Οι νομοθετικές παρεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν από το 2011 έως το 2014 στα Α.Ε.Ι. δημιούργησαν μια ασφυκτική κατάσταση επιδεινώνοντας τις προϋπάρχουσες δυσλειτουργίες. Η «χαριστική βολή» στα Α.Ε.Ι. δόθηκε από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ μέσω της εφαρμογής πολιτικών λιτότητας οικονομικής (χρηματοδότηση, πάγωμα προσλήψεων, διαθεσιμότητα διοικητικών υπαλλήλων) και θεσμικής (ακύρωση των διαδικασιών κοινωνικής συναίνεσης και περιορισμός της δημοκρατίας). Οι «μεταρρυθμίσεις» που προωθήθηκαν απορρύθμισαν την εκπαιδευτική και ερευνητική διαδικασία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι θεσμικές προβλέψεις για την απόκτηση παιδαγωγικής επάρκειας στις λεγόμενες «καθηγητικές σχολές» των Α.Ε.Ι.

Ads

Για πολλές δεκαετίες και μέχρι την ψήφιση του Ν. 4186/2013 οι απόφοιτοι των Φιλοσοφικών, των Θεολογικών και των Σχολών Θετικών Επιστημών  είχαν αυτοδίκαια το δικαίωμα διδασκαλίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση χωρίς να απαιτείται κάποιος κύκλος επιπλέον σπουδών (όπως π.χ. απαιτούνταν για τους αποφοίτους Πολυτεχνικών Σχολών). Η λογική της ύπαρξης «καθηγητικών σχολών» αναφέρονταν σε κοινωνικές και οικονομικές πραγματικότητες των δεκαετιών του 1950 – 1980. Οι απόφοιτοι του Τμήματος Φυσικής, του Τμήματος Θεολογίας, του Τμήματος Ιστορίας – Αρχαιολογίας κλπ. είχαν ως συνήθη επαγγελματική προοπτική τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και οι αντίστοιχες Σχολές νοηματοδοτούνταν ως «καθηγητικές». Η λογική ταύτισης ενός αντικειμένου σπουδών και μιας συγκεκριμένης επαγγελματικής δραστηριότητας αφορούσε εκείνες τις δεκαετίες και πολλές άλλες Σχολές. Οι απόφοιτοι του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών  για παράδειγμα, θεωρούνταν ως επίδοξοι εργολάβοι οικοδομών.

Η αριστερά ήταν φύσει και θέσει αντίθετη σε μια λογική ταύτισης αντικειμένου σπουδών και επαγγελματικής δραστηριότητας. Μια τέτοια λογική καταλήγει στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές εξάρτησης της ακαδημαϊκής γνώσης από την αγορά και μοιραία ακυρώνει ολόκληρους γνωστικούς κλάδους. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, η άρνηση ταύτισης αντικειμένου σπουδών και επαγγελματικής δραστηριότητας απηχεί θεωρητικές επεξεργασίες για το ρόλο της εκπαίδευσης που εκκινώντας από το έργο του Α. Γκράμσι υποστηρίζουν τη «σχετική αυτονομία» των εκπαιδευτικών θεσμών από τις παραγωγικές δομές. Υπό αυτήν την έννοια, για την αριστερά δεν υπάρχουν ούτε πρέπει να  υπάρχουν «καθηγητικές σχολές». Ταυτόχρονα, η αριστερά θεωρεί ότι το βασικό πτυχίο πρέπει να κατοχυρώνει επαγγελματικά δικαιώματα χωρίς περαιτέρω απαιτήσεις. Αυτό βέβαια προϋποθέτει ότι ο κύκλος προπτυχιακών σπουδών θα παρέχει τις απαραίτητες γνώσεις, ικανότητες και δεξιότητες που απαιτούνται για την πλήρωση ενός επαγγελματικού έργου.

Ο Ν. 4186/2013, σε συνέχεια των διατάξεων του Ν.3848/2010, καθιέρωσε την απόκτηση διδακτικής και παιδαγωγικής επάρκειας, ως προϋπόθεση για το δικαίωμα διδασκαλίας  βάσει της παρακολούθησης ενός αριθμού μαθημάτων σε θέματα εκπαίδευσης και αγωγής, διδακτικής  και πρακτικής άσκησης. Αρκετά Τμήματα και Σχολές επιδίωξαν να βρουν λύσεις στο πρόβλημα προχωρώντας σε αλλαγές των προγραμμάτων σπουδών. Οι αλλαγές όμως αυτές συναντούσαν δυσεπίλυτα προβλήματα λόγω της απορρύθμισης των ΑΕΙ αλλά και συνολικά της δημόσιας εκπαίδευσης (ελλείψεις μόνιμου ερευνητικού και διδακτικού προσωπικού, κατάργηση αποσπασμένων καθηγητών Δευτεροβάθμιας που επικουρούσαν την εποπτεία της πρακτικής άσκησης, συγκρουσιακή συγκυρία εντός των ΑΕΙ, διαλυτικό κλίμα στα σχολεία κλπ.). Αρκετά Τμήματα επέλεξαν να εισαγάγουν έναν αριθμό κατ’ επιλογήν μαθημάτων που θα οδηγούσε στην πιστοποίηση της διδακτικής και παιδαγωγικής επάρκειας. Αυτό απλά σημαίνει ότι τα μαθήματα αυτά θα τα επέλεγαν μόνο όσοι φοιτητές ενδιαφέρονται για μια επαγγελματική προοπτική στο χώρο της εκπαίδευσης. Στο σημείο αυτό εμφανίστηκαν αντιδράσεις από ορισμένους Συλλόγους Φοιτητών που υποστήριξαν ότι τα μαθήματα διδακτικής και παιδαγωγικής επάρκειας πρέπει να είναι για όλους υποχρεωτικά. Άλλως, υποστηρίζουν οι εν λόγω Φοιτητικοί Σύλλογοι, «το ζήτημα του πτυχίου και των επαγγελματικών δικαιωμάτων [καθίσταται] αποκομμένο από την εργασιακή προοπτική». Η κατανόηση αυτών των απόψεων προϋποθέτει τον αναστοχασμό μας πάνω στις ζωές των φοιτητών μας: η ανεργία στους νέους κυμαίνεται στο 60% και η νεοφιλελεύθερη ταύτιση αντικειμένου σπουδών και επαγγελματικής δραστηριότητας είναι ιδεολογικά κυρίαρχη.

Ads

Υπήρξαν Τμήματα των ΑΕΙ που ενώ οι αρχικές προτάσεις αλλαγής του προγράμματος σπουδών προέβλεπαν τον κύκλο μαθημάτων παιδαγωγικής επάρκειας ως προαιρετικό, η τελική απόφαση οδηγήθηκε στην αντίθετη κατεύθυνση. Η εξέλιξη αυτή υπήρξε προϊόν ενός δύσκολου τοκετού διαδικασιών κοινωνικής συναίνεσης με τους φοιτητές. Η πλήρης κατάργηση της φοιτητικής συμμετοχής στα όργανα διοίκησης των ΑΕΙ έχει οδηγήσει στην παντελή απουσία ενός θεσμικά κατοχυρωμένου πεδίου συζήτησης διδασκόντων και φοιτητών. Σε αυτές τις συνθήκες, η όποια διαδικασία συναίνεσης γίνεται δυστυχώς από ορισμένους φοιτητές αντιληπτή ως «ήττα του φοιτητικού κινήματος» και από ορισμένους διδάσκοντες ως «υποταγή στις παράλογες απαιτήσεις της εξωκοινοβουλευτικής φοιτητικής αριστεράς». Υπό αυτήν την έννοια, οι αποφάσεις Τμημάτων και φοιτητικών συλλόγων που επιδίωξαν ένα modus vivendi συνιστούν ρηξικέλευθη υπέρβαση μιας αδιέξοδης σύγκρουσης.

Θεωρούμε ότι η όποια οριστική επίλυση του ζητήματος οφείλει να γίνει βάσει συγκεκριμένων αρχών. Οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι  οι γνώσεις ενός αντικειμένου («γνώση περιεχομένου») δεν αρκεί για την ανάληψη εκπαιδευτικού έργου. Ο κύκλος προπτυχιακών σπουδών πρέπει να παρέχει, σε όσους το επιθυμούν, τις απαραίτητες γνώσεις, ικανότητες και δεξιότητες που απαιτούνται για την πλήρωση του εκπαιδευτικού έργου στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Το βασικό πτυχίο οφείλει να κατοχυρώνει πλήρως το επαγγελματικό δικαίωμα διδακτικής και παιδαγωγικής επάρκειας για όσους επιθυμούν μια τέτοια επαγγελματική πορεία. Ο στόχος αυτός μπορεί να εξυπηρετηθεί καλύτερα με οικονομίες κλίμακας: είναι απαραίτητες οι συνέργειες σε επίπεδο Σχολών και ΑΕΙ. Τίποτα όμως δεν θα πετύχει με την κληρονομιά της προηγούμενης κυβέρνησης, δηλαδή τους συμβασιούχους διδάσκοντες παιδαγωγικών μαθημάτων, τα διαλυμένα σχολεία και χωρίς μέντορες που θα συνεισφέρουν στην εποπτεία της πρακτικής άσκησης. Δεν περιμένουμε θαύματα από το Υπουργείο. Απαιτούμε όμως ευήκοα ώτα, συστηματικό σχεδιασμό και έμπρακτη εκκίνηση της πορείας ενίσχυσης των ΑΕΙ σε προσωπικό και πόρους. Τέλος, είναι απαραίτητο να υπάρξει στο συνολικό σχεδιασμό πρόβλεψη για τη διδακτική και παιδαγωγική κατάρτιση των αποφοίτων.

Οι όποιες προβλέψεις για την απόκτηση ουσιαστικής παιδαγωγικής επάρκειας δεν πρέπει να μετατρέπουν τα Τμήματα των  Φιλοσοφικών, των Θεολογικών και των Σχολών Θετικών Επιστημών σε παραγωγικά Τμήματα. Τα Τμήματα αυτά θεραπεύουν πεδία όπου δεν ισχύει η ταύτιση γνωστικού αντικειμένου και επαγγελματικής δραστηριότητας. Ένας απόφοιτος του Τμήματος Ψυχολογίας μας Φιλοσοφικής Σχολής μπορεί να επιδιώξει να εργαστεί ως καθηγητής στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση αλλά και ως ψυχολόγος εκτός εκπαιδευτικών θεσμών, ένας απόφοιτος ξενόγλωσσης Φιλολογίας μπορεί να θέλει να εργαστεί ως μεταφραστής παρά ως δάσκαλος γλώσσας, κλπ. Υπό αυτήν την έννοια, ας αποφύγουμε τις λογικές ομοιομορφίας. Ας έχουν οι φοιτητές το δικαίωμα να επιλέγουν αν θα παρακολουθήσουν τον κύκλο μαθημάτων παιδαγωγικής επάρκειας. Ας αποφύγουμε τη νεοφιλελεύθερη εξάρτηση της ακαδημαϊκής γνώσης από την αγορά. Τα «πολλαπλά μας κατάγματα» στα ΑΕΙ μπορεί να ανοίξουν μια δημιουργική περίοδο για όλους μας.

* Ο Γ. Αγγελόπουλος διδάσκει στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ.
* Ο Δ. Ψύλλος διδάσκει στην Παιδαγωγική Σχολή του Α.Π.Θ.