες οι πολιτικές δυνάμεις έως τότε. Δεν αποκλείω να συνέβη κάτι τέτοιο, εφόσον και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, το 1992, μετά τη ρήξη του με τον Αντώνη Σαμαρά, ακολούθησε τη σκληρή γραμμή της Πολιτικής Ανοιξης, σαμποτάροντας κάθε προσπάθεια εξεύρεσης λύσης στο ζήτημα του ονόματος των γειτόνων.

Αλλά υπάρχει και κάτι χειρότερο. Οποιος έχει παρακολουθήσει στοιχειωδώς τον τρόπο που δημιουργήθηκαν οι αντιδράσεις για το Μακεδονικό, τόσο στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όσο και το 2018-2019, γνωρίζει ότι σε μεγάλο βαθμό επρόκειτο για εκδηλώσεις οργανωμένες από κρατικούς, ημικρατικούς ή και παρακρατικούς φορείς, με χορηγίες από το υπουργείο Εξωτερικών και άλλες, λιγότερο διαφανείς, υπηρεσίες. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έχει αποκαλύψει πολλά σχετικά με τα μυστικά κονδύλια της περιόδου Σαμαρά. Ποιος τα έχει ξεχάσει;

Αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης αλλά και η Φώφη Γεννηματά δεν είχαν ακολουθήσει αυτή την επιβλαβή για τα εθνικά συμφέροντα γραμμή και αν δεν συνεπικουρούνταν από τον κυβερνητικό «σύμμαχο» Καμμένο, δεν θα υπήρχαν ούτε «συλλαλητήρια» ούτε Βελόπουλος ούτε Μιχαλολιάκος.

Ξεκαθαρίζω: Η σκέψη ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ντύθηκε Μακεδονομάχος για να ξεγελάσει τους ψηφοφόρους είναι ορθή και απολύτως ενδεικτική για το πολιτικό του μέγεθος. Η αθλιότητα είναι ότι δημιούργησε μόνος του αυτή τη νέα φάση του Μακεδονικού, όχι για να συγκεντρώσει γύρω του τους παρασυρμένους ψηφοφόρους της Ακροδεξιάς, αλλά για να υπονομεύσει ως «προδοτική» μια κυβέρνηση, την οποία βιαζόταν να διαδεχτεί.

Προεκλογική ταύτιση

Ουδέποτε είπα –όπως νομίζει ο κ. Διαμαντόπουλος– ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ακροδεξιός. Αν ήταν –όπως λ.χ. οι Γεωργιάδης, Βορίδης κ.ά.– δεν θα έκανε και εντύπωση αυτή η προεκλογική του ταύτιση με την εθνικιστική Ακροδεξιά. Αυτό που έκανε ήταν ότι κρύφτηκε πίσω από τον κ. Σαμαρά και τη δική του γραμμή ότι «η Μακεδονία είναι μια και ελληνική», την οποία όρθιοι χειροκροτούσαν οι βουλευτές του κόμματος.

Στην πρόσφατη ιστορία μας υπήρξαν πολλές περιπτώσεις που κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας συνεργάστηκαν ή συμπεριέλαβαν στις τάξεις τους στελέχη της Ακροδεξιάς. Ομως είναι η πρώτη δεξιά κυβέρνηση στην οποία έχει το πάνω χέρι η Ακροδεξιά και οι εντεταλμένοι εκπρόσωποι του κεφαλαίου.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μπορεί να φιλοξένησε στελέχη της φιλοχουντικής Εθνικής Παράταξης και να ανέχτηκε τη φιλοβασιλική τάση του κόμματος, αλλά ούτε χάρη στους φυλακισμένους δικτάτορες έδωσε ούτε απέφυγε το δημοψήφισμα που κατάργησε τη βασιλεία. Το ίδιο και οι διάδοχοί του, Ράλλης, Μητσοτάκης, Κώστας Καραμανλής. Ακόμα και ο Αντώνης Σαμαράς, ο οποίος ήταν ο πρώτος που επιδίωξε ανοιχτό δίαυλο με τη Χρυσή Αυγή μέσω του Τάκη Μπαλτάκου, υποχρεώθηκε να προεδρεύει την περίοδο που ασκήθηκαν οι διώξεις εις βάρος της ναζιστικής οργάνωσης.

Αυτό που συμβαίνει με τον κ. Μητσοτάκη είναι, δηλαδή, πρωτοφανές για τον χώρο της μεταπολιτευτικής Δεξιάς. Σ’ αυτόν αρκεί να είναι πρωθυπουργός και την πολιτική διαχείριση την έχει αναθέσει στο ακροδεξιό του επιτελείο και… τον ΣΕΒ.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών