Έχουμε εισέλθει στην εποχή των ανεξάρτητων αρχών με την πολιτική αντιπαράθεση να χτυπάει «κόκκινο». Υπάρχουν κυβερνητικές παρεμβάσεις στην ανεξαρτησία των αρχών; Επιχειρείται ο έλεγχος και η ποδηγέτησή τους; Κατ’ αρχήν να ορίσουμε αυτές τις αρχές: Είναι διοικητικές αρχές με αυτοτελή δομή, εθνικά συλλογικά όργανα με νομική μορφή που απολαμβάνουν προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία.

Ads

Έχουν δικό τους προϋπολογισμό και διοικητικό συμβούλιο, εποπτεύουν και ελέγχουν ευαίσθητους τομείς της πολιτικής και της οικονομίας και δεν υπόκεινται στον ιεραρχικό έλεγχο της διοίκησης ενός υπουργείου. Παρόλα αυτά, υφίσταται έλεγχος νομιμότητας για τις πράξεις τους και ελέγχονται για τα αποτελέσματά τους από τα ανώτερα όργανα του κράτους και για τις πράξεις τους από τη δικαστική εξουσία. Ως επί το πλείστον, δεν είναι πολυμελής οργανισμοί και οι αρμοδιότητές τους είναι συγκεκριμένες και οριοθετημένες.

Υπάρχουν τέσσερεις κατηγορίες ανεξάρτητων αρχών. Οι κλασικές με ρόλο θεσμικής εγγύησης (π.χ., η Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών), οι εποπτικές που διασφαλίζουν την αξιοπιστία, την αξιοκρατία και τη διαφάνεια (π.χ., ο Συνήγορος του Πολίτη), οι ρυθμιστικές που δεν είναι συνταγματικά κατοχυρωμένες (π.χ., η Επιτροπή Ανταγωνισμού) και οι μικτές που επιτελούν κάποιες από τις παραπάνω λειτουργίες (π.χ., το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης).

Η ανεξαρτησία τους είναι πολιτική και οργανωτική. Η θητεία των μελών τους είναι θεσμοθετημένη και δεν μπορούν να παυτούν ή να αντικατασταθούν από την κυβέρνηση πριν από τη λήξη τους (εκτός κι εάν υπάρχει θέμα νομιμότητας). Η συλλογική τους διοίκηση είναι εγγύηση για την αμεροληψία και τη διαφάνειά τους και η οικονομική τους ανεξαρτησία διασφάλιση από πολιτικές επιρροές. Ως επί το πλείστον, οι ανεξάρτητες αρχές στην Ευρώπη βρίσκονται στους τομείς της ενημέρωσης, των επιλογών και τοποθετήσεων σε δημόσιες θέσεις, της δικαιοσύνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της προστασίας προσωπικών και ευαίσθητων δεδομένων, της παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών επί δημοσίων πολιτικών, της καταπολέμησης της γραφειοκρατίας και της κακοδιοίκησης.  

Ads

Η κύρια πολιτική θέση για τις ανεξάρτητες αρχές είναι να υπάρχουν οργανισμοί που λογοδοτούν στους εκλεγμένους πολιτικούς, λαμβάνουν αποφάσεις απελευθερωμένοι από θεσμικές και εξωθεσμικές πιέσεις, έχουν λειτουργική και διοικητική ευελιξία και οικονομική ανεξαρτησία και απέχουν από την καθημερινή πολιτική αντιπαράθεση.

Ανεξάρτητες αρχές όπως περιγράφηκαν παραπάνω δεν απαντώνται στην καταπολέμηση της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής, του λαθρεμπορίου και της διασφάλισης των δημοσίων εσόδων. Υπάρχουν ανεξάρτητες επιτροπές με εποπτικό και συντονιστικό χαρακτήρα (συνήθως στην καταπολέμηση της διαφθοράς), ενώ τα οικονομικά εγκλήματα και τα δημόσια έσοδα είναι αρμοδιότητα διωκτικών και ελεγκτικών σωμάτων ή υπηρεσιών. Δεν είναι ανεξάρτητες αρχές (όπως τουλάχιστον αυτές ορίζονται), καθώς τα δημόσια έσοδα είναι αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, όπως και η εφαρμογή των δημοσίων πολιτικών και η υλοποίηση του κυβερνητικού προγραμματισμού και του δημοσιονομικού προϋπολογισμού.

Με άλλα λόγια, τα σώματα ή οι υπηρεσίες που έχουν ως καθ’ ύλη αρμοδιότητα:

  • την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου (εφορίες και τελωνεία),

  • τη μείωση της φοροαποφυγής (εφορίες),

  • τη διασφάλιση των δημοσίων εσόδων (εφορίες, τελωνεία, οικονομικές επιθεωρήσεις),

  • την καταπολέμηση της οικονομικής παραβατικότητας στον ιδιωτικό τομέα (ελεγκτικές και διωκτικές οικονομικές υπηρεσίες και σώματα),

  • την καταπολέμηση της οικονομικής και διαχειριστικής παραβατικότητας στο δημόσιο τομέα (οικονομικές επιθεωρήσεις),

  • την καταπολέμηση των φαινομένων διαφθοράς στο δημόσιο τομέα (οικονομικές επιθεωρήσεις και δημοσίας διοίκησης),

  • δεν είναι ανεξάρτητες αρχές, αλλά διοικητικές αρχές στην ιεραρχία της δημόσιας διοίκησης, που όμως οφείλουν να είναι απαγκιστρωμένες από τον πολιτικό εναγκαλισμό και την πολιτική, διοικητική, οικονομική και επιχειρηματική αυθαιρεσία και διαπλοκή. Να έχουν αυτονομία όσον αφορά στην υλοποίηση της πολιτικής και στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Αυτό δεν τις καθιστά ανεξάρτητες αρχές, αλλά τις μεταμορφώνει στο αυτονόητο – ανεπηρέαστες δομές από τα πολιτικά συμφέροντα, τις επιχειρηματικές βλέψεις, και τις διοικητικές και συνδικαλιστικές παρεμβάσεις. Αυτή είναι μια σχετική αυτονομία, απόλυτα αναγκαία και απαραίτητη για μια Ευρωπαϊκή, δημοκρατική, αξιοκρατική και δικαιοκρατική χώρα.

Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη αυτών, είναι ο τρόπος και η διαδικασία επιλογής της διοίκησής (η ηγεσία έχει καθοριστικό ρόλο), η διοικητική ανεξαρτησία και ταυτόχρονα αυστηρή λογοδοσία στα θεσμικά όργανα του κράτους, ο στοχοπροσανατολισμός και η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας σύμφωνα με εκ των προτέρων γνωστά και μετρήσιμα κριτήρια, η διαφάνεια στις αποφάσεις και οι αντικειμενικοποιημένες διαδικασίες και λειτουργίες, η καθολική εφαρμογή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, η ύπαρξη ετήσιων προϋπολογισμών και περιοδικών απολογισμών δράσης και πεπραγμένων και η κοινή οργανωσιακή κουλτούρα.

Με αυτό τον τρόπο, τα σώματα και οι υπηρεσίες που βρίσκονται στον ευαίσθητο και στρατηγικό τομέα της οικονομίας και των δημόσιων εσόδων, υπηρετώντας το εκάστοτε κυβερνητικό πρόγραμμα (όπως σε άλλες χώρες της Ευρώπης), εξυπηρετούν την κοινωνία (όπως σε άλλες χώρες της Ευρώπης), διασφαλίζουν τα δημόσια έσοδα (όπως σε άλλες χώρες της Ευρώπης), καταπολεμούν την οικονομική παραβατικότητα (όπως σε άλλες χώρες της Ευρώπης) και απολαμβάνουν διοικητική και λειτουργική αυτονομία (όπως σε άλλες χώρες της Ευρώπης). Η ανεξαρτησία τους πρέπει να είναι ουσιαστική και εκ του αποτελέσματος εδραιωμένη και όχι τυπική και για «το θεαθήναι». Αυτή είναι δημοκρατική απαίτηση μιας ευνομούμενης κοινωνίας, ενός χειμαζόμενου λαού, μιας καταρρακωμένης επιχειρηματικότητας και μιας κυβέρνησης που στηρίζεται σε πρόσφατη λαϊκή ετυμηγορία και αυτοχαρακτηρίζεται αριστερή.