Εκατό χρόνια συμπληρώνονται τις ημέρες αυτές από την έναρξη του Α’  Παγκοσμίου Πολέμου, αυτόν που αποκάλεσαν «Μεγάλο Πόλεμο», διήρκεσε τέσσερα χρόνια και οδήγησε στον θάνατο 18.500.000 ανθρώπων, 9 εκατομμυρίων στρατευμένων και άλλων τόσων και πλέον αμάχων. Ο Πόλεμος είχε δραματικές συνέπειες για την Ευρώπη (κυρίως) και την πορεία της, καθώς τέσσερις αυτοκρατορίες κατέρρευσαν, ο χάρτης της άλλαξε ριζικά, μέσα από τα σπλάχνα του ξεπήδησε η Ρωσική Επανάσταση και το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος στον κόσμο, και χάραξε τα σύνορα της Μέσης Ανατολής. Για την Ελλάδα, όμως, ήταν κυριολεκτικά μοιραίος.

Ads

Και, ενώ για τον υπόλοιπο κόσμο ο Πόλεμος τελείωνε τυπικά στις 11 Νοεμβρίου 1918 με τη Συνθήκη Ανακωχής της Κομπιέν, που υπογράφηκε σε ένα σιδηροδρομικό βαγόνι όπου είχε στήσει το στρατηγείο του στο δάσος της γαλλικής πόλης ο στρατάρχης Φερντινάν Φος, για τη χώρα μας ο πραγματικός τερματισμός του Πολέμου αργούσε μερικά χρόνια ακόμα. Και δεν θα έρθει πριν τον Σεπτέμβρη του 1922, όταν η Μεγάλη Ιδέα, η κυρίαρχη ιδεολογία του έθνους από το ’21 μετά, συντρίβεται από τον Κεμάλ, όταν τα απομεινάρια του ελληνικού στρατεύματος επιστρέφουν ταπεινωμένα από το Μικρασιατικό Μέτωπο και εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες καταφθάνουν εξαντλημένοι και έντρομοι στα ελληνικά λιμάνια. Στην πραγματικότητα, η δυναμική που άνοιξε με την είσοδο της Ελλάδας στις συμμαχικές δυνάμεις της  Αντάντ ολοκληρώνεται το 1924 από άποψη επιχειρήσεων, όταν και ο τελευταίος Έλληνας ή Τούρκος πρόσφυγας «ανταλλάχθηκε» μεταξύ των δύο χωρών, ξεριζωμένος από την πραγματική του πατρίδα. Παρόλα αυτά, ο «Εθνικός Διχασμός» της χώρας που ξεκίνησε το 1916, μέσα στην καρδιά του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν σταμάτησε παρά με έναν ακόμα Παγκόσμιο Πόλεμο…  

Οι συμμαχικές δυνάμεις και η Γερμανία υπογράφουν το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στο βαγόνι—στρατηγείο του Στρατάρχη Φος
Για όλους αυτούς τους λόγους, τα γεγονότα που συνέβησαν ακριβώς πριν από 100 χρόνια στη γειτονιά μας, το καλοκαίρι του 1914, μάς αφορούν τόσο πολύ. Και αξίζει να γνωρίσουμε λίγο καλύτερα τους πρωταγωνιστές τους, το μοιραίο του βίου τους και τις συμπτώσεις…   

Ο διάδοχος του Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος των Αψβούργων, η δολοφονία του οποίου θεωρήθηκε ως η αφορμή για την έναρξη του Α’  Παγκοσμίου Πολέμου, δεν γεννήθηκε διάδοχος. Ήρθε στον κόσμο στο Γκρατς της Αυστρίας  τον Δεκέμβριο του 1863 και απείχε τρία τουλάχιστον στάδια από τη διαδοχή του θρόνου.

Ads

Ήταν ανιψιός του πανίσχυρου αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ και η ζωή του άλλαξε όταν, στις 30 Ιανουαρίου 1889, ο πρώτος του ξάδελφος Ροδόλφος, μοναχογιός του αυτοκράτορα και διάδοχος του στέμματος της Αυστρίας, αυτοκτόνησε από έρωτα χωρίς να αφήσει αρσενικούς απογόνους. Ο Ροδόλφος, μεγαλωμένος με φιλελεύθερες απόψεις από τη μητέρα του, θρυλική αυτοκράτειρα Ελισάβετ (γνωστή ως Σίσσυ), φυσιολάτρης και συλλέκτης μετάλλων, σε ηλικία 30 ετών και παντρεμένος με την πριγκίπισσα Στεφανία του Βελγίου, ερωτεύτηκε την 17χρονη βαρόνη Μαρία Βετσέρα, κόρη του Ούγγρου διπλωμάτη βαρώνου Albin Vetsera και της Ελληνίδας Έλενας Μπαλτατζή από την Κωνσταντινούπολη. Όταν ο αυτοκράτορας πατέρας του διέταξε τη διακοπή της σχέσης τους ο Ροδόλφος, σε πλήρη σύγχυση και απόγνωση, σκότωσε την ερωμένη του και στη συνέχεια αυτοκτόνησε ο ίδιος, σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη.

Η μητέρα του Σίσσυ, που στο πρόσωπο του μοναχογιού της έβλεπε να παίρνουν σάρκα και οστά οι δικές της φιλελεύθερες ιδέες και ο περιορισμός της πανίσχυρης αυτοκρατορικής αυλής, απεγνωσμένη εγκατέλειψε τον αυτοκράτορα και κατέφυγε στο εξωτερικό. Στις περιπλανήσεις της επέστρεψε και στην αγαπημένη της Κέρκυρα, όπου, δύο χρόνια μετά τον θάνατο του γιου της έχτισε το ανάκτορο Μον Ρεπό, γνωστό και ως Αχίλλειο, βάζοντας ως κεντρικό θέμα του τον Αχιλλέα, τον γοητευτικότερο ήρωα του Τρωικού Πολέμου κατά την άποψή της.

Μερικά χρόνια αργότερα δολοφονήθηκε και η ίδια στη Γενεύη, από έναν αναρχικό Ιταλό οικοδόμο, που αναζητούσε ένα τυχαίο γαλαζοαίματο θύμα… Η κόρη τού Ροδόλφου, η Έρτζι, που είχε κληρονομήσει το όνομα, την περιουσία αλλά και τις φιλελεύθερες ιδέες της γιαγιάς της Ελισάβετ, δεν ανέλαβε ποτέ το κληρονομικό της δικαίωμα στον θρόνο. Έζησε έναν μακρύ, θυελλώδη και αντισυμβατικό βίο με αριστερές ιδέες, καταλήγοντας μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Αυστρίας και μένοντας στην ιστορία ως η «κόκκινη αρχιδούκισσα». Έτσι, η διαδοχή του αυτοκρατορικού θρόνου της Αυστρίας κατέληξε πλέον στον μοιραίο ξάδελφο τού Ροδόλφου, Φραγκίσκο Φερδινάνδο, αφού πρώτα ο πατέρας του αποποιήθηκε του δικαιώματός του…

Ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος είχε ίσως αμφισβητήσει, με τον δικό του τρόπο, τον πολυπόθητο αυστριακό θρόνο, καθώς ήδη από το 1895 ερωτεύτηκε την τσεχικής καταγωγής κόμισσα Σοφία Φον Τσότεκ, που δεν ανήκε στην ελίτ των ευγενικών οικογενειών. Η σχέση τους αποκαλύφθηκε το 1898 και ο θείος του, αυτοκράτορας Φραγκίσκος Ιωσήφ, είχε αντιταχθεί σφοδρά σε έναν επικείμενο γάμο. Ο ίδιος, όμως, ήταν ανένδοτος και το 1900, όντας πλέον νόμιμος διάδοχος μετά την αυτοκτονία του ξαδέλφου του, παντρεύτηκε τη Σοφία Φον Τσότεκ σε μοργανατικό γάμο, αποκλείοντας τη σύζυγό του και τους απογόνους τους από κάθε δικαίωμα στον θρόνο. Στις 28 Ιουνίου 1914 έχασαν και οι δύο τη ζωή τους στο Σεράγεβο, από τους πυροβολισμούς που δέχτηκαν από το περίστροφο  του Σέρβου πατριώτη φοιτητή Γκαβρίλο Πρίντσιπ.

Πρόκειται για την πολιτική δολοφονία με τις σημαντικότερες επιπτώσεις στη σύγχρονη ιστορία, καθώς αποτέλεσε την αφορμή για να αιμοτοκυλιστεί η ανθρωπότητα επί τέσσερα έτη. Ο αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος και η σύζυγός του Σοφία, Δούκισσα του Χόχενμπεργκ, επισκέφτηκαν στο Σεράγεβο, την τότε πρωτεύουσα της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης που, αν και ανήκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, είχαν προσαρτηθεί βίαια στο άρμα της Αυστροουγγαρίας λίγα χρόνια πριν, το 1908. Στην προσάρτηση αυτή είχε αντιδράσει έντονα η Σερβία, καθώς οι νότιοι Σλάβοι αναζητούσαν την ενοποίησή τους με τη Σερβία, υπό τις ευλογίες της Ρωσίας, που στην ευρύτερη Βαλκανική εμφανιζόταν ως η μητέρα των Σλάβων. Η ομάδα των Σερβοβόσνιων συνομοτών, στην οποία ανήκε ο Πρίντσιπ, γνωστή ως Mlada Bosna (Νέα Σερβία), υποκινούνταν από κάποια μέλη του σερβικού στρατού, που τους πρόσφεραν εκπαίδευση και εξοπλισμό, με ανώτερο πολιτικό όνειρο τη Μεγάλη Σερβία ή Γιουγκοσλαβία. Ο Πρίντσιπ, κατά την απολογία του στη δίκη μετά τη δολοφονία, είπε «είμαι Γιουγκοσλάβος εθνικιστής που επιδιώκω την ενοποίηση όλων των Γιουγκοσλάβων (Νοτιοσλάβων) και μου είναι αδιάφορη η μορφή του κράτους που θα δημιουργηθεί, θα πρέπει, όμως, να είναι ανεξάρτητο από την Αυστρία».

Το πρωί της Κυριακής, 28 Ιουνίου, ο Φερδινάρδος και η Σοφία, αφού παρακολούθησαν τη θεία λειτουργία στο ξενοδοχείο τους, πήγαν στο κέντρο του σημαιοστολισμένου Σεράγεβο όπου τους περίμενε επίσημη υποδοχή. Με έξι αυτοκίνητα ξεκίνησαν οι υψηλοί προσκεκλημένοι και οι αξιωματούχοι της πόλης την επίσημη πορεία. Στο τρίτο όχημα, ένα σπορ ανοικτό αυτοκίνητο κατασκευασμένο στη Βιέννη, επιβιβάσθηκαν οι αρχιδούκες με οδηγό τον Τσέχο Λεοπόλντ Στόικα. Η φάλαγγα προχωρούσε αργά, για να δοθεί η δυνατότητα στον Φραγκίσκο Φερδινάρδο να δει την πόλη. Από το κάστρο του Σεράγεβο ακούστηκαν 24 χαιρετιστήριοι κανονιοβολισμοί. Οι συνωμότες πήραν τις θέσεις τους ανάμεσα στο πλήθος. Στην πορεία τους κατά μήκος του ποταμού ο Νεντζέλκο Καμπρίνοβιτς εκτόξευσε μία χειροβομβίδα προς το αυτοκίνητο του ζευγαριού, αλλά αστόχησε. Την επιχείρηση ανέλαβε τότε ο δεύτερος εκτελεστής, Γκαβρίλο Πρίντσιπ, που ακολούθησε την πομπή και, όταν το πριγκιπικό ζεύγος αποβιβάσθηκε μπροστά στο Δημαρχείο του Σεράγεβο, τους δολοφόνησε με δύο πιστολιές.

Η χιλιετής και παραπαίουσα πλέον αυτοκρατορία των Αψβούργων όδευε προς τη λήξη της, ενώ μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου τα εδάφη της θα κατακερματιζόντουσαν σε μια νέα Ευρώπη.
 
Τα γεγονότα πλέον πήραν τον δρόμο τους. Η Βιέννη δεν θα άφηνε ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία που της δινόταν με τη δολοφονία του διαδόχου, καθώς θεωρούσε ότι ο πόλεμος εναντίον της Σερβίας αποτελούσε ιστορική αναγκαιότητα για να διατηρηθεί η εδαφική της ακεραιότητα στο νότο. Στις 23 Ιουλίου απέστειλε προς τη σερβική κυβέρνηση ένα τελεσίγραφο 10 όρων, το οποίο έχει χαρακτηριστεί «ως το πιο σκληρό έγγραφο που απέστειλε ποτέ ένα κράτος προς ένα άλλο, και η παραδοχή του θα σήμαινε την κατάργηση της κρατικής υπόστασης της Σερβίας». Η Σερβία, επιλέγοντας να αποφύγει την ένοπλη σύρραξη, δέχτηκε σχεδόν όλους τους ταπεινωτικούς όρους, εκτός από αυτόν που θα επέτρεπε στους Αυστροούγγρους να διεξάγουν ανακρίσεις για τη δολοφονία μέσα στο κράτος τους.

Οι δυνάμεις της Κεντρικής Ευρώπης, όμως, αποφάσισαν τον πόλεμο. Σαν σήμερα, 28 Ιουλίου 1914, η Αυστροουγγαρία με την υποστήριξη της Γερμανίας βομβάρδισε το Βελιγράδι. Έναν ακριβώς μήνα μετά τη δολοφονία του πριγκιπικού ζεύγους, οι δύο πυροβολισμοί μετατράπηκαν σε καταιγισμό πυρών και η σύγκρουση, που πολλοί ήλπιζαν ότι θα ήταν απλώς ένας τρίτος, περιορισμένος Βαλκανικός Πόλεμος, γρήγορα ενέπλεξε τις συνδεόμενες με δεσμούς συμμαχίας μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις αλλά τον αποικιακό κόσμο. Η Ρωσία προχώρησε σε επιστράτευση (30/7), η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της (1/8) αλλά και εναντίον της Γαλλίας (3/8), στη συνέχεια παραβίασε τα εδάφη του ουδέτερου Βελγίου, εμπλέκοντας την Αγγλία, σύμμαχο του Βελγίου, που επιτέθηκε εναντίον της Γερμανίας (4/8). Το Μαυροβούνιο (7/8), η Γαλλία και η Αγγλία (10/8) κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Αυστροουγγαρίας, η Σερβία (6/8) και η Ιαπωνία (28/8) κατά της Γερμανίας, η Γερμανία κατά…

Οι πληθυσμοί της πιο καλλιεργημένης, προοδευμένης, πολιτισμένης και ανεπτυγμένης ηπείρου βυθίστηκαν μέσα σε λίγες ημέρες σε έναν τρομακτικό πόλεμο που θα διαρκούσε 53 μήνες, επιστρατεύοντας 70 εκατομμύρια ανθρώπους και συμπαρασύροντας όλες τις παγκόσμιες δυνάμεις, αλλά και μικρότερα κράτη από όλες τις ηπείρους,. Ήταν ο μαζικότερος και πλέον αιματηρός πόλεμος που είχε γνωρίσει έως τότε η ανθρωπότητα και μετά το τέλος του τίποτε στην Ευρώπη δεν θα ήταν πια το ίδιο…

«Μας σκότωσαν τον Φερδινάρδο». Με αυτή τη λακωνική φράση ξεκινά το ατελές διήγημα «Ο καλός στρατιώτης Σβέικ», ένα σατυρικό και αντιμιλιταριστικό αριστούργημα του τσέχου συγγραφέα Γιάροσλαβ Χάσεκ, ο οποίος πολέμησε στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ίσως αν ο σλαβόφιλος Φερδινάρδος είχε καταφέρει να ανέβει στον θρόνο, επηρεασμένος από την Τσέχα σύζυγό του, έκανε πράξη τις υποσχέσεις του για ένα τρικέφαλο ομόσπονδο κράτος, όπου η Σερβία θα είχε μια δίκαιη θέση…

Λίγο αργότερα ο Τρότσκι από τη Βιέννη ανέφερε: «Μερικοί νεαροί Σέρβοι, σχεδόν παιδιά, δολοφονώντας τον διάδοχο του θρόνου των Αψβούργων, πυροδότησαν γεγονότα ανυπολόγιστης σημασίας. Αυτοί οι εθνικιστές και ρομαντικοί επαναστάτες περίμεναν λιγότερο από τον καθέναν τις συνέπειες της τρομοκρατικής τους πράξης».
Ήταν η αρχή του τέλους ενός κόσμου.

Μετρώντας τις καταστάσεις ένα αιώνα ακριβώς μετά, ακόμα και με τους σημερινούς όρους, δυσκολεύεται κανείς να κατανοήσει πώς δύο πυροβολισμοί ενός δεκα-εννιάχρονου μπόρεσαν να προκαλέσουν το μοιραίο ντόμινο και να αιματοκυλίσουν την ανθρωπότητα…