Η Hélène Cixous έχει υποστηρίξει ότι η γυναίκα πρέπει να γράφει με το σώμα. Αυτό το τόσο γνήσιο, το «μόνο»(;) γνήσιο, που παραγνωρίζεται από την πολιτισμική ηγεμονία και τον «κυρίαρχο» λόγο, αφορά και τη δουλειά των ανθρώπων, και (μέσα σε αυτούς) και την δουλειά των πιο ανίσχυρων εργασιακά ομάδων, όπως των γυναικών.

Ads

Μια γυναίκα λοιπόν (η διοικήτρια του Παναρκαδικού Νοσοκομείου) έχασε την δουλειά της επειδή η Χ.Α. τα έβαλε ως συνήθως με τους απόκληρους και όχι με τα συστήματα που τους γεννάνε, κι έκανε αντιποίηση επαγγέλματος, αντικαθιστώντας παράνομα και «με τσαμπουκά» τη δουλειά που θα έπρεπε να κάνει ένα ευνομούμενο κράτος, σε έναν πλανήτη που δεν θα δημιουργούσε ανθρώπους που έχουν ανάγκη (μιλώ και για τους οικονομικά αδύναμους ασθενείς και για τις παράνομες, φθηνότερες, «αποκλειστικές»).

Θα πρέπει να γίνει κάτι «καθαρό»: Δεν έχω καμία συμπάθεια ούτε στην Χ.Α. ούτε σε άτομα που διορίζονται σε υψηλές θέσεις από ένα κομματικό κράτος, (βέβαια «αγαπητοί» κομματικά κράτη δεν ήταν/είναι μόνο τα Βαλκανικά και τα λατινοαμερικάνικα, αλλά –με τις διαφορές τους- υπήρξαν «κορυφαία» αυτά του υπαρκτού, δίχως να δικαιολογείται κανένα….). Επίσης αν θέλουμε να πάψουμε να αναπαράγουμε σε ένα (μακρινό φοβάμαι) μέλλον το πολύπλοκο δίκτυο εξουσιαστικών πρακτικών και νοοτροπιών που διαποτίζει κάθε πλευρά της κοινωνικής ζωής (για να θυμηθούμε τον Φουκώ) και του εαυτού μας, τότε θα πρέπει άβολα να παραδεχτούμε ότι νεποτισμός υπάρχει σε ΟΛΑ τα κόμματα… (πλην ίσως του ΚΚΕ για ιδιαίτερους λόγους).  Όμως, παρόλο που οι πράξεις μας ξεγυμνώνουν τα μεγαλόστομα συνθήματα μας (είτε για την τάξη είτε για την πατρίδα αφού για όλους χτυπά η καμπάνα) η καθολικότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν μπορεί να αίρεται με βάση αυτό με το οποίο μπορώ να ταυτιστώ ή που μπορώ να τοκίσω ιδεολογικά. Π.χ. για να ξεκινήσουμε από το πλανητικό μακροεπίπεδο, όταν χρειάζεται ορθώς κάνουμε πορείες έξω από την πρεσβεία του Ισραήλ ή των ΗΠΑ. Αλλά πρέπει να κάνουμε κι έξω από την πρεσβεία της Αιγύπτου που βιάζονται διαδηλώτριες, ή της Βορείου Κορέας, κι αύριο ίσως κι έξω από την πρεσβεία της (ηρωϊκής σήμερα) Παλαιστίνης… (αναγνωρίζω πως τρέχουν πάντα οι ίδιοι άνθρωποι και τους κρίνουν οι μονίμως απόντες…) 

Έτσι όμως και στο εσωτερικό μας: Παρόλο που εμείς οι άνθρωποι ρωτάμε συχνά από τον άλλον να μας πει την γνώμη μας, αξίζει να θυμόμαστε ότι «δημοκρατικό ήθος» (για το οποίο επαίρονται; τόσο δεξιοί όσο και αριστεροί), δεν σημαίνει υπερασπίζομαι τα δικαιώματα όσων συμφωνούν μαζί μου ή (ακόμη κυνικότερα) όσων με συμφέρει, αλλά πρωταρχικά των διαφωνούντων. Και η εργασία ενός ανθρώπου είναι ένα από τα δικαιώματα τα πιο ιερά. Αλίμονο στον αντιφασισμό που για να χτυπήσει τον φασισμό αποκτά το πρόσωπό του. Αλίμονο στο αντιφασιστικό μέτωπο που δεν κατανοεί ότι ο φασισμός δεν καταπολεμιέται με αφηρημένες ιδέες ή ανούσιες πράξεις εκδίκησης, αλλά με αξίες: Αν δεις να πεθαίνει ένας που δίνει «αίμα μόνο σε Έλληνες» να του δώσεις το δικό σου για να σωθεί. Να γίνεις εσύ το παράδειγμα, όχι αυτός ο μάρτυρας. Αν δεις να κινδυνεύει πραγματικά μια ζωή, οποιαδήποτε ζωή (σε συνθήκες εμπόλεμης έστω «ειρήνης» όπως αυτή) να την υπερασπιστείς. Όχι να την κρεμάσεις. Εγώ η ίδια βέβαια, όταν διαβάζω τι διαπράττανε επί τέσσερα χρόνια οι δοσίλογοι, «κατανοώ», (κατανοώ τον ανθρώπινο μηχανισμό, άλλο «δικαιολογώ» την πράξη, συνηθισμένο πονηρό «λάθος» ώστε να καταγγέλλεται η αριστερά) «πώς» φτάσαμε στον Μελιγαλά σε συνθήκες βάρβαρου πολέμου και δεν θα κρίνω εύκολα απ’ το σαλονάκι μου. Αλλά σε συνθήκες επί του παρόντος πιο «ομαλές» μπορώ να το θεωρώ μη αποδεκτό και να απαιτώ να κρίνουμε κάποτε τους κάθε χρώματος «Μελιγαλάδες»:  

Ads

Η «Δημοκρατία» δεν εκδικείται. Έχει υποχρέωση να δικάζει (πράξεις, όχι απόψεις). Δεν δικαιούται να βασανίζει όπως στην Κοζάνη. Έχει υποχρέωση να ερευνά και ν’ αντιδιαλέγεται. Όχι να απολύει αυτόματα. Έχει δικαίωμα να προστατεύεται. Όταν είναι Δημοκρατία. Κι ο αντιφασισμός έχει δικαίωμα να δρα. Όταν είναι Αντιφασισμός. Αλλά ακόμη κι όταν δεν είναι ούτε επιτυχημένη δημοκρατία, ούτε ουσιαστικός αντιφασισμός, η λύση δεν είναι (σε μια παράλογη ιεροτελεστία αντιμετώπισης του γκροτέσκου που φοβάμαι) να το φέρω στο πρόσωπο μου και να το αφήσω να με καταβροχθίσει. Δεν είναι να αναπαράξω τυφλό μίσος, αναποτελεσματική βία, (όχι τυφλή, να αφήσουμε τα σάπια! Θα ’ρθει ο καιρός και για την τυφλή δυστυχώς έτσι όπως το πάμε), θεσμικά επικινδυνότατη καταστολή. 

Θυμάμαι, χρόνια πριν, τον καιρό των συλλαλητηρίων για το Μακεδονικό, που μια ξανθιά πρωϊνή παρουσιάστρια ιδιωτικού καναλιού δεν μακροημέρευσε  επειδή (δίκην αστείου ίσως) προέτρεψε τον κόσμο να μην πάει στο συλλαλητήριο αλλά να… χουχουλιάσει στο σπιτάκι του. Την επόμενη, έπειτα από «λαϊκές αντιδράσεις», είχε απολυθεί. Έχοντας να αντιμετωπίσει και τον δεξιό ιδεολογικό «ρατσισμό» (αντι-πατριώτισσα) και τον αριστερό πολιτιστικό «ρατσισμό» (ξανθιά και όχι πρωτοπορία) δεν βρέθηκε κανείς να την υπερασπιστεί ως εργαζόμενη…. Ήμουν πολύ νέα τότε κι έτσι σοκαριζόμουν πιο εύκολα. 

Τώρα διαισθάνομαι περισσότερο τις παγίδες ενός ευρέως «αντιφασιστικού μετώπου» που δεν θα ναι συνειδητοποιημένο πολιτικά (όχι κομματικά) και θα απολύει κόσμο. (Μα δεν βλέπετε την φάκα;;) Σε μια ακόμη ιεροτελεστική χειρονομία όπου το αληθινό πρόσωπο μιας ολοένα και πιο εκφασιζόμενης κοινωνίας κρύβεται, την ίδια ώρα που η ίδια «αθωώνεται» θυσιάζοντας τους αναλώσιμους «κάποιους» της στιγμής (πως λέμε μπήκαν 5 στον Κορυδαλλό και το κάναμε θέμα;). Την ίδια ώρα που δεν βλέπει ότι ο φασισμός θα προχωρά όσο η εξουσία «για το καλό μας» θα εφαρμόζει σκανδαλωδώς δυο μέτρα και δυο σταθμά (από τα χαρισμένα δις στους καναλάρχες για τις συχνότητες– την ίδια ώρα που… καταγγέλλει συντεχνίες!- μέχρι την «αθώωση» του χρήσιμου για την στήριξη της πολιτικού μεγαλο-προσωπικού) κι η αριστερά δεν θα παραδέχεται ότι πριν να βαδίσει στα μονοπάτια της οργής είχε βαδίσει στα μονοπάτια του ξερολισμού και της αλαζονείας. 

«Ζητούν» λοιπόν να σιωπήσουμε για «μια απόλυση» επειδή η απολυμένη ήταν άλλου κόμματος και (το πιθανότερο) εντάχθηκε στο σύστημα για να «ανέλθει».  Περιμένουν να χειροκροτήσουμε έναν αταβίστικο δήθεν αντιφασισμό. Αλλά ο αντιφασισμός πρέπει να αποτελεί εργαλείο με το οποίο οι άνθρωποι πέρα από καταγωγή, φύλο, χρώμα, θρησκεία, κόμμα, προσωπικές επιλογές, να μπορούν να αντιδράσουν αποκαλύπτοντας τα θραύσματα της ανθρώπινης εμπειρίας που παραγνωρίζονται από την πολιτισμική ηγεμονία και τον «κυρίαρχο» «μεγάλο» λόγο. Να καταγράφει και να αποκαλύπτει εμπειρίες που αποδομούν στερεότυπα και περιορισμούς. Όπως είναι η δουλειά μιας γυναίκας που έκανε ένα λάθος το οποίο αξίζει να κατανοήσει, όπως είναι τα δικαιώματα ενός ανθρώπου που ψηφίζει διαφορετικά από εμάς… Λοιπόν, θα σιωπήσουμε; Κι αν «ναι» μετά που θα σταματήσουμε;

Προφανώς θα προκαλέσει την οργή πολλών «τσομπάνηδων» που υπερασπίζονται μαντριά, και θέλουν οι άνθρωποι να γράφουν με το λογοκριτικό βιτσί ενός εσωτερικευμένου «πανοπτικού» κι όχι «με το σώμα», αλλά αξίζει να το φωνάξουμε: Όχι σε τέτοιου είδους «αντιφασισμό»…