Η οργή αποτελεί κοινό τόπο στον αραβικό κόσμο κυρίως στους νέους. Τα ξεσπάσματα αντικατοπτρίζουν τα αισθήματα διάψευσης που νιώθουν πολλοί στη Μέση Ανατολή. Κατηγορούν τους ηγέτες τους ότι αγνοούν τις απαιτήσεις τους για δουλειά, κοινωνικές ελευθερίες και ευημερία. Τέτοια ξεσπάσματα ήταν ο καταλύτης για τις εξεγέρσεις στην περιοχή το 2011.

Ads

«Χτυπήθηκαν φίλοι που βρίσκονταν μπροστά μου, πίσω και δίπλα μου» θυμάται ο Μοχάμεντ Σογκαγιέρ για τις ταραγμένες ημέρες του 2011, όταν οι δυνάμεις ασφαλείας της Τυνησίας προσπαθούσαν να συντρίψουν τις μαζικές διαδηλώσεις που οδήγησαν τελικά στον τερματισμό της βάρβαρης εξουσίας του Μπεν Αλί. Τα γεγονότα στην Τύνιδα αποδείχθηκαν καταλύτης της αραβικής άνοιξης και της εξέγερσης μακροχρόνια καταπιεσμένων πληθυσμών εναντίον δεσποτικών, διεφθαρμένων καθεστώτων.

Όμως, επτά χρόνια αργότερα, ο Μοχάμεντ, απόφοιτος πανεπιστημίου που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με 6-8 δολάρια μεροκάματο σε καφενείο, κατέβηκε πάλι στον δρόμο μαζί με χιλιάδες άλλους. Τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις του Ιανουαρίου πυροδότησαν οι μειώσεις στην κρατική επιδότηση των καυσίμων (Σ.τ.μ.: χάρις στην οποία διατηρούνταν σε χαμηλά επίπεδα οι τιμές λιανικής) και η αύξηση της φορολογίας στα αυτοκίνητα, στη χρήση του Διαδικτύου και στις τηλεφωνικές κλήσεις. Για πολλούς τα μέτρα λιτότητας που πήρε η κυβέρνηση αποτελούν μόνο το πιο πρόσφατο παράδειγμα των δεινών που επιβάλλει στους φτωχούς η ελίτ.

«Η νεολαία δεν μπορεί να ζήσει… Το μόνο που θέλουμε είναι να φτάσουμε στο επίπεδο των σκλάβων που τους εξασφάλιζαν τουλάχιστον τροφή, ρούχα και στέγη» λέει ο 36χρονος. «Δεν είναι φυσιολογικό να μην μπορεί ένας άνδρας στην ηλικία μου να παντρευτεί και να μην έχει ένα σπίτι».

Ads

Η οργή αυτή αποτελεί κοινό τόπο στην περιοχή, η οποία δοκιμάζεται από το υψηλότερο στον κόσμο ποσοστό ανεργίας των νέων -είναι άνεργοι περίπου το 30% στην ηλικία 15-24 ετών- και η οποία έχει έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς αύξησης του πληθυσμού τη στιγμή που οι κυβερνήσεις αντιμετωπίζουν έλλειψη κεφαλαίων και επιδιώκουν να μεταρρυθμίσουν το σύστημα των επιδοτήσεων.

Τον Δεκέμβριο το Ιράν αντιμετώπισε τις μεγαλύτερες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις της τελευταίας δεκαετίας, που προκλήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τα μέτρα λιτότητας και την οργή για τη διαφθορά. Διαδηλώσεις έγιναν επίσης στην Αλγερία και την Ιορδανία, σε μικρότερη έκταση, για τις αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων και για τη μείωση των δημοσίων δαπανών.

Επώδυνη διάψευση

Τα ξεσπάσματα αντικατοπτρίζουν τα αισθήματα διάψευσης που νιώθουν πολλοί στη Μέση Ανατολή. Κατηγορούν τους ηγέτες τους ότι αγνοούν τις απαιτήσεις τους για πιο δίκαια συστήματα που θα φέρουν δουλειά, κοινωνικές ελευθερίες και ευημερία. Τέτοια ξεσπάσματα ήταν ο καταλύτης για τις εξεγέρσεις στην περιοχή το 2011, που πυροδότησαν τους πολέμους στη Συρία, τη Λιβύη και την Υεμένη, ενώ δημιούργησαν γόνιμο έδαφος για τη στρατολόγηση από εξτρεμιστικές οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος.

Η τζιχαντιστική οργάνωση βρίσκεται σε υποχώρηση μετά την απώλεια των προπυργίων της στο Ιράκ και τη Συρία. Αλλά οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η περιοχή παραμένει εγκλωβισμένη σε μια κρίση που αποτελεί μια ακόμη μεγαλύτερη απειλή για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητά της: την αποτυχία των κυβερνήσεων να επισκευάσουν τα κατεστραμμένα συστήματα τα οποία επί δεκαετίες συνδυάζουν την καταπίεση με τις κρατικές παροχές που αποσκοπούν στη διατήρηση της σταθερότητας.

«Αν δεν βρεθεί ένας καινούργιος πολιτικός και οικονομικός λόγος, τότε θα αναδυθεί μια νέα εκδοχή του ISIS» λέει ο Μαρουάν Μουάσερ, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ιορδανίας και αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Carnegie για την παγκόσμια ειρήνη. «Τα ρήγματα στην κοινωνία αποτελούν το μεγαλύτερο πρόβλημα και δυστυχώς πολύ λίγοι ηγέτες δίνουν προσοχή. Αν δεν το προσέξουν αυτό, ίσως αντιμετωπίσουμε ακόμα μια αραβική άνοιξη, αυτή τη φορά ακόμα πιο ριζοσπαστική και βίαιη» προσθέτει. «Κανένας δε μπορεί να προβλέψει τι θα συμβεί, όπως κανένας δεν είχε προβλέψει ότι θα γινόταν η αραβική άνοιξη. Αλλά το status quo δεν είναι βιώσιμο».

Λίγες είναι οι αραβικές χώρες που δεν τις άγγιξαν οι εξεγέρσεις του 2011. Ορισμένες, όπως το Μαρόκο, έκαναν σε κάποιο βαθμό μεταρρυθμίσεις. Οι περισσότερες κατέφυγαν σε δοκιμασμένα μέσα για να ελέγξουν τον πληθυσμό: προσφορές και καταστολή. Αλλά στο παραδοσιακό κοινωνικό συμβόλαιο της Μέσης Ανατολής οι παροχές από το κράτος που χρηματοδοτούνται από πετροδολάρια αντί περιορισμένων πολιτικών ελευθεριών είναι μια πρακτική που ξεφτίζει.

Μετά από μια παρατεταμένη περίοδο χαμηλών τιμών στο πετρέλαιο, αστάθειας και οικονομικής στασιμότητας, οι κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν μεγάλα δημόσια ελλείμματα και διογκούμενη εξάρτηση από το εξωτερικό χρέος επιτέλους παίρνουν μέτρα για τις κρατικές παροχές. Οι κυβερνήσεις χωρών της Μέσης Ανατολής δαπάνησαν 74 δισεκατομμύρια δολάρια για επιδότηση καυσίμων το 2016, πόσο που ισοδυναμεί με το ένα τέταρτο της επιδότησης στην ενέργεια παγκοσμίως, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Πολλές κυβερνήσεις περικόπτουν επίσης ανεπαρκείς δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίες λειτουργούσαν σαν δίχτυα κοινωνικής προστασίας αλλά απορροφούσαν το ένα τρίτο των δημοσίων δαπανών.

Οι ειδικοί λένε ότι οι μεταρρυθμίσεις έπρεπε να είχαν γίνει εδώ και καιρό, αλλά συμβαίνουν σε ένα άστατο περιβάλλον, όπου μεγαλώνει η αίσθηση αδικίας μεταξύ του νεότερου, αστικοποιημένου και καλύτερα πληροφορημένου πληθυσμού, ενώ πολλοί Άραβες πιστεύουν ότι η ζωή τους χειροτέρεψε μετά το 2011. “Ήταν καλύτερα πριν από την επανάσταση, τώρα όλα έχουν ακριβύνει. Είναι δυο χρόνια που είμαι χωρίς δουλειά» λέει ο Μουράντ Ζααμπούτι. Ο 34χρονος Τυνήσιος ζει μαζί με τη μητέρα του από τη σύνταξη που πήρε εκείνη μετά τον θάνατο του πατέρα του. «Είχα ελπίδες από την επανάσταση, αλλά τίποτα δεν άλλαξε».

Στην πραγματικότητα ο Μουράντ ζει σε ένα από τα «καλύτερα» σημεία της περιοχής. Ενώ σε άλλες χώρες οι κυβερνήσεις έγιναν περισσότερο καταπιεστικές, η Τυνησία είναι η μοναδική αραβική χώρα που μπορεί να πει ότι πέτυχε μια δημοκρατική μετάβαση μετά τις εξεγέρσεις του 2011. Αλλά τα οφέλη σε πολιτικό επίπεδο δεν έφεραν αντίστοιχη επιτυχία στην οικονομία, η οποία ταλανίζεται από την ανεργία των νέων, που βρίσκεται στο 25%, και τις μεγάλες ανισότητες μεταξύ των παραλιακών περιοχών και εκείνων στα ενδότερα.

Το 2016 η Τυνησία συμφώνησε για ένα δάνειο ύψους 2,8 δισεκατομμυρίων ευρώ από το ΔΝΤ προκειμένου να ανακουφίσει την πίεση στο κρατικό ταμείο. Αλλά αυτό σήμαινε επώδυνες μεταρρυθμίσεις, όπως τα μέτρα λιτότητας τα οποία προκάλεσαν τις διαδηλώσεις του Ιανουαρίου.

Η Αίγυπτος ακολούθησε παρόμοιο δρόμο, παίρνοντας από το ΔΝΤ ένα δάνειο 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων, βάσει του οποίου το Κάιρο περιέκοψε δραστικά τις επιδοτήσεις στα καύσιμα και υποτίμησε την αιγυπτιακή λίρα. Τις κινήσεις αυτές χαιρέτισαν οι επενδυτές και οι επιχειρήσεις που αντιμετώπιζαν έλλειψη δολαρίων, αλλά σήμαιναν μεγαλύτερα δεινά για τον αιγυπτιακό λαό καθώς ανέβηκαν στα ύψη οι τιμές των τροφίμων και ο πληθωρισμός εκτοξεύθηκε πάνω από το 30%.

Όταν η κυβέρνηση επιχείρησε να θίξει το σύστημα επιδότησης του ψωμιού, αναγκάστηκε να κάνει στροφή 180 μοιρών μετά από διαδηλώσεις. Οι μεγάλης κλίμακας ταραχές στην πολυπληθέστερη αραβική χώρα αποφεύχθηκαν εν μέρει εξαιτίας του γεγονότος ότι οι περικοπές στις επιδοτήσεις εφαρμόστηκαν ταυτόχρονα με την αύξηση του αυταρχισμού από το καθεστώς.

Μετά την πραξικοπηματική κατάληψη της εξουσίας από τον πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι το 2013, χιλιάδες άνθρωποι συνελήφθησαν, ενώ μπλόκαραν 450 ιστοσελίδες στο πλαίσιο μέτρων τα οποία χαρακτηρίστηκαν από τη Διεθνή Αμνηστία ως «αχαλίνωτη καταστολή κάθε μορφής διαφωνίας». Θεωρείται βέβαιο ότι ο κύριος Σίσι θα εξασφαλίσει δεύτερη θητεία στις προεδρικές εκλογές αυτόν τον μήνα.

Στη Σαουδική Αραβία ο πρίγκηπας διάδοχος Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν επιχειρεί μια πολυδιάστατη ανασύνταξη μιας οικονομίας που είναι εθισμένη στο πετρέλαιο και ένα σύστημα πρόνοιας από την κούνια μέχρι τον τάφο. Ο 32χρονος διάδοχος του θρόνου προσπαθεί να πείσει τους νεαρούς Σαουδάραβες με υποσχέσεις για τη δημιουργία μιας πιο ανεκτικής, ανοικτής κοινωνίας που θα επιτρέπει στις γυναίκες να οδηγούν. Προσπαθεί επίσης να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα με περικοπές στα επιδόματα του Δημοσίου, αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων μέχρι 127% και την επιβολή Φόρου Προστιθέμενης Αξίας.

Με την καταστολή των διαφωνούντων μέσα στο βασίλειο, τις συλλήψεις πριγκήπων και διαφωνούντων, ο πρίγκηπας Μοχάμεντ περπατά σε τεντωμένο σκοινί. Η κυβέρνηση του Ριάντ επανέφερε τα επιδόματα στους δημοσίους υπαλλήλους και τους στρατιωτικούς μέσα σε μόλις έξι μήνες. Μόνο μερικές ημέρες μετά την επιβολή ΦΠΑ 5% και τις αυξήσεις στα καύσιμα εφέτος, το Ριάντ απάντησε στις διαμαρτυρίες χορηγώντας στους δημοσίους υπαλλήλους μηνιαίο επίδομα 1.000 ριάλ (267 δολαρίων) για ένα έτος.

Προκειμένου να πετύχει τους στόχους του ο πρίγκηπας Μοχάμεντ, η επόμενη γενιά θα πρέπει να μειώσει τις προσδοκίες της για μισθούς και προνόμια καθώς θα διεκδικεί θέσεις εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. Τα δύο τρίτα των Σαουδαράβων εργάζονται για το κράτος, ενώ οι μισθοί του Δημοσίου αναλογούν σε περισσότερο από το 10% του ΑΕΠ. Οι μισθοί του Δημοσίου είναι υψηλότεροι από εκείνους του ιδιωτικού τομέα κατά 150% (κατά μέσον όρο) σύμφωνα με το ΔΝΤ.

«Μπαίνουμε σε αχαρτογράφητη περιοχή» λέει ο Χάλεντ Αλ Ντεκαγιέλ, πρωην καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του βασιλιά Σαούντ στο Ριάντ. «Αν χειροτερέψει η οικονομική πίεση, όλα είναι πιθανά. Θα καταφέρει η κυβέρνηση να απορροφήσει τη λαϊκή αντίδραση; Πιθανώς. Αν όχι, τότε θα μπορούσαν να υπάρξουν πολύ μεγάλες πολιτικές δυσκολίες».

Εφιάλτης της νέας γενιάς η ανεργία

Ο Ραγουί Ασαάντ, Αιγύπτιος καθηγητής Σχεδιασμού και Δημοσίων Υποθέσεων στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα, λέει ότι τα προβλήματα της περιοχής επιδεινώνονται από τον αδύναμο ιδιωτικό τομέα, που δεν μπορεί να απορροφήσει τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, τη στιγμή μάλιστα που αυξάνονται οι προσδοκίες τους και ανεβαίνει ραγδαία το επίπεδο της εκπαίδευσης.

«Υπέθεταν ότι ο ιδιωτικός τομέας θα δημιουργούσε καλές θέσεις εργασίας όταν θα μειωνόταν το κράτος, αλλά αυτό απλά δεν συνέβη» προσθέτει. «Οι ξένες επενδύσεις δεν υλοποιήθηκαν, ενώ εκείνες στο εσωτερικό έγιναν σε πολύ ασφαλείς περιοχές, π.χ. στον κτηματομεσιτικό τομέα, που δεν παράγει καλές δουλειές».

Τη δεκαετία του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ένας Αιγύπτιος που έμπαινε στην αγορά εργασίας με πτυχίο δευτεροβάθμιας ή ανώτερης εκπαίδευσης είχε 70% πιθανότητες να βρει δουλειά στο Δημόσιο. Μέχρι το 2000 αυτές οι πιθανότητες μειώθηκαν στο 25%, ενώ ο νεοεισερχόμενος στην αγορά εργασίας έχει τώρα μόλις 15% πιθανότητες να βρει δουλειά στον ιδιωτικό τομέα, λέει ο καθηγητής.

Υπάρχουν περισσότερες δουλειές στις κατασκευές -συχνά χειρωνακτική εργασία- παρά στις εξορύξεις, στις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας και στη βιομηχανία συνολικά, λέει. Ο πληθυσμός της Αιγύπτου αυξήθηκε από τα 69 εκατομμύρια το 2000 σε 96 εκατομμύρια, ενώ κάθε χρόνο αποφοιτούν από τα πανεπιστήμια περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι.

«Όταν εκπαιδεύεις τους νέους ανθρώπους… μεγαλώνεις τις προσδοκίες τους και, όταν δεν μπορείς να ανταποκριθείς σε αυτές τις προσδοκίες, αντιμετωπίζεις μεγάλη οργή και απόγνωση» λέει ο κύριος Ασαάντ. «Περισσότεροι είναι οι άνεργοι που δεν έχουν πιάσει την πρώτη τους δουλειά, παρά εκείνοι που απολύθηκαν. Περιμένουν επί χρόνια στην ουρά και στο τέλος βρίσκουν μια δουλειά στην παραοικονομία».

Το μόνο που κάνει η καταπίεση είναι να φιμώνει αυτή την απόγνωση, προσθέτει. «Κινδυνεύεις να έχεις μεγαλύτερη αναταραχή ή μεγαλύτερη καταπίεση. Η μεσαία τάξη ή εκείνοι που φιλοδοξούν να αποτελέσουν τη μεσαία τάξη είναι περισσότερο δυσαρεστημένοι γιατί εκείνους αφορά το κοινωνικό συμβόλαιο».

Το ΔΝΤ γνωρίζει τους κινδύνους. Η Κριστίν Λαγκάρντ προειδοποίησε τις αραβικές κυβερνήσεις να επιταχύνουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας: «Η λαϊκή δυσαρέσκεια βράζει σε πολλές χώρες και υπενθυμίζει ότι απαιτείται ακόμα πιο επείγουσα δράση» είπε η διευθύντρια του ΔΝΤ επισημαίνοντας ότι 27 εκατομμύρια άνθρωποι θα μπουν στην αραβική εργατική δύναμη μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να προσελκύσουν επενδύσεις σε τομείς που δημιουργούν θέσεις εργασίας, όπως η βιομηχανία.

Προκειμένου να χαλαρώσει η ένταση, το ΔΝΤ υποστηρίζει περισσότερο στοχευμένα «προγράμματα κοινωνικής προστασίας», όπως η καταβολή μετρητών στα φτωχότερα τμήματα της κοινωνίας, αντί του ευρύτερου συστήματος των επιδοτήσεων.

Αλλά ο κύριος Μουάσερ, ο Ιορδανός πρώην υπουργός, επιμένει ότι οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις θα λειτουργήσουν μόνο εάν συνοδευτούν από πολιτικές αλλαγές. «Δεν μπορεί να υπάρχουν αυτά τα δεσποτικά συστήματα, στη Σαουδική Αραβία, στην Αίγυπτο, στο Ιράν ή οπουδήποτε αλλού, και να ελπίζεις ότι η οικονομική εξέλιξη θα είναι ομαλή», λέει. Κανένας δεν μιλά για πλήρη ελευθερία και απόλυτη δημοκρατία μέσα σε μια νύχτα, αλλά, όταν ζητάς από τον λαό περισσότερες οικονομικές θυσίες, θα πρέπει να επιτρέπεις κάποιες πολιτικές διαφωνίες».

Ο Τυνήσιος Μοχάμεντ Σογκαγιέρ είναι πεπεισμένος ότι, αν δεν αλλάξουν τα πράγματα, αναπόφευκτα θα υπάρξουν αναταραχές. «Η οργή του λαού μεγαλώνει διαρκώς και θα φτάσει σε επικίνδυνο σημείο».

Οι επιδοτήσεις βρίσκονται στην καρδιά του κοινωνικού συμβολαίου μεταξύ των δεσποτικών αραβικών κυβερνήσεων και των λαών τους: φτηνό φαγητό και ενέργεια, και ορισμένες άλλες παροχές, με αντάλλαγμα την πολιτική ηρεμία. Φοβούμενες κοινωνικές εκρήξεις, οι κυβερνήσεις αποφεύγουν να διορθώσουν τη συνταγή και ψαλιδίζουν προσεκτικά τις επιδοτήσεις, συχνά υπό την πίεση του ΔΝΤ.

Οι ταραχές του ψωμιού

Στην Αίγυπτο η μνήμη των «ταραχών του ψωμιού» το 1977 παραμένει ζωντανή στα μυαλά εκείνων που χαράσσουν πολιτική. Οι ταραχές ξέσπασαν ως αντίδραση στα μέτρα λιτότητας που πήρε ο Πρόεδρος Ανουάρ Σαντάτ αυξάνοντας τις τιμές ειδών πρώτης ανάγκης όπως το αλεύρι και το μαγειρικό λάδι.

Χιλιάδες βγήκαν στους δρόμους σε όλη τη χώρα σε δυο ημέρες βίαιων διαδηλώσεων τις οποίες κατέστειλε ο στρατός, ενώ η κυβέρνηση πήρε πίσω τις αυξήσεις. Τουλάχιστον 80 άνθρωποι σκοτώθηκαν, εκατοντάδες τραυματίστηκαν και χίλιοι συνελήφθησαν. Ο Σαντάτ έκανε λόγο για την «εξέγερση των κλεφτών».

Τα τελευταία χρόνια η Αίγυπτος ψαλίδισε επανειλημμένα τις επιδοτήσεις στα καύσιμα για να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα. Αλλά το πρόγραμμα επιδότησης τροφίμων δεν άλλαξε και επεκτάθηκε ώστε να βοηθήσει τους φτωχούς να τα βγάλουν πέρα με την αύξηση του πληθωρισμού.

Το ψωμί έχει πυροδοτήσει ταραχές και σε άλλες χώρες της περιοχής. Στην Ιορδανία ξέσπασαν ταραχές το 1996, αρχικά σε πόλεις του Νότου, και επεκτάθηκαν στην πρωτεύουσα Αμμάν. Ταραχές έγιναν και στην Τυνησία.

Αλλά στην Αίγυπτο το ψωμί είναι το σημαντικότερο σύμβολο των ανεκπλήρωτων διεκδικήσεων. Το βασικό σύνθημα της αιγυπτιακής επανάστασης ήταν «Ψωμί, ελευθερία, κοινωνική δικαιοσύνη» -ένα ιδανικό που δεν έχει εκπληρώσει ακόμα καμιά αραβική κυβέρνηση.

* Των Andrew England, Heba Saleh και Ahmed Al Omran από τους Financial Times / Μετάφραση: Η Αυγή