“Τι ώρα είναι; τον ρωτούν εδώ. Και η παράξενη απάντησή του: Η αιωνιότητα…” ο στίχος αυτός, ριγμένος κάπου στην Iστορία της Σόνετσκα της Τσβιτάεβα, μου έρχεται όλο και συχνότερα στο μυαλό.

Ads

Συνέβη φέτος να κάνω κάποιες διδασκαλίες σ ένα ίδρυμα του εξωτερικού. Είχε θυμάμαι, παρά τον ίδιο “παράλληλο” με τη γενέθλια γη της Σαλονίκης, έναν εξαιρετικά μουντό καιρό κι όταν με ρωτήσαν για την κατάσταση στην Ελλάδα έπρεπε ο νους μου να ταξιδέψει με μιας στο φως αυτής της μικρής γωνιάς της Μεσογείου. Αλλά το να μιλάς για το φως είναι διαφορετικό από το να κρύβεις το οικονομικό αλλά και πολιτιστικό μας σκοτάδι. Υπάρχει μια φράση στην Ηλιάδα που τα περικλείει και τα δυο: “Εν φάη ώλεσον”. Όταν ο ήρωας μένει μόνος του, γυμνός ακόμη κι απ’ το σπαθί του, και τον πλησιάζει ο αντίπαλος για την “τελική ποινή”, ο ήρωας δεν παρακαλά για την ζωή του, δεν πέφτει στα 4, κοιτάζει θαρρετά την μοίρα του και ζητά μονάχα: “Σκότωσε με προς το Φως”. Όταν ο αντίπαλος όντως γυρνά το κεφάλι και των δυο προς τον ήλιο, κι η ζωή (το Φως) κι ο θάνατος (το Μέγα Σκοτάδι) γίνονται ένα, κερδίζουν κι οι δυο ένα δευτερόλεπτο ατόφιας αξιοπρέπειας, δηλαδή αθανασίας.

Έπεσε πολύ νερό στο μύλο της ιστορίας ώστε η έννοια του ήρωα να γραφικοποιηθεί, ώστε ο και η άνθρωπος να μικρύνει. Μικραίνοντας μαζί όλες τις εκφορές της ιστορίας του, της κοινωνίας του και της πολιτικής του.

Οι φορές που οι άνθρωποι κι οι κοινωνίες τους μπόρεσαν να αντισταθούν στην επέλαση της βαρβαρότητας είναι ελάχιστες, και σήμαινε πάντα, πρόσκαιρο στ’ αλήθεια, ξεπέρασμα και της βαρβαρότητας της δικής τους. Αλλά η βαρβαρότητα (η αναζήτηση της εύκολης, βολικής λύσης εις βάρος των αδύναμων ή των διαφορετικών) δεν ήταν το μοναδικό πόδι που στήριζε και στηρίζει την καθήλωση. Η μονομέρεια (η αδυναμία να εντάξεις το πολυσύνθετο της πραγματικότητας σ’ ένα πραγματικό στόχο/πλάνο, δίχως να ακυρώνεις το σύνθετο, δίχως να ακυρώνεις και το πλάνο), ήταν το άλλο. Φυσικά αυτό ίσχυε για όσους επιχειρούσαν την ανατροπή, αφού εάν η μονομέρεια των πολλών πήγαζε από απελπισία η μονομέρεια των ισχυρών πήγαζε από κυνικότητα, και μια χαρά υπηρετούσε και υπηρετεί τον εκάστοτε, διαφορετικό στις εκφορές του μα πάντοτε ίδιον στο εκμεταλλευτικό του “δια ταύτα”, στόχο.

Ads

Το βλέπουμε αυτό σήμερα που η καπιταλιστική πια βαρβαρότητα τρέπεται σε απολυτότητα και έρχεται σε αντίθεση με την Δημοκρατία καταργώντας κατ’ουσίαν ακόμη κι αυτά τα κοινοβούλια της μετα-δημοκρατίας κι ανοίγοντας (τόσο απίστευτα ηλίθια κι έξυπνα μαζί για τους ηγεμόνες) επικίνδυνα τον δρόμο στον φασισμό.

Το βλέπουμε στην απελπισία μιας γενιάς που όπως πολύ σωστά γράφτηκε από την Π. Ρηγοπούλου στην Εφ.Συν πέρασε κατευθείαν από το lifestyle στην απελπισία, κι όταν είδε το παραμικρό αυτονόητο (πχ με την επιστροφή των πρωθυπουργικών εξόδων) και την απόπειρα έστω ενός ΟΧΙ ενθουσιάστηκε και κατέβηκε πολυσχιδής και αντιφατική, κι όμως κι ανέτοιμη και παρούσα, στις πλατείες.

Αλλά το βλέπουμε και στις πολλαπλές ταυτότητες εντός ή πέριξ του ΣΥΡΙΖΑ, όπου ανάμεσα σε πολλές κι αξιόλογες κραυγές γνήσιας αγωνίας ήδη διαμορφώνονται 2 είδη “αριστεροφρουρών” ή και “πατριδοφρουρών”. Οι παλιοί που προστατεύουν την αριστερή τους αυθεντικότητα ακόμη κι εις βάρος των πολύπλοκων διακυβευμάτων της εποχής αρνούμενοι ν’ ανοίξουν τον ορίζοντά τους κι οι νέοι, που έχοντας ανάγκη να επαναφηγηθούν ή και να επανεφεύρουν τον εαυτό τους προσδοκώντας πλασαρίσματα στην νέα εποχή, γίνονται βασιλικότεροι του βασιλέως, (όχι διαφωνώντας όπως έχουν κάθε δικαίωμα κι όπως κάναν άλλοι), μα καθυβρίζοντας ακόμη κι ανθρώπους που προσέφεραν πολύ περισσότερα από τους ίδιους. Κι αν το ανθρώπινο δυναμικό κάθε ανταγωνιστικού κι εξουσιαστικού συστήματος που πολιτεύεται διαχειριζόμενο τον φόβο και την ανάγκη είναι ακριβώς αυτό, η αποδοχή του ως ακίνητης πραγματικότητας ισοδυναμεί με ήττα. Χάρηκα έτσι βαθιά την τελευταία εκλογική επιλογή του ελληνικού λαού, κι ας ήξερα (ένιωθα καλύτερα) την πολυμέρεια και την αντιφατικότητα των κινήτρων, κι ας είναι ο λαός που σημαντικό μέρος του φέρεται με τους γνωστούς βάρβαρους τρόπους σε ανάπηρους, ζώα, μετανάστες, μη καπνίζοντες, γυναίκες, συνοδηγούς… Η έλλειψη παιδείας άλλωστε είναι παγκόσμιο ζητούμενο, μα οι πληγές της είναι πάντα τοπικές.

Κατανοώ πολύ καλά την ιδεολογική, ηθική και ιδεολογική αγωνία όσων πολλά χρόνια δίνοντας την ζωή τους στα κινήματα ήδη φωνασκούν φοβούμενοι μην ο εξιδανικευμένος πατέρας/κόμμα τους προδώσει (τους πιο νέους στον χώρο δεν κατανοώ, σύνδρομο Ιουλιέτας το ονομάζει η ψυχολογία, όταν μόλις δει άβαφτη την καλή του ο “έφηβος” ξεερωτεύεσαι). Και την κατανοώ αφού ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ (κι οι ΑΝΕΛ) έκανε (έκαναν) χοντρό συμβιβασμό, κι ως μηχανισμός άμυνας ορθώνεται η πλήρη άρνηση κάποιων που “δεν θέλουν να λερωθούν” ακόμη κι απ’ τον πρώτο μήνα.

(Αλλά, επιτρέψτε μου, όπως έλεγα όχι μετ- μα προ-εκλογικά, να επισημάνω σε όσους από άλλους χώρους χαιρεκακούν, ότι η εξέλιξη αυτή κάνει και τους ίδιους ακόμη πιο ρεζίλι, αφού ο κίνδυνος δεν ήταν να γίνει κραχ και να μην έχεις κολόχαρτα, αλλά το πολύ πολύ να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ κόμμα του κατεστημένου με πιο ανθρωπινο πρόσωπο…)

Κατανοώ από την άλλη και την αρχική έστω χαρά όσων μετά από 3ετή δουλειά “πυκνού χρόνου” είχαν την άμεση εμπειρία του βιώματος, εξαιρετικά δύσκολων καταστάσεων μέσα στις διαπραγματεύσεις, βρίσκοντας επί προσθέτως και δημοσιονομικά στοιχεία και εσωτερικά μέτωπα εκ των πραγμάτων ανυπολόγιστα. Όταν η επιτυχία του να βάλεις σε παλιές αλεπούδες 5, 6 ευνοϊκές φράσεις δημιουργώντας ρωγμές, ενώ οι ώρες τέλειωναν κι η εντολή ήταν της μη ρήξης, δημιούργησε ανακούφιση και χαμόγελο.     

Αυτό που δεν κατανοώ “ηθικά” είναι οι εύκολες παραινέσεις από την μια κι οι εύκολες λύσεις από την άλλη. Είναι εύκολη παραίνεση (και την έχω κάνει κι εγώ) να προτρέπεις σε εξαγγελία για δημοψήφισμα ξεχνώντας πως θα απευθυνθεί σ έναν λαό που στερώντας 12,5 δις από τις τράπεζες σ’ έναν μήνα (και μάλιστα στον μήνα της ελπίδας) συνέβαλλε στην δημοσιονομική ασφυξία κι ας θρηνεί γι’ αυτήν, όταν ο πανικός του κι οι πιθανότατες ουρές σε τράπεζες και σουπερμάρκετ θα καταρρακώσουν χωρίς ουσιαστικό λόγο το κλίμα, είναι κι εύκολη λύση να σκέφτεσαι να περάσεις στην βουλή την συμφωνία του Eurogroup ακόμη και με Νομοθετικό Διάταγμα βάζοντας κι εξ αριστερών ταφόπλακα στην Κοινοβουλευτική έστω (τόσο προβληματική και τόσο πολύτιμη σε σύγκριση με αυτό που έρχεται) Δημοκρατία… “Ό,τι αξίζει πονάει κι ειναι δύσκολο” κι άρα ας μην αναζητούμε την ευκολία. Ακόμη κι αν διακυβεύεται η Δεδηλωμένη (ή κι ο πανικός ενός απολίτικου λαού εν ευθέτω χρόνω), γιατί το χειρότερο είναι να σχετικοποιείται ο φασισμός. (Αν το κάνεις Αλέξη χάσαμε, κι όχι μόνο θα είμαστε απέναντι, αλλά θα είμαστε απέναντι και πολύ μαχητικά…)

Αλλά αυτό που πολιτικά δεν κατανοώ (κι εκεί χρειάζονται μαθήματα Λενινισμού ή κι ευρύτερου πολιτικού κριτηρίου επειγόντως) είναι η άρνηση όσων σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες θέλουν να λήξει η παρτίδα εξαρχής, μην αποδεχόμενοι ούτε ελιγμούς, ούτε επώδυνους φυσικά μπρος σε ισχυρότατους αντιπάλους, συμβιβασμούς. Αυτών που (παρά σημαντικές επιμέρους νίκες στα δικαιώματα έστω και σε εξεταστικές που κάνουν πως δεν βλέπουν ή πως δεν αξίζουν!) το μήνυμα που στέλνουν είναι της πολιτικής  ανωριμότητας και του ιδεολογικού ναρκισσισμού, αφού αδυνατούν να παίξουν σκάκι εντός κι εκτός Ελλάδας, καταρρακώνοντας εμπρός σε κάθε Σαμαροβενιζέλο και σε κάθε Ραχόι, την προοπτική της εναλλακτικής, στην οποία υποτίθεται προεκλογικά θα έδιναν χρόνο και την οποία υπηρετούν οι ρωγμές έστω που επιτεύχθηκαν.

“Πίσω στην πατρίδα” κι όταν προσγειώνεται το αεροπλάνο βρίσκομαι ξανά στην πρώιμη ελληνική άνοιξη. Τον αγαπώ αυτόν τον τόπο. Που και που αμυγδαλιές ανθισμένες. Λένε πως οφείλεται σε αμυαλιά το πρώιμο άνθισμα της. Μέσα στην σιγουριά τους στιγμή δεν υποπτεύονται την “θυσία”, πως φέρνει πάντοτε την άνοιξη που αργεί… Την θυμάμαι την αμυγδαλιά, κι όπως πλησιάζει ο Μάρτης, την συνδέω με μιας με το προδομένο ’21 και το Μανιάκι.  Εκεί όπου ο εξωνημένος Παπαφλέσσας ξεπέρασε για μια στιγμη την βόλεψη και την χυδαία καμαρίλα του και βγήκε μπροστά, λέγοντας ψέματα στον ξυπόλυτο στρατό των ατάκτων του πως η κατάσταση ήταν καλύτερη από όσο πραγματικά ήταν, κατεβαίνοντας ο ίδιος πρωτοπόρος στην μάχη. Υπάρχουν κι άλλα τέτοια πολύτιμα παραδείγματα στην ανθρώπινη ιστορία… Ακόμη κι ο Μάνος Χατζιδάκις, στο νεοϋορκέζικο ημερολόγιο του σχολίασε τις αμφισβητήσεις για το ερωτικό εκτόπισμα του Καζανόβα με την φράση  “καθόλου δεν αφορά την μαεστρία του ό,τι επέτυχε, μα ό,τι ονειρεύτηκε”.

Αυτή η ανειρήνευτη μάχη για κοινωνική δικαιοσύνη κι άρα ευκολότερη και μη ανταγωνιστική προσωπική πλήρωση έχει την ηλικία της ανθρωπότητας, γι’ αυτό και το ρολόι της δείχνει πάντοτε την αιωνιότητα. “Είμαστε οι απόγονοι εκείνων που δεν φοβήθηκαν” ξεκίνησε η προλογική ομιλία στην προεκλογική εκδήλωση της Θεσσαλονίκης. Το ανέφερα στο περίεργο για την χώρα μου αλλά και για το δικό τους μέλλον “φοιτηταριάτο” του εξωτερικού. Αν μας απογοητεύσει αυτή η κυβέρνηση εμείς και πάλι θα είμαστε στον δρόμο. Την ξέρουμε την διαδρομή καλά. Μας ξέρει κι εκείνη. Δεν χρειάζεται να γίνουμε τώρα, ένα μόλις μήνα μετά, οι πρόγονοι εκείνων που δεν έκαναν λίγη έστω (μέχρι τα Χριστούγεννα αφού έχουμε εκλογές το Φθινόπωρο κι αλλού) δημιουργική υπομονή, εάν τα δείγματα του πρώτου 4μηνου μας πείσουν γι’ αυτό.

Η Ελλάδα, η χώρα μου, τους είπα, πάντοτε στης ιστορίας το διάσελο, είναι σαν την αμυγδαλιά σε μια Ευρώπη που αλλάζει ή που θα καταστραφεί. Στα ερείπια της αλλαζονείας των αγορών και των ισχυρών η Ελλάδα και η αριστερά της είναι σαν εκείνο το περιστέρι στις Συμπληγάδες μου θυμίζει πίσω στην πατρίδα η Ευδοκία όταν αγωνιούμε μαζί. Ξάφνου χαμογελώ. Τον θυμάμαι τον μύθο. Είναι από την Αργοναυτική Εκστρατεία. ‘Οταν βρέθηκαν μπροστά στις φοβερές και τρομερές Συμπληγάδες Πέτρες έστειλαν ένα περιστέρι, (την ελπίδα…), μπροστά να δουν αν γίνεται η διάβαση. Το έστειλαν κι εκείνο πέρασε χάνοντας την ουρά του και την δυνατότητα για προσανατολισμό πέταμα ψηλά. Πορευόμαστε λιγάκι πιο μπροστά στο ευρωπαϊκό πέλαγος από ανάγκη, κι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πετύχει πράγματα αλλά οι απώλειες θα είναι μεγάλες. Τεράστιες. Και πως θα μπορούσε αλλιώς σ’ αυτό το σύντομο χτυπημένο από παντού και τόσο εύθραυστο καλοκαίρι της αριστεράς; “Τώρα μικρόφωνο θα χουνε μόνο οι γνωρίζοντες”. Ακόμη κι οι πιθανότατα πανευρωπαϊκά επερχόμενοι φασίστες. Αλλά δεν μπορεί να ‘ναι έτσι για πάντα. Ίσως να μην είναι έτσι ούτε τώρα. Αλλά θέλει απίστευτη δουλειά! Και λιγότερα λόγια.

Όμως έχει την ηλικία της ιστορίας του ανθρώπου αυτή η προσπάθεια. Έχει την οσμή χιλιάδων που έπεσαν ή νίκησαν, προσπάθησαν πάντως. Κι έχει την αξία του ονείρου μιας αξιοβίωτης ζωής, μπροστά στους κυνικούς, στους εκμεταλλευτές, στους χαιρέκακους, στους παραιτημένους. Γι’ αυτό και λέει πάντα την Αλήθεια. Ακόμη κι όταν λέει ψέματα.